31.8.19 Σάββατο. Μπάνιο στη Λούτσα Ιθάκης ενώ κάτι σκάφη που κόβουν ποδάρια κάνουν ταρζανιές στο νερό. Ένα φουσκωτό παρελαύνει με μία κινέζα μέσα που κρατάει ομπρέλα για να μην καεί. Ένας ντόπιος μπαίνει με σαμπρέλα νταλίκας στο νερό. Αφήνουμε αυτή την πλαζ και πάμε στο Φιλιατρό. Αλλά οι μέλισσες παραείναι άφθονες στις ακτές της μείζονος Ιθάκης. Ακόμη κλαίω το κινητό μου και δεν μπορώ να φωτογραφίσω πια το γαύροι-κότες γραμμένο στην εκκλησία. (σ. επιμελητή: Προφανώς ο Δημήτρης να ήθελε να βιντεοσκοπήσει και το μεγαλειώδες 4-0 από τον Άρη. Για κάτι τέτοιες στιγμές χρειάζονται τα κινητά Δημητράκη.)
Και δεν είδαμε ψάρια στα δύο νησιά ούτε κότες. Πού είσαι Αιγαίο! Κάποτε στην Κίμωλο παίξαμε μποξ με κάτι γαϊδουρόψαρα που κολυμπούσανε σαν άρχοντες. Eδώ ούτε μαρίδα δεν κινείται στο νερό.
Από τον Πίσω Αετό, ένα λιμάνι που βρίσκεται υπό διαμόρφωση, παίρνουμε το φέρυ για τη Σάμη Κεφαλονιάς. Μαζί μας και μια νεκροφόρα. Η Μπέμπα μου αγοράζει παγωτό. Αποχωρούμε από την Ιθάκη χωρίς να δούμε την Εξωγή, την οποία μου είχε συστήσει ο Σωτήρης Χατζημανώλης, την περίοδο που έψαχνα σε νησί ένα ερείπιο με θέα. Είχε επισκεφτεί την Ιθάκη ο Σωτήρης φιλοξενούμενος από έναν ελληνοαυστραλό θιακιό Πανεπιστημιακό (όλοι οι εκτός Ελλάδος διανοούμενοι είναι πανεπιστημιακοί) που αυτή τη στιγμή μου διαφεύγει το όνομά του κι είχε ενθουσιαστεί με την Εξωγή. Ο Σωτήρης παραπονιέται ότι δεν τον αναφέρω στο Ημερολόγιό μου αλλά οι δρόμοι μας δεν συμπίπτουν, καθώς αυτός έχει μία πατρίδα και τα καλοκαίρια που έρχεται Ελλάδα πάει κατευθείαν Χίο, χωρίς να κάνει καν ένα τηλέφωνο. Οπότε σόρι.
Στο Αργοστόλι. Κάτι το ράθυμο, μία κουφόβραση. Το βράδυ εκδήλωση της ΚΝΕ και ομιλία Καραθανασόπουλου έξω από το κτίριο της Περιφέρειας. Ψηλός και ξύλινος όσο ποτέ. Ένα παιδάκι του κόμματος απαγγέλλει ένα ποίημα, του Πόντικα νομίζω, με «λυσσασμένο πάθος». Θυμάμαι κι εμένα να με βάζουν σε μικρό κύκλο εθνικοφρόνων να απαγγέλω για την πατρίδα, κάτι πομπώδες, μετεμφυλιακή Ελλάδα γαρ, βγαλμένη από ταινία Αγγελόπουλου -εδώ τι είδους ταινία παίζεται; δεν καταλαβαίνω.
Το πιτσιρίκι απαγγέλλει και λέει να τους «βγάλουμε τα νύχια να τους κόψουμε τα χέρια». Τι καταλαβαίνει το παιδάκι άραγε και γιατί φωνασκεί; Ποιος του έδωσε ένα τέτοιο κείμενο για δημόσια εκφώνηση. Πάλι δεν καταλαβαίνω. Στην πρώτη σειρά ασπρομάλληδες της ΚΝΕ Κεφαλονιάς χειροκροτούν χλιαρά.
Ο κεντρικός δρόμος προς την κεντρική πλατεία του Αργοστολίου είναι γεμάτος καταστήματα με δώρα και ευχάριστους ανθρώπους με ανοιχτές αγκαλιές. Ο πολύ κόσμος επί το πλείστον τουρίστες που φωτογραφίζονται. Η μεγάλη πλατεία είναι παιδική χαρά. Πατίνια, ποδήλατα δίκυκλα και τρίκυκλα κάνουν ακροβατικά, μπόμπιρες σου ’ρχονται καταπάνω σου σαν σφαίρες και σου κόβουν το ήπαρ.
Συνάντηση με αγαπητούς φίλους, κάτοικους πια Αργοστολίου, Γιώργο Μεσσάρη και Ναταλί και μετάβαση σε κυριλέ καφέ μπαρ, με παρακμιακό μουσικό, που αρέσει στους φίλους μου. Με τρομάζει η υπερταχύτητα που δουλεύουν τα γκαρσόνια λες και τους έχουν βάλει νέφτι στον πισινό. Το θέαμα γίνεται θλιβερό. Πώς μπορείς να διασκεδάσεις όταν οι άλλοι δουλεύουν έτσι σαν είλωτες; Οι εργαζόμενοι στη μεταμνημονιακή Ελλάδα τα δίνουν όλα, ειδικά στα… θεριστικά θέρετρα υπερβαίνουν εαυτό για την περαιτέρω ανάπτυξη της υγιούς… επιχειρηματικότητας.
Στις 31 Αυγούστου του 1867 πεθαίνει ο Σαρλ Μπωντλαίρ ένας από τους σημαντικότερους γάλλους ποιητές γνωστός με τη λεζάντα του «καταραμένου»
1.9.19 Κυριακή. Φωτογραφίες στο Μύρτο όπου ζεύγος φιλιέται στο νερό οκτώ η ώρα το πρωί. Βουτάμε κι εμείς. Ύστερα πάμε προς τον Άσσο. Στο δρόμο πιάνουμε ιταλικούς σταθμούς με χαρούμενες μουσικές. Ούτε Νταλάρες, ούτε Μπίθι, ούτε Καζαντζήδηδες εέεεεέεε κι άλλα ααααααα κακέκτυπα νεοελληνικά μουσικά υποπροϊόντα, και σε μια στιγμή πιάνουμε και το σταθμό Ληξούρι. Μιλάει ένας τύπος ηλικίας γιατί ακούγεται σαν να έχει μασέλα. «Παντρεύτηκε ένα ζευγάρι», λέει «και μετά από λίγες μέρες πιάνει ο πατέρας της νύφης τη συμπεθέρα και της λέει δεν είμαστε καθόλου ευχαριστημένοι από το γιο σου. Γιατί; ρωτάει η μάνα. Γιατί ο γιος σου δεν δίνει 5.000 το μήνα στην κόρη μου. Μ’ αυτά τα λεφτά είναι πολλά, άλλοι ζούνε ολόκληρη οικογένεια με χίλια. Δεν ξέρω, εμείς αυτά περιμέναμε από το γιο σου και δεν τα βλέπουμε. Βλέπετε αγαπητοί ακροατές….» συνεχίζει ο βλαξ να λέει βλακείες κι εγώ τον ακούω έστω από περιέργεια και πιάνω πάτο, ψηλά στις γκρεμίλες των ορέων της Κεφαλονιάς.
Στο Φισκάρδο. Η επιτομή της τουριστικής ομορφιάς. Σπίτια που άντεξαν το σεισμό του 1953 αναπαλαιωμένα, φρεσκοβαμμένα μεταβλήθηκαν σε κοφτήρια και ναούς μαντζαρίας.
Άμα δεν είσαι τουρίστας εδώ πεθαίνεις. Αλλά και κάποιους ανυποψίαστους τουρίστες του γδέρνουν ζωντανούς. Είδαμε έναν ψευδο-ολιγάρχη κρεμασμένο ανάποδα στην είσοδο καταστήματος να προσφέρεται στους επισκέπτες ως φέτες λαρδί.
Δημήτρης Τζουμάκας