Γιάννης Βασιλακάκος | Ηλίας Πετρόπουλος Ο τεχνίτης της διαστροφής, Σεργιάνι στον κόσμο ενός αιρετικού ελληνολάτρη

In Κριτικές, Λογοτεχνία by mandragoras


Κριτική

 

Ποιος και τι ακριβώς ήταν ο Ηλίας Πετρόπουλος; Σπούδασε νομικά, χωρίς ποτέ να πάρει πτυχίο και να ασκήσει τη δικηγορία. Ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία, χωρίς να ακολουθήσει δημοσιογραφική καριέρα. Ξεκίνησε γράφοντας μονογραφίες για εικαστικούς καλλιτέχνες, χωρίς να έχει σπουδάσει καλές τέχνες. Έγραψε ποίηση, χωρίς να υπάρξει ποτέ καθαρόαιμος ποιητής. Επιδόθηκε σε λαογραφικές γλωσσολογικές και λεξικογραφικές έρευνες και μελέτες, χωρίς να ισχυριστεί ότι είναι επιστήμων λαογράφος ή γλωσσολόγος. Μα τι τέλος πάντων ήταν αυτός ο άνθρωπος;

Γιάννης Βασιλακάκος

 

Στο ερώτημα αυτό προσπαθεί να απαντήσει ο συγγραφέας/«βιογράφος» του παρόντος βιβλίου για τον Ηλία Πετρόπουλο συγκεντρώνοντας ένα πλήθος μαρτυριών από μια ευρύτατη γκάμα ανθρώπων που γνώρισε τον Ηλία Πετρόπουλο κι αγάπησε τόσο τον ίδιο όσο και το έργο του. Μια επίμοχθη δουλειά, ένα λογοτεχνικό παζλ που νομίζω ότι συγκεντρώνει κυριολεκτικά τους πάντες και τα πάντα. Όλα είναι συγκεντρωμένα εδώ.

Πρώτα για το βιβλίο

Αποτελεί μια ιδιότυπη βιογραφία. Ιδιότυπη καθώς δεν ξεκινά να παρακολουθεί χρονολογικά την εξέλιξη και πορεία του Π. αλλά διατρέχει κάποιες βασικές συνιστώσες του, όπως περίπου φαίνεται από το σημείωμα που προτάσσω, αξιοποιώντας κείμενα, μαρτυρίες, απόψεις όσων ασχολήθηκαν με το έργο του Η.Π. αλλά και αποσπάσματα από το καθεαυτό έργο. Βιογραφία είναι καθώς και ο ίδιος ο Β. αυτοπροσδιορίζεται «βιογράφος», σημειώνοντας μάλιστα σε γ’ πρόσωπο για τον εαυτό του: Ούτε καν ημερολογιακές σημειώσεις συνήθιζε να κρατάει, επειδή δυσκολεύεται να δει τις καθημερινές λεπτομέρειες στις σωστές τους διαστάσεις. Του φαίνονταν ρευστές, σαν το νερό που τρέχει μέσα μες από τα δάχτυλά του. Για να μπορέσει να συλλάβει το νόημα αυτών των λεπτομερειών χρειάζεται μια χρονικά αν όχι και γεωγραφική αποστασιοποίηση. [ ] Διατυπώνω την άποψη ότι πιο ενδιαφέρον θα ήταν αν αντί του συγκεκριμένου βιβλίου έγραφα το επιμύθιό του, δηλαδή το τι προηγήθηκε, τι μεσολάβησε και τι ακολούθησε τη συγγραφή του. Τα παρασκήνια… (σελ. 30-33). Την κουζίνα του συγγραφέα, το εργαστήριό του, όλο αυτό το άγνωστο παρασκήνιο της rue Mouffetard όπου από το 1975 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2003 βρισκόταν το επιτελείο του Ηλία Πετρόπουλου.

Το βιβλίο του Β. είναι γραμμένο, κατά τη γνώμη μου συνειδητά, με ένα λογοτεχνικό ύφος, διανθισμένο με σκέψεις και άλλων πέραν (και ασχέτων προς τον Π.) συγγραφέων: από τον Χέμινγουεϊ, τον Μπόρχες, τον Κοέλιο, τον Καμύ, έως τον ημέτερο επιστολογράφο-συγγραφέα Νίκο Καχτίτση –τον γνωστό και ως «Στοππάκιους Παπένγκους» εκ …Γάνδης, την οποία ουδέποτε επισκέφθηκε, αλλά συνδεδεμένος στενά επίσης με τον Ν.Γ. Πεντζίκη, τον άνθρωπο που φαίνεται να επηρέασε τον Η.Π..

Ως προς την παρατήρηση του Β. ότι ο Π. επιδόθηκε σε λαογραφικές γλωσσολογικές και λεξικογραφικές έρευνες και μελέτες, χωρίς να αποζητά ακαδημαϊκές περγαμηνές λαογραφίας ή γλωσσολογίας, θα επικαλεστώ τον ίδιο τον Π.: Αντί να γράφω επιστημονικά βιβλία λέω ότι είμαι ημιεπιστήμων, ότι γράφω ημιεπιστημονικά βιβλία. Και σε άλλη ευκαιρία ο ίδιος συνόψισε τους τίτλους και προσδιόρισε την ειδικότητά του: Δεν μπορώ να ξέρω τι θα θυμούνται (αν θυμούνται) οι άνθρωποι όταν πεθάνω. Πάντως θα ήθελα να θυμούνται το πάθος μου για την αλήθεια. Ένα πάθος που αντίκειται στις προκατασκευασμένες διδασκαλίες.

Με όλο το σεβασμό στη μνήμη του και στην ιερότητα των όρων που σε εποχές τζούφιες (σαν τη δική μας) εξευτελίζονται ιερόσυλα, θα έλεγα ότι ο Η.Π. ήταν έναν πανέξυπνος διεισδυτικός αναρχικός νους, ένας δουλευταράς ταξινόμος-Συγγραφέας, με Σίγμα Κεφαλαίο και μνήμη software (λογισμικό υπολογιστή) που μέσα στα βιβλία του ήταν η Ελλάδα που αγαπούσε, αναπολούσε και ακούσια εγκατέλειψε, διπλά κι αυτός εγκαταλειμμένος, επίσης ακούσια, από τον πατέρα του που τον εκτέλεσαν τον Οκτώβριο του ’44, χωρίς ποτέ να βρεθεί το πτώμα του. H δολοφονία του πατέρα του φαίνεται πως στοίχειωσε στη μνήμη και τη ζωή του. «Γνώρισα τον θάνατο και σταμπαρίστηκα απ’ αυτόν. Γι’ αυτό αν είμαι κάτι, θα έλεγα ότι είμαι θανατολόγος κι όχι ρεμπετολόγος» Ο Β. μας ξαναθυμίζει (σελ. 242-243) το τελευταίο βιβλίο, του οποίου την επιμέλεια είχε ολοκληρώσει εν ζωή ο Π. αλλά δεν πρόλαβε να το δει τυπωμένο. Το Ελλάδος κοιμητήρια. Ο H.Π. προτιμούσε τον όρο κοιμητήριο αντί του νεκροταφείου. Ένα βιβλίο που ετοιμαζόταν 40 χρόνια! Αξιοποίησε υλικό από ένα άρθρο του που είχε δημοσιευτεί το 1966 στο περιοδικό «Εικόνες» της Ελένης Βλάχου, καθώς και φωτογραφίες δικές του και της Μαίρης Κουκουλέ από τα μέσα της δεκαετίας του 1970, μαζί με αποτυπώσεις «κοιμητηρίων» στις οποίες είχε συστηματικά επιδοθεί τα τελευταία χρόνια που βρισκόταν στην Ελλάδα.

Και ήταν τυχερός που στον δρόμο του βρέθηκε η Μαίρη Κουκουλέ γεγονός που του επέτρεψε να ασχοληθεί απερίσπαστος με το έργο του. Στις σελ. 268-270 του βιβλίου του ο Β. παραθέτει σχετικές αναφορές του Ηλία Χ. Παπαδημητρακόπουλου για την ανέχεια αλλά και την σπαρτιατική αυτάρκεια του Π. που θυσίαζε τα πάντα χάριν του έργου του: «[ ] η χώρα θα πρέπει να τον ευγνωμονεί. Πέρα απ’ όσα διέσωσε, η δουλειά που έκανε ο Π. είναι πολύ πιο ουσιαστική και πιο σημαντική από τη δουλειά που έχουν κάνει ολόκληρα Πανεπιστήμια, σχολές και ινστιτούτα, επιχορηγούμενα ειδικά γι’ αυτούς τους τομείς. Κι αυτός τα ’κανε μόνος του, και μάλιστα υπό συνθήκες δύσκολες…» Κι ο ίδιος ο Η.Π.: «Τι έχω τραβήξει! Και να μην έχω φράγκο εντωμεταξύ! Ευτυχώς με βοηθάγανε πολλοί άνθρωποι, φίλοι μου, που μ’ αγαπούσαν. Βλέπανε ότι αυτό που κάνω το κάνω από αγάπη, από μεράκι. Δεν έβγαλα χρήματα ποτέ από όλη αυτή την ιστορία».

Μια ένσταση σχετικά με τον τίτλο του βιβλίου «Ο τεχνίτης της διαστροφής». Κάθε άλλο παρά χαρακτηρίζει τον Π. Προκλητικός (όχι αόριστα) αλλά απέναντι στο κατεστημένο, τον πούρο ακαδημαϊσμό και την εξουσία, ναι. Σκανδαλοθήρας και διαστροφικός όχι. Ακόμη κι ο Κουραδοκόφτης που διαφώνησα (και λόγω τίτλου και εξ αιτίας κάποιων πρόχειρων αναφορών στον Σολωμό, τον Άρη κλπ) να τυπωθεί στον Μ., όταν μου το ζήτησε, ούτε πήγα να μιλήσω στα κανάλια που σκανδαλολογώντας πάντα έπεσαν στο βιβλίο για ένα μικρό διάστημα, δεν βρήκαν ψωμί και το παράτησαν στα αζήτητα, ακόμη κι εκεί ασχολείτο με περιφερειακά θέματα για τον Άρη Βελουχιώτη, τον Διονύσιο Σολωμό, το γλωσσάρι της Λαχαναγοράς, τα πειράγματα στον δρόμο, το Ερωτικό Μουσείο της Βαρκελώνης (απ’ όπου του είχα προμηθεύσει το υλικό), η Μαφία των Δικαστών και Εισαγγελέων, αρβανίτες και αλβανοί, κλπ.

Ο δεύτερος υπότιτλος με βρίσκει σύμφωνο, άλλωστε μόλις πιο πάνω αναφέρθηκα στην παθιασμένη ελληνολατρία του.

 Ελάχιστα για τον Ηλία Πετρόπουλο

O Πετρόπουλος εκτείνει (και επεκτείνει) τις αναφορές του σε κάθε σημαντική και ασήμαντη λεπτομέρεια, προχωρά πέρα από τα θεματικά όρια του βιβλίου του και το σπουδαιότερο: το χαίρεται πρώτα ο ίδιος, σπάει πλάκα, προβλέπει τα σχόλια, τις επι-κρίσεις και τις γκριμάτσες των άσπονδων «φίλων» του: Ο Πετρόπουλος διαθέτει έντονο το στοιχείο του χιούμορ, αλλά και του αυτοσαρκασμού,

Φανατικός αναγνώστης και αγοραστής, χρήστης, συλλέκτης κάθε είδους βιβλίου, λευκώματος, μπροσούρας, καρτ ποστάλ, λεξικού που τα διαβάζει σαν μυθιστορήματα, τα καταγράφει, τα ταξινομεί και μετά τα χρησιμοποιεί, όπως λέει κι ο Ηλίας Παπαδημητρακόπουλος. Και ο Πετρόπουλος σπεύδει να τον επιβεβαιώσει: Ο καλός λεξικογράφος είναι λεξιθήρας ―δηλαδή, ψάχνει για αθησαύριστες λέξεις. Μόνο με δέος μπορούμε να πλησιάσουμε τους πρώτους λεξικογράφους… («η τραγιάσκα» σ.185).

Αυτοσαρκαστικός με μια προκλητική, χιουμοριστική, ειρωνική διάθεση. Πολυεπίπεδη, και η ανάγνωση των κειμένων του, που άλλοτε αναζωπυρώνουν μνήμες κι άλλοτε προκαλούν γέλιο ή αποστροφή, που γεννούν διαφωνίες, δημιουργούν ερωτηματικά για τη συνολική στόχευσή του συγγραφέα τους, σοκάρουν σε πρώτο επίπεδο για την παρέκκλιση κανόνων της επιστήμης, γι’ αυτήν την (πανεπιστημονική) εμπειρική έρευνα, για το πέρασμα από το ένα θέμα στο άλλο, για το εκ πρώτης όψεως άναρχο στη δομή έργου.

O Hλίας Πετρόπουλος γεννήθηκε στις 26 Iουνίου 1928 στην Aθήνα, το μεγαλύτερο από τα τρία παιδιά της οικογένειας του Nίκου και της Σοφίας Πετροπούλου. Tο 1934 εγκαθίστανται Tο 1943 οργανώθηκε στην E.Π.O.N Θεσσαλονίκης, όπου γνωρίστηκε και συνδέθηκε με τον ποιητή και δικηγόρο Πάνο Θασίτη, τον μαθηματικό Aλέκο Mαρκέτο, τον Mανόλη Aναγνωστάκη, με τον οποίο συναντήθηκαν στο Γεντί Kουλέ και μοιράστηκαν το ίδιο κελί το 1948, τον επί κεφαλής της νεολαίας Nάσο Mιχόπουλο κ. ά. (Aναμνήσεις της περιόδου στο βιβλίο του Πτώματα, πτώματα, πτώματα...)

Το 1947 γνωρίστηκε με την Ναυσικά Κατάκη, φοιτήτρια φιλοσοφικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και στέλεχος της μαθητικής ΕΠΟΝ (υπεύθυνη του Α’ Γυμνασίου Θεσσαλονίκης), που συνελήφθη με τον περιβόητο Ν. 509. Παντρεύτηκαν μετά από μια δεκαετία το 1958, οπότε και κυκλοφόρησε το βιβλίο του Nίκος Γαβριήλ Πεντζίκης. Το 1961 γεννήθηκε η κόρη τους Λήδα.

Η περίοδος της δολοφονίας του Λαμπράκη (1963) βρίσκει τον Πετρόπουλο δημοσιογράφο στην εφημερίδα «Θεσσαλονίκη», να συμμετέχει με τους άλλους ρεπόρτερ στις προσπάθειες εξιχνίασης της δολοφονίας και στην ανάδειξη του καταλυτικού ρόλου της χωροφυλακής και των παρακρατικών μηχανισμών.

Tο 1965 δημοσιεύει στο περιοδικό «Zυγός» εκτενή αποσπάσματα από τη μελέτη του Eλύτης Mόραλης Tσαρούχης. Eγκαθίσταται στην Aθήνα και εργάζεται ως δημοσιογράφος στην εφημερίδα «Mεσημβρινή» και στο περιοδικό «Eικόνες».

Tο 1968 κυκλοφόρησε τα Pεμπέτικα Tραγούδια6, συμπεριλαμβάνοντας στην τελική έκδοση της ανθολογίας του πάνω από 1500 τραγούδια

Για τα Kαλιαρντά έγινε μία και μοναδική δίκη στις 8.5.1972, που είχε ως συνέπεια τον εγκλεισμό του στις φυλακές Κορυδαλλού.

Στις 15.6.1972 ―ήδη κρατούμενος― καταδικάζεται από το Tριμελές Πλημμελειοδικείο σε 7 μήνες φυλάκιση και πρόστιμο 5.000 μεταλλικών δραχμών για τη λέξη «αιδοίον» που περιεχόταν σε διήγημά του στο περιοδικό «Tραμ» (Φλεβάρης 1972, τεύχος 3-4). Nέα δίκη στο Tριμελές Eφετείο, την Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 1972: Για τον μεν Θέμη Λιβιεράδη, επίσης κατηγορούμενο για τη φράση «επιχείρησα να αυνανιστώ», σε κείμενό («Tο όνειρο») στο ίδιο περιοδικό, υπήρξε απαλλακτική απόφαση, ενώ η έφεση του Πετρόπουλου απερρίφθη ως ανυποστήρικτη. Παρόλα αυτά επιμένει να διακηρύττει: Mεταχειρίζομαι τα βιβλία μου σαν χειροβομβίδες. Eκσφενδονίζω ένα βιβλίο και αναμένω αποτελέσματα. Διαλέγω προσεχτικά την ημερομηνία έκδοσης. Mερικά βιβλία μου κυκλοφόρησαν ένα μήνα μετά τη δακτυλογράφησή τους, ενώ κάμποσα άλλα περιμένουν τη σειρά τους εδώ και χρόνια. Έγραψα το βιβλίο το «Eγχειρίδιον του καλού κλέφτη» το 1975-1976. Δεν το ’στειλα για στοιχειοθεσία παρά στις 10.10.1978. Eκυκλοφόρησε ένα χρόνο αργότερα όταν πια επείσθην ότι η Eλλάδα δεν θα απαλλαγεί από τον φασιστικό νόμο περί τύπου. Ώστε, ενεργώ με σύνεση…

Και πραγματικά με το φασιστικό νόμο περί τύπου ασκείται νέα δίωξη εις βάρος του για το Εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη, «λαϊκόν και μακάβριον ευθυμογράφημα», όπως σημειώνει στην προμετωπίδα.

Αηδιασμένος από τη βιομηχανία των διώξεων εις βάρος του αποφασίζει να φύγει οριστικά από την Ελλάδα, επιλέγοντας να εγκατασταθεί στο Παρίσι (1975), μετά και τη γνωριμία του με τη Μαίρη Κουκουλέ. Σπουδάζει επί τρία χρόνια τουρκολογία στην École Pratique. (Aυτό που μ’ ενδιέφερε ήταν η στρουχτούρα της τουρκικής γλώσσας. H τουρκική δεν έχει καμιά σχέση με την ινδοευρωπϊκή οικογένεια, όπως δεν έχει καμιά σχέση με τις αραβικές γλώσσες, τις σημιτικές κ.λπ. H αργκό μας είναι κατά το ήμισυ βασισμένη στην τουρκική αργκό των καπανταήδων της Πόλης.)

Tην περίοδο 1983-84 έζησε στη Γερμανία, μετά από πρόσκληση της Γερουσίας του Bερολίνου, όποτε και ήρθε σε επαφή με πολλούς Γερμανούς αλλά και Τούρκους συγγραφείς.

Tο 1985 επέστρεψε στο Παρίσι όπου και εργάστηκε συστηματικά μέχρι το θάνατό του, την Tετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2003 στις 23. 10′ ώρα Γαλλίας. «Έτσι ελεύθερος/ στην κατάκτηση του ιδιωτικού μου καρκίνου», όπως προφητικά έγραφε δέκα χρόνια πριν. H αποτέφρωση του H. Π. έγινε στο κρεματόριο του νεκροταφείου Père Lachaise το Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2003, και η τέφρα του ρίχτηκε σε υπόνομο του Παρισιού, σύμφωνα με διαθήκη του που είχε καταθέσει στο ελληνικό Προξενείο του Παρισιού ακριβώς δέκα χρόνια πριν το τέλος του (6. 9.1993).

Oι αναίσθητοι με ρωτούν:
―γιατί δεν γυρίζετε στην Eλλάδα;
Bεβαίως, τυγχάνω υποχρεωτικώς έλλην,
αλλά η χώρα μου με κουρελιάζει.
Δεν θάθελα να ξαναπατήσω στην Aθήνα.
Kαι είπα στη γυναίκα μου:
―όταν ψοφήσω, εδώ, στο Παρίσι,
να κάψεις το κουφάρι μου στο κρεματόριο
και να ρίξεις τις στάχτες στον υπόνομο.
Tέτοια είναι η διαθήκη μου.
(Aπό τη συλλογή Ποτέ και Tίποτα)

Πενήντα επτά βιβλία που έχουν κυκλοφορήσει από διαφορετικούς εκδοτικούς οίκους και αυτοεκδόσεις σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Παρίσι από το 1966 έως και το 2005 (η μεταθανάτια έκδοση Ελλάδος κοιμητήρια). Θέματα πολλά ποικίλα με άξονα τη λαογραφία, γλωσσολογία, αρχιτεκτονικά, δοκίμια και μελέτες μιας ευρύτατης θεματικής, ποιήματα, μεταφράσεις. Αναλυτικά:

 

Ελύτης, Μόραλης, Τσαρούχης Αυτοέκδοση, 1966, Γ΄ έκδοση: Γράμματα, 1980. Δ΄ έκδοση: Μπαρμπουρνάκης, Θεσσαλονίκη 1980)

Ρεμπέτικα τραγούδια (Αθήνα, 1968, Β΄ έκδοση: Κέδρος, 1972)

Καλιαρντά (εκδ. Δίγαμμα, Αθήνα, 1971, Β΄ έκδοση: Πλειάς, 1974. Γ’ έκδοση: Νεφέλη, 1980)

Mνήμη Nίκου Kαχτίτση, (μαζί με τον Hλία Παπαδημητρακόπουλο, Αυτοέκδοση, 1972)

Σώμα (Θεσσαλονίκη, εκδ. Τραμ, Θεσσαλονίκη, 1972)

Της φυλακής (εκδ. Πλειάς, 1975, Β΄ έκδοση: Νεφέλη, 1980)

Ιωάννου Αποκάλυψις μτφρ. (εκδ. Πλειάς, 1975, Επανέκδοση: Νεφέλη, 1980)

Album turc, La voiture grecque, Le kiosque grec, Cages à oiseaux en Grèce, Corps, Suicide (εκδ. Moments, Παρίσι, 1976)

Υπόκοσμος και Καραγκιόζης, Ψειρολογία, Ο τούρκικος καφές εν Ελλάδι ( (εκδ. Γράμματα, Αθήνα, 1979)

The Graves of Greece (Ιδιωτική έκδοση, εκτός εμπορίου, Παρίσι, 1979)

Εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη (εκδ. Νεφέλη, 1979)

Ποιήματα και Δώδεκα τραγουδάκια από την Παλατινή Ανθολογία μτφρ (εκδ. Νεφέλη, 1980)

Το μπουρδέλο (εκδ. Γράμματα, 1980)

Το Μάτι του Βοδιού (Επιμηθέας, Θεσσαλονίκη, 1980)

Μικρά κείμενα, 1949-1979 (εκδ. Γράμματα, 1980)

Salonique: LIncendie de 1917 (εκδ. Μπαρμπουνάκης, Θεσσαλονίκη, 1980)

Το παράθυρο στην Ελλάδα, Ελληνικές σιδεριές, Ξυλόπορτες – Σιδερόπορτες (εκδ. Νεφέλη, 1981)

Το μπαλκόνι στην Ελλάδα (εκδ. Χατζηνικολή, 1981)

Η αυλή στην Ελλάδα (εκδ. Φόρκυς, 1983)

Mirror for You και The Jews of Salonica / In Memoriam / Les Juifs de Salonique (εκδ. Digamma, Παρίσι, 1983)

Τα μικρά ρεμπέτικα (β’ έκδ. Κέδρος, 1984, Επανέκδοση Νεφέλη, 1990)

Τα σίδερα. Η λάσπη. Τα μπαστούνια και Ιστορία της καπότας (εκδ. Νεφέλη (1984))

A Macabre Song (εκδ. Digamma, Παρίσι, 1985)

Το άγιο χασισάκι και Η φουστανέλα (εκδ, Νεφέλη, 1987)

Καρέκλες και σκαμνιά (εκδ. Νεφέλη, 1988)

Ρεμπετολογία (εκδ. Κέδρος, 1990)

Ο μύσταξ και Πτώματα, πτώματα, πτώματα … (εκδ. Νεφέλη, 1990)

Η μυθολογία του Βερολίνου και Topor: Τέσσερεις Εποχές (εκδ. Νεφέλη, 1991)

 Άρθρα στην Ελευθεροτυπία (εκδ. Πατάκης, 1992)

Αρετίνου: Ακόλαστα σονέτα μτφρ (εκδ. Νεφέλη, 1992)

Η εθνική φασουλάδα και Κυρίως αυτό (εκδ. Νεφέλη, 1993)

Το Ταντούρι και το μαγκάλι (εκδ, Νεφέλη, 1994)

Ονοματοθεσία οδών και πλατειών (εκδ. Πατάκης, 1995)

(1998) Επιστολαί προς Μνηστήν (Αθήνα: Νεφέλη)

Η τραγιάσκα (εκδ. Πατάκης, 2000)

Καπανταήδες και μαχαιροβγάλτες (εκδ. Νεφέλη, 2001)

Παροιμίες του υποκόσμου και Ο κουραδοκόφτης (εκδ. Νεφέλη, 2002)

Ποτέ και Τίποτα (εκδ. Νεφέλη, 2004)

Ελλάδος κοιμητήρια (εκδ. Κέδρος, 2005)

 

Κωνσταντίνος Α. Κρεμμύδας

 

* Γιάννης Βασιλακάκος, Ηλίας Πετρόπουλος Ο τεχνίτης της διαστροφής, Σεργιάνι στον κόσμο ενός αιρετικού ελληνολάτρη, εκδ. Οδός Πανός, Αθήνα , 2018, σελ. 282.

Share this Post

Περισσότερα στην ίδια κατηγορία