Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας Παιδαγωγική Σχολή – Τμήμα Νηπιαγωγών
Κοινό Διιδρυματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών
Δημιουργική Γραφή και Συγγραφή (τμήμα 1ο)
Με αφορμή τα πρόσφατα μαθήματα στο Εργαστήριο Ποίησης έχουμε τη χαρά να παρουσιάσουμε τις εργασίες των φοιτητών του Μεταπτυχιακού Τμήματος Εκπαίδευσης 1 & 2 και Συγγραφής 1 & 2 ως ένα πρώτο ελπιδοφόρο δείγμα γραφής. Οι εργασίες (κοινές για τους φοιτητές κάθε τμήματος) αφορούν ποιήματα γραμμένα με τη μέθοδο της αυτόματης γραφής, μετατροπή πεζού λόγου σε ποίημα, αξιοποίηση αυτούσιων φράσεων κάποιων πεζών κειμένων σε ένα νέο ποίημα κλπ. Αφήσαμε πλήρη ελευθερία στους φοιτητές προκειμένου να διαλέξουν τα ποιήματα με τα οποία θα ασχοληθούν και θα παρουσιάσουν στη συνέχεια. Παρότι είναι κοινά τα θέματα έχει ενδιαφέρον να δούμε τις διαφορετικές οπτικές των ποιημάτων που παρουσιάζουμε σήμερα.
Κ.Κρεμμύδας
Εύη Ραχάλ
- Γράψτε ένα ποίημα με τον τίτλο «Απολογισμός» και θα πυκνώνει κριτικά τη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου.
Απολογισμός
Το βλέμμα γυρίζει πίσω
μπομπίνα που ξετυλίγεται σε fast forward
η ελπίδα χορεύει βαλς
τα όνειρα κουβεντιάζουν
άνθρωποι έρχονται, φεύγουν
μένουν λίγο ή πολύ
αεροδρόμιο αφίξεων-αναχωρήσεων
έρωτες στο κουτί απολεσθέντων
κι άλλοι που αγάπη έγιναν
παιδιά, συγκινήσεις, αγώνας δρόμου
κι ύστερα άδεια φωλιά
οι τέσσερις εποχές παρούσες.
Πρόσωπο κάποτε οικείο
τώρα φύλλο ξεραμένο που σκορπά ο χειμώνας
βήμα δίχως παλμό, βλέμμα θολό
ενθύμιο η ψυχή
ολοκληρώνεται ο κύκλος σου
καταθέτεις τον επίλογο σου.
- Ορμώμενη από τον αποχαιρετισμό στον ποιητή Νίκο Καββαδία που εκφωνήθηκε από τον ναυτεργάτη φίλο του, Χρήστο Παντελίδη.
Αποχαιρετισμός
Ξαναγεννιόσουν κάθε Μάρτη
λιμάνι νησιώτικο η γη σου
καθέλκυση σε γάργαρα νερά
καμβάς θαλασσής με χρυσές πινελιές
πόσα παιχνίδια πρόλαβες
πόσα κύματα σήκωσες Εσύ με το γέλιο σου.
Βιάστηκες να κοιτάξεις πέρα απ’το λιμάνι
αυτό είναι γι’ αταξίδευτους στεριανούς
έλεγε το βλέμμα σου
ταξίδι μοναχικό επέλεξες με βοηθό τον Γαρμπή.
Ένα καράβι που πλέει αλάργα είναι τώρα η σκιά σου
οι δικές μας πέτρωσαν
έμειναν να κοιτάζουν την κουκίδα σου πια
δεν κουνάμε τα μαντήλια μας
δεν μας ρώτησε κανείς.
- Σύνθεση ερωτικού ποιήματος με αυτόματη γραφή
Σαν ποίημα
Σαν ποίημα το χάδι σου
φύλλο λικνίζεται στη ράχη μου
τα δάχτυλα σου περνάς απ’τα μαλλιά μου
ηλιαχτίδες μ’ αγκαλιάζουν
μαγνήτες τα σώματα
το φιλί σου ταξιδιώτης τολμηρός
τα χείλη σου σκουπίζουν τα δάκρυα μου
θρόισμα φύλλων μου ψιθυρίζουν την Ελπίδα
με κρατάς σφιχτά
μουδιάζει ο νους
ο Έρωτας σου σαν ποίημα.
- Μετατροπή, σε ποίημα, του διηγήματος Μπαρ «Οι νεράιδες», του Χρήστου Χαρτοματσίδη
Ήθελαν να φωνάξουν
Κι αν κάποτε είχαν φάρο τ’ όνειρο και την ελπίδα
κι αν το χέρι τους κρατούσε μια νεράιδα
τώρα θολή ανάμνηση είναι
πρόσκαιρη αποχαύνωση.
Ζώα στα κλουβιά
όμορφα ναρκωμένα
ελεγχόμενη τροφή, ελεγχόμενο οξυγόνο
δε ζητούν, δε ρωτούν
κουράστηκαν, βολεύτηκαν.
Κάποια σαλεύουν νευρικά
σπασμοί της τελευταίας ώρας
ψευδαίσθηση πως τάχα αντιδρούν
ά-λογα σκέφτονται πως δούλοι δε θα γίνουν
άντε γεια Ανουνάκι φωνάζουν
μα ψιθυρίζουν.
****
Αγγελική Ευσταθίου
- Σε πέντε λεπτά θα πρότεινα να γράψετε σε αυτόματη γραφή ένα ερωτικό ποίημα
1ο.
Είμαι νερό
που ποθεί
στις ρωγμές των χεριών σου
να χυθεί
2ο.
Σαν χαρτί σχίστηκε η ψυχή
στο άγγιγμα απ’ τ’ ακροδάκτυλά σου
κι αιμορραγώ πηχτή μοναξιά
1ο Θέμα:
Σας δίδεται το ποίημα «Σε μια κάποια ηλικία» του Czeslaw Milosz (Τσέσλαφ Μίλος), Πολωνού ποιητή, πεζογράφου, μεταφραστή και διπλωμάτη. Ο ποιητής με τρόπο καυστικό μας δίνει έναν πυκνωμένο απολογισμό ζωής. α) Διαβάστε το ποίημα και στοχαστείτε πάνω σε αυτό. Κάντε ένα ποίημα με τον τίτλο «Απολογισμός» και θα πυκνώνει κριτικά τη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου.
Τις ζωές μας τις ξοδέψαμε
όπως τα τζιτζίκια σπαταλούν το θέρος, φλυαρώντας.
Στα πιο ψηλά κλαδιά σκαρφαλώσαμε του εφήμερου
και διαλαλήσαμε ο καθένας την πραμάτεια του
με μόνη έγνοια ν’ ακουστούμε δυνατά.
Μπουλούκι οι φωνές μας τερέτιζαν
μα κανενός δεν έγιναν ο οίστρος
Μονάχα μιας ηλικιωμένης θύμησης
ενόχλησαν την μεσημεριανή ραστώνη.
Το δέρμα μας αλλάξαμε και μια και δυο φορές
στον τόνο να ταιριάζει του αναγκαίου
Τ’ άδεια κουκούλια της ψυχής αποστραφήκαμε
όπως ο Λοτ τα φλεγόμενα Σόδομα.
Άλλο δεν νοσταλγήσαμε παρά εκείνο που δεν είχαμε ποτέ.
Το δέντρο που μας έτρεφε το φάγαμε.
Ταπεινωμένοι πέσαμε στο χώμα
την ύστατη ζητώντας ελεημοσύνη,
το ελαφρυντικό της θνητότητας να μας αναγνωριστεί
και της ηδονής το παράφορο ρίγος.
2ο Θέμα:
Το σώμα σου ένα καράβι που πλέει αλάργα χαμένο στο πούσι
Με το στήθος γυμνό αντιπαλεύεις ένα παράφορο ουρανό γεμάτο προσδοκίες
Ανάποδα κολυμπάς στο κύμα του εφήμερου
και με μεγάλες απλωτές να ξεφύγεις γυρεύεις
από το χθεσινό άνεμο που έφερε το πιο θλιβερό ραπόρτο
πως είναι τάχα η μοναξιά σε όλους τους κόσμους ίδια
Η θλίψη πάντα θα καρφώνει στην καρδιά σου
παντιέρες που στο κέντρο τους θα έχουν την γαλάζια σου ζωγραφιά
εκείνη που ’φτιαξες ανακατώνοντας το χρώμα
με λίγο φιλτραρισμένο από τα μάτια μας νερό
και πουλί χάρτινο την έστειλες να σου βρει
μια νέα στεριά να κατοικήσεις
Μα είναι η γη του νόστου σου καιρό ροκανισμένη απ’ το φόβο
και ναυαγός θα μένεις ατελεύτητα της αδέσποτης ελπίδας.
- Να μετατρέψετε σε ποίημα (ένα από) τα παρακάτω κείμενα:
Τόλης Νικηφόρου, Η λέσχη της κόκκινης ή γαλάζιας αλεπούς, διηγήματα
Δίπλα στον κόσμο που ξέρω
υπάρχει ο κόσμος που υποδόρια ανασαίνει
Δεν θα τον βρεις απλωμένο να λιάζεται στην παραλία
μήτε στο Μικρό Καραμπουρνάκι να σεργιανά
Στο ημίφως αναπτύσσεται
και στη σιωπή φουντώνει
προσεκτικά ζυγισμένος από χέρι γυναικείο
σε ράφια βαριά
Οι χάρτινες φωνές του δεν αντηχούν στις οδούς
όμως μιλούν εντός μου
με προσκαλούν σε μια γιορτή
που είναι όλων η γιορτή
μα και δική μου μόνο
Είναι φτιαγμένος απ’ όνειρα, πόθους και λάθη
Τα σπίτια του έρωτες τα κατοικούν, μίση και πάθη
Στις ακτές του φτάνω ναυαγός και ικέτης
Ανοιχτόκαρδα με δέχεται, σαν άλλη Ναυσικά τον Οδυσσέα
τα δώρα του μου δίνει, φροντίζει τις πληγές μου
το πλοίο της ψυχής μου αρματώνει
και σε ταξίδια νέα με κατευοδώνει.
Ονομάζομαι Αγγελική Ευσταθίου. Γεννήθηκα στον Πειραιά. Σπούδασα Θεολογία στο ΕΚΠΑ και Διοίκηση Τουριστικών επιχ/σεων στο Παν/μιο του Huddersfield. Έχω ειδική επιμόρφωση από το ΕΚΠΑ στο πεδίο της Φιλαναγνωσίας και Παιδικής Λογοτεχνίας και από τον Οκτώβριο του 2022 φοιτώ στο Μεταπτυχιακό τμήμα Δημιουργικής Γραφής του Παν/μιου Δυτικής Μακεδονίας. Κείμενά μου έχουν δημοσιευθεί σε ηλεκτρονικά περιοδικά και ιστότοπους, ενώ το 2014 έργο μου διακρίθηκε με Εύφημο Μνεία στο διαγωνισμό της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς. Διατηρώ το βιβλιοφιλικό blog Αγαπημένα Παιδικά βιβλία και το Θεατρoφιλικό blog Μίμηση Πράξεως .
****
Αγγελική Χαβαλέ Ζούδιαρη
Απολογισμός
Κάθε πρωί η ίδια διαδρομή.
Η στάση «Πινακοθήκη» με καρτερεί στις 7:00.
Δεν έχω θέση, μόνο χειρολαβή.
Οι μέρες περνούν, οι μήνες φεύγουν.
Τα λεωφορεία πηγαίνουν και έρχονται, την ίδια διαδρομή.
Εγώ μεγάλωσα, χρόνια, μήνες και ημέρες που μένουν βουβές.
Αλλάζουν τα χρώματα, τα σχήματα και οι μορφές.
Η στάση «Πινακοθήκη» στέκει εκεί.
Δεν αλλάζω διαδρομή μόνο χειρολαβή.
Η μία συμπληρώνει την άλλη παρόλο τις χαοτικές, παιδικές ή και αστείες διαφορές τους. Η κυρία Ζούδιαρη είναι σοβαρή, αυστηρή, διαχειρίζεται καθηγητές ιατρούς, «ασθενείς και οδοιπόρους», στελέχη και μετόχους –ο καθένας με τη δική του παθολογία- εδώ και δέκα χρόνια. Παλαιότερα, περιοδικά, parties, καλλιστεία, ταξίδια, η χρυσή δεκαετία των media. Την έζησε μέσω του τμήματος marketing και διαφήμισης. Ίσως για αυτό τώρα περνά περισσότερο χρόνο με την Χαβαλέ. Την Αγγέλικα όπως την φωνάζουν. Για κάποιους άλλους Αγγελούλα Χ! Προτιμά να ανεβαίνει τον Υμηττό και να βγάζει βόλτα σκύλους, να ταΐζει αλεπούδες και χελώνες και να κυνηγά αδέσποτες γάτες στα στενά του Βύρωνα. Στειρώνεται τα αδέσποτα ζώα. Υιοθετείστε από καταφύγια. Και οι δυο τους ψάχνουν τη μυρωδιά του τσιγάρου σαν λαγωνικό, λατρεύουν τον καφέ, ένα καλό κρασί ή ένα παλιό ουίσκι και τις τηγανιτές πατάτες που δεν είναι φαγητό αλλά συναίσθημα.
Βύρωνας, 14.01.2023
****
Αθηνά Κουτίνα
Απολογισμός
Φτάνει μια μέρα να αναρωτηθείς «τι έκανα ως τώρα;»,
να έρχονται στο μυαλό σου πρόσωπα που είχες γνωρίσει.
Λίγο αργότερα να σκέφτεσαι εικόνες που είχες δει,
ίσως κάποια ταξίδια που έκανες να θυμηθείς.
Ποιος ξέρει αν για τον μεγάλο σου έρωτα απολογηθείς.
Και στο τέλος όλων αυτών να αισθανθείς,
μια ευχάριστη ή δυσάρεστη νότα όσων μπόρεσες ν΄ αφουγκραστείς.
ΑΝΤΕ ΓΕΙΑ, ΑΝΟΥΝΑΚΙ
Κι αν όντως η παρουσία τους είναι αληθινή;
Αληθινές πιστεύεις πως είναι οι νεράιδες και οι γοργόνες, γιατί όχι κι αυτοί;
Αυτοί που δούλοι τους να είμαστε θέλουν.
Θέλουν να κυριαρχήσουν στο ανθρώπινο είδος.
Είδος αιμοβόρο είναι αυτοί.
Αυτοί που όσο κι αν θέλουν εγώ δεν παραδίνομαι.
Δεν παραδίνομαι Ανουνάκι, μ΄ ακούτε;
«Αν ο Κολόμβος ανακάλυψε την Αμερική, εμείς, δε βρήκαμε
τη δικιά μας ήπειρο να ξεμπαρκάρουμε».
Λόγια πολλά, που δεν ειπώθηκαν,
συναισθήματα που δεν εκφράστηκαν.
Ο Μάρτης! Αχ αυτός ο Μάρτης! Ξαναγεννιόσουν κάθε Μάρτη!
Σαν τους Φοίνικες που αναγεννιόνται από τις στάχτες τους.
Όλα άργησαν για σένα φέτος,
άργησα κι εγώ να σου πω όσα δεν τόλμησα.
Δεν κουνάμε τα μαντήλια μας,
μονάχα περιμένουμε να βρεθούμε στην άλλη ζωή.
Είμαι η Αθηνά Κουτίνα, φιλόλογος ΑΠΘ που κάνει ιδιαίτερα σε μαθητές. Στόχος μου να γράφω παιδικά βιβλία που θα περνάνε μηνύματα στα παιδιά για ένα καλύτερο αύριο, όπως το να αγαπάνε τον συνάνθρωπο, να φροντίζουν τα ζώα και να προστατεύουν το περιβάλλον.
****
Πηνελόπη Αλεξίου
Η ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
(Αναφορά στο διήγημα του Τόλη Νικηφόρου «Η λέσχη της κόκκινης ή γαλάζιας αλεπούς»)
Εκτός.
Εκεί που πάλλονται οι φωνές,
άχαρα σκάνε σαν κύμα στα βράχια του Θερμαϊκού.
Βαπόρια φεύγουνε και μένουν βαποράκια.
Αλμύρα κι αυγουστιάτικη ραστώνη
μαζί με γρανίτες και αντηλιακά
φέρνουν μια γεύση άσχημη στο στόμα.
Εντός.
Βιβλία, κρύο τσάι, θαλπωρή,
βήματα ήσυχα χαϊδεύουν στον αέρα.
Στη σκίαση και τη δροσιά του καθιστικού
ονειρεύομαι μονάχα τα δικά μου καλοκαίρια
μέσα σε σελίδες
αναγνωσμάτων άγνωστων
που σαν περιπέτεια, λιγάκι πονηρή,
ανοίγονται σταδιακά εμπρός μου.
Ενδότερα.
Δεν ψάχνω μέσα μου να βρω τις απαντήσεις
εάν το μέσα μου δεν είναι μια πατρίδα
που μοιάζει με βιβλιοθήκη ανοιχτή.
Με βήμα άτσαλο, ενίοτε σταθερό
εισέρχομαι στο κέντρο της και ψάχνω
εκείνο
που θα με πάρει μακριά
που θα με φέρει στα παλιά
που θα με κάνει παιδί.
Όλη την ποίηση
και την πεζογραφία.
Η Πηνελόπη Αλεξίου προέκυψε ένα μεσημέρι του χειμώνα το 1993. Έτοιμη να γευτεί μια ποικιλία γνώσεων στην ενηλικίωση, άφησε την Ιθάκη και περιηγήθηκε σε μία Ακαδημιάδα. Πρώτος προπτυχιακός σταθμός η Ιστορία και Φιλοσοφία της Επιστήμης (ΕΚΠΑ), δεύτερος μεταπτυχιακός σταθμός η Προληπτική Ψυχιατρική (Ιατρική, ΕΚΠΑ), τρίτος και τυχερός σταθμός η Κοινωνική Ανθρωπολογία (Πάντειο), που αποτελεί την ιδιότητά της. Διαβάζοντας αδιαλείπτως, οργανώνοντας λέσχες ανάγνωσης, παρουσιάζοντας βιβλία σε φεστιβάλ και γράφοντας τα τελευταία χρόνια βιβλιοκριτικές, πειραματίζεται με τη συγγραφική της ικανότητα ποικιλοτρόπως. Η τωρινή της στάση είναι στο ΔΠΜΣ «Δημιουργική Γραφή και Λογοτεχνική Συγγραφή». Όσο οι συγγραφικές της απόπειρες συνεχίζονται, το ταξίδι της δεν τελειώνει.
****
Άλκηστις Κυριακού
Αντί προσωπικού απολογισμού
Είμαστε άνθρωποι χωρίς περιεχόμενο
Χωρίς πριν
Χωρίς επόμενο
Έχουμε στηθεί σε μια ουρά
και περιμένουμε καρτερικά.
Η μέρα της σύνθλιψής μας θα ’ρθεί λογικά
και θα μας βρει
με μια σακούλα σούπερ μάρκετ
να κάνουμε σκρολ στο κινητό
να ακυρώνουμε όλα τα σχέδια για το σαββατοκύριακο
να μην απαντάμε στις κλήσεις τις ξαφνικές και
να φαντασιωνόμαστε την άλλη την ζωή που είχαμε σχεδιάσει με θάρρος
όταν ήμασταν μικροί .
Και ίσως ανακουφιστούμε στην τελική
γιατί η σύνταξη είναι μακριά και
γιατί πως θα κατέληγε πια η ιστορία αυτή;
Τα παραμύθια δεν μας τα ‘μαθαν καλά
και
μας κούρασαν γρήγορα όλα τα αντικαταθλιπτικά.
Μπλε Ιγκουάνα
Εγνατία με Καραολή γωνία
το Μπλε Ιγκουάνα
είναι κάθε βράδυ ανοιχτό.
Θέλω και εγώ να μπω.
Να δω αυτά που νύχτα κρατά κρυφά
και έχει μπλέξει ένα κάρο μυστικά.
Θέλω να φτάσω στα βαθιά,
να προσπεράσω την σκηνή και
τα καμαρίνια τους να δω,
εκεί που κρύβουν τις φωτογραφίες από το μωρό,
εκεί που η μία φτιάχνει της άλλης τα μαλλιάς,
φιλιούνται σταυρωτά,
πλέκουν τα χέρια τους σφιχτά,
εκεί που έκαναν θυσία τους όλα τα πρωινά.
Θα ήθελα να φωτίσω πίσω από την σκηνή,
εκεί που κρύψανε μια μέρα καλοκαιρινή,
εκεί όπου η νύχτα ξεκινά,
ξανά.
Ένας άνθρωπος κάθεται μεσημέρι Τρίτης στο μπουγατσαζτίδικο «Ο Πάνος», στο τελευταίο τραπέζι δίπλα από την τουαλέτα, μόνος, με ένα στυλό στο χέρι και κάτι γράφει. Προσπαθεί να αποδώσει ένα μικρό βιογραφικό που τον χαρακτηρίζει, χωρίς να κουράζει, με διορία μέχρι την επόμενη ώρα. Αφού καταφέρνει να το στείλει το βιογραφικό πέντε λεπτά πριν λήξει η προθεσμία, θα ζητήσει από τον Πάνο να του φέρει μία Βεργίνα για να το γιορτάσει, κι ας είναι Τρίτη, και ας λέει το ρολόι τρείς και τέταρτο, και ας είναι κορίτσι ετών είκοσι έξι. Αυτή είμαι εγώ. Βολεύει ο κύριος Πάνος διότι είναι δίπλα από το θέατρο που κάνουμε πρόβα και σχετικά κοντά στην δουλειά μου, θεατροπαιδαγωγός και ηθοποιός, αναβλητική και κοινωνικά αμήχανη, αγαπώ τα μέρη που περνάς απαρατήρητη.
****
Ανθούλα Αηδώνη
1ο Θέμα
Απολογισμός
Λαχταρήσαμε να γευτούμε τον κόσμο.
Yποσχέσεις πως μπορούμε να αποκτήσουμε ό,τι θέλουμε
μέσα στην σαγήνη τους μας οδήγησαν στην
μοναξιά.
Όνειρα που γίναν εφιάλτες, εφιάλτες που γίναν άνθρωποι.
Άψυχες μονάδες ανίκανες να αισθανθούν.
Αγγίζω για να έχω
δεν αγγίζω για να ελπίζω.
Μας ανήκει ο κόσμος όμως δεν ανήκουμε πουθενά.
Βλέμματα κενά,
βιαστικά φιλιά.
Θα προλάβω;
Ζω τα πάντα χωρίς να ζω
και πεθαίνω με ένα ανεκπλήρωτο χρέος.
2ο Θέμα
Το πιο θλιβερό ραπόρτο
Σήμερα χάθηκε
κάπου σε μια όχθη απύθμενη.
Είναι δύσκολα τα πελάγη της μνήμης,
δεν έχουν φάρους
μόνο σκοτάδια.
Τα μαραμπού εκεί δε γρυλίζουν πια.
Όλη η θύμηση τυλίχτηκε με πούσι και σύ ψάχνεις μια ρότα που από καιρό είχες χάσει.
Η τρικυμία του κρανίου ξεχειλίζει χωρίς τη θέλησή σου μόνο λιγοστές φορές από τα μάτια θαλασσινό νερό, γλυκό, πικρό και άδειο.
- Θωμάς Γκόρπας Τίποτε δεν φοβήθηκα στη ζωή. Αισθάνομαι αθάνατος
Αθάνατοι μέσα στην ανοησία,
φερέφωνα σε μια σάπια και πλαστική κοινωνία.
Για τον ελληνικό πολιτισμό του πριν μιλάμε με καμάρι
και ούτε ξέρουμε τι ήχο βγάζει το δοξάρι.
Γεμίσαμε από ειδήμονες,
όλοι έχουν θεωρίες
μα όταν την πόρτα τους χτυπάς
μετράς τις απουσίες.
Την εικόνα σου οφείλεις να διαφυλάξεις, να σμιλεύσεις, όπως θέλεις εσύ να φτιάξεις
το τι είσαι είναι αδιάφορο μπορείς να το πετάξεις.
“Αθάνατος ο ελληνικός πολιτισμός”
μα μόνο στα βιβλία
γιατί στο τεφτέρι της ζωής καμία ποίηση δεν έχει σημασία.
Κάψαμε τα ιδανικά, δεν υπάρχει άλλος, είμαστε εμείς, ο εαυτούλης μας
Α και ο σωτήρας ο Αμερικάνος.
- Ανείπωτα ειπωμένα
Σε κοιτάζω
γεμίζω όνειρα
Μυρίζω το άρωμα σου
ανασαίνω
Οι στιγμές πια μοιράζονται μόνο μαζί σου
Αν με δεις στα μάτια θα καταλάβεις
Σε θέλω
Σ’ αγαπώ
Δεν μου φτάνουν οι λέξεις να σου πω τι αισθάνομαι
Χρειάζομαι καινούριες
Ας φτιάξουμε τις δικές μας λέξεις
Ή καλύτερα ας μη πούμε τίποτα
Μαζί στην σιωπή μας που μιλάει
****
Αντώνης Κουμής
Απολογισμός
Ξυπνήσαμε με την ελπίδα της νέας ημέρας που έφεξε,
Ήπιαμε τον καφέ της αυτόματης μηχανής.
Διαβάσαμε τη μη αναγνωσμένη ηλεκτρονική αλληλογραφία που ξέμεινε από χθες.
Η κίνηση στους δρόμους μας οδήγησε ανεπαίσθητά στη γνωστή διαδρομή,
και φτάσαμε.
Ανεβήκαμε στο γραφείο του τρίτου ορόφου, το φως ξεχάστηκε ανοικτό.
Πήραμε βαθιές αναπνοές αντικρίζοντας τη στοίβα φακέλων.
Χαμογελάσαμε στιγμιαία βλέποντας την ειδοποίηση στο κινητό,
Μας πάτησε καρδούλα στη νέα φωτογραφία το πρόσωπο.
Θυμηθήκαμε και κλείσαμε τα φώτα.
Οδηγήσαμε το κουφάρι μας ακολουθώντας την ίδια διαδρομή στο σπίτι το κλειστό.
Αραδιάσαμε τα σώματα μας στον καναπέ,
Συνδεθήκαμε αυτόματα και η οθόνη του τηλεφώνου φώτισε.
Αλληλοεπιδράσαμε με τον έξω κόσμο,
και σήμερα.
Έσκασε ένα δεύτερο χαμόγελο στο πρόσωπό μας.
Καληνύχτα μας.
****
Βίλη Βάρσου
Να γράψετε με αυτόματη γραφή ένα ποίημα για τον έρωτα:
Εσύ
Πνοή. Η φωνή.
Καρφιτσούλες στην καρδιά χάδι το πιο τρυφερό.
Χέρι αγγίζει χέρι.
Το βλέμμα σου αναζήτηση.
Και λάμπω.
Απολογισμός
Πρώτη του έτους γυρίζεις να κοιτάξεις πίσω.
Το πρόσωπό σου κάπως θολό παλιά ασπρόμαυρη φωτογραφία
αλλοιωμένη.
Κάποιες στιγμές
μιλούσες μόνος με το είδωλό σου.
δύσκολα το αναγνώριζες.
Κάποιες ώρες
έγραφες ατελείωτα
σκέψεις ερωτήσεις εικόνες που είδες άλλες που δες είδες
τα φαντάσματά σου ανθρώπους που έφυγαν και άλλους που έμειναν.
Άλλες πάλι μέρες ηλιόλουστες
έλαμπε το σώμα σου στιβαρό
οι φίλοι σου χαμογελούσαν κουβέντες ουσιώδεις. Σκέψεις.
Ερχόσουν μετά να ανοίξεις λευκές σελίδες
να τις μουτζουρώσεις
μήπως σου δώσουν πρόσωπο.
Πρώτη του έτους κοιτάζεις τον καθρέφτη.
Βλέπεις μια φιγούρα.
Μοιάζει με σένα.
Και χαμογελάς.
***
Να μετατρέψετε σε ποίημα τα παρακάτω κείμενα:
Τόλης Νικηφόρου, Η λέσχη της κόκκινης ή γαλάζιας αλεπούς, διηγήματα
Ένα δεύτερο σύμπαν
Απ’ όλες τις γωνιές που προσπερνάω κάθε μέρα
μικρό Καραμπουρνάκι Μπαχτσέ Τσιφλίκι
τη Λευκή τον Ποσειδώνα
παγωτά και λαχεία φωνές
προτιμώ το δικό σου χάρτινο σύμπαν.
Ίσως το ξύλο; Αίσθηση οικειότητας.
Η τακτοποίηση από χέρι γυναικείο σχεδόν μητρικό.
Φωτογραφικό άλμπουμ στιγμών.
Κάποιες μακριά από κάθε μου σκέψη.
Άλλες τόσο γνωστές λες βγαλμένες απ’ τη δική μου, όμως ξένες.
Το δικό μου χέρι γλιστρά σε πλάτες
από δέρμα. Ή χαρτί.
Γύρω ακούγεται σιγή
και τα γράμματα που ηχούν σε στίχους ή αράδες.
Και ’γω να ζω χίλιες ζωές.
Βάρσου Βίλη: Γεννήθηκα τον Ιούλιο του 1991 στον Χολαργό, όπου και μεγάλωσα. Σπούδασα Κλασική φιλολογία στο Καποδιστριακό πανεπιστήμιο Αθηνών. Στο ίδιο πανεπιστήμιο εκπόνησα το πρώτο μου μεταπτυχιακό στο τμήμα Φ.Π.Ψ., με κατεύθυνση τον «Σχεδιασμό εκπαιδευτικού έργου και διδασκαλία», εστιάζοντας στην αισθητική διάσταση του λογοτεχνικού κειμένου και την έμπρακτη ένταξή της στη διδακτική πράξη. Κάπως έτσι οδηγήθηκα στην εκπόνηση ενός δεύτερου μεταπτυχιακού, αυτού της Δημιουργικής γραφής στο πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας. Διδάσκω φιλολογικά μαθήματα από τα φοιτητικά μου χρόνια σε μαθητές Γυμνασίου και Λυκείου. Η ποίηση είναι μια δυναμική έκφραση του ανθρώπινου νου που με κάνει να αισθάνομαι, να σκέφτομαι, να προβληματίζομαι για τον άνθρωπο, τη ζωή του και την κοινωνία μέσα στην οποία κινείται.
****
Έλενα Γκιργκένη
Απολογισμός
Η γυάλινη πρόσοψη ρουφά όσο ήλιο μπορεί ανάμεσα απ’τα σύννεφα
Σύγχρονο θερμοκήπιο
Με ανθρώπους αντί για φυτά
Με συμπλέγματα καλωδίων αντί για ρίζες
Μέρος του συστήματος
Κάθε μέρα στην ώρα σου εκεί
Σε θρέφει ή το θρέφεις εσύ;
Το βράδυ ουίσκι και επαναλήψεις στην τηλεόραση
Μέσα κοιμούνται ήρεμα δυο πλάσματα φτιαγμένα από σένα
Το ένα έχει τα μάτια σου
Το άλλο το μέτωπό σου
Και τα δύο τις ανασφάλειές σου.
Παιχνίδι υπομονής
Παλιά επίκαιρα
Αναμνήσεις μιας ζωής που πέρασε
Ενός εαυτού που μετά βίας αναγνωρίζεις
Βράχνιασε πια η φωνή σου
Λίγο φταίει το τσιγάρο
Λίγο που σε πατάνε στον λαιμό
Το ανοιξιάτικο βράδυ σε χλευάζει
Παρατηρείς τον ουράνιο χάρτη που έιναι πάντα εκεί και τρεμοπαίζει
Κλειδώνεις τον στόχο
Κι εξαπολύεις την οργή σου στο κενό.
Η Έλενα Γκιργκένη σπούδασε στο Τμήμα Κινηματογράφου του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Η πρώτη της ποιητική συλλογή Παρασελήνη, εκδόθηκε το 2022. Κείμενά της έχουν δημοσιευτεί στο δοκιμιακό-λογοτεχνικό περιοδικό «Νόημα» και μεταφράσεις της στην ηλεκτρονική σελίδα «Εξιτήριον».
****
Έλλη Βαρδάκη
ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ
Στη ζωή σου, τρέχα να προλάβεις
πες το δουλειά
πες το χαρά
πες το ξανά
σε έναν ρυθμό θα προσπαθήσεις να χορέψεις όσα χρόνια σου απομένουν.
Όταν καθίσεις από φιγούρες κουρασμένη
μάθε η γνώση σου θα είναι ξεπερασμένη.
Τρέχω.
ΕΡΩΤΑΣ
Χρώμα κόκκινο δικό σου και δικό μου.
Δεν φοβήθηκα ποτέ τον εαυτό μου.
Ψέμα, αλήθεια στην αγάπη είναι ένα,
δεν σε αφήνω
πίστεψα μόνο σε σένα.
Εμείς.
Παρατηρώ τα εξώφυλλα των βιβλίων. Ανοίγω εκείνο που μοιάζει περισσότερο με παραμύθι. Η Έλλη ήταν ένα πολυάσχολο παιδί. Η μέρα της χωριζόταν σε σχολείο, πιάνο, φλάουτο, μπαλέτο, χορωδία, φωνητική και ποσυντονίζει και σταματώ. Εκείνο το βιβλίο που δεν μπορώ ποτέ να τελειώσω μου κινεί την περιέργεια. Ανοίγω τυχαία σε μία σελίδα. Το κορίτσι ευτυχισμένο που τα κατάφερε σκεφτόταν ότι πλέον ήταν μία απόφοιτη της Φιλοσοφίας και Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης. Ο στόχος είχε χτυπηθεί στο κέντρο από το βέλος. Κλείνω το βιβλίο απότομα. Πρέπει να πάω στο κατάστημα ρούχων που δουλεύω. Μικρή πίστευα πως άτομα σαν εμένα δεν μπορούσαν να γίνουν ήρωες βιβλίων. Η πολλή αγάπη και ηρεμία ψυχής ίσως δεν είναι τα κατάλληλα ουσιαστικά για να περιγράψουν έναν πρωταγωνιστή. Έτσι αποφάσισα να γράψω εγώ για άλλους ήρωες.
****
Εύα Αραμπατζή
ΕΡΩΤΑΣ
Κάποιοι έρωτες πέθαναν νέοι πάνω στο άνθος της ηλικίας τους.
Και είχαν τόσα πολλά να δώσουν
Αυτοκτονία, δολοφονία ή φυσικός θάνατος δεν έχει σημασία
Πολλά τα ίσως και τα θα
Μα έμεινε η ταφόπλακα επάνω στην καρδιά
Στις κηδείες τους λευκά πανιά στολίζουνε τον πόνο
Ο πένθιμος αέρας δίνει πνοή στις αναμνήσεις
Ένας τον κυοφορεί, ένας τον γεννά
Μα δυο τον χαίρονται και σαν χαθεί δύο θα τον θρηνήσουν
Αθάνατη η μνήμη του
Μαγεία γεννά η αφήγηση του
Σαν χείμαρρος ξεχύνεται μέσα από το κορμί
που τόλμησε κάποτε να αγαπηθεί
Να δώσει χρώμα στη ζωή και νέα μελωδία
Μα τελικά το στοίχειωσε η ερημιά και η τρικυμία
Διψάω θέλω νερό μα πνίγομαι στα κύματά του
Αυτό είναι το συναίσθημα που εκφράζει την απώλεια του
“ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ”
Παραλογισμός, της ζωής μου ο απολογισμός.
Χαοτικός, ο ρυθμός που ζεις και που ζω.
Πλύθηκα ντύθηκα ,πήγα στη δουλειά, έβγαλα λεφτά, τα έφαγα και έφαγα.
Κοιμήθηκα κοιμάμαι…
Ξάπλωσα, ξανακοιμήθηκα μα δεν θυμήθηκα
να μυρίσω ,να γευτώ την αγκαλιά.
Όλα όσα είχαμε παλιά ,γίνανε αστέρια μακρινά.
Σκέτο φως η θύμησή τους.
Θρυμματισμένα όνειρα, μια αστερόσκονη στον γαλαξία της ψυχής.
Ανασύσταση των αστεριών όταν μ’ ακουμπάς και σ’ ακουμπώ.
Όταν μ’ αγαπάς και σ’ αγαπώ.
Όταν με κοιτάς και…
Κοίτα!
Ένα θαύμα γεννιέται.
Όνειρο ήταν.
ΝΕΡΑΪΔΕΣ
Η ζωή δε σου δώσε επιλογή.
Το φως του ήλιου σαν αντίκρισες,
ήσουν ήδη μια φτωχή.
Η μοίρα σου έχει χαραχτεί, στις πέτρες του τάφου σου
που μέσα του έχεις από καιρό κρυφτεί.
Η καρδιά σου ακόμα χτυπά.
Την ακούω να φωνάζει δυνατά.
Μα σαν υπνωτισμένη , τον θάνατο ακολουθεί.
Σαν ο ήλιος ψάξει να σε βρει
Πλάι στα σκουλίκια κουρνιασμένη θα ’σαι
Τον εαυτό σου δεν λυπάσαι
Κορίτσι μικρό με πλαστικές κορόνες και φτηνά αρώματα.
Κουκουλωμένη από συνθετικά υφάσματα σε όλα τα χρώματα,
γδέρνουν το κορμί σου.
Δεν αναπνέεις.
Κασμίρ τα βαφτίζεις ,διαμάντια φοράς από
τους πάγκους στη γιορτή της Παναγιάς
Να επιβιώσεις προσπαθείς.
Μόνο θυμήσου,
πριν διαβείς το μονοπάτι της ντροπής…
Υπήρξες αγνή και αληθινή ,
υπήρξες κάποτε Εσύ.
Γεννήθηκα και ζω στην Θεσσαλονίκη. Έχω αποφοιτήσει από την παιδαγωγική σχολή του ΑΠΘ και αυτό το διάστημα κάνω μεταπτυχιακό στην Δημιουργική Γραφή. Είμαι μητέρα δύο υπέροχων κοριτσιών που καθημερινά μου δίνουν κίνητρο για προσωπική εξέλιξη. Η συγγραφή είναι κομμάτι του εαυτού μου και αισθάνομαι άπλετη χαρά που επέλεξα αυτήν την κατεύθυνση στις σπουδές μου. Αγαπώ την ποίηση ,την θάλασσα, τον ήλιο και τον Ελύτη.
****
Κεχαγιά Κάλι
Το πούσι
Ήθελα να σου πω αγαπημένη.
Ένα καράβι που πλέει χωμένο στο πούσι περιμένεις. Μάταιος κόπος, μη χασομεράς. Και κάποιοι λένε εδώ πως όταν πιάσαμε στα δίχτυα μας τους ναυαγούς, ο καπετάνιος ήδη είχε από μέρες τρελαθεί. Τους κλείδωσε στο αμπάρι δέκα μέρες, αφού πιο πριν τους άντρες στα σκυλόψαρα είχε ταΐσει. Κι όταν ο χθεσινός άνεμος έφερε σε μας το πιο θλιβερό ραπόρτο, πως η γυναίκα με τα τρία παιδιά στο αμπάρι είχανε ξεψυχήσει, καθόλου δε μας φάνηκε παράξενο που εμάς το πούσι είχε φυλακίσει. Είχαμε ακούσει κι άλλοτε απ’ τους παλιούς για τέτοια πράγματα, πως η θάλασσα είναι ένα δέρμα ζωντανό, μη το θυμώσεις. Ξέρεις καλά ο Μάρτης άργησε φέτος να φανεί. Ήθελα να στο πω αγαπημένη, τον τρόπο δεν το βρίσκω. Εδώ νοτίζει το χαρτί. Δεν ξέρω πότε ξημερώνει ή βραδιάζει. Τις άγκυρες τις κόψαμε όμως το πούσι που μας κύκλωσε, βαρίδιο δίνης, μας κρατά γερά στο ίδιο το σημείο. Λίγο φιλτραρισμένο από τα μάτια μας θαλασσινό νερό σου στέλνω, το μόνο που έχω. Θα είναι η πρώτη η βροχή στα μάγουλά σου, να το ξέρεις. Ήθελα να σε λευτερώσω από μένα, να ξέρεις πως το καράβι που περίμενες στο πούσι έχει χαθεί και ξέχασέ με , το σμίξιμο δε θα ‘ρθει, μ’ ακούς που σου μιλάω… φοβάμαι μην έρθει και γυρέψει κι από σένα μερτικό, ήταν αθώα περιστέρια, σκέψου πως ήτανε δικά μας και τα έπνιξα, δεν έχω γλιτωμό. Να ξέρεις γιατί φέτος ο Μάρτης δε θα ’ρθει.
[Βιογραφικό]Γεννήθηκα και ζω στη Θεσσαλονίκη. Έχω σπουδάσει Μηχανικός Περιβάλλοντος. Ασχολούμαι με τη γραφή και έχω παρακολουθήσει σεμινάρια δημιουργικής γραφής. Διηγήματά μου έχουν περιληφθεί σε συλλογικές εκδόσεις και στο διαδίκτυο. Από τον Οκτώβριο του 2022 παρακολουθώ το ΔΠΜΣ Δημιουργική Γραφή και Λογοτεχνική Συγγραφή.
****
Κατερίνα Καλαϊτζάκη
Εργασία 1: Απολογισμός
Με ποιον βοριά
Και να που βρέθηκα να κυνηγώ ανέμους
σε μια στεριά που ναυαγούς το κύμα φέρνει
κάποτε ήμουν ακριβή κι αγαπημένη
τώρα χαράζω τις σιωπές πριν ανατείλω.
Και να που έγειρα χαμένη στη σκιά μου
να παραδίνομαι κάθε στιγμή στις μνήμες
γυναίκα στέρφα που τη σχίζουν οι ωδίνες
με ποιον βοριά το βογγητό μου να σου στείλω;
Να ’ξερες πόσο με βαραίνουνε οι λέξεις
όσες δεν είπα σε στιγμές αδυναμίας
μόνη στη δίνη μιας μεγάλης τρικυμίας
εσύ, αλήθεια, θα μπορούσες να τ’ αντέξεις;
Εργασία 2: Ποίημα βασισμένο στο κείμενο του Τόλη Νικηφόρου
Λέξεις ναυάγια
Η θάλασσα σ’ ένα κλειστό κοχύλι σπαρταρά
παραδομένος στου Αυγούστου τη ραστώνη
μ’ ένα βιβλίο πάλι ανοίγει τα φτερά
έναν ν’ αγγίξει ουρανό που τον λυτρώνει.
Σαν χρυσοθήρας που όλο ψάχνει στα τυφλά
όμως δε βρίσκει όσα πόθησε η ψυχή του
λέξεις ναυάγια τον τραβάνε στ’ ανοιχτά
κραυγές πριν γίνουν και βροχή στην προσευχή του.
Εργασία 3: ερωτική ποίηση (σονέτο)
Για σένα
Για σένα κράτησα τους φάρους μου αναμμένους
κι είπα στα κύματα να πάψουν την οργή τους
θολά ποτάμια να επιστρέψουν στην πηγή τους
να ξεδιψάσουν μοναχούς και κολασμένους.
Για σένα έφτασα στην άκρη της αβύσσου
στιγμή δε σκέφτηκα πως ίσως λάθος να ’ναι
ήξερα εκείνοι που αγαπούν πάντα νικάνε
τη νίκη ήθελα να μοιραστώ μαζί σου.
Για σένα άναψα φωτιές στάχτη να γίνουν
μνήμες που χρόνια σε κρατούν αιχμάλωτό τους
κι όπως θα ζεις από μακριά το θάνατό τους
καθώς τ’ αστέρια της αυγής αργά θα σβήνουν
μέσ’ από σένα κάποιος άλλος θα γεννιέται
που θα μπορεί να αγαπά και ν’ αγαπιέται!
Είμαι η Κατερίνα και ζω στα Χανιά, την πόλη των γιασεμιών, τη Βενετία της Ανατολής! Σπούδασα στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης και εργάζομαι ως δασκάλα εδώ και 25 χρόνια, μια ζωή! Λατρεύω τα παιδιά και καταφέρνω να μείνω κι εγώ ένα παιδί έστω και λίγο μεγάλο. Από τα φοιτητικά μου χρόνια ξεκίνησα να γράφω ποιήματα και συνεχίζω αυτό το σπορ μέχρι σήμερα. Όνειρό μου ήταν ένα μεταπτυχιακό στη Δημιουργική Γραφή προκειμένου να πειραματιστώ και με άλλα είδη γραπτού λόγου αλλά οι υποχρεώσεις μου δεν μου το επέτρεπαν μέχρι τώρα. Όμως τα κατάφερα! Κάλλιο αργά παρά ποτέ! Τι; Να μην ξεδιπλώσω κι εγώ το ταλέντο μου;
****
Μυρσίνη Κορτώνη
Τώρα εγώ τι να σου πω;
σε θυμάμαι να με περιμένεις στη γωνία, να μαζεύεις τα πράγματά μου,
να σου φωνάζω, να μου μαγειρεύεις, να σου φωνάζω ξανά και να χτυπιέμαι.
μετά μου έλεγες να καπνίζω λιγότερο και να τρώω περισσότερο και εγώ κάπνιζα λίγο ακόμα και έσπρωχνα το πιάτο μου.
σε τρόμαξα και εσύ μου πήρες δώρο ένα κόκκινο φουστάνι και ένα μαλακό χαλί για να κοιμάμαι. γύριζα να πλύνω το πάπλωμά μου, να ψάξω κάτω από το σεμεδάκι σου. Να κάνω πως δε θέλω τα λεφτά σου και να στα παίρνω και εσύ να μου θυμίζεις να μη σου πω ευχαριστώ στο ξεμάτιασμα.
Μα αφού σε ευχαριστώ.
πριν φύγεις να μάθεις το μέλλον όπως την κούπα του καφέ μου.
το μετάξι θα πετάξει.
θέλω αυτή τη μπλε ελιά ανάμεσα στα μάτια
και τα άλλα ας μείνουν στο κενό σου.
Πίστευες πως είμαστε ότι βλέπουμε στην τηλεόραση.
Άλλος το ασφαλιστικό, άλλος η κρίση της ενέργειας και άλλος οι εξωγήινοι.
Είμαστε ή γινόμαστε;
Εγώ ξέρω ότι ήμουν λεπτή, όμορφη και δε μύριζα τσιγάρο.
Τώρα έγινα μια βραχνή φωνή που ψάχνει να βρει τι λέξεις να μιλήσετε.
Μπλέχτηκαν τα κανάλια μάλλον και εγώ σου λέω για σύνταξη ενώ εσύ για τους Ανούκι.
Όπως το μπαρ έξω απ το χωριό που δεν μπορεί να αποφασίσει τι είναι.
Το λένε νεράιδα και αυτό διαφημίζει γοργόνες.
Όταν χοροπηδάς πάνω στο κρεβάτι μου και εγώ τρέχω να βρω το μέλι μόλις σε ακούω να με ψάχνεις «γειτόνισσα θα μου βάλεις λίγη ζάχαρη στο στόμα;», το δικό μας σύνθημα. Και στον άλλο ρυθμό, λίγο πριν κλείσει το μπαρ, να χορεύουμε με αυτοσχεδιασμό, να χτυπάμε τα παπούτσια μας μέχρι να μας πετάξουν έξω και να τρέχουμε μαλώνοντας την Πατησίων, είτε μεταξύ μας, είτε με τους καθρέφτες των αυτοκινήτων, είτε με τον ταρίφα που ήθελε πάλι είκοσι λεπτά παραπάνω και εσύ αγαπάς να τον μισείς. Και όταν αποφασίζεις και ανοίγεις για να μου μοιράσεις, όταν πας να κανονίσεις καταστάσεις και γίνεσαι αστείος και γελάω όταν βλέπω τα ίσια δόντια σου, όταν παίζεις με τους ήχους, με το πουκάμισο γιακά τύπου Μάο, με τη βότκα που όλο αδειάζει, εγώ σταματάω να βλέπω και τα φώτα είναι κόκκινα και θολά σα να φοράω τα γυαλιά σου μια μέρα που βρέχει, στην Αθηνάς, ανάμεσα στο δέρμα και στα κόκαλά σου.
[Βιογραφικό]
Είμαι η Μυρσίνη, γεννήθηκα στην Αθήνα το 1992. Κάπως μεγαλύτερη αποφάσισα πως αυτό που μου αρέσει είναι να περνάω το χρόνο μου με μικρούς ανθρώπους και έτσι αποφάσισα να σπουδάσω δασκάλα στην Κρήτη. Όταν δε δουλεύω και όταν δουλεύω μου αρέσει να διαβάζω και να φτιάχνω ιστορίες.
****
Σίσσυ Λάλλου
Απολογία
Πόσο καιρό έχεις;
Να τοποθετήσεις τη λέξη
Μια προς μια
Πάνω σε ένα βαγόνι γραμμής;
Ακόμα και αν ο προορισμός
Αποδειχτεί αόριστον ασταθής;
Επτάμησι το πρωί
Ακόμα να φανείς
Ακόμα και αν το ραδιόφωνο παίζει ,
Ντεπισί.
Εκ διαμέτρου αντίθετοι.
Ακόμα και ο στίχος
Της ροκ μου μπάντας,
μοιάζει να έχει ξεφύγει
από της ψυχής σου τη γυαλάδα.
Θερινή Ραστώνη
Κάποια Κίρκη
Στους Ελληνικούς Κόλπους
Με Παγίδεψε
Σε Ομηρικούς Στίχους
Κι εκεί που εμφανίζονται
Οι Νύμφες,
Την περίμενα υπομονετικά
Να δώσει ρέστα ξεχασμένα
Το επόμενο βήμα;
‘Αγνωστο.
Πετάρισμα του βλέμματος
Χαμόγελο
Διαφορά Χρόνων;
Μεγάλη.
Σκέψεις
Πρέπει να ισορροπήσω σε ένα μπαρΚαι να σερβίρω έναν νοθευμένο στίχο.
εισβολέας
Εισβολέας
Αγνώστου Ταυτότητος
Μύρισε η πλάση
Από Φως.
Κι έτσι έμαθα ξανά
Από άλλο δρόμο να ζω
[Βιογραφικό]
Εν μεγάλη αγνοία μου στην ηλικία των 6 είπα τη φράση «Γιαγιά θα γίνω αρχαιολόγος». Μετά από πολλά χρόνια και με μια ζωή ανάμεσα στην Ανατολική Θράκη, τη Δυτική Μακεδονία και πάλι πίσω στην Κρήτη για σπουδές στην Ιστορία και την Αρχαιολογία επιβεβαίωσα τα λόγια εκείνου του μικρού κοριτσιού. Έκτοτε οι επισκέψεις σε πολιτιστικούς χώρους, η επαφή με καλλιτέχνες όλων των ειδών, η αρθρογραφία, η διδασκαλία και η ενασχόληση με την Ιστορία η οποία προσπαθεί να αποκωδικοποιήσει τις κρυφές πτυχές του ανθρώπου αποτελούν μερικά από τα ενδιαφέροντα μου. Γράφω γιατί προσπαθώ έτσι να εξηγήσω και ησυχάσω μέσα μου το χάος του κόσμου και τις απαιτήσεις που προκύπτουν από την καθημερινή επιβίωση του ανθρώπου.