Καθόλου πρωτότυπο κι αυτό το καλοκαίρι
Πρωί και βράδυ η ομίχλη χτίζει τα οδοφράγματά της
Υγραίνει τις μέρες
κι εμείς πέφτουμε στην παγίδα να γλιστρήσουμε
Το νησί μάς έστειλε τα χαιρετίσματά του
κι ένα χλιμίντρισμα από άλογο λευκό
Αναθαρρήσαμε
Είχαμε ακόμα ένα παρελθόν να γράφει
συναντήσεις που ανάδευαν τον καλπασμό μας στην αγάπη
Ετοιμαστήκαμε σαν ταξιδιώτες τελευταίας ευκαιρίας
ρίχνοντας όπως όπως μέσα μας
όσα κρατούσαν μια υπόσχεση αναβίωσης
Και να που αναπάντεχα
μας ταξιδεύει ένα καράβι
Η θάλασσα απλώνεται καθάρια στο κατάστρωμα
Μα τι γυρεύει εκεί σαν ανάδυση βυθού;
Όμως γελάμε, δεν έχω χρόνο να αναρωτηθώ
καθώς μου πλέκει τα μαλλιά σχήμα καρδιάς
το χέρι σου που λάμνει σαν κουπί στην πλάτη
Άξαφνα τζάμι νοτισμένο
από του πέλαγου μελαγχολία
πέφτει ανάμεσά μας
Το στόμα σου ανοιγοκλείνει τη σιωπή
Αγωνίζομαι να διαγνώσω λέξεις
Εσύ μιλάς με βήματα οπισθοχώρησης
Χάνεσαι στην πρώτη επικίνδυνη στροφή
Κάπως έτσι θα τελειώσουμε
Με τεθλασμένες τις αισθήσεις
Εσύ να μη βλέπεις τον θρυμματισμένο κόσμο μου
Εγώ να μην ακούω
αν έχεις ένα λόγο σωτηρίας