Ποίηση
Αλέξανδρος Αραμπατζής-Κώστας Κρεμμύδας |Οι μπάτσοι και οι υπουργοί έχουν την ίδια μούρη
Ποιήματα μικρόσωμα, άσωτα και φαντασμένα στα όρια του πολίτικαλ κορέκτ
ξεροσταλιάζουν από κανάλι σε κανάλι
Στ’ οδόστρωμα με ένα φραπέ στο χέρι
από το Φάληρο μέχρι το Καβούρι
Νυχθημερόν στα ίδια μέρη
παρέα με δολοφόνους
(και τον Πρετεντέρη)
Για την πατρίδα όλα χαλάλι: το ξύλο το μαστίγιο το καρότο
στη Μανωλάδα
“Για την Ελλάδα,
για την Ελλάδα ρε γαμώτο”
Όντως μας τέλειωσε το αίμα. το ρούφηξαν την τελευταία τετραετία. και συνεχίζουν… Απόμεινε λοιπόν η ποίηση –όπως τη νιώθει ο καθένας. Κι επειδή οι εποχές είναι πολύ κρίσιμες, σκεφτήκαμε να το ρίξουμε στην πλάκα.
Ένας διάλογος που ξεκίνησε από τα φοιτητικά μας χρόνια ολοκληρώθηκε επιτέλους σε δυο μέρες. Η αρχή έγινε από το τελευταίο ποίημα του «Σαντιγκάρ». Σχεδιάζαμε να πέσουμε μαχόμενοι υπέρ πίστεως (όχι κατ’ ανάγκην θρησκευτικής) και πατρίδος (όχι κατ’ ανάγκην της δικιάς μας, γαιτί ας πούμε κι η Κύπρος, κι η Παλαιστίνη, κι Αίγυπτος, και το Ιράκ, και η Συρία, κι η Ουκρανία, και η Λιβύη, και το Αφγανιστάν κι η Μανωλάδα… -όλες πατρίδες είναι που καταλήξανε σε παρτίδες για δεινούς τζογαδόρους, αποφασισμένους θύτες κι αξιολύπητα θύματα. Όπως είναι πάντα οι τελειωμένοι που κατά σύμπτωση είναι κι οι περισσότεροι…
Όταν σημάνει σιωπητήριο
τα όνειρα είναι εκείνα που δεν κάθονται φρόνιμα
Όταν σημάνει εγερτήριο
τα όνειρα λουφάζουν και κοιμούνται φρόνιμα
Γράφει ο Αλέξανδρος Αραμπατζής για να συμπληρώσει ο Κώστας Κρεμμύδας:
Η κλασσική μηχανική χάλασε απότομα
σπάσαν λυχνίες οι καρδιές έτη φωτός χαμένες
Εγώ γονατιστός εκείνες ξένες
προσπάθησα φιλότιμα
αλλά ο Πλούταρχος πρόλαβε πρώτος
να ρίξει στα λασπόνερα δικά του όνειρα
σε μένα, απ’ την τελευταία βολή, μονάχα ο κρότος
Στον ύπνο μου είδα τον μεσιέ Μπρετόν
να βολτάρει στην πλατεία Ομονοίας
νευρικός κι απροσπέλαστος
Έτρεξα να τον ασπαστώ
Εγώ είμαι Αρχηγέ περήφανα του είπα
ο Άξιος Έλληνας Υπερρεαλιστής
Αλέξανδρος Γουρούνης
Ω Μεγάλε Αρχηγέ, αναφώνησα
εσύ φόρτωσες με κάρβουνο
την ατμομηχανή της ποίησης
και την έτρεξες στις ράγιες της πρωτοπορίας!
Εσύ γενναίε σύντροφε καλαμαρά
αψήφησες το Ιερατείο των Γραμμάτων
και το έστειλες να ψάχνει βρούβες
στους υπονόμους της Ακαδημίας!
Δώσε μου την χαρά λοιπόν
κουμανταδόρε των ποιητών,
στρατηγέ Μπετόν Αρμέ μου
από καρδιάς να σου ευχηθώ
βίο ευτυχή κι ανθόσπαρτο
σα νύφη που καλόπεσε
στα μπράτσα τούρκου πεχλιβάνη!
Εντούτοις, ω της Ποιήσεως Θεοί,
ετούτος ο απίστευτος κανάγιας
μ’ άρπαξε άγρια από τα μαλλιά
και βούτηξε την κεφαλή μου στο νερό
για να δει λέει στον πολυτάραχο αφρό
μια ανθοδέσμη μπουρμπουλήθρες!
Μες στο νερό με βάφτισε ο παράφρων
σύντροφο πόρδο χέστη σουρεαλιστή
πρωτεργάτη της κλανιάς και της μαλαγανιάς
και σκάρτο τροβαδούρο ζωοκλέφτη!
Ε, μα τον άγιο Αρθούρο σας λέω
τόσο πολύ μου κακοφάνηκε
που όλα τα βιβλία των σουρεαλιστών
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΡΑΜΠΑΤΖΗΣ
[Ο Aλέξανδρος Aραμπατζής γεννήθηκε στη Δράμα όπου ζει και εργάζεται. Σπούδασε νομικά στην Aθήνα. Ανήκει απ’ το ξεκίνημά του στην παρέα του Mανδραγόρα, από τις εκδόσεις του οποίου κυκλοφορούν οι ποιητικές του συλλογές: «H Aλύπητη συμμετρία των διχασμών» (1996), «Tο Mανιφέστο της κοινής συμφοράς» (1998), «Δύο δρυοκολάπτες δραπετεύουν από το δρυοκολαπτεκκολαπτήριο» (2002), «Περί υψηλής ραπτικής καταιγίδων και καρφιών στα φέρετρα» (2005), καθώς και οι συλλογές διηγημάτων: «H ανταρσία της μουστάρδας» (2000) και «O χορός του σφυροδρέπανου» (2005). Από τις εκδόσεις Τυπωθήτω/λάλον ύδωρ κυκλοφορεί η ποιητική του συλλογή «Μεγαλιθικές μπαλάντες σε ορεινές δασονησίδες, ξέσματα και περιτμήματα (2011).]
Μια κάμπια ζωγραφίζει ο Picabia
δέντρα, ξεχασμένα φώτα, στην εξοχή ένα σπίτι στο κέντρο με τη ομίχλη να ρέει
το τελευταίο έργο του Man Ray
θα σκίσω τα πάντα για να σ’ αφήσω στον άσσο
εκτόξευσε την απειλή ο Picasso
Σπουδαίοι καλλιτέχνες και μεγάλοι
οι περισσότεροι θα ήσαν Γάλλοι
σαν τον Μπρετόν ψυχίατροι σπουδαίοι
τρεις Ιρλανδοί και δυο Ιουδαίοι
“στα ενδιάμεσα διαστήματα γραμμάτων
όπου τα χέρια πιο λευκά από το κέρας των αστεριών το μεσημέρι
εξαφανίζουν μια φωλιά λευκών χελιδονιών”
και άλλων τεράτων: μια γάτα μ’ ένα περιστέρι
“Θα βρέχει πάντοτε μες τα γραπτά που φεύγουν” ημιθανείς και τυφλωμένοι
ως ο Οιδίπους του Max Ernst
που ξέρει τι το περιμένει
απ’ τους δικούς του που θα πουν την τέχνη του χυδαία
Ειν’ άραγε Ναζί οι Γερμανοί
ή οι πολλοί δεν έχουνε ιδέα;
Chagall, Paul Klee Tristan Tzara και τροβαδούροι της τέχνης άλλοι
“Λοχαγέ! φυλάξου απ’ τα γαλανά μάτια” του Paul Eluard
γιατί αλλιώς θα γίνουμε κομμάτια
πάλι με την ποίηση και πάλι
Ο Aragon μονάχος του απόμεινε στο κόμμα
Εμείς ανέστιοι παραμένουμε ακόμα
ΚΩΣΤΑΣ ΚΡΕΜΜΥΔΑΣ
[Ο Kώστας Kρεμμύδας γεννήθηκε στην Αθήνα, σπούδασε στα τμήματα Πολιτικών Eπιστημών και Δημόσιας Διοίκησης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, παιδαγωγικά στη ΣEΛETE, νομικά στην Aθήνα και Kοινωνική Iστορία στη Σορβόνη. Έχει εκπονίσει διδακτορική διατριβή στο Πανεπιστήμιο Πατρών για το περιοδικό της Αριστεράς «Eπιθεώρηση Tέχνης» (1954-1967). Συμμετείχε κατά καιρούς σε συλλογικές προσπάθειες πολλών λογοτεχνικών εντύπων και από τον Mάιο του 1993 διευθύνει το περιοδικό Mανδραγόρας και τις ομώνυμες εκδόσεις. Έχει δημοσιεύσει τις ποιητικές συλλογές «Tο ασανσέρ, Mια ημιτελής συνουσία» (1993), «Ωδή στα τρόλεϋ» (1995), «Yπέρ ηρώων» (1998), «Mηνύματα σε κινητό» (2002) και «Σαντιγκάρ» (2013), καθώς και τον τόμο με χρονογραφήματα πολιτικής επικαιρότητας «Ξούθου & Μενάνδρου γωνία, Τέλος Εποχής» (2014).]
«Μ»
Μανδραγόρας, 2014
88 σελ.
ISBN 978-960-9476-84-3
Share this Post