Χρονογράφημα
16.5.18 Άγριος σπόρος στον Κολωνό, καιρό ήθελα να το δω αυτό το θεατρικό του Γιάννη Τσίρου που παίζεται για δεύτερο χρόνο και τελειώνει αυτές τις μέρες. Πόσα έχω χάσει. Πίνω μία σόδα στην ωραία αυλή που ήταν το δημοτικό σχολείο του ξάδερφού μου Μιχάλη κι ετοιμάζομαι να δω το έργο που έχει ενθουσιάσει τους κριτικούς και δίνουνε πέντε αστεράκια.
Πρωτ’ απ’ όλα το αίσθημα της κλειστοφοβίας. Δεν λέω, είναι δικό μου πρόβλημα αλλά εδώ πρόκειται για μεγάλο κλουβί, είναι κατάμεστο και θέλουν να βάλουν κι άλλα καρεκλάκια. Είμαι στην τελευταία σειρά και το κεφάλι μου ακουμπάει σχεδόν στο ταβάνι, χωρίς να είμαι ’κανας ψηλέας. Ε δεν μπορεί να βλέπεις θέατρο και να αγγίζεις το ταβάνι με το χέρι. Παρόλο που με έπιασαν τα ασφυκτικά και οι κλειστοφοβίες μου είδα την παράσταση που ήταν καλή.
Όμως, το όντως καλογραμμένο κείμενο, σηκώνει πολλή κουβέντα. Είναι κάτι που δεν μου αρέσει από την αρχή. Δεν ταυτίζομαι με τον ήρωα, έχει κάτι το μάγκικο κι εδώ αρχίζουν οι ενστάσεις για το αποτέλεσμα που θα προκύψει. Ο συγγραφέας βέβαια δεν δικαιώνει τον ήρωά του μάλλον τον γελοιοποιεί, αλλά επειδή φαίνεται «ως αδικημένος» μια και του γκρεμίζουν την παράνομη καντίνα, λέει «εμείς θα τη στήσουμε αλλού (την καντίνα) δεν θα κολλήσουμε, δεν θα το βάλουμε κάτω είμαστε ο άγριος σπόρος, φωνάζει και το κοινό ξεσηκώνεται και τον αποθεώνει. Το θέμα δεν είναι το έργο, είναι το κοινό. Αλλά κι ο παμπόνηρος συγγραφέας, Μισός σκοτάδι κι ο άλλος Φως, φαίνεται πώς θέλει να κολακέψει τους θεατές του, που τους ξέρει από την καλή και την ανάποδη και τους κλείνει το μάτι. Εμείς είμαστε οι άγριοι σπόροι, κραυγάζει ο ξεσπιτωμένος, ο ξε-καντινιασμένος ήρωας. Αν αυτοί είναι οι άγριοι σπόροι τότε βράστους. Προτιμώ τις «άγριες χήνες», τους σπαρτακιστές, όλους όσοι οραματίζονται μία κοινωνία που θα είναι ο άνθρωπος στο κέντρο και όχι το άτομο.
Ο ορειβάτης Γιώργος Βουτυρόπουλος γίνεται ο πρώτος Έλληνας που φτάνει στην κορυφή των Ιμαλαϊων (2004) 51 χρόνια μετά την κατάκτηση από τον Χίλαρι.
17.5.18 Δύο νυφούλες κατάλευκες κάτω από το σπίτι μου, ανθισμένες πικροδάφνες που τις καμαρώνω και τις φωτογραφίζω και μία μικρούλα στο ροζ που την έχω φυτέψει ο ίδιος με το μεράκι ενός κατάδικου και τώρα βρίσκεται στα χέρια ενός μπόμπιρα εκ Συρίας που την έχει λυγίσει έτοιμος να τη σπάσει.
–Μη ψυχή μου, το δεντράκι, αναφωνώ και το πιτσιρίκι πετάγεται αφήνοντας ήσυχη την πικροδάφνη, ενώ οι μαμάδες διπλωμένες μέσα στα τσεμπέρια τους χαμπάρι δεν παίρνουν, απορροφημένες στο προσφυγικό τους ζήτημα. Εντελώς αδιάφορες και για τον μικρό και για το ξένο φυτό.
Από τις έξι η ώρα στο ΑΣΤΥ για τρεις ταινίες κλασικού κινηματογράφου με 5 ευρώ. Είδα τις δύο, βαρέθηκα τελείως τη δεύτερη κι έφυγα πάνω που αποκτούσε κάποιο ενδιαφέρον στο φινάλε. Την πρώτη την είχα δει στη μικρή οθόνη στο πολυεθνικό κανάλι της Αυστραλίας και με είχε εντυπωσιάσει. Πρόκειται για «Το χρώμα του Παραδείσου» (1999) του Ματζίντ Ματζιντί, από το Ιράν. Ένα ίδρυμα για τυφλά παιδιά στην Τεχεράνη κλείνει για διακοπές καλοκαιριού αλλά κανείς δεν έρχεται να πάρει τον μικρό Μοχάμετ. Ταινία που σε σημαδεύει, που σε καρφώνει στο κάθισμα με το ρεαλισμό και την ποίηση. Τίποτα δεν είναι επιτηδευμένο, τίποτα δεν μπορεί να είναι ψεύτικο εδώ. Σε στιλ νεοϊταλικού ρεαλισμού πιο άμεσο όμως, πιο ανθρώπινο. Η σκηνή που το τυφλό παιδί βρίσκει ψαχουλεύοντας ένα πουλί στο πάρκο κι ανεβαίνει στο δέντρο να το βάλει στη φωλιά του, είναι από τις ωραιότερες του φιλμ, όπως και η φοβερή σκηνή με το άλογο που πέφτει μαζί με τον Μοχάμετ στο ποτάμι.
18.5.18. Παρασκευή. Βαρύ Πρόγραμμα με κύριο μενού τη Νύχτα (ξενύχτι) ιδεών στο Γαλλικό Ινστιτούτο. Πρώτα όμως πήγα για «γρήγορο» σκάκι στον Πανελλήνιο. Ως αργός παίκτης χάνω την πρώτη παρτίδα λέω ότι έχω δουλειά και φεύγω. Σκάκι ραπίντ, τι βλακεία! Τρέχω στο Θάνατο του Στάλιν στα Πατήσια στην ταράτσα ενός παλιού δίπατου σπιτιού όπου λειτουργεί «χώρος πολιτισμού και αλληλεγγύης». Τρεις και ο κούκος και ο Τζωρτζ. Πάλι μία δυσφορία, καθώς πέφτει το βράδυ. Το φιλμ αμερικανιά, παρωδεί τον «πατερούλη» Ιωσήφ, αλλά και τα ιστορικά, πολιτικά πρόσωπα που εμπλέκονται ο Χρουτσώφ και ο Αϊζενχάουερ είναι άθλιες καρικατούρες. Φεύγουμε πριν τελειώσει. Ακολουθεί πάρτι-κοκτέιλ στην κατάληψη Βανκούβερ της οδού Δεριγνύ, όπου και επίδειξη τατουάζ. Βλέπω μέσα από τις γρίλιες της κατάληψης τους ναρκομανείς έξω από τον Πανελλήνιο σε κατάσταση διάλυσης.
Εμπρός γενναίε Τζουμάκοβιτς σαν αστραπή για το Ινστιτούτο να διευρύνουμε τις γνώσεις μας με φιλοσοφίες. Ενοχλημένος από την ήττα στο σκάκι και τις εικόνες των καταραμένων της πρέζας, επηρεασμένος από τις μπίρες και τους επιθετικούς σχηματισμούς της δερματοστιξίας στα μπράτσα και στα στήθη των κοριτσιών, έχοντας το νου μου και στην Αυστραλία, δεν μπορώ να συγκεντρωθώ στους σοφούς γάλλους. Κατά τη διάρκεια αυτής της Νύχτας, ακούω να μιλάνε για τις όψεις της βραδύτητας του χρόνου: O χρόνος της σκέψης, H εικόνα-χρόνος, Ο χρόνος της ανταλλαγής, η Μνήμη, η Διάρκεια και η κατασκευή του Μέλλοντος και περφόρμανς χορευτικές με μουσική, ένα μπέρδεμα. Κούραση. Υπάρχουν χρονοβόρα τέρατα; «Ναι, υπάρχουν τέρατα που καταλαμβάνουν τον χρόνο μας και τον μεταμορφώνουν για να δημιουργήσουν κάτι άλλο», λέει ο σοφός Γάλλος. Το πρώτο φαίνεται να χωράει στην τσέπη μου, παρόλο που στην πραγματικότητα είναι πολύ πιο μεγάλο. Είναι μια πλοκαμοειδής δημιουργία στο κινητό μου τηλέφωνο, η οποία όχι μόνο καταλαμβάνει πολύ από το χρόνο μου, αλλά του δίνει και μια άλλη φόρμα. Εντάξει τα ξέρουμε αυτά βρε φίλε. «Το δεύτερο από τα τέρατα, είναι η θάλασσα». Μπα; «η οποία κατά την διάρκεια των διακοπών μοιάζει να χαλάει τη συνηθισμένη μας χρονικότητα, για να την μετατρέψει σε μια παράξενη στιγμή, η οποία δεν περνά και παρ’ όλα αυτά ολοκληρώνεται». Ποιητικές αυθαιρεσίες. Κούραση. Η αποανάπτυξη: μια λύση; Εδώ είμαστε. Fabrice Flipo απέναντι στη Χαρά Τσαντίλη. Τι είναι η προοδευτική αποανάπτυξη; Γιατί να είμαστε υπέρ της αποανάπτυξης; Από πότε μιλάμε για αποανάπτυξη;
Κι αυτά παλιές συνταγές είναι, οι οποίες μέσα στην ατέλειωτη, στην υστερική προπαγάνδα για την ανάπτυξη επανέρχονται στην επικαιρότητα. Ποιοι είναι οι πιονέροι; Ivan Illich, Vincent Cheynet, Nicholas Goergescu-Roegen, ίσως και άλλοι. Το οικολογικό ρεύμα επίσης περιέχει πλήθος ονομάτων και ο Αλγεριανής καταγωγής Pierre Rabni ξεχασμένος σε μία φάρμα στο όρος Αρντές χωρίς ηλεκτρικό, χωρίς τρεχούμενο νερό, αναζητεί την αλήθεια στη βιοδυναμική της γεωργίας εμβαθύνοντας σε θεωρίες της ανθρωποσοφίας (Ο ίδιος θα κολλήσει στο γάμο των ομοφυλόφιλων που δεν είναι στις προτεραιότητές του τον απασχολεί περισσότερο ένα παιδί που πεθαίνει από την πείνα και διαφωνεί να ανατρέφουν παιδιά οι ομοφυλόφιλοι).
Η συζήτηση εδώ γίνεται για τις εχθρικές σχέσεις του φιλελευθερισμού, αλλά επίσης και του σοσιαλισμού – αντικαπιταλισμού με την αποανάπτυξη. Προσπαθούν να κατανοήσουν τη θέση του συντηρητισμού αλλά και των αντικαπιταλιστών. Ο Ρενέ Ντυμόν που ήταν υποψήφιος στις γαλλικές προεδρικές εκλογές το 1974 έχει γράψει από τότε θαυμάσια πράγματα επ’ αυτού.
Πληθωρισμός λόγου λοιπόν, μια ανίκητη αδολεσχία, όλα σε μια νύχτα και δεν βρίσκεις αποκούμπι, απλώς χορταίνεις ακούσματα. Ακούσματα. Ο μηχανισμός των άστρων, η ωρολογοποιία, -δεν μπορούσε να λείπει η εκπρόσωπος της Πρεσβείας της Ελβετίας. Χμ. Για να δούμε αν υπάρχουν άλλες φίλες της Φιλοσοφίας. Τίποτα «εκπρόσωπες» του ωραίου φύλου ελαφρώς ενδεδυμένες λόγω της ζέστης. Αλλού γίνεται κουβέντα για το μηχανισμό των Αντικυθήρων και τον πύργο του ανέμου στην Αθήνα. Για το χρόνο το δικό μου που φεύγει δεν γίνεται λόγος. Πάει τρεις το πρωί, να φεύγω. Και δεν είδα αυτό που θα ήθελα το Lajamanu (60′, 2018): Tα ίχνη του χρόνου με τους Warlpiri τους ιθαγενείς της κεντρικής ερήμου της Αυστραλίας.
19.5.18. Ο μεγάλος περίπατος με το Νίκο Βατόπουλο στη Νεάπολη (στα Εξάρχεια) της Αθήνας. Μαζευτήκαμε καμιά πενηνταριά άτομα στις δέκα το πρωί και τρέχουμε πίσω από τον γυμνασμένο Αθηνολάτρη δημοσιογράφο. Ξέρει τα πάντα για την ιστορία της πόλης. «Μας δανείζει το βλέμμα του», όπως είπε και μας δείχνει «θραύσματα βιωμάτων» όπως ξαναείπε επιμένοντας σε κτίρια στην οδό Μαυρομιχάλη. Όταν σταματάμε στο υπέροχο δίπατο, αλλά ακατοίκητο πια σπίτι με αρ. 45 (που μετά το θάνατο του Πανεπιστημιακού ιδιοκτήτη οι κληρονόμοι ζητάνε αστρονομικό ποσό), ο Βατόπουλος λέει ότι είδε ένα ολόιδιο στη Βιέννη που στην αρχή κάτι του θύμιζε και μετά κατάλαβε ότι ήταν αυτό μπροστά μας που ανήκει στον Ρωμαΐδ, έτσι τον λέγανε, λέει ένας κάτοικος της περιοχής που είναι στο γκρουπ. Βλέπω ένα σύνθημα στον τοίχο: Μην υποτιμάτε την πείνα. Αυτά δεν τα σχολιάζει ο Βατόπουλος όπως όταν περνάμε έξω από τη Νομική που είναι βουτηγμένη στο σύνθημα. Κανένα σχόλιο λέει (εννοώντας την αισθητική ασχήμια των τοίχων), παρομοίως με τους ναρκομανείς δίπλα, ούτε εδώ σχόλιο, λέει ο ίδιος. Πολλά σχόλια όμως για τον σπουδαίο ευεργέτη Σίνα που χρηματοδότησε έργα της Ακαδημίας, για τους Βαυαρούς και τους βασιλείς. Αλλά η πόλη δεν νοείται χωρίς τους ανθρώπους της, δεν είναι μόνο οι επώνυμοι και οι ευεργέτες που μετράνε – είναι κι αυτοί και οι δημοσιογράφοι της βεβαίως, τους οποίους στο κάτω κάτω τους ξέρουμε – αλλά είναι και οι ανώνυμοι που θέλουμε να γνωρίσουμε, είναι και οι αποκλεισμένοι.
-Εγκαταλείποντας το γκρούπ στην Καλλιδρομίου όπου έχει λαϊκή, παίρνω λίγα παντζάρια, αβοκάντο από το Περού και τρέχω να προλάβω τους «μαρξισμούς του Μάη» από τον Πάνο Γκαργκάνα. Δεν θα προλάβω. Ίσως προλάβω την «πάλη των Γυναικών» στη Νομική για τα 200 χρόνια του Μαρξ. Δεν προλαβαίνω και πάω στην Κομμούνα επί της οδού Ιουλιανού, όπου υπάρχει ομιλία «Τι ήταν ο Μάης;». Έλα ντε τι ήταν; Όχι βέβαια μόνο αυτό που ισχυρίστηκαν οι τρεις τροτσκιστές ομιλητές. Ειδικά ο τελευταίος, ο Χρήστος Σταυρακάκης, ο πιο πολιτικοποιημένος, είπε ότι «ένα είναι βέβαιο ότι τα γεγονότα στη Γαλλία ήταν μία ταξική εξέγερση φοιτητών και εργατών κι αυτά που λένε οι αναρχικοί ή και κάποιοι για ταυτότητες και «φύλο» και πολιτιστικά διάφορα, καμία σχέση».
Αχ σύντροφε αύριο έχετε ομιλία σ’ αυτό το χώρο με θέμα «Μάης του ’68 η απελευθέρωση των Γυναικών και το επαναστατικό ομοφυλοφιλικό κίνημα». Δικό σας θέμα είναι. Ασφαλώς κυριαρχούσε η σοσιαλιστική σκέψη αλλά δεν ήταν μόνο το ταξικό. Όπως ειπώθηκε η Γαλλία ήταν όντως μία ταξική κοινωνία, υπήρχε ακόμη και η πρώτη θέση στο μετρό, απ’ ό,τι θυμάμαι, αλλά δεν ήταν μία κοινωνία που πεινούσε, δεν ήταν μία εξέγερση για το ψωμί, όπως η Οκτωβριανή επανάσταση, αλλιώς αν ήταν έτσι οι εργάτες θα είχαν καταλάβει τις Τράπεζες. Ήταν μία αμφισβήτηση της καταναλωτικής κοινωνίας, υπήρχαν βεβαίως επιρροές από το Μαρξ αλλά και από τον Μπωντριγιάρ, από το Μαρκούζε και από τον Σαρτρ, άσχετα αν τους ασκήθηκε κριτική στα αμφιθέατρα. Η αμφισβήτηση των πάντων στην ημερήσια διάταξη. «Αμφισβητούμε την αμφισβήτηση»
Υπήρχε λοιπόν η αμφισβήτηση του καπιταλιστικού συστήματος και του πατριαρχικού φαλλοκρατικού λόγου, όπως υπήρχε και μία σκληρή κριτική του υπαρκτού σοσιαλισμού, μία κομπλέ αμφισβήτηση του λενινισμού και σε αντιδιαστολή υπήρχε η επιθυμία για έναν άλλο κόσμο που θα έχει στο κέντρο την ίδια την Επιθυμία. «Η φαντασία στην εξουσία» δεν άκουσα καν ένα σύνθημα εδώ από αυτά που κοσμούσαν, κατά τα μαοϊκά πρότυπα, τους τοίχους της Σορβόννης. «Τρέξε σύντροφε ο Παλιός είναι πίσω σου». Να ένα ωραίο σύνθημα για συζήτηση.
–Εμένα δεν μου λέει τίποτα το «Κάτω από το οδόστρωμα είναι η πλαζ».
–Ακριβώς αυτό είναι το πρόβλημα. Πώς θα οδηγήσεις αν δεν καταλάβεις; Αν δεν κάνεις ανάγνωση ή αν κάνεις παρανάγνωση. Τι είναι το οδόστρωμα; Τίποτ’ άλλο από τη ζούγκλα της ασφάλτου, από το δικό τους μπούσουλα που μας οδηγεί στην τρέλα της ανάπτυξης στην τσιμεντοποίηση της αληθινής ζωής και η πλαζ είναι η χαρά, είναι η φύση με τ’ απελευθερωμένα κορμιά, ο ελευθεριακός κομμουνισμός. Ο Μάης ήταν αυτό ακριβώς που δεν είπατε: μία επανάσταση με χρήση και κατάχρηση συμβόλων με αίτημα πολλές απελευθερώσεις. Την απελευθέρωση της γυναίκας («Υπάρχει κάτι πιο άγνωστο από τον άγνωστο στρατιώτη: Η γυναίκα του»). Την απελευθέρωση του παιδιού και των ζώων. Την απελευθέρωση της φύσης. Όλα αυτά με χιούμορ, μαύρο και επιθετικό. «Τι βαστάει περισσότερο στο ψήσιμο; Η μπριζόλα ενός επαναστάτη ή ενός μπουρζουά»;
Το κακό με μένα είναι ότι δεν μπορώ να κάνω σωστή ανάγνωση του εαυτού μου. Κάνω παρανάγνωση.
Δημήτρης Τζουμάκας
Share this Post