Κρις Λιβανίου | Φάνης Κατσιρέλος : Ασέμνου

In Κριτικές, Λογοτεχνία by mandragoras


Κριτική

Κρις Λιβανίου | Φάνης Κατσιρέλος : Ασέμνου

Mε αφορμή τη συλλογή διηγημάτων Ασέμνου, ερωτικές ιστορίες για ενήλικες

Αξιότιμη Κυρία Βαγιανού,
Επιτρέψτε μου καταρχάς να ξεκινήσω λέγοντας πόσο βαθιά εκτιμώ το γεγονός ότι ενδιαφερθήκατε για την κριτική μου πάνω στην συλλογή διηγημάτων Ασέμνου – ερωτικές ιστορίες για ενήλικες του Φάνη Κατσιρέλου στο ΣτίγμαΛόγου. Λυπάμαι που δεν σας απάντησα νωρίτερα ως όφειλα αν μη τι άλλο για να ανταποκριθώ στην ευγένειά σας, ήμουν άρρωστη δυστυχώς, και όλα έμειναν πίσω για λίγες μέρες.
Δεν το απόλαυσα ιδιαίτερα το Ασέμνου, είναι γεγονός. Ελάσσονος σημασίας όμως, στο κάτω-κάτω γούστα είναι αυτά και η γνώμη μου στο ΣτίγμαΛόγου δεν τα περιλαμβάνει. Όχι ότι είναι ένα κακό βιβλίο, καθόλου. Αν ήταν θα απέφευγα να γράψω σχετικά, άλλωστε αν κάτι μου φαίνεται πραγματικά χωρίς σημασία, ποιό είναι το όφελος να το αναφέρω; Δεν μπορώ να δω τι θα προσέφερε στους αναγνώστες μας. Να τους αποθαρρύνω να το αγοράσουν…; Μα δεν είναι αυτή η δουλειά μου…
Αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι βρήκα και ανέφερα θετικά στοιχεία. Είναι η καλύτερη συλλογή διηγημάτων που έχει πέσει στα χέρια μου τελευταία; Όχι, σε καμία περίπτωση. έχει ενδιαφέρον όμως, το οποίο θέλησα να αναγνωρίσω και κάποιες στιγμές να τονίσω κι όλας. Ήδη από τις πρώτες σειρές, ο Φάνης Κατσιρέλος είναι θαυμαστής του Προύστ (και πώς αλλιώς;), κι εγώ είμαι, τολμώ μάλιστα να σας πω ότι είμαι λάτρης. Δύσκολος συγγραφέας όμως, και στην κατανόηση ακόμα, όσο για την μίμηση, ας το αφήσουμε καλύτερα. Δεν το λέω με διάθεση προσβολής, τουναντίον, άλλωστε κάποιοι από τους μεγαλύτερους γάλλους συγγραφείς στην αρχή της καριέρας τους έκαναν ακριβώς αυτό: προσπαθούσαν να μιμηθούν τους καταξιωμένους για να μάθουν, να εμπευστούν, ίσως και να ονειρευτούν πώς θα έγραφαν και οι ίδιοι αν μπορούσαν. Γρήγορα βέβαια έπιαναν τις δικές τους, προσωπικές ρότες. Στην σελίδα 40 ο συγγραφέας μας λέει ακριβώς αυτό: ότι επιχείρησε κάποτε να γράψει ένα κείμενο για μια παιδική ανάμνηση αλλά δυστυχώς κάποιος άλλος, ο Προύστ συγκεκριμένα, το έχει κάνει καλύτερα. Η αλήθεια είναι ότι το έχει κάνει έργο τέχνης. Η δεύτερη αλήθεια είναι ότι δεν αποτελεί επίτευγμα να θέλει κανείς να γράψει όπως ο Προύστ και να μην το πετυχαίνει, θα έλεγα ότι είναι ο κανόνας. Ομολογώ ότι δεν μου αρέσει όταν οι συγγραφείς μας λένε εντός του κειμένου τους (ας αφήσουν και τίποτα για τις συνεντεύξεις) πώς προσπάθησαν να κάνουν αυτό ή εκείνο, τι κατάφεραν και πού δυσκολεύτηκαν. Προτιμώ όταν αφιερώνουν τον χρόνο τους στο να παρέχουν ένα καλό κείμενο σε μας τους αναγνώστες και να κρατούν τις δυσκολίες της δουλειάς για τον εαυτό τους. Θα μου πείτε, δεν είναι ασυνήθιστη τακτική αυτή, ο Μαρκές το κάνει, ο Σαραμάνγκου επίσης. Εκεί θέλω να καταλήξω: ας μην βάζει κι η αλεπού τον άντρα της με τους πραματευτάδες.
Ελπίζω ότι θα μου συγχωρέσετε την οικειότητα, είναι γεμάτη από καλές προθέσεις, τολμώ να σας γράφω όπως σκέφτομαι, χωρίς χτενισμένες προτάσεις, επειδή μου κάνατε την τιμή να κοιτάξετε την δουλειά μου προσεκτικά, σας ευχαριστώ και πάλι.

Δεν με σόκαρε η θεματολογία, ούτε κατά διάνοια. Το αντίθετο μάλιστα, πάσχω από αυτή την περιέργεια ξέρετε, που μόλις πέσει στα χέρια μου κάτι που τουλάχιστον από το εξώφυλλο ξεφεύγει από ό,τι κυκλοφορεί στο γραφείο μου, δεν ησυχάζω μέχρι να το πιάσω στα χέρια μου. Και μάλιστα το θεώρησα προσόν της συνολικής δουλειάς, το έγραψα κι όλας στην κριτική μου, είπα ο Φάνης Κατσιρέλος ξέρει τι θέλει να γράψει, το καθιστά σαφές, μόνο θετικό μπορεί να είναι αυτό. Οι «Διακοπές» είναι ένα καλογραμμένο κείμενο, με στιβαρή δομή, και παρόλο που το θέμα του δεν είναι ακριβώς πρωτότυπο δεν πειράζει καθόλου, χαίρεσαι να το διαβάζεις. Σ’αυτό μάλιστα φαίνονται και οι καλές ιδιότητες γραφής του Κατσιρέλου, γράφει με αυτοπεποίθηση, ακουμπάει μια προσεκτική και καθόλα τρυφερή ματιά στους –καθόλα άρτιους κατά την γνώμη μου- χαρακτήρες, η ιστορία κυλάει αρμονικά.

Είναι όμως γεγονός στα μάτια μου ότι μερικά κοινά ονόματα (οι δύο Αλέκοι, πρωτοξάδερφοι κι όλας, και η Αγλαϊα για παράδειγμα), κάποιες γυναικείες φιγούρες που μπαινοβγαίνουν –χωρίς εμφανή χρησιμότητα- στα διηγήματα και μια συνολική θεματολογία βασισμένη στο σεξ δεν αρκούν για να δώσουν συνοχή. Διαβάζονται ως αυτόνομα κείμενα, βεβαίως, δεν έχω καμία αντίρρηση. Τα προβλήματα ξεκινούν όταν ο συγγραφέας επιχειρεί να φτιάξει κάτι σαν αρθρωτό μυθιστόρημα, γιατί σ’αυτή την περίπτωση πρέπει να δώσει μεγάλο βάρος στην δομή και στην συνολική προσέγγιση για να έχει ένα αξιοπρεπές αποτέλεσμα, και κατά την γνώμη μου είναι εμφανές ότι αποτυγχάνει. Τα «λιτά επιμελημένα μαλλιά» της ηρωίδας τα συναντάμε δύο φορές σε ισάριθμα διηγήματα, την πρώτη φορά στην σελίδα 46 και την δεύτερη στην σελίδα 61. Πανομοιότυπες περιγραφές… γιατί; Τι προσφέρουν στην συνολική εικόνα; Συνοχή; Μακάρι να ήταν τόσο εύκολο. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί έναν ορισμένο αριθμό συνωνύμων για την λέξη πέος αλλά όλες οι λέξεις δεν είναι ταυτόσημες, αντίθετα, έχουν μικρές αμείλικτες διαφορές, ιστορικο-κοινωνικές αν μη τι άλλο, και έτσι δεν πάνε όλες παντού. Στο τέλος-τέλος, κάθε πέος είναι διαφορετικό, σωστά; Επιτρέψτε μου ένα αστείο, αν χαμογελάσατε διαβάζοντάς το, πέτυχα τον σκοπό μου.
Οι ίδιοι ήρωες να περιδιαβαίνουν ένα κείμενο είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο της μυθιστορηματικής μορφής. Ο Φάνης Κατσιρέλος είχε υποθέτω την ιδέα να το κάνει όχι για να γράψει μυθιστόρημα βέβαια, αν ήθελε φαντάζομαι θα το είχε κάνει, αλλά για να δώσει ή για να εδραιώσει αυτή την αίσθηση ενότητας και αρτιότητας. Η ιδέα καλή, η εκτέλεσή της λιγότερο. Έχω μια εμμονή με την δομή στα κείμενα, είναι γεγονός. Εκεί πηγαίνει η πρώτη μου ματιά γιατί η εμπειρία μου έχει δείξει ότι εκεί ακριβώς κρύβονται τα σφάλματα που μπορεί στην συνέχεια να καταβαραθρώσουν ένα έργο. Και συνήθως αυτό γίνεται με μορφή χιονοστοιβάδας: καθώς προχωράει η ανάγνωση ενός κειμένου, η ασάφεια και έλλειψη ακρίβειας κάνουν να χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα. Όταν ο Φλωμπέρ έγραψε την Κυρία Μποβαρύ, έφτιαξε ένα κείμενο εκατοντάδων σελίδων χωρίς μια πλοκή της προκοπής για όνομα του Θεού. Το αποτέλεσμα είναι μιας αρτιότητας που δεν έχει ξεπεραστεί ακόμα, διδάσκεται παντού και δικαίως, και παρόλο που δεν είναι το αγαπημένο μου βιβλίο, θέμα γούστου όπως λέγαμε και πριν, όταν το τελείωσα το μόνο που ήθελα να κάνω είναι να σηκωθώ όρθια και να χειροκροτήσω ελπίζοντας σε ένα ανκόρ. Ευτυχώς διατήρησα την ψυχραιμία μου, φανταστείτε την έκπληξη του άντρα μου που δουλεύει συνήθως δίπλα μου…
Η δομή στην δουλειά του Φάνη Κατσιρέλου υστερεί στα θεμέλιά της. Δεν έχω πρόβλημα με τα χαλαρά όρια, κάθε άλλο, τα θαυμάζω μάλιστα περισσότερο από κάτι συμβατικότερο, ακριβώς επειδή ο συγγραφέας τους πετυχαίνει να δώσει ένα κείμενο που λειτουργεί χρησιμοποιώντας μέσα εκτός πεπατημένης. Μια χαλαρότητα που αφήνει τον αναγνώστη στο έλεος του Θεού για μένα δεν είναι συνειδητό στοιχείο δομής, είναι πρόβλημα. Περιμένω από ένα κείμενο, ή περισσότερα όπως συμβαίνει εδώ, συνοχή και δεν την χρειάζομαι καθόλου γραμμική, ας είναι σαφής και σταθερή, και ας είναι και από άλλο σύμπαν. Είδα ξεκάθαρα ότι ο Φάνης Κατσιρέλος προσπάθησε να την δημιουργήσει και μάλιστα προσπάθησε πολύ, δεν προέκυψε όμως.
Αν δεν ήμουν τόσες χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, και αν είχα την τύχη να σας συναντήσω προσωπικά για να χαρώ μια ανταλλαγή τόσο πολύτιμη για μένα όσο αυτή, θα σας πρόσφερα το Φαμιλιάλ της Στεργίας Καββάλου. Είναι ένα από αυτά τα ωραία πράγματα που συνάντησα τους τελευταίους μήνες, και θα ανυπομονούσα να ακούσω την άποψή σας.

Δεν θα σας κουράσω άλλο, σας ευχαριστώ και πάλι που μου δώσατε την ευκαιρία να υπερασπιστώ την γνώμη μου,
και εύχομαι εις το επανιδείν,

Κρις Λιβανίου
ΣτίγμαΛόγου
17/10/2015

Share this Post

Περισσότερα στην ίδια κατηγορία