Κριτική
Δήμος Χλωπτσιούδης | Χαϊκού «με γάλα σε σκόνη»
Αν και τα χαϊκού εμφανίζονται στη δυτική ποίηση κατά το ΙΘ΄ αιώνα (με τον Ολλανδό Hendrik Doeff) –με γνωστότερο Έλληνα που πειραματίστηκε με τη φόρμα τούτη το Σεφέρη–, στη νέα χιλιετία καταγράφεται μία σημαντική αύξηση της εκδοτικής παραγωγής σε χαϊκού σε όλο τον κόσμο.
Βέβαια, καθώς η τέχνη εξελίσσεται έτσι και το χαϊκού μοιάζει να αλλάζει χαρακτήρα. Όσο και να διαμαρτύρονται οι «ορθόδοξοι» φορμαλιστές του χαϊκού, η εξέλιξη είναι αναπόφευκτη, ειδικά από τη στιγμή που το είδος υιοθετείται σε δεκάδες γλώσσες και από τόσους ποιητές παγκοσμίως. Ειδικά αν σκεφτούμε ότι αλλάζει η γιαπωνέζικη μετρική και η κάθετη γραφή (σε οριζόντια) οι αλλαγές είναι αναπόφευκτες. Πόσο μάλλον αν όταν αφαιρείται η συνδετική λέξη-πυρήνας του χαϊκού.
Με τον καιρό, και τούτο καταγράφεται και βιβλιογραφικά, τα χαϊκού προσαρμόζονται στις νέες κοινωνικές συνθήκες των δυτικών κοινωνιών. Αποκτούν ένα περιεχόμενο κοινωνικό ή υπαρξιακό. Ειδικά στην Ελλάδα συνδέονται αισθητικά με την αποφθεγματική έκφραση της μεταπολεμικής ποιητικής παραγωγής, χωρίς να εκλείπουν κι εκείνες οι συλλογές που υιοθετούν τον εποχικό περιγραφικό χαρακτήρα της ιαπωνικής λογοτεχνίας.
Στην εξελικτική αυτή διαδικασία εντάσσεται και η ποιητική συλλογή της Τζένης Φουντέα-Σκλαβούνου «γάλα σε σκόνη» (Μανδραγόρας, 2013) που αποτελεί από «44 χαϊκού με υστερόγραφο».
Η ποιήτρια στην εποχή της διαδικτυακής κενολογίας εκθέτει καινοτόμα στιχουργήματα που συχνά μοιάζουν με συνθήματα τοίχου. Σε έναν κόσμο φιλαυτίας, δηθενισμού και ανούσιας πολυλογίας, επιτίθεται με ολιγόλεκτες συνθέσεις. Το λακωνικό πρότυπο που ενστερνίζεται η δημιουργός κάνει το συναίσθημα να εισχωρεί σχεδόν βίαια στον αναγνώστη.
Περισσότερο θα λέγαμε ότι η ποιήτρια στην αναζήτηση εκφραστικής διεξόδου υιοθέτησε μερικώς τη φόρμα του χαϊκού. Διατήρησε τη συλλαβική μορφή και την εσωτερική επάρκεια του είδους ώστε να θεωρείται, παρά τη συντομία του, ως ολοκληρωμένο ποίημα. Αξιοποιεί τη στιχουργική αυστηρότητά του ως βραχυλογική έκφραση, τον εσωτερικό ρυθμό και τη συνοχή της ιαπωνικής ποιητικής νόρμας.
Εγκαταλείπει όμως το φυσιολατρικό κι εικονοπλαστικό περιεχόμενο της ιαπωνικής φόρμας• πειραματίζεται με τη βραχυλογία του χαϊκού αναζητώντας σε αυτό έναν εκφραστικό τρόπο να εκθέσει κοινωνιοϋπαρξιακές αγωνίες. Στην ουσία ξεπερνά το ιαπωνικό είδος. Ώθησε την ιαπωνική φόρμα σε ένα καινοφανές επίπεδο περιεχομένου και στίχου.
Η ποιήτρια παρατηρεί την κοινωνία και καταγράφει το μελαγχολικό σκοτάδι που την καλύπτει. Στην ουσία όμως οφείλουμε να κάνουμε λόγο για κοινωνιοϋπαρξιακή ποίηση ή εξωστρεφή υπαρξιακή ποίηση (παρά την ανθολόγηση και αυτοαναφορικών συνθέσεων).
Η προσθήκη ενός επιμύθιου –το τιτλικό «υστερόγραφο»– σε κάθε ποίημα, ολοκληρώνει τη στιχουργική καινοτομία της Φουντέα-Σκλαβούνου. Και αυτή η ενσωμάτωση επιμυθίων σε χαϊκού είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα –κριτικά– μολονότι αλλάζουν εντελώς το στιχουργικό χαρακτήρα της γιαπωνέζικης φόρμας. Ωστόσο, δεν αποτελεί μία απλή στιχουργική προσθήκη, αλλά μία εκφραστική ευρηματικότητα που αναβλύζει σαρκασμό και πηγαίο πόνο. Πλάι στην ερμηνευτική ιδιότητά τους, με το σαρκαστικό τους ύφος επιτείνουν το συναισθηματισμό του κατεξοχήν χαϊκού. Άλλες φορές μοιάζουν με τίτλους ως αναγκαίο συμπλήρωμα στη σύνθεση.
Η αποφθεγματική διατύπωση υποστηρίζει το γλυκόπικρο ύφος της ποιήτριας όπως διατυπώνεται μέσα από την καθημερινή γλώσσα. Ενδυναμώνει τόσο το μήνυμα όσο και την εξομολογητική διάθεση. Το β’ ενικό γραμματικό πρόσωπο προσδίδει έναν διδακτικό τόνο, αλλά και δημιουργεί μία αμεσότητα που αλλάζει άρδην το φυσιολατρικό εικονοπλαστικό περιεχόμενο του παραδοσιακού ιαπωνικού ποιητικού είδους. Αντίστοιχα, το α’ ενικό αισθητοποιεί ένα εξομολογητικό ύφος.
Ο νεωτερισμός είναι ένα εγγενές χαρακτηριστικό της ποίησης –και της Τέχνης γενικότερα. Από τούτον σαφώς και δε θα μπορούσε να διαφοροποιείται το χαϊκού. Σε όλο τον κόσμο εγκαταλείπεται ο φυσιολατρικός κι εικονοπλαστικός του χαρακτήρα. Αποκτά άλλοτε ερωτικό περιεχόμενο, άλλες φορές κοινωνικό ή υπαρξιακό. Και αυτό είναι θεμιτό. Οι ποιητές αναζητούν μία εκφραστική διέξοδο και τούτο δεν μπορεί παρά να είναι θετικό ως μία επαρκή –όχι τη μόνη βεβαίως– συνθήκη για την ανανέωση.
Δήμος Χλωπτσιούδης
Share this Post