Κώστας Κρεμμύδας | Φάνης Κατσιρέλος : Ασέμνου

In Κριτικές, Λογοτεχνία by mandragoras


Κριτική

Κώστας Κρεμμύδας |Φάνης Κατσιρέλος : Ασέμνου
Ο φίλος του ποιητήΟ ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ: ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΓΡΑΦΕΤΕ ΕΝΑ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ; ΔΕΝ ΣΥΜΠΑΘΕΙΤΕ ΤΗΝ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ;
Αλέκος: Κάθε άλλο· ένα κείμενο μπορεί να είναι απολαυστικό σε οποιοδήποτε είδος του λόγου κι αν ανήκει. Η διάκριση υπέρ του πεζού νομίζω ότι οφείλεται στα αγοραία ήθη, που ευνοούν την εύληπτη ψυχαγωγία.
Φ.Π.: Εσείς λοιπόν γιατί προτιμάτε την ποίηση;
Α.: Η ποίηση, όπως εγώ την αντιλαμβάνομαι, με τα χαρακτηριστικά της έρρυθμης, ελλειπτικής κι ανοιχτής επικοινωνίας…
Φ.Π.: Σας ενοχλεί μήπως που ανοίγω την αλληλογραφία μου; Συνεχίστε παρακαλώ, ακούω…
Α.: …είναι μια δραστηριότητα που με διατηρεί σ’ εγρήγορση ως προς τη φυσική, πολιτική και πολιτιστική υπόσταση του ανθρώπου.
Φ.Π.: Είχατε έτοιμη, βλέπω, την απάντηση. Και γιατί πιστεύετε ότι ο οίκος μας πρέπει να υποστηρίξει το πόνημά σας;
Α.: Προφανώς, επειδή θαρρώ πως είναι κάτι ξεχωριστό.
Φ.Π.: Ξέρετε πόσα «ξεχωριστά» τερατουργήματα βλέπουμε κάθε μέρα; Δεν διανοείστε πόσοι δοξομανείς ποετάστροι κυκλοφορούν ανάμεσά μας. Αναρωτιέμαι, εσείς πώς μορφώσατε γνώμη για την προσπάθειά σας;
Α.: Από τη μελέτη της λογοτεχνίας γενικά και της ποίησης ειδικά.
Φ.Π.: Επιφυλάσσεστε μήπως να μιλήσετε για τις καταβολές σας;
Α.: Όχι, διατείνεται κανείς ότι προέκυψε από παρθενογένεση;
Φ.Π.: Ποιοι ποιητές σας επηρέασαν περισσότερο;
Α.: Από τους Έλληνες ο Α., ο Λ., ο Ε., ο Κ. …
Φ.Π.: Εγώ;
Α.: Pardon;
Φ.Π.: Εμένα μ’ έχετε διαβάσει καθόλου;
Α.: Ναι, όμως η γραφή σας δεν ταιριάζει καθόλου με τη δική μου.
 

Θα μπορούσε να ήταν ένας αυθεντικός διάλογος μεταξύ συγγραφέα και εκδότη, όπως αυθεντικό είναι και το βιβλίου του Ασέμνου, του Φάνη Κατσιρέλου. (κατά κόσμον Χρήστος Γιαννακός, ένα από τα «ιστορικά» πλέον –μεγαλώνουμε Χρήστο! μέλη της Συντακτικής ομάδας του Μανδραγόρα). Αποκάλυψη (του ονόματός του κάνει ο ίδιος ο συγγραφέας στο τελευταίο κείμενο του βιβλίου του («Η εποχή του τέλους των αντιθέσεων»). Κι επειδή το αίμα νερό δε γίνεται και η ποίηση σκέτο μυθιστόρημα γι’ αυτό και παραθέτει διασκευή των κεφ. Α και Β, του Άσματος Ασμάτων της Παλαιάς Διαθήκης. σελ. 153. Άλλωστε ο Γιαννακός έχει μακρά και συστηματική θητεία στην ποίηση καθώς συμμετείχε στην Ανθολογία της Γενιάς του ’90 «Γεωμετρία μιας Αθέατης Γενιάς» που κυκλοφόρησε από τον Μανδραγόρα το 2002 με εισαγωγικά κείμενα της Αγγελικής Κωσταβάρα και δικό μου. Έχει επίσης στο ενεργητικό του τις ποιητικές συλλογές: Εγχειρίδιο Αμηχανίας, 2004 και Έτοιμος Κόσμος, 2011.

Επειδή λοιπόν ο Φάνης Κατσιρέλος είναι και μέλος της συντακτικής ομάδας του Μ., σκέφτομαι ότι έναυσμα, την ιδέα για το σπονδυλωτό και κατ’ οικονομία διαρθρωμένο βιβλίο –σχεδόν τηλεγραφικές οι αλληλοδιάδοχες αναφορές του, μεταξύ άλλων, ίσως να του έδωσαν και τα εύστοχα ευσύνοπτα σχόλια που ακολουθούν τις (άλλοτε επαινετικές κι άλλοτε απορριπτικές) εισηγήσεις του κάθε Τρίτη για προτάσεις συνεργασιών που λαμβάνουμε στον τομέα της ποίησης.

 

Να σημειώσω, μολονότι αναφέρεται στην προμετωπίδα, τα ονόματα δυο ζωγράφων που συμπράττουν στο τελικό εγχείρημα του βιβλίου: αυτά των Γιάννης Αλεξάκη και Ειρήνης Κανά.

Αλλά ας παραθέσω ένα ελάχιστο δείγμα της γραφής του από πεζογράφημα για ενήλικες του Φάνη Κατσιρέλου:

Δεν θυμάμαι να έχω δει τίποτε ομορφότερο στη ζωή μου από το τσίρκο. Είναι η μόνη ζεστή ανάμνηση που διατηρώ απ’ την παρουσία του μπαμπά στη ζωή μου: με συνόδευσε την πρώτη φορά που βρέθηκα κάτω απ’ την τεράστια τέντα. Όταν ήμουν μικρός έβρισκα την παράσταση συναρπαστική συνεχίζει να με μαγεύει και τώρα. Η ημίγυμνη ακροβάτισσα και τα παιχνίδια με πυριφλεγή υλικά προκαλούν έντονα τις αισθήσεις μου. Το θέαμα στη μεγάλη σκηνή με τα χρώματα, τα κατορθώματα, τους προβολείς, τα δαμασμένα κτήνη και τους γελωτοποιούς εντυπώνει εικόνες ενός κόσμου γοητευτικά εξωπραγματικού μέσα στην φαινομενική αυτοτέλειά του.

Όσο μου είναι δυνατό στο ημίφως, παρατηρώ επίσης τους θεατές, οι οποίοι δεν κάθονται απλώς και θαυμάζουν τις επιδείξεις στην κυκλική πίστα, αλλά μοιάζουν να συμμετέχουν ολόψυχα σε μια συνωμοσία χαράς.         

Δεν ξέρω γιατί, αλλά πάντα, μετά απ’ αυτή τη φανταστική εμπειρία, νιώθω όπως, υποθέτω, θα ένιωθε ένα αποδημητικό, που, πετώντας πάνω από κάποια κρημνώδη ακτή, αφήνει πίσω του τη θερμή ήπειρο και μετεωρίζεται, με τις φτερούγες ακίνητες, στο κενό. («Ο Αλέκος», σ. 208-209).

 

Ένα σπονδυλωτό πολυπρόσωπο αφήγημα, θα το χαρακτήριζα καθώς περιγράφονται πρα, χωρισμένο σε δύο ενότητες, «Του Ασέμνου» και «Του Αλέκου», με εννιά εκατέρωθεν κεφάλαια που θα μπορούσαν να διαβαστούν ανεξάρτητα, αλλά ουσιαστικά συνδέονται μεταξύ τους με ένα ανεπαίσθητο νήμα που διατρέχει την αφήγηση από την αρχή μέχρι το τέλος του βιβλίου, κατακτώντας το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Το νήμα άλλωστε συγκροτούν (και συγκρατούν) ο αφηγητής και ο Αλέκος, δυο κεντρικά πρόσωπα του έργου. Κρατώντας αμείωτη αλλά και ενεργά διαλεκτική τη σχέση πομπού/δέκτη και αντιμεταθέτοντας εναλλάξ ρόλους σε ένα παιχνίδι εικόνων, συναισθημάτων και παράλληλων μοναχικών πορειών που, όπως και στη μη λογοτεχνική πραγματικότητα, αποδεικνύονται πολύ πιο σύνθετες απ’ ότι αρχικά είχαμε φανταστεί.

Λιγότερο μνήμες από σημαντικές περιόδους της ζωής του συγγραφέα και περισσότερο αφορμές από ένα πλήθος γεγονότων άλλοτε τραγικών κι άλλοτε κωμικών –εξ ου και ο κλαυσίγελος που προκαλεί στον αναγνώστη, έρχονται να αποτελέσουν το έναυσμα για να πιαστεί το νήμα των αφηγήσεων που ξεκινούν από τις βόλτες με τον παππού στα χωράφια, τη στρατιωτική θητεία, την πρώτη επίσκεψη σε οίκο ανοχής της Λιοσίων, μέχρι τη σκηνή στο δωμάτιο της κλινικής.

Με σαρκαστικό, σταθερά καλοδιατυπωμένο και συχνά ειρωνικό ύφος, όπου υπολανθάνει το χιούμορ ανάμεικτο με την πικρία, οι ερωτικές ιστορίες του Φάνη Κατσιρέλου, που θα μπορούσαν να διαβαστούν και ως ένα ενιαίο μυθιστόρημα, διεκδικώντας μια σύγχρονη ερμηνευτική στο δαιδαλώδες και διαχρονικό ζήτημα των ερωτικών -και όχι μόνον- ανθρώπινων σχέσεων, που ταυτίζονται σελίδα με τη σελίδα με τα ποικιλώνυμα ερωτήματα της ίδιας μας της ζωής. Ξαναβάζοντας σε νέα διάσταση τις θεωρίες ή τις απόψεις που θέλουν τη λογοτεχνία περισσότερο έτοιμη και ικανή να μιλήσει για την εποχή του τέλους των αντιθέσεων.

Κι επειδή καθένας μονάχος πορεύεται στον έρωτα και στον θάνατο, ο Γιαννακός –ιδιοτύπως μονήρης– και με τη ζωή μπροστά του καθώς δεν είναι καν 50, σκέφτηκε να πορευτεί στον έρωτα μονάχος, για χάρη του αναγνώστη του.

Κώστας Κρεμμύδας

Share this Post

Περισσότερα στην ίδια κατηγορία