Χρήστος Χαρτοματσίδης | Πολύφημος και Γαλάτεια

In Θέατρο, Λογοτεχνία by mandragoras


Θέατρο

Χρήστος Χαρτοματσίδης | Πολύφημος και Γαλάτεια

Το μονόπρακτο «Πολύφημος και Γαλάτεια» είναι μέρος της μουσικό–θεατρικής παράστασης «Εμείς τους ονομάζουμε Γαλάτες» που ετοιμάζει για τα τέλη Αυγούστου το ΔΗΠΕΘΕ Κομοτηνής και βασίζεται στα κοινά στοιχεία που υπάρχουν στην Κέλτικη και στην Θρακική μουσική παράδοση, όπως και στις κοινές μυθολογικές κι ιστορικές μνήμες. Το σενάριο μαζί με την θεατρική μεταφορά τεσσάρων μύθων, υπογράφει ο Χρήστος Χαρτοματσίδης. Την θεατρική μεταφορά του μύθου για τον «Lugh and Balor» έχει γράψει ο Ιρλανδός συγγραφέας Τζακ Χαρτ. Σκηνοθεσία:  Άννα Μαχαιροπούλου. Μουσική:  Γιώργος Εφραιμίδης. Σκηνικά – κουστούμια: Γιάννης Καραγκιουλμέζης. Πρόεδρος του ΔΗΠΕΘΕ Κομοτηνής: Σοφία Μενεσελίδου.

 

Τα πρόσωπα:

 

Ο Κύκλωπας Πολύφημος

Η Γαλέτεια

Βάρδος – Αφηγητής

 

Το έργο:

 

Κάπου στην ύπαιθρο. Ο Κύκλωπας βόσκει τα πρόβατα και τα κατσίκια του. Τρέχει πίσω τους σφυρίζει σαν βοσκός και φωνάζει.

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Ρρρρ! Που τρέχετε ζαβά! Κουράστηκα όλη μέρα να σας κυνηγάω.

 

(Ξαφνικά βλέπει την Γαλάτεια, που κρυμμένη πίσω από τους θάμνους παρακολουθεί τον Άκη και το κοπάδι του. Σταματάει για μια στιγμή και την κοιτάζει σιωπηλός. Αυτή αντιλαμβάνεται την παρουσία του, του κάνει σήμα να μην μιλήσει και συνεχίζει να κοιτάζει προς τον Άκη και το κοπάδι του. Ο Κύκλωπας φτερνίζεται Η Γαλάτεια γυρνάει θυμωμένη προς την πλευρά του και τον μαλώνει.)

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Σου είπα να μην κάνεις φασαρία! Τόσο δεν μπορείς να συγκρατηθείς!

(ο Κύκλωπας μπερδεμένος την κοιτάζει, χωρίς να μπορεί να καταλάβει τι έκανε λάθος.)

Θα ακούσει τον θόρυβο και θα καταλάβει πως τον παρακολουθώ.

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Ποιος θα καταλάβει;

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Ουφ! Όλα πρέπει να σου τα εξηγώ! Ο Άκης θα καταλάβει, ο γιος του Πάνα… Το ωραίο τσοπανόπουλο…

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

(με περιφρόνηση)

Αυτός εκεί; Τίποτα δεν θα καταλάβει. Θέλεις να του κλέψεις καμιά προβατίνα; Το πιο εύκολο πράγμα. Θα πάω να του βαρέσω μια κι εσύ πάρε όποια θες.

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

(τρομοκρατημένη)

Όχι! Μην τον αγγίξεις!

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Καλά, ντε! Υπάρχει κι άλλος τρόπος. Εγώ θα πάω να του μιλήσω κάτι κι εσύ του κλέβεις την προβατίνα.

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Δεν θέλω να του κλέψω προβατίνα!

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Τότε τι θέλεις;

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Θέλω… να τον κοιτάζω… Δεν είναι ωραίος;! Με σπαστά ξανθά μαλλιά και πράσινα μάτια! Με μεγάλα ματοτσίνορα και φουσκωτό χειλάκι… Αχ, Άκη!… Είμαι θύμα σου!

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

(θυμωμένος)

Τότε θα πάω να τον τσακίσω!

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Όχι! Μην τολμήσεις! Αν τον πειράξεις, θα έχεις να κάνεις μαζί μου!

( Ο Κύκλωπας έκπληκτος την κοιτάζει)

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Μαζί σου;

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Γιατί; Θα σε φοβηθώ;!

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

(Δεν ξέρει τι να της απαντήσει. )

Ξέρω ’γω;…

 (Προσπαθεί να την καλοπιάσει. Βγάζει από το δισάκι του σταφίδες) Θέλεις σταφίδες;

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

(θυμωμένη)

Όχι!

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Στραγάλια;

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Όχι είπα!

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Τότε τι θέλεις;

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

(που ξαφνικά έχει λυγίσει )

Θέλω… να πεθάνω!

(Ξεσπάει σε κλάματα)

Δεν γίνεται όμως, επειδή είμαι αθάνατη! Ω, αν μπορούσα Θα έπεφτα από την Αετόπετρα να τσακιστώ και να πεθάνω.

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Και γιατί να πεθάνεις;

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Από έρωτα!…

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Από τι;

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Άσε το καλύτερα! Δεν θα καταλάβεις! Από έρωτα! Έρωτας είναι να θέλεις να πεθάνεις… έτσι… χωρίς λόγο. Να είσαι λυπημένος ενώ όλοι είναι χαρούμενοι και παντού ανθίζει η άνοιξη. Κι όταν… πεθάνω με το καλό και με στολίσουν με λουλούδια όλοι θα κλαίνε για μένα. Τότε θα έρθει ο Άκης. Κι αυτός θα κλαίει και θα χτυπιέται: «Τι κρίμα! Να την χάσω μέσα από τα χέρια μου! Να μην καταλάβω πόσο πολύ με είχε αγαπήσει! Τώρα τι θα κάνω ο δύστυχος; Θέλω κι εγώ να πεθάνω!»

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

(εντυπωσιασμένος)

Κι αυτός να πεθάνει!;

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Ναι! Να πεθάνει! Και καλά να πάθει! Όταν εγώ έτρεμα μόνο που άκουγα το όνομά του – αυτός αδιαφορούσε! Το στόμα μου στέγνωνε, η καρδιά μου έχανε τον ρυθμό της, δεν τολμούσα να του μιλήσω – κι αυτός…

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Τι έκανε αυτός;

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Δεν μου ’δινε σημασία!… Φαντάζεσαι;!

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Τι λες! Ο Άκης;

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Ναι, ο Άκης! Σερνόμουν στα πόδια του, σαν να ήμουν σκλάβα του κι όχι αθάνατη νύμφη κόρη του Νηρέα. Πως σιχαινόμουν τον εαυτό μου που με ταπείνωνε έτσι, μα και πάλι έτρεχα κοντά του. Όλοι μου λέγανε: «Λάθος άνθρωπο βρήκες να αγαπήσεις!» Μα εγώ επέμενα: «Τον Άκη θέλω και κανέναν άλλον!» Συνέχεια τον σκεφτόμουν: «Τι να κάνει τώρα ο Άκης μου;! έλεγα. Μήπως είναι με καμιά άλλη;» Κι έτρεχα αναστατωμένη να τον δω! Έπρεπε οπωσδήποτε να τον δω, έστω από μακριά! Γι αυτό με βρήκες εδώ, κρυμμένη πίσω από τους θάμνους. Κοντεύω να τρελαθώ! Το ξέρω πως είναι μάταιο, και πως ποτέ δε θα με αγαπήσει, κι όμως…

(ξεσπάει σε λυγμούς)

Όχι, καλύτερα να πεθάνω!

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Αυτό δεν το καταλαβαίνω.

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Επειδή δεν είσαι ερωτευμένος. Αν ήσουν – θα έκλαιγες μαζί μου και τα δάκρυα μας αυτά θα ήταν μια γλυκιά παρηγοριά…

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Λες; Ε, τότε να κλάψουμε μαζί!

(κάθεται δίπλα της και προσπαθεί να κλάψει, το αποτέλεσμα βέβαια είναι κωμικοτραγικό και η Γαλάτεια θυμώνει)

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Με κοροϊδεύεις;

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

(φοβισμένος)

Όχι βέβαια!

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Τότε γιατί κλαις σαν να μουγκανίζεις;

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Δεν ξέρω! Έτσι μου βγαίνει.

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Ποτέ μου δεν θα βρω παρηγοριά!

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Θα σου δείξω κάτι που σίγουρα θα σου αρέσει.

( με μια λυγερή βέργα κάνει στεφάνι, σφυρίζει προς το κοπάδι του.)

Κοίτα τώρα! Έλα, καλό μου κατσικάκι! Το βλέπεις αυτό το άσπρο! Είναι τρομερό! Κοίτα! Θα περάσει μέσα από το στεφάνι! Έλα… με το τρία… ένα… δύο… όπ! Πήδα! Τώρα από την άλλη μεριά! Μπράβο το χρυσό μου!

 (με κινήσεις δείχνει πως κρατάει το στεφάνι για να πηδήξει το κατσικάκι από μέσα. Πρώτα στην μια κατεύθυνση, μετά στην άλλη.)

 

Φάε τώρα μια σταφίδα! Ωχ! Καλέ, μην μου γλύφεις το χέρι!

 

(τάχα δίνει στο κατσικάκι κάτι στο στόμα κι αυτό του γλύφει το χέρι – το σκουπίζει στο δερμάτινο ρούχο του. Η Γαλάτεια αν και δύσκολα στην αρχή μετά γελάει. Κάνει πως παίρνει το κατσικάκι αγκαλιά.)

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Τι ωραίο που είναι. Ολόασπρο! Και με ωραία μαύρα ματάκια. Θα μου το χαρίσεις;

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Αυτό – όχι!

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

(ξαφνιασμένη, δεν έχει συνηθίσει να της φέρνει αντιρρήσεις)

Γιατί ; Ποτέ δεν μου έχεις αρνηθεί κάτι!

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Είναι… το αγαπημένο μου κατσικάκι!

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Ε, βέβαια! Εσύ καημένε, κατσικάκι θα αγαπούσες, τι άλλο. Αν όμως σε παρακαλούσα να μου το δώσεις; Φαίνεται καλοθρεμμένο. Θα του δέσω μία κόκκινη κορδέλα και θα το θυσιάσω στην Αφροδίτη. Θα έχει βαρεθεί να της θυσιάζουν συνέχεια περιστέρια και θα της αρέσει το κατσικάκι. Μετά θα το ψήσω να το πάω στον Άκη…

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

(ξαφνικά θυμώνει)

Όχι είπα!

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Καλά, μην φωνάζεις. Κατάλαβα, είναι το αγαπημένο σου.

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Ναι, είναι το αγαπημένο μου.

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Και πως το λένε;

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Να μην σε νοιάζει!

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

(που ήδη έχει καταλάβει και του μιλάει αυστηρά)

Πολύφημε! Πως το λένε το κατσικάκι;!

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

(φοβισμένος)

Γαλάτεια…

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Πως;

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Γαλάτεια…

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

(εξοργισμένη)

Τόλμησες να δώσεις το όνομά μου σε μια κατσίκα!

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Μα…

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Δεν το περίμενα από σένα!

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Μα, ακριβώς επειδή…

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Κρίμα, Πολύφημε! Πρόδωσες την εμπιστοσύνη μου!

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Δεν είναι…

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Κανένας άντρας δεν θα τολμούσε να μου φερθεί έτσι! Τελικά η εμφάνιση πάντα αποκαλύπτει την αλήθεια!

(φεύγει θυμωμένη. Ο Πολύφημος κάθετα απελπισμένος σε μια πέτρα.)

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

(οργισμένος)

Και τι έχει η εμφάνισή μου;! Αυτή όμως με θεωρεί – τέρας!

Πατέρα Ποσειδώνα, πως και γέννησες ένα τέρας; Πως ο τραγοπόδαρος Πάνας, που όλοι τον κοροϊδεύουν για την ασχήμια του, έχει ένα πανέμορφο γιο κι εσύ όχι; Γιατί οι Μοίρες μας αδικούν πριν ακόμη δούμε καν το φως αυτού του κόσμου;

 Ο Άκης! … Ο πιο άχρηστος βοσκός της περιοχής! Μα δεν θυμώνω μαζί του, με την Γαλάτεια θυμώνω. Νιώθω να στεγνώνει το στόμα μου και η καρδιά μου να χάνει τον ρυθμό της! Δεν τολμώ να της μιλήσω. Μόλις κάτι μου ζητήσει τρέχω να κάνω το θέλημά της, σαν να είμαι δούλος της κι όχι ο πανίσχυρος Πολύφημος! Ω, πατέρα Ποσειδώνα ! Γιατί να υποφέρω έτσι; Η λογική μου λέει να την ξεχάσω! Να καταλάβω πως ποτέ δεν θα με αγαπήσει και πως μόνο με κοροϊδεύει. Αμέσως παίρνω την απόφαση να πάψω να την αγαπάω, μα σε λίγο σφαδάζω από τον πόνο. Θέλω να την βλέπω, έστω κι από μακριά, έστω κι αν αυτή θέλει τον Άκη.

 Θέλω να πεθάνω! Έτσι… χωρίς λόγο… Όλα γύρω μου θα είναι χαρούμενα κι εγώ θα είμαι λυπημένος! Αν πεθάνω, θα έρθει η Γαλάτεια να με κλάψει: “Τι κρίμα που δεν είχα καταλάβει πόσο με αγαπούσε ο Πολύφημος!” θα πει! Και το κατσικάκι μου η μικρή Γαλάτεια θα βελάζει σπαρταριστά! Ίσως να της δέσουν κόκκινη κορδέλα και να την θυσιάσουν στην Αφροδίτη! Και να την ψήσουν!… Για να την φάει ο Άκης!… Και μετά θα πάρει όλο μου το κοπάδι. Και θα ζήσουν με την Γαλάτεια ευτυχισμένοι κι εγώ θα σέρνομαι σαν σκιά στον Κάτω κόσμο…

 Όχι, δεν θέλω να πεθάνω! Πάλι καλά που είμαι αθάνατος. Ο Άκης θα πεθάνει!!!

( μπαίνει η Γαλάτεια, ο αγριεμένος Πολύφημος ξαφνικά ζαρώνει φοβισμένος)

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

(αυστηρά)

Μην πεις κουβέντα! Την επόμενη φορά δεν θα σε συγχωρέσω!

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

(δειλά)

Δηλαδή, τώρα με έχεις συγχωρέσει;

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Εξαρτάται! Από σένα και μόνο εξαρτάται!

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Τι θέλεις να κάνω, γλυκιά μου Γαλάτεια; Μόνο μην θυσιάσεις το κατσικάκι μου…

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Που τόλμησες να του δώσεις το όνομά μου!

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Λάθος έκανα! Είναι αρσενικό.

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Τόσο δεν μπορείς να ξεχωρίσεις το αρσενικό από το θηλυκό;

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Μπερδεύτηκα! Δεν είμαι με τα καλά μου τώρα τελευταία. Είναι αρσενικό και το έβγαλα Πολύφημος… Σαν κι εμένα…

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

(χαιρέκακα)

Τότε ευχαρίστως θα το θυσιάσω στην Αφροδίτη! Και θα την παρακαλέσω να με βοηθήσει, για να με αγαπήσει ο Άκης!

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

(κατά μέρους, ουρλιάζει)

Ω, θεοί, πως υποφέρω!

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Καλά, μην κάνεις έτσι για ένα κατσικάκι! Μετά θα σου το ανταποδώσω. Θα βγούμε μαζί και μόλις φτάσουμε μπροστά στην καλύβα του Άκη, εγώ θα σου πιάσω το χέρι και θα αρχίσω να σου λέω γλυκόλογα!

(δείχνει πως θα το κάνει κι ο Κύκλωπας βγάζει άναρθρες κραυγές χαράς)

Δεν θα είναι όμως στ’ αλήθεια! Θα το κάνουμε για να ζηλέψει ο Άκης!

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

(απογοητευμένος)

Πατέρα, Ποσειδώνα! Ακούς τι κάνουν στο παιδί σου!

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Γιατί παραπονιέσαι; Κι εγώ υποφέρω, μα δεν κάνω έτσι. Με έχεις ακούσει να φωνάζω «Πατέρα Νηρέα, η κόρη σου πονάει!». Είπαμε, θα σου λέω γλυκόλογα και μετά θα σε φιλήσω, μπροστά στον Άκη! Βέβαια και πάλι δεν θα είναι στ’ αλήθεια, μα όσο για να σκάσει από την ζήλεια του. Μετά, αν θέλεις σου επιτρέπω να τον δείρεις.

(ο Κύκλωπας χαίρεται)

 Να μην τον τσακίσεις όμως εντελώς – έτσι, μερικές ξυλιές για να μάθει…

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Το μόνο εύκολο. Το άλλο όμως καλύτερα να μην το κάνεις.

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Ποιο; Να μην σε φιλήσω;

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

(σχεδόν μουγκανίζοντας)

Ναι.

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Γιατί; Νόμιζα πως το ήθελες.

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Πολύ.

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Τότε;

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Δεν θέλω στα ψεύτικα…

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Πως να γίνει αλλιώς; Αφού το ξέρεις, πως αγαπάω τον Άκη…

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

(ουρλιάζει πονεμένα, μετά συγκρατιέται και της μιλάει θλιμμένος)

Αν με παντρευτείς θα είναι στ’ αλήθεια.

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Εγώ; Να σε παντρευτώ εσένα;

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Ναι.

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Μα, θα είναι σαν να σε κοροϊδεύω.

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Δεν πειράζει! Ας με κοροϊδεύεις!

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Θα με παντρευτείς γνωρίζοντας πως αγαπάω άλλον;

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Δεν θα είσαι ούτε η πρώτη, ούτε κι η τελευταία.

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Κι αν πηγαίνω κρυφά και συναντάω τον Άκη;

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

(ουρλιάζει πονεμένα)

Αρκεί τις υπόλοιπες ώρες να είσαι μαζί μου, γλυκιά Γαλάτεια!

(και πάλι ουρλιάζει πονεμένα, έχει πέσει γονατιστός και σέρνεται μπροστά της)

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

(τον κοιτάζει περίεργα)

Όχι, δεν μπορώ να σου κάνω τέτοιο πράγμα. Δεν σου αξίζει.

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Μου αξίζει! Μου αξίζει! Μπορείς να με κάνεις ότι θες, Γαλάτεια, αρκεί να είσαι ευτυχισμένη!

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Τόσο πολύ με αγαπάς, δηλαδή;

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

Ναι, Γαλάτεια!

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

Κι ας’ σε έχω τυραννήσει;

 

ΚΥΚΛΩΠΑΣ:

(μουγκανίζοντας)

Καθόλου δεν με έχεις τυραννήσει! Και να ξέρεις – πάντα θα σε αγαπάω…

 

ΓΑΛΑΤΕΙΑ:

(συγκινημένη)

Καλά. .. Τότε θα σε παντρευτώ…. Θα γίνω η κυρία Πολυφήμου!

(γελάει)

 Θα μάθω να σε αγαπάω, Πολύφημε, θα μάθω να σε αγαπάω! Ξέχνα αυτά που σου έλεγα μέχρι τώρα. Σκόπιμα τα έλεγα, για να σε δοκιμάσω και για να σε κάνω να με ερωτευτείς!

 

(δίνει το χέρι της στον Κύκλωπα κι αυτός ουρλιάζει πια χαρούμενος)

 

 

ΒΑΡΔΟΣ:

Πιστεύω, πως η Γαλάτεια αγάπησε τον Πολύφημο. Στο τέλος, ο έρωτας πάντα νικάει!

Από τον γάμο τους, γεννήθηκε ένας ήρωας, ο Κέλτης που έγινε γενάρχης της Γαλατικής φυλής, μια φυλή που εξαπλώθηκε σε όλη την Ευρώπη, φτάνοντας μέχρι την Μικρά Ασία, όπου ίδρυσαν δικό τους κράτος….

 

 Εμείς… τους ονομάζουμε Γαλάτες.

 Με αυτούς για κάποιους αιώνες ζήσαμε μαζί.

 Ακόμη μες στον ύπνο μας ακούμε τα τραγούδια τους.

 Ακόμη οι μνήμες τους ξυπνάνε στο παραμιλητό μας…

 Εδώ τελειώνει το ταξίδι μας στον μύθο και στην μουσική.

 Το ταξίδι μας στον Χρόνο!…

 

Μουσική

 

– σκοτάδι –

Share this Post