θέλει ἀρετὴν καὶ τόλμην ἡ ἐλευθερία
Ανδρέας Κάλβος, Εις Σάμον
Πώς έρχεται κάποια στιγμή και παντρεύονται απρόσμενα τα γεγονότα, οι μνήμες, τα κείμενα, με τα αισθήματα σ’ εκείνη τη γλυκιά χαραμάδα ωραίων εικόνων, τις ανομολόγητες –καλή ώρα– ελπίδες τούτης της Άνοιξης. Που παρότι κάλπικοι, βάναυσοι πατριδοκάπηλοι τη σύλησαν ως κόμμα-πέρασμα μιας χρήσης για να οραματίζονται σήμερα με «τ’ αδέρφια» τους έναν βαρύ Χρυσαυγίτικο χειμώνα, σε πείσμα τους, η άνοιξη εξακολουθεί να ανθίζει ακόμη σε μια Ελλάδα που την κατάντησαν κόλαση, οι κολασμένοι. Και δε χορτάσανε τα εγκλήματά τους και δεν τους σόκαραν οι πληγές του τόπου κι αποζητάνε νέο αίμα οι βρικόλακες της Παμπάλαιας Δημοκρατίας που βασανίζει ακόμα τη σύγχρονη πολιτική μας ιστορία.
Απ’ τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου, την Κατοχή, τον Εμφύλιο, τη βία και τη νοθεία –εκλογικού συστήματος κι αστυνομικού παρά κράτους–, τη νέα χούντα του ’67, τα τραγικά της Κύπρου, τις επεμβάσεις και τις βάσεις του Ηνωμένου Βασιλείου και της Αστερόεσσας –που ακόμα πληρώνουν οι λαοί στον ώμο τους και πάνω τους η μνήμη καίει άκαυτη βάτος, όλες οι παραχαράξεις είχαν ως θύματα αριστερούς. Αυτούς που οι θύτες, καλούν και πάλι να λογοδοτήσουν. Για πράξεις που και πάλι δεν έκαναν. Τέτοια η δύναμη της συνήθειας και της ενοχοποίησης των αιωνίως υποδίκων και καταδικασθέντων που γεννηθήκανε και πέθαναν γενιές με την πίστη πως η δεξιά –κι από κοντά τα τελευταία 30 χρόνια το Πασόκ, ήρθαν στη γη να κυβερνούν, να διαγουμίζουν και να καίνε ελέω Εκλογών, κι οι άλλοι, τα μιάσματα κι οι συμμορίτες ο Γλέζος, ο Θεοδωράκης, ο Λαμπράκης, οι στρατιές εξόριστων νεκρών φυλακισμένων, για να υπομένουν, να δολοφονούνται και να σταυρώνονται. (3.000 εκτελέσεις στη διάρκεια του Εμφύλιου, 40.000 καταδικασθέντες, 2.000 εις θάνατον). Αιώνες από την εποχή της φεουδαρχίας κι εξακολουθούμε δεσμώτες.
Βαθειά ριζωμένο το σύστημα έχει από χρόνια εξοικειωθεί σε μεταλλάξεις, πειραματισμούς, προσεταιρισμούς, διευρύνοντας ολοένα και δυναμικότερα τις μεθόδους καταστολής, ελέγχου και παραποίησης. Νέα φυντάνια φτιάχνονται Αλέκος Παπαδόπουλος, Μάνος, Ανδριανόπουλος, Τζήμερος, Φλωρίδης, Χρυσοχοΐδης, Ραγκούσης, Παπακωνσταντίνου, Παπαδήμος, καίγονται και ξαναγεννώνται εκ της τέφρας τους «οι καρβουνιαραίοι». Στόχος η διαιώνιση της εξουσίας τους και η ολοκληρωτική εκμηδένισή μας. Γνωρίζοντας καλά πως λαός ταπεινωμένος είναι λαός ανίσχυρος κι ανήμπορος για αντίσταση και αμφισβήτηση αφεντάδων: Ο Χατζηαβάτης βέβαια/ είχε βρει την ευκαιρία να τη σκαπουλάρει/ ή και να προσκυνούσε κιόλας πέφτοντας πρηνής/ καθώς άλλωστε εγώ μία ολόκληρη ζωή/ τόσους Βεζύρηδες, τόσους Σουλτάνους/ όλοι πολυχρονεμένοι, όλοι κραταιοί/ χωρίς κανένα Μπαρμπαγιώργο σύμμαχο. (Τάσος Γαλάτης)
Στον Κολωνό τα χρόνια της οδύνης και της αθωότητας είχα σταθεί σε μια φιγούρα καρβουνιάρη και συνάμα παγοπώλη, τον Νικήτα. Γωνία Δημοσθένους και Βασιλικών, σ’ ένα παράπηγμα, έδινε πάγο στη γειτονιά τυλιγμένο σε μια χοντρή λινάτσα. Από κει και τα κάρβουνα, κυρίως για το αρνί του Πάσχα, γιατί πού να φθουρήσει κρέας άλλη εποχή; Ο Νικήτας, στέλεχος της Ε.Ρ.Ε. απλώς επιστατούσε γιατί το χαμαλίκι νυχθημερόν το τράβαγαν δυο στεγνές ψιλόλιγνες φιγούρες με τσεμπέρια, η πεθερά και η γυναίκα του.
Δεν ξέρω αν αξιοποιήθηκε στις «Παιδουπόλεις» της Βασιλικής Πρόνοιας, όπου την περίοδο 1947-1952 «φιλοξενήθηκαν» πάνω από 25.000 «συμμοριτόπληκτα» ορφανά (βλ. Μαντώς Νταλιάννη-Καραμπατζάκη «Παιδιά στη δίνη του ελληνικού εμφυλίου πολέμου 1946-49»). Το σκέφτομαι επειδή, κοντά μας, στην οδό Παλαμηδίου ξεκίνησε το πρώτο αναμορφωτήριο, «πιλότος και για τα άλλα ιδρύματα που θα ’στηνε αργότερα η Μεγάλη Μητέρα» (Θανάσης Σκρουμπέλος, Bella Ciao, με παράρτημα από καταγγελίες για κακοποίηση ανηλίκων της εφημερίδας «Δημοκρατικός Τύπος», 21.12.1949-30.8.1951). Το βέβαιο είναι πως ο Νικήτας έδρασε στη γειτονιά την περίοδο της δικτατορίας του 1967. Δεξί χέρι του χουντικού δημάρχου της Αθήνας Δημήτρη Ρίτσου, που αναβάθμισε μάλιστα τον ιστορικό θεσμό των καλλιστείων. Στη μεταπολίτευση, πίσω από τη τζαμαρία του επιτελικού κέντρου της Νέας Δημοκρατίας επί της Πλάτωνος, να σου βλοσυρός ο Νικήτας στο μεγάλο γραφείο να φιγουράρει κάτω από το πορτρέτο του Κων. Καραμανλή. Ήταν η μόνη φορά που ο πατέρας μου σχολίασε μειδιώντας: «Τι να γράφει άραγε ο Νικήτας;», γιατί ήξερε πως ήταν αγράμματος.
Μεγάλο πια τον βρήκε η Αλλαγή κι έτσι ο θάνατος απέτρεψε νέες πλαστικές δάφνες. Με τον Νικήτα έκλεισε οριστικά ο κύκλος ενός πολιτικού περιθωρίου που για 45 χρόνια κινείτο με ευελιξία μεταξύ γερμανοτσολιάδων και Νέας Δημοκρατίας. Γι’ αυτό και η πολιτική απαρχή της μεταπολίτευσης δεν συμπίπτει κατά τη γνώμη μου, ημερολογιακά με το 1974, αλλά με την άνοδο του Πασόκ στην εξουσία.
Από το 1981 άνοιξε ο άλλος, χειρότερος, κύκλος της πολιτισμικής διαφθοράς που με τα ιδιωτικά μίντια σε πρωταγωνιστικό και χειρουργικά επιτελικό ρόλο, τα νέα τζάκια Ψυχάρης, Αλαφούζος, Μπόμπολας, Γιάννα και συνεργάτες διαμόρφωσαν όχι απλά την ελαστική εθνική ηθική μας, αλλά μέσω μιας ασαφούς συν ευθύνης, έθεσαν τις βάσεις της ραγδαίας πολιτικής/ποινικής απενοχοποίησης του συστήματος. Που από τις ακαλαίσθητες κούτες με πάμπερς του βρώμικου –αλλά απ’ την ανάποδη– ’89, αναβαθμίστηκε στις λεπταίσθητες υποκλοπές και τα τηλεφωνικά κέντρα της Siemens, προχωρώντας από τον ερασιτέχνη/ψιλικατζή Κουτσόγιωργα στον Παριζιάνο μπίζνεσμαν Άκη.
Θα κλείσει αύριο ο κύκλος της διαστρέβλωσης, και του αδηφάγου δικομματισμού; Βαριά ευθύνη πέφτει στις κάλπες μας.
Πάντως είναι παρήγορο πως είτε ως προαίσθημα, ως φλέγμα, ή ως παραδοχή του τέλους/λύτρωσής μας, ο Βενιζέλος, έκλεισε τον κύκλο τους με προεκλογική συγκέντρωση στον Κορυδαλλό. Έξω απ’ τις φυλακές. Με το καλό και μέσα.
Κώστας Κρεμμύδας