Κριτική
Κάθε εποχή κάνει τις δικές της αναγνώσεις στα παλιά κείμενα, προσαρμοσμένες τις ανάγκες της. Η επανάσταση του 1821, στις αρχές του 21ου αιώνα, είναι το πιο σημαντικό γεγονός του 19ου, παρά τις απομυθοποιήσεις πολλών παραμέτρων που φώτισε η μεταγενέστερη έρευνα. Η οπτική π.χ. της Ευρώπης με την οποία αρχίζει να βλέπει στο ελληνικό ζήτημα ήταν αποτέλεσμα του αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, που είχαν τα ταξίδια των περιηγητών, το ίδιο και το κίνημα του φιλελληνισμού που αναπτύχθηκε σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και που έκανε αρκετούς φιλέλληνες να φθάσουν στα πεδία των μαχών, με αποκορύφωμα την στράτευση και την θυσία του λόρδου Μπάυρον.
Από το γαλλικό φιλελληνικό μέτωπο προέρχονται τα τρία σημαντικά κείμενα της Τατιάνας Τσαλίκη-Μηλιώνη, σε μετάφραση δική της, όπως, επίσης, και τα σχόλια που κάνουν την έκδοση Κοραής, Σταντάλ, Σατωμπριάν. Η Αναγέννηση της Ελλάδας (εκδόσεις Νήσος) ένα σημαντικό απόκτημα. Είναι κείμενα μαρτυρίες που είτε προηγήθηκαν και συνέβαλαν στην προετοιμασία της Επανάστασης είτε αναζωογόνησαν το ενδιαφέρον για τους Έλληνες, ενώ αυτή εξελισσόταν. Είναι κείμενα πολιτικά που αφομοιώνουν πολύτιμα στοιχεία της επικαιρότητας της εποχής –πολιτικής, διπλωματικής- και αυτό είναι ένα από τα πράγματα που κάνουν την έκδοση πολύ σημαντική.
Ένα είναι το περίφημο πολιτικό Υπόμνημα του Κοραή, η διάλεξη στα γαλλικά που έδωσε στην Εταιρεία των Ανθρωποτηρητών το 1803, από όπου και η μετάφραση της Τσαλίκη-Μηλιώνη. Ανήκει στα πολιτικά κείμενα του Διαφωτισμού και φανερώνει την ωριμότητα της κοινωνικής συνείδησης του Κοραή, την θρεμμένη μέσα στο κλίμα της Γαλλικής Επανάστασης. Ο Κοραής, την εποχή αυτή, υπηρετεί τους συμπατριώτες του με τη μετάφραση των πλέον δραστικών έργων του Διαφωτισμού, όπως το έργο του Βεκκαρία Περί αμαρτημάτων και ποινών (1802) που έβλεπε ιστότιμα όλους τους πολίτες απέναντι του δικαστηρίου. Παράλληλα, μαζί με την Ελληνική Δημοκρατία του Ρήγα (1797) και την Ελληνική Νομαρχία (1806) του ανωνύμου μπορούμε να θεωρήσουμε αυτό το κείμενο του Κοραή του 1803 ως μία περιγραφή της κοινωνικής δημοκρατίας, που αρχίζει να σχηματίζεται στην Ελλάδα, εμπνευσμένη από το πνεύμα της Γαλλικής Επανάστασης.
Το Υπόμνημα παρουσιάζει το όραμα του Κοραή για την θεμελίωση μιας νεωτερικής κοινωνίας, αναγκαίας προϋπόθεσης στην πορεία προς την Επανάσταση. Το αφιερώνει στους πλούσιους ομογενείς Μιχαήλ Ζωσιμά -έναν από τους χρηματοδότες της Ελληνικής Βιβλιοθήκης (1805-1827)- και Θωμά Σπανιολάκη, στην ουσία όμως απευθύνεται στο γαλλικό (και Ευρωπαϊκό) κοινό και το ενημερώνει για την πολιτισμική και οικονομική ανάπτυξη που έχει συντελεσθεί στην Ελλάδα. Καθώς το γράφει σε εποχή μετά την Γαλλική Επανάσταση και στην αρχή των ναπολεοντίων πολέμων και των έντονων ιδεολογικών μαχών, επιλέγει, όταν εκδίδει την διάλεξη, την μορφή του φυλλαδίου, ένα είδος που το επέβαλε η γαλλική επανάσταση και που εύκολα διέφευγε της λογοκρισίας . Πληροφορεί για τις πρώτες επιτυχίες των φώτων στην Ελλάδα, ενημερώνει για την κυκλοφορία επιστημονικών βιβλίων, ανασκευάζει τις αρνητικές απόψεις που εκφράστηκαν από περιηγητές και καταγγέλλει το καθεστώς εξουσίας, κάτω από το οποίο παρακμάζει το έθνος των Ελλήνων. Πρόκειται για κείμενο- μαρτυρία με στοιχεία προφορικού λόγου, εφόσον είναι κείμενο διάλεξης, και με την ρητορική μορφή μιας διακήρυξης, όπου αναπτύσσονται οι επιτυχίες των Ελλήνων σε βασικές δραστηριότητες, όπως οι ναυτικές, οι εμπορικές, οι σχολικές. Περισσότερο τονίζει την δυναμική του ναυτικού –που αναπτύσσεται ραγδαία μετά την συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774) και τους ναπολεόντιους πολέμους- κυρίως των Υδραίων που τους αποκαλεί «νέους Αργοναύτες», και παρουσιάζει την τολμηρή εμπορική του δραστηριότητα και εμπειρία, αποκτημένη από τις αναμετρήσεις του με τους πειρατές και από την θητεία τους στον οθωμανικό στόλο.
Κυρίως ο Κοραής θέλει να κάνει γνωστό αφενός μια πορεία ελληνικής αφύπνισης, μια ανάπτυξη δηλαδή κοινωνική με γνώμονα την φιλελεύθερη ηθική του Διαφωτισμού, και αφετέρου να διακηρύξει την «υδρωπικία» της οθωμανικής αυτοκρατορίας που την οδηγεί στην καταστροφή, όπως φάνηκε στον Ρωσοτουρκικό πολεμο (1769). Γι’ αυτό και η μαχητική αναφορά στην πρακτική του φωτισμού, ονομάζοντας πόλεις, σχολεία, εκδόσεις, αρχαίους συγγραφείς και αξιόλογους μεταφραστές νεωτερικών έργων. Στους τελευταίους συγκαταλέγει τον Σπυρίδωνα Ασάνη –χωρίς να τον ονομάζει- και τη μετάφραση του Abbe de la Caille Περί κωνικών τομών (Βιέννη 1803), από το έργο του Απολλώνιου του Περγαίου (3ος αι. π.Χ.), που διέσωσε και συμπλήρωσε το έργο του Ευκλείδη, ώστε έμπρακτα να φανεί η στροφή στο επιστημονικό βιβλίο.
Την ευρωπαϊκή όψη του ελληνικού θέματος και μάλιστα όταν στην Ευρώπη έχει εγκαθιδρυθεί το αρνητικό περιβάλλον που αλλάζει το κλίμα της Γαλλικής Επανάστασης, με το συνέδριο της Βιέννης (1814-1815), μας την δίνουν τα δύο πολιτικά κείμενα, που μεταφράζει και σχολιάζει η Τσαλίκη-Μηλιώνη. Το ένα, με τίτλο Η Αναγέννηση της Ελλάδας (1816) είναι του γνωστού μας μυθιστοριογράφου Marie-Henri Beyle ή Σταντάλ –ένα από τα πολλά φιλολογικά του ψευδώνυμα- και το άλλο είναι το Υπόμνημα περί της Ελλάδας (1825) του αριστοκράτη Φρανσουά Ρενέ ντε Σατωμπριάν, που ενίσχυσε, ωστόσο, φιλελληνικό κίνημα, μεταβάλλοντας τον ρομαντικό περιηγητή του Οδοιπορικού (1811) σε θερμό φιλέλληνα και το Υπόμνημα ένα είδος μανιφέστου υπέρ της Επανάστασης.
Η εκδοση φέρνει για πρώτη φορά σε έναν τόμο τρία πολιτικά κείμενα, που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην Επανάσταση του 1821. Το κείμενο Η Αναγέννηση της Ελλάδας του Σταντάλ, που μας τον κάνει γνωστό και ως πολιτικό, πλαισιώνεται από την άγνωστη αρθρογραφία του (1822-1829), κυρίως στον αγγλόφωνο Τύπο της εποχής –τα σχετικά σχόλια της Τσαλίκη-Μηλιώνη, όπως και της ιστορικού Ευγενίας Λαγού, είναι ιδιαίτερα κατατοπιστικά και σημαντικά-, επισημαίνοντας γεγονότα με ιδιαίτερη αξία για την ελληνική υπόθεση, όπως η έκδοση του Κλ. Φωριέλ και του Ν. Lemercier ή η άφιξη του Maison και των Γάλλων στρατιωτών στην Πελοπόννησο. Τα κείμενα μας δίνουν το κλίμα της εποχής, το τι συνέβαινε στην Ευρώπη, πώς π.χ. πολεμούσε την επανάσταση η Ιερή Συμμαχία ή, γενικά, ποια αντιμετώπιση είχε το ελληνικό ζήτημα. Εκείνο που έχει αξία είναι οτι το κείμενο του Σταντάλ δημοσιεύει την έκθεση ενός επισκέπτη Ελλάδας, που βλέπει τα πράγματα από την σκοπιά της αρχαιότητας, δεν κρύβει τους ευρωπαικούς ανταγωνισμούς –που άλλωστε ειχαν καταγραφεί και στη συμφωνία της Βιέννης- και προβληματίζεται για τον τρόπο που θα διοικηθεί η Ελλάδα μετά την ήττα του Τούρκου. Οι θλιβερές προτάσεις του επισκέπτη, που έκαναν τον Σταντάλ να ξαναδιαβάσεις τον Giaour του Byron, βλέπει τον επικείμενο ξεσηκωμό των Ελλήνων σαν «έναν πόλεμο για την παιδεία» -ίσως αυτό να εννοεί ο τίτλος- και το μέλλον του δυσοίωνο, λέγοντας ότι μόνο «κατά τον 21 αιώνα οι Τέχνες και τα Γράμματα θα αναγεννηθούν στην Ελλάδα».
Το Υπόμνημα του πολιτικού Σατωμπριάν επιχειρεί να εντείνει το ευρωπαϊκό ενδιαφέρον για την «ιερή υπόθεση», την ελληνική επανάσταση, στα 1825, στιγμή κρίσιμη, όταν ξεκινούν από την Αιγυπτο για την Πελοπόννησο τα στρατεύματα του Ιμπραήμ. Δεν ήταν η πρώτη φορά που μιλούσε για τους Έλληνες. Το Οδοιπορικό του είχε προκαλέσει συγκίνηση για τους σκλαβωμένους Ελληνες και αναθέρμανε το φιλελληνικό κίνημα της Ευρώπης. Τώρα, με το Υπόμνημα, έχοντας περάσει από τη γαλλική διπλωματία ως υπουργός αλλά και ως εκδότης της Εφημερίδας των συζητήσεων, θαυμαζόμενος από την γαλλική νεολαία, έχει ιδιαίτερη αξία η συνηγορία του υπέρ της Επανάστασης. Συνιστά θερμή διακήρυξη προς την χριστιανική Ευρώπη υπέρ της ελληνικής επανάτασης, αμφισβητεί την νομιμότητα του Συνεδρίου της Βέννης και προσπαθεί να πείσει για το συμφέρον της Ευρώπης από μια χριστιανική Ελλάδα παρά από μια μουσουλμανική Τουρκία. Το Υπόμνημα έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην ευρωπαική κινητοπόιησης του 1826-1827 και στη δημιουργία του Ελληνικού Κράτους. Η έκδοση ολοκληρώνεται με Επίμετρο, όπου καταχωρίζεται επιστολή του Κοραή με μέρος των γλωσσολογικών του προβληματισμών. Αξίζει να μεταφέρουμε το τέλος της επιστολής: δεν με φαίνεται άτοπον να βαπτίσωμεν την Civilisation πολιτισμόν.
Το βιβλίο της ομότιμης Καθηγήτριας Τατιάνας Τσαλίκη-Μηλιώνη έχει τις αρετές και κυρίως την καλή γλώσσα και το ύφος της μετάφρασης για να μείνει στην ελληνική βιβλιογραφία την σχετική με την Ελληνική Επανάσταση. Αλλά, κυρίως, γιατί πολλά σημερινά ζητήματα –σχέσεις με Ευρώπη, Τουρκία κλπ- μπορούν να ειδωθούν κάτω από το πρίσμα των παλιών κειμένων.
Γεωργία Λαδογιάννη
Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
* Koραής, Σταντάλ, Σατωμπριάν. Η Αναγέννηση της Ελλάδας. Μετάφραση-Επιμέλεια: Τατιάνα Τσαλίκη-Μηλιώνη. Εκδόσεις Νήσος, 2018.
Share this Post