Κώστας Κρεμμύδας | Ένας καταρράχτης ζωής

In Κριτικές, Λογοτεχνία by mandragoras


Κριτική

Κώστας Κρεμμύδας | Ένας καταρράχτης ζωής
 

μέσα απ’ της ψυχής τα κρύφια φανερώνει
τρυφερό δεν υπάρχει πια τίποτα μέσα μου

 

Η συλλογή διηγημάτων «Νοσταλγημένα» προέρχεται από τον τόμο ΜΗ’, ενός λεπτομερούς ευρετηρίου/εργογραφίας που συνέταξε ο Σωτήρης Ηρ. Παλαιολόγος λίγο πριν την εισαγωγική του στη «Σωτηρία» το 1947. Η αίσθηση του επερχόμενου θανάτου δημιούργησε προφανώς την ανάγκη καταγραφής, κι επομένως διάσωσης, όλων των τίτλων των έργων του· ένα είδος παρακαταθήκης/διαθήκης του απέναντι σε αναγνώστες, αλλά γιατί όχι, ακόμα και σε μελλοντικούς μελετητές. Μια ένδειξη πίστης προς τα κείμενά του, που φαίνεται πως αξιολογήθηκαν αυστηρά πρώτα από τον συγγραφέα τους, που, παρά τα νεαρό της ηλικίας του, είχε φροντίσει έγκαιρα να ξεχωρίσει και να διαγράψει όσα ο ίδιος θεωρούσε «άτεχνα». Διαβάζουμε τη σημείωση για το μυθιστόρημά του Ο πύργος του Βορρά: «εκάηκε σαν άτεχνο την 5/3/44», μια φράση που επαναλαμβάνεται συχνά στις σελίδες του ευρετηρίου. Και στο επόμενο Χοές στ’ απλά: «εκάηκε αφού κράτησα λίγα (7) με τον ίδιο τίτλο σε τόμο μαζί με τον τόμο Λ’ 7/7/[19]44». Και πιο κάτω  σημειώνει: «Κράτησα τελικά 6 γιατί το άλλο, (σ.σ. το έβδομο) αν και τεχνικό, ήταν ανάξιο περιεχομένου 10/7/[19]44».

Τα «Νοσταλγημένα», αφιερωμένα στην «αγαπημένη» του –έναν πλατωνικό έρωτα της Πάτρας–, γράφτηκαν κατά ένα μέρος στη γενέθλια πόλη το 1944 και τα υπόλοιπα στην Αθήνα τον επόμενο χρόνο. Στην ίδια κοπέλα ήταν αφιερωμένο και το αυτοβιογραφικό διήγημα που προτάσσουμε, με τίτλο «Ο Καρδιακός», γραμμένο επίσης στη Αθήνα το 1946. «Ο Καρδιακός» περιλαμβάνεται στον Τόμο ΝΒ’, του ευρετηρίου και φέρει τη ένδειξη «Τιμητική διάκριση». Με τον όρο/φράση «Τιμητική προτίμηση», ή «Τιμητική διάκριση», που υπάρχει και σε άλλα, όχι πολλά κείμενα δηλωτικό της αυτοσυγκράτησης και της ωριμότητάς του, υποδηλώνει την προτίμησή του για κάποια από τα έργα του που με διορατικότητα, ήδη από την ώρα της γραφής τους, ξεχώριζε ως περισσότερο άρτια. Άλλωστε δεν είχε την πολυτέλεια του άπλετου χρόνου…

Το χειρόγραφο ευρετήριο, που μας εμπιστεύθηκε η κ. Μαρία Παλαιολόγου-Σκλήρη, είναι ένα τετράδιο (19,5Χ15) με σκληρό εξώφυλλο και λεπτές λευκές σελίδες, χωρισμένο σε δύο τμήματα, γραμμένα με μελάνι χρώματος μπλε ανοιχτού, όπου ο Σωτήρης Παλαιολόγος έχει συμπεριλάβει το σύνολο της «Λογοτεχνικής Βιβλιοθήκης» του. Στο εξωτερικό μέρος του τετραδίου είχε σχεδιάσει και το βιβλιόσημό του: έναν μακρόστενο σταυρό γοτθικής εμπνεύσεως που φέρει στην κορυφή του μια άρπα που πάνω της ανοίγει τα φτερά του, έτοιμος να πετάξει, ένας αετός. Ταξινομεί τα κείμενά του κατά τόμους δίνοντάς τους αρίθμηση με βάσει τα γράμματα της ελληνικής αλφαβήτου σημειώνοντας παράλληλα τις ημερομηνίες συγγραφής τους. Η καταλογογράφηση ξεκινά από τον τόμο Α’ όπου περιλαμβάνεται το «Φανταστικό μυθιστόρημα», (ο χαρακτηρισμός ανήκει στον Παλαιολόγο) Ο Πύργος του Βορρά (σε 5 μέρη), γραμμένο στον Πειραιά μεταξύ καλοκαιριού του 1940 και χειμώνα του 1941. Στο α’ μέρος του τετραδίου η αρίθμηση ολοκληρώνεται με τον Τόμο ΝΓ’ όπου περιέχεται η συλλογή ποιημάτων του υπό τον τίτλο Γιγάντιοι ασκητισμοί γραμμένα σε Πάτρα (1946) και Αθήνα (1946-47) και αφιερωμένα: «[τα] Πάντα στον Πλάστη, Δύο στην Παναγία, Δεκαοχτώ στην αγαπημένη μου».

Στο δεύτερο μέρος του τετραδίου ο Παλαιολόγος καταθέτει χρονολογικό συγκεντρωτικό πίνακα/ευρετήριο όλων των έργων του, με παράλληλη κατάταξή τους σε ποιήματα, πεζοτράγουδα, διηγήματα, παραμύθια, μυθιστορήματα (Ο Πύργος του Βορρά, 1940-41, Το ερμοκατρακύλισμα του αθώου κρανίου, 1942, Ο ουρανός της αγάπης μας, 1944) , έπη (Το Νεκροτάξιδο, 1940), θέατρο (Κάου Μπόι και Η τριλογία των οργίων, 1940, Ο Σωτήρας τ’ αγνώστου, 1941), τις τετράπραχτες τραγωδίες Φιλοκτήτης 1941, Στοιχειά 1943 και τις τρίπραχτες Ο Φτωχός, 1941-42 και Αχιλλέας, 1943 κλπ. Σημειώνονται επίσης και οι τόποι γραφής των έργων του: Πειραιάς, Κολύρι του νομού Ηλείας, γενέτειρα του πατέρα του όπου επέστρεψε η οικογένεια στα πρώτα χρόνια της Κατοχής, η γενέθλια Πάτρα και η Αθήνα, που ολοκλήρωσε το σύντομο κύκλο ζωής του. Στο πρώτο κείμενο του καταλόγου της εργογραφίας του που αριθμεί με το νούμερο ένα (1) υπάρχει η ένδειξη: «διήγημα» με την υποσημείωση: «που το ’χασα», δίχως περαιτέρω πληροφορίεςέτος συγγραφής 1938. Τελευταίο στον κατάλογο το υπ. αριθμ 937 ποίημα με τίτλο Ο μακαρισμός των καιρών μας, (1947).

Προξενεί εντύπωση ο όγκος του έργου ενός τόσο νεαρού παιδιού, η ποικιλία των λογοτεχνικών ειδών με τα οποία καταπιάστηκε, η επάρκεια της γλώσσας, η γλωσσοπλαστική του ικανότητα, το πλούσιο λεξιλόγιο, η φαντασία κυρίως στη χάραξη λέξεων και στην επεξεργασία των ήχων τους, οι παρηχήσεις, το παιχνίδισμα και η αρτιότητα της γραφής, η σωστή ορθογραφία και η ακριβής χρήση των εννοιών του, που πέραν της ωριμότητας, υποδηλώνουν καλλιέργεια σε βάθος, μελέτη, σοβαρή επίπονη ενασχόληση, εξάντληση όλων των χρονικών περιθωρίων της ζωής του, αλλά και τη μεγάλη τριβή του με τα λογοτεχνικά κείμενα του καιρού του.  

Ν’ αναφέρω μερικά παραδείγματα φράσεων-προτάσεων-εικόνων από το πλήθος που συναντά κανείς στις σελίδες που ακολουθούν: σ’ ένα ανάλαφρο πελάγωμα αγεριών μυρω­μένων στη στοχαστική καταχνιά/ τώρα ξάνοιγαν οι χιονισμένες αναγάλλιες της νέας μέρας με τούφες νεφών λευκών/ Η αυγή θα περάσει, θα στείλει ο ήλιος καφτερό το μήνυμα του/ τη σκεπάσανε τα κατρακυλίδια, την ξεκάνανε… Ευφάνταστες απλές καθημερινές λέξεις αλλά και σύνθετα δημιουργήματα φαινομενικά ετερόκλητων φράσεων που καταφέρνει να τους προσδώσει μια ονειρική συζυγία εννοιών και αισθημάτων, μέσα στην αντίστοιχη ένταση του κειμένου του: τζουρλάς/ αργοτελείωμα/ τα συγνεφοπεράσματα/ η αστροκουκούλα του ονειροπλημμυρισμένου ουρανού/ το κακοπλανεμένο της κορμί το αιματοφορτωμένο που πήγε να τους στο­λίσει/ κι ας ξεσκλιώτανε σταγκάθια γιομάτο χτυπημένα γερατειά/ βαθειοραντισμένοι/ ουρανοδάκρυα/ φτωχοστολισμένες κλαριόφραχτες στροφές/ στο χλωμοφώτισμα των άστρων/ κι εκείνη τον γιόμισε στο φεγγοχαμογέλιο της

Με την αξιοποίηση σημείων στίξης, καθέτων γραμμών που συνήθως λειτουργούν παρενθετικά, έμφασης μέσα από την πυκνή προσφυγή στο κεφαλαίο αρχίγραμμα, συγκοπτόμενες λέξεις, απελευθερωμένος από τις στενές γραμματολογικές συμβάσεις εκεί όπου το ερωτηματικό, για παράδειγμα, δεν επιβάλει αναγκαστικά το κεφαλαίο γράμμα στην επόμενη πρόταση, αλλά αντίθετα οι πεζοί χαρακτήρες επιτείνουν τη συνέχεια της αφήγησης, καθιστώντας δυνατή τη συνομιλία αφηγητή-αναγνώστη, ο Παλαιολόγος καταφέρνει να προσδώσει ακουστική στα κείμενά του, να χρωματίσει τις λέξεις και τις φράσεις του, να δώσει πνοή στα γράμματα της αλφαβήτου. Γι’ αυτό επιλέγει να ουσιαστικοποιεί τα ρήματα και τα επίθετά του, να επιθετετικοποιεί τα ονόματα ουσιαστικά (Κρυαδερά φύσαγε/ τη θρηνερή βουή), ν’ απελευθερώνει το λόγο για να κεντρίσει όχι απλώς το ενδιαφέρον και την αποδοχή, αλλά εν τέλει, τον θαυμασμό του αναγνώστη: Η αρραβωνιαστικιά του σ’ έναν άκοσμο λυγμό μαντεύει τούτη του την Ευτυχία/ ρημαχτής ησυχίας τους/ και τα τυλίγει τα τρία αθώα πλάσματα στη θαμπούρα/ ναπαλοκοιμάται κάθε παλιά πνοή της Πλάσης, ατάραχη στο λευκοθάμπος του ατέλειωτου χιονιά.

Επιλέγω τυχαία δυο αποσπάσματα, από τα πολλά που ξεχωρίζουν στο βιβλίο: πρόκειται από το διήγημα «Γέλια στο μνήμα», ένας τίτλος δυο δισύλλαβων κοφτών και αντιθετικών φαινομενικά λέξεων: α): Προχώρα ψυχή στο νεκρικό σου μοιρολόιΤο θυμιατήρι της γυμνής ζωής για τ’ άπνοο μνήμα, έχει κεράσει την Πλάση που σκύβει σένα στοχασμό της θλίψης της των παλιομένων χειμερνών Εικόνων τις κουρούνες… Έτσι ανάμεσα στα πλάνα νέφη θα φάνουν ψυχρά τα φέγγη των θερμών ηλιαχτίδων, όταν ξεμένει πάνου στο μνήμα για μαρτύριο η βροχή. Έτσι θρηνού­με! Κάποιοι άπαυτοι φτερουγισμοί π’ αχούν απάνου μας έχοντας πιο κρυμμένη τη γαλήνια γιορτή, μας καλούνε, όμως η ψυχή άναμεσά τους φεύγει… 0 Χρόνος τότε κλει, κι εμείς πάντα θρηνούμε! Τι; Και β): Γιορτάζουν τα ουράνια η γη αγάλλεται γι’ αυτό χωρίς να ξέρει, κι ακόμα φτάνουν τα ουράνια στους θλιμμένους λο­γισμούς μας να τους γιομίσουν φως… Γελάμε! Συνεπαρμένοι στο θαύμα το τρανό, πόλο τρανώνει μεσ’ στο νου μας σαν το λέμε θαύμα, λιγωμένοι στην αγάπη της ζωής τότε γελάμε. Κι εκεί σένα αχνοσβύσιμο εκστατικών ματιών μας για το μεράκι το καινούργιο, βλέπουμε νανοίγει μια ζωή για μας, άγνωστη ζωή πλημμυρισμένη στις αλήθειες της… και πονάμε, πονάμε απ’ τα γέλια!

Μας εντυπωσιάζουν οι λέξεις με τα σημεία της φύσης: «παγιασμένη», δηλ παγωμένη (ξεπαγιασμένη). Μια αγκαλιά χιόνι γίνεται «χιοναγκαλιά», η πάχνη φωτίζει το «παχνοπνιγμένο γαλάζο», τα πέπλα των σύννεφων αποκαλούνται «συγνεφόπεπλα», οι εποχές του ήλιο γίνονται «ηλιόανθες», ενώ τα κακά όνειρα «πυκνόθαμπα μουχλιάρικα», σάμπως ένα μαγικό ραβδάκι να άγγιξε τους ήχους και να μετέτρεψε τα γράμματα του Σωτήρη Παλαιολόγου σε νότες, εικόνες και παραμύθια του δάσους.

Βρίθουν οι παρηχήσεις του: «στραμμένη στ’ απέραντο», «κι είχε σωριάσει χά­μου στα πόδια της πουλιά πολλά –πώς τα πιανε!», «τα πούπουλα άνθιζαν το καστανό χώμα του χαντακιού -συναγμένοι θησαυροί απαλής ευλογίας», «Εκείνη έπιανε πολλά πουλιά!», «Βάζω τα βήματά μου».

Μέσα από τη βατή και προβλεπτή ηθογραφία των κειμένων του, ας μη ξεχνάμε πως αναφερόμαστε σ’ έναν απόφοιτο εξαταξίου Γυμνασίου που συνθέτει στη μοναξιά του τα δικά του τραγούδια της φαντασίας με τις λιγοστές, ακόμα και στην εξεύρεση του χαρτιού, ευκαιρίες της προ εβδομήντα ετών εποχής, διαπιστώνουμε έναν λόγο βαθιά ρομαντικό και ρέοντα, διόλου δακρύβρεχτο, που στέκεται με θέληση κι εμπιστοσύνη στο ξεδίπλωμα των ιστοριών του: κάτι κυματάκια σπάγανε στο μάνιασμα δυο τρυφερών χεριών που γνέφαν στον απελ­πισμένο Σπύρο…/ αυτός που μέσα σε τούτη την ησυχασμένη απ’ την ομορφιά της θάλασσα έπλεξε κι άνθοσκόρπισε τις μελωδίες της ξεγνοισάς του σε τραγούδια, που γίναν αρμονίες του βυθού/ Πετάνε τα κουπιά του ακόμα!

Εδώ και χρόνια με υπομονή, επιμονή και μεθοδικότητα η κ. Μαρία Παλαιολόγου-Σκλήρη ανέλαβε όλο το βάρος της επίπονης αποκρυπτογράφησης των χειρογράφων του αδελφού της. Με πίστη στο έργο του, που διέσωσε, κατέγραψε και εξακολουθεί να επιμελείται, κατάφερε όχι απλώς να κρατήσει ζωντανό τον Σωτήρη Ηρ. Παλαιολόγο, αλλά και να διαδώσει το σύνολο της δουλειάς του. Ταγμένη ολοκληρωτικά στο πλούσιο έργο της στερημένης ζωής του, εξασφάλισε τη διαρκή παρουσία του, κάτι πολύ σπουδαιότερο από μια λογοτεχνική καταξίωση που δεν πρόλαβε να χαρεί, όπως του άξιζε. Πάντως το τελικό αποτέλεσμα δικαιώνει πλήρως και τους δυο.

Κώστας Κρεμμύδας

Share this Post

Περισσότερα στην ίδια κατηγορία