Ημερολόγιο ασημάντων 209: Ενήλικοι (και μυγοχάφτες) στην αίθουσα | Δημήτρης Τζουμάκας

In Λογοτεχνία, Πεζογραφία, Χρονογράφημα by mandragoras

 

2.11.19 Σάββατο. Το μεσημέρι πέρασα από τον αρ. 7 της οδού Αγ. Παντελεήμονος, όπου στεγάζεται, πλησίον του ημετέρου διαμερίσματος, σε ωραίο νεοκλασικό, το Φεμινιστικό Αυτόνομο Κέντρο Έρευνας και καλεί ανοιχτή συνέλευση που διοργανώνει η «Καμιά Ανοχή» με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Εξάλειψης της Βίας κατά των Γυναικών στις 25 Νοεμβρίου 2019.

Μπαίνω κι είμαι ο μόνος άντρας στο μίτιγκ μίας μικρής ομάδας γυναικών με σημειώσεις. Με βλέπει μία σπαθάτη κοπέλα κι έρχεται να μου εξηγήσει τους λόγους ύπαρξης του Φεμινιστικού Κέντρου Έρευνας ενός χώρου για μάθηση, αναστοχασμό, συνεργασία, υποστήριξη ανταλλαγή, παραγωγή γνώσης, πολιτικές παρεμβάσεις και αναταραχή.

Το τελευταίο είναι το πιο ενδιαφέρον, λέω.
Δεν είμαστε μπαχαλάκηδες, όμως, λέει.

Ενήλικοι (και μυγοχάφτες) στην αίθουσα, του Οντεόν επί της Ακαδημίας σε απογευματινή προβολή. Βαρετή ταινία του Γαβρά και δεν ξέρω πώς μπορεί να την παρακολουθήσει κάποιος απολίτικος όπως …εγώ. Αν είσαι μυγοχάφτης ίσως. Παρόλα αυτά:

Η ταινία προσπαθεί να δείξει τον αμοραλισμό των ευρωπαίων ηγετών και του Γιούρογκρουπ αλλά επαναλαμβάνω, δεν καταλαβαίνω με τι υπομονή και τι κριτήρια θα τη δει ένας ουδέτερος, ένας ξένος θεατής. Ένα πέρα δώθε σε αίθουσες συνεδριάσεων όπου υποτίθεται ότι διακυβεύονται σοβαρά θέματα. Θα σταθώ στη μόνη αληθοφανή εξω-αιθουσιακή σκηνή τη στιγμή που ο πρώην ΥΠΟΙΚ αποφασίζει να δειπνήσει με τη σύζυγό του και κάποιους συνεργάτες σε ταβέρνα των Εξαρχείων. Ο πρώην ΥΠΟΙΚ αισθάνεται αριστερός και πήγε εκεί νομίζοντας ότι βρίσκεται σε δικό του χώρο ή σε τουλάχιστον συγγενή ιδεολογικό χώρο. Δικαίωμα του να νιώθει αριστερός, όπως οι σκοπιανοί νιώθουν μακεδόνες. Ο καθένας μπορεί να αυτοπροσδιορίζεται όπως θέλει. Αλλά οι αντιεξουσιαστές, οι αριστεριστές οι μπαχαλάκηδες –πέστε τους όπως θέλετε, δεν θέλουν να βλέπουν υπουργούς, ούτε της δεξιάς ούτε της Αριστεράς, ούτε στον ύπνο τους, τέρμα. Οπότε η πιο ωραία σκηνή του έργου είναι εντελώς out και ωραιοποιημένη. Γιατί βλέπουμε ένα πλήθος νέων ανθρώπων -κορίτσια κυρίως, να στέκονται μπροστά στο τραπέζι και να κοιτάζουν περίλυπα και σιωπηλά τον υπουργό που τρώει (όχι αστακομακαρονάδα). Κι όταν αναλαμβάνει η Δανάη να ρωτήσει «τι θέλετε επιτέλους;» της γυρίζουν την πλάτη, αργά σαν αρχαία τραγωδία. Είναι μια ωραία σκηνή. Πού χάνει; Στη απόλυτη δια-στροφή του μηνύματος. Οι νέοι, στο πραγματικό επεισόδιo των Εξαρχείων με το τον bon viveur ΥΠΟΙΚ, δεν ήταν λυπημένοι, ήταν οργισμένοι με τους πολιτικούς, ήταν χούλιγκανς κι αλλοίμονό μας. Καμία σχέση με αυτό το εξημερωμένο και παραπονιάρικο γκρουπάκι που παρουσιάζει ο Γαβράς.

Φυσικά η τέχνη είναι μυθοπλασία, αλλά ο Γαβράς όσες καλές προθέσεις κι αν έχει δεν τα καταφέρνει να πείσει για τη βία των Βρυξελλών, όχι τόσο γιατί έχει ένα κακό σενάριο, αλλά γιατί έχει ένα βαρετό σενάριο.

Έπεσε και η κατάληψη Βανκούβερ και οι αναρχικοί έβγαλαν ανακοίνωση για τις γάτες που θα μείνουν απροστάτευτες και νηστικές!

Θέλω όμως να επαναλάβω για να γίνει κατανοητό ότι είμαι υπέρ των καταλήψεων, είτε τα κτίρια είναι αγνώστου πατρός, είτε είναι δημοσίου συμφέροντος ανενεργά. Είναι γελοίο να αραχνιάζουν με πόρτες σφραγισμένες. Αν υπάρχει ένα πρόβλημα με τους καταληψίες είναι ότι πολλές φορές αρκούνται σε περιορισμένου βεληνεκούς δράσεις, αντί να προσφέρουν φιλοξενία σε ανθρώπους που χρειάζονται πραγματικά μία στέγη.

Κι είναι θλιβερό να υπάρχουν τόσα αδειανά κτίρια και τόσοι άνθρωποι να κοιμούνται στο δρόμο.

Κάνει έκκληση τοις αρμοδίοις ο Παναγιώτης Nούτσος στην εφημερίδα Συντακτών να μαζέψουν τους πατιναδόρους των πεζοδρομίων γιατί έξω από το Αρεταίειο Νοσοκομείο παρ’ ολίγο να τον στείλουν στην εντατική.

Αχ Παναγιώτη, μαζεύτηκε πολύ λαός στην πρωτεύουσα υπάρχει συνωστισμός και πρέπει να αθληθούν κάπως και να διασκεδάσουν οι νεολαίοι μας, δείξε λίγο κατανόηση στα ακροβατικά τους πάρε κι εσύ ένα κράνος. Εδώ καλέ μου στα πεζοδρόμια κυκλοφορούν μηχανάκια, πιτσαδόροι, ποδήλατα, σωληνοκουβαλητές κι ένα μικρό αυτοκίνητο smart είχε παρκάρει το πρωί στην είσοδο της πολυκατοικίας και προσπαθούσαμε με τον κουρέα και τον βούλγαρο παντοπώλη να το μετακινήσουμε για να βγει η κυρία με το αναπηρικό καροτσάκι, οπότε εδώ κι έτσι μου πρόεκυψε και μία κήλη, ώσπου άρχισε να βαράει ο συναγερμός, ήλθε με τα πολλά το περιπολικό και του έδωσε κλήση. Περίκλειστος κόσμος που θα έλεγε κι ο Χρυσακόπουλος.

 

Δημήτρης Τζουμάκας