Ημερολόγιο Ασημάντων 130: O ύμνος της γραφής | Δημήτρης Τζουμάκας

In Λογοτεχνία, Πεζογραφία, Χρονογράφημα by mandragoras

 

15.5.19 Είχα μεγάλη περιέργεια και είδα το «Μανχάταν» στην τηλεόραση. Φιλμ του 1979 του Γούντι Άλεν που η κριτική το θεωρεί αδιαμφισβήτητο αριστούργημα του αμερικανικού κινηματογράφου. «Ποτέ η Αμερική δεν κινηματογραφήθηκε πιο μοναχική, πιο ανθρώπινη και πιο εμβληματική» Βασιλική Γερονίκου (Αθηνόραμα πέντε αστεράκια. Δηλαδή Αϊζενστάιν, Ροσελίνι, Μπέργκμαν και βάλε). Come on! Εδώ υπάρχει όχι υπερβολή αλλά παρανόηση. Ένα απλώς χαριτωμένο φιλμάκι που σήμερα φαίνεται εντελώς μπανάλ παρουσιάζεται ως αριστούργημα. Ασφαλώς ο Γούντι Άλεν είναι ένας ευφυής καλλιτέχνης έχει γυρίσει μία αριστουργηματική ταινία «Το όνειρο της Κασσάνδρας» (2007) και πολλά μαζεμένα «Μανχάταν». Αν η κυρία Γερονίκου βλέπει την «εμβληματική Αμερική» σε ένα «αδιαμφισβήτητο αριστούργημα» του Γούντι Άλεν τι έχει να πει για την Αμερική του Αντονιόνι στο «Ζαμπρίσκε Πόιντ», τι έχει να πει για την Αμερική του Βέντερς στο «Παρίσι Τέξας», για το «Νονό» του Κόπολα, για τις «Συμμορίες της Νέας Υόρκης» του Σκορτζέζε κλπ. κλπ. Έκλεισα την τηλεόραση πριν τελειώσει το φιλμ. Ένας υπερτιμημένος, νευρωτικός, διανοουμενίστικος λαϊκισμός.

16.5.19 Συνάντηση με τον Κώστα Καραμάρκο στο καφέ Φίλιον. Χαίρομαι όταν βλέπω φίλους από Αυστραλία στην Αθήνα. Του αρέσει του Κώστα το Φίλιον, όμως εμένα δεν μου αρέσει. Εδώ συναντιούνται ποιητές και ηθοποιοί καλοζωισμένοι ή φτωχοπρόδρομοι που υποδύονται ρόλο διανοούμενου, καλλιτέχνη ή την ελίτ Κολωνακίου. Δεν μπορώ να φαντασθώ τον Κάσδαγλη, το Φύσσα ή τον Κρεμμύδα να κάθονται με τις ώρες και να εμπνέονται από τα μπουλτόγκ που περνούν στο πεζοδρόμιο ή τις λουλούδες στην αγκαλιά των κυριών και να πληρώνουν τον διπλό ελληνικό καφέ τέσσερα ευρώ ενώ ο Χοντρός με τους ωραίους λουκουμάδες στα Βλάχικα, κοντά στη Βάρκιζα, χρεώνει μόλις ενάμιση.

Με τον Κώστα μιλήσαμε για τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει ο φίλος μας ο Τσίρκας για τον αγαπημένο του γιο Χρήστο που διαπρέπει στη Μελβούρνη, για τις επικείμενες (ή «επικίνδυνες») στην Αυστραλία εθνικές εκλογές και μου ανακοίνωσε το θάνατο του πρώην πρωθυπουργού των Εργατικών Μπομπ Χωκ, μόλις πριν από δέκα λεπτά, ενός πολιτικού που έβαλε τη δική του σφραγίδα στην Αυστραλία με την οκταετή του διακυβέρνηση. Σήμερα ποιος γνωρίζει τα ονόματα των πρωθυπουργών της Αυστραλίας; Δεν υπάρχουν προσωπικότητες τύπου Χωκ. Τα μεγάλα θέματα έχουν λυθεί, η χώρα ευημερεί, ο Πολυπολιτισμός έχει επιβληθεί η αδιανόητη εμπορική συνεργασία με την Κίνα βρίσκεται στον κολοφώνα της, ωστόσο το κυνήγι του «λαθρομετανάστη» καλά κρατεί.

Είχα σχεδιάσει να δω αφιέρωμα στον ιρανικό σινεμά στο ΑΣΤΥ αλλά έχω κολλήσει στο Βιβλιοπωλείο Πολιτεία. Αγοράζω συνέχεα βιβλία, θα χρεοκοπήσω. Είναι ακριβά. Έλα τώρα, 18 ευρώ για τη «Μάζα ως διάκοσμο»; Άλλωστε δεν προλαβαίνω να τα διαβάσω. Μόνο ξεφύλλισμα. Και μόνο για ξεφύλλισμα είναι αυτά τα βιβλία. Και ξαφνικά βλέπω μπροστά μου τον Δημήτρη Μπάκουλη εκ Βρυξελλών.

Πάμε στο καφέ Πόλις όπου υπάρχει εκδήλωση για τα 100 χρόνια από τη γέννηση του Μπόρχες. Η εκδήλωση οργανώνεται από τη Γεν. Γραμματεία του υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, με συντονιστή τον Κώστα Μαυροειδή, υπάρχει εκπροσώπηση με πολιτιστικό Ακόλουθο από την Πρεσβεία της Αργεντινής και κύριοι ομιλητές είναι οι κύριοι μεταφραστές του έργου του μεγάλου Αργεντινού: Αχιλλέας Κυριακίδης και Δημήτρης Καλοκύρης. Βλέπω φιλικά πρόσωπα. Εντυπωσιακοί και οι δύο, βρίσκουν με ευκαιρία τον Μπόρχες, να μιλήσουν για πολλά πράγματα μαζί, για το άγχος του μεταφραστή μπροστά στο κειμενικό αριστούργημα και να αποθεώσουν τη διαδικασία της γραφής, το συγγραφέα και τον αναγνώστη. Ο Κυριακίδης πρωτίστως τον αναγνώστη. «Ο μόνος γεωμετρικός τόπος όταν ο αναγνώστης δημιουργεί». Μετά το ρεσιτάλ των δύο σπουδαίων μεταφραστών μιλάει μία νεαρή κυρία, ονόματι Μάρθα, από την Αργεντινή σε άπταιστα ελληνικά για το Λαβύρινθο στον Μπόρχες και μαγεύει με τον άμεσο, τον ανεπιτήδευτο και καθηλωτικό τρόπο που αναπτύσσει το θέμα της.

Ο ύμνος της «λαβυρινθώδους» γραφής με κάνει να σκέφτομαι όμως ότι η γραφή, η κορυφαία αυτή έκφραση του πολιτισμού, υπήρξε εργαλείο των ιερέων και της ελίτ, εργαλείο χειραγώγησης των μαζών, πιστών τε και απίστων. Στη γραπτή επικοινωνία χρησιμοποιήθηκε για υποδούλωση, λέει ο Κλωντ Λεβί Στρως. Βέβαια τώρα, εδώ στο καφέ ΠΟΛΙΣ, χρησιμοποιείται για απόλαυση, μιλάμε για μυθιστόρημα και ποίηση υψηλή, δεν μιλάμε για υποτιμημένη, περιπλανώμενη και αλλοτριωμένη εργασία όπου άμα δεν ξέρεις να γράφεις αγγλικά είσαι καταδικασμένος να πένεσαι, εκτός κι αν ψελλίζεις ολίγα απ’ αυτά, οπότε έχεις εξασφαλίσει σαν καλό γκαρσόνι ένα πιάτο φαγητό σε κάποια κουζίνα-κατακόμβη.

Ακούγοντας τον ύμνο της γραφής την εποχή του διπόλου φασισμός/αντιφασισμός (αν και με τη βοήθεια των ηλεκτρονικών ραδικιών που μας πλημμυρίζουν όλα τείνουν να γίνουν φασισμός κι άλλοι μιλούν για μας), σκέφτομαι ότι λίγη αυτοσυγκράτηση γι’ αυτό το ύπουλο πράγμα που λέγεται γραφή (και κρύβει κατά τον Στάινμπεκ και στις καλύτερες προθέσεις μία χαμέρπεια) δεν θα έβλαπτε.

Κι όμως η γραφή είναι και παραμένει το άλφα και το ωμέγα του Πολιτισμού. Και για να είμαι απόλυτα ειλικρινής με αφορμή τον Μπόρχες τον απήλαυσα κι εγώ αυτό τον ύμνο της γραφής. Το πρόβλημα είναι γενικότερο με τον «Πολιτισμό» και τις φρικαλεότητες που κάνανε οι πολιτισμένοι! Δεν τολμώ βέβαια να κραυγάσω όπως οι σκληροί αναρχικοί «Ολική άρνηση του πολιτισμού», αλλά λέω ολική άρνηση του εξουσιαστικού πολιτισμού, που όσο κι αν κάνουμε πως δεν καταλαβαίνουμε, μας περισφίγγει όλο και περισσότερο.


Δημήτρης Τζουμάκας