Ερυθρόλευκη Τρέλα – Kόκκινες τουλίπες στον Κολωνό | Κώστας Κρεμμύδας. Εκδόσεις Μανδραγόρας, 2017

In Κριτικές, Λογοτεχνία by mandragoras


Κριτική



Και μη νομίζετε ότι οι διαρκείς νίκες δεν κουράζουν τους νικητές: πρώτα απ’ όλα σου αμβλύνουν το μέγεθος της χαράς μετατρέποντας σε ρουτίνα ακόμα και τους γύρους των θριάμβων. […] Γι’ αυτό κι εμείς αναγκαζόμαστε να χάνουμε από καιρού εις καιρόν.

Ερυθρόλευκης τρέλας το ανάγνωσμα. Ένα ανάγνωσμα όμως που απευθύνεται στους φιλάθλους όλων των ομάδων και σε όσους δεν ασχολούνται καν με το άθλημα – όχι από μεγαλοψυχία του συγγραφέα, αλλά λόγω του ότι το ποδόσφαιρο είναι το σύμπτωμα: Εντός, εκτός και επί το αυτό ξεδιπλώνεται μια ολόκληρη εποχή, η καθημερινότητα, οι πρωταγωνιστές και οι δεύτεροι ρόλοι – πολιτικοί, παπάδες, (έκπτωτοι πλέον) βασιλείς, μελωδοί, ο Μανώλης Αγγελόπουλος, τα ρεμπέτικα και φυσικά το Καραϊσκάκη, ο Αριστείδης Παπάζογλου κι ο Γιώργος Σιδέρης. Δίπλα στους επώνυμους, η ζωή των ανωνύμων, της γειτονιάς, των φίλων και των συγγενών. Η επταετία και η Αριστερά ως στάση ζωής, ως τρόπος σκέψης. Οι αγωνιστές που αρνήθηκαν τη ζωή τους, αντί για τα ιδεώδη τους. Σε μια εποχή, στην οποία τα ιδεώδη είχαν αξία, υπόσταση κάθε άλλο παρά υλική. Ο συγγραφέας στέκεται με σεβασμό και συγκίνηση απέναντι σε όσους αγωνίστηκαν για τις ιδέες τους, δε διστάζει να στηλιτεύει σαρκαστικά την εξουσία, ενώ αντιπαραθέτει ανελλιπώς τους άρχοντες του χτες με τους σημερινούς.

Ανάμεσα στα παραπάνω, ο πατέρας, η μητέρα. Η γιαγιά και ο θείος. Όλη η πολυκατοικία και οι διπλανές ταράτσες. Με τον Κολωνό σκηνικό και αφετηρία και τον Πειραιά προορισμό, τελευταία στάση του τρένου και τέλος με την έννοια του σκοπού. Κι ο συγγραφέας, παιδί και έφηβος σε δυο περιοχές που πάλλονται από συναίσθημα, προσωπικές ιστορίες, κωμικά περιστατικά, όσα μάγευαν κι ύστερα κατέρρευσαν.

Το ποδόσφαιρο, όπως και η ζωή μας, είχαν μια βαθειά συλλογικότητα, στον μικρόκοσμο έστω της γειτονιάς, αλλά πάντως όλα αυτά τα τραγούδια, τα μοιρολόγια, οι πανηγυρισμοί και, το κυριότερο, οι καυγάδες έμπαιναν μέσα σ’ ένα ομαδικό στίγμα: νιώθαμε πως κανένας δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα μοναχός.

 Άλλοτε μάρτυρας κι άλλοτε συνεργός, περιγράφει τις εικόνες του με υποδόριο χιούμορ και ειρωνική ετοιμότητα (εκτός αν πρόκειται για τον Ολυμπιακό – εκεί τα πράγματα μόνο σοβαρά μπορεί να είναι…). Ακόμα όμως και το τυφλό πάθος για την ομάδα το διαχειρίζεται με επίγνωση (αμαρτία εξομολογουμένη ουκ έστιν αμαρτία!) και δίνει και –μετρημένο, τόσο όσο– χώρο στους αντιπάλους, μια-δυο γραμμές στις άλλες ομάδες, εκείνες που υπάρχουν για να λάμπει η ερυθρόλευκη. Άντε και μια μνεία στον Παπαϊωάννου της Ένωσης, αλλά με την ιδιότητά του ως αοιδού…

Ευγένεια και ευαισθησία στην πένα, όταν μιλάει για τους ανθρώπους της ζωής του, χείμαρρος λόγου όταν επιτίθεται στα πάσης φύσεως κακώς κείμενα, διάχυτη (αλλά ανάλαφρη) γκρίνια για όσα χάθηκαν μέσα στο χρόνο ή αλλοτριώθηκαν κι έφτασαν στο σήμερα μεταλλαγμένα. Μπρος-πίσω στο χρόνο και στην (αναπόφευκτη) σύγκριση των εποχών και των ηθών, ζωηρά σχόλια μαζί με μια υφέρπουσα μελαγχολία, που κάποτε αγγίζει τη θλίψη και κάποτε δημιουργεί την υποψία ότι ο γράφων κουνάει το κεφάλι του με πικρία.

Γλυκό και πικρό συνυπάρχουν σε ένα βιβλίο το οποίο ξεχειλίζει από πάθη (κόκκινα), νοσταλγία, μνήμες για όσα και όσους έφυγαν. […] στρέφω με αγωνία το βλέμμα μου στα πίσω, μήπως μπορέσουν να μου ξαναδώσουν πνοή όλα όσα αγάπησα και μ’ αγάπησαν βαθειά και απλόχερα.

Αλλά και:

Καλά ή κακά τα χρόνια μας ήταν αυτά κι έτσι τα μπορέσαμε. Για τα υπόλοιπα “Who knows?” που θα ΄λεγε κι ο Χέντρ

 

Μιρέλα Παπαχλιμίντζου

Share this Post

Περισσότερα στην ίδια κατηγορία