Γράφει ο Σπύρος Γ. Μπρίκος
Ιατρός και ασκών την πολεμική της γραφής
Υπ. Διδάκτορας της Σχολής Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
(Τμήμα Εικαστικών Τεχνών & Επιστημών της Τέχνης).
Ο τίτλος του κειμένου αυτού θα μπορούσε εναλλακτικά να είναι «Ανταποκρίσεις από το Μουσείο του Λούβρου» ή «Ελλάς-Γαλλία, συμμαχία» όπως το σύνθημα που κυριάρχησε στις σχέσεις μεταξύ Ελλάδος και Γαλλίας μετά το 1974 και που επανέλαβε ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Νικολά Σαρκοζί μιλώντας στην Ελληνική Βουλή τον Ιούνιο του 2008. Μια φαντασμαγορική αίσθηση κατακλύζει τον γράφοντα, ένα αίσθημα αμφιθυμίας, καθώς «εισβάλει» στην αίθουσα περιοδικών εκθέσεων «Napoleon» του Μουσείου του Λούβρου κατά τις αρχές του περασμένου Νοέμβρη. Ο τίτλος αυτής της πραγματικά σπουδαίας έκθεσης «Παρίσι-Αθήνα. Η γέννηση της σύγχρονης Ελλάδας, 1675-1919» υποδηλώνει μία διακειμενικότητα, όπου αυτός ακριβώς ο διαθεματικός της χαρακτήρας είναι που τη διαπνέει απ’ άκρη σ’ άκρη. Η έκθεση όντως είναι διαμορφωμένη με έναν ευφυή και επιστημονικό τρόπο -θα μπορούσε να αποτελεί θέμα εκπόνησης διδακτορικής διατριβής- με τη μοναδικότητα των Γάλλων στην ενορχήστρωση μιας άριστης ενότητας μορφής-περιεχομένου, που αναδεικνύει τους επιμέρους πολιτιστικούς, ιστορικούς, οικονομικούς, και καλλιτεχνικούς δεσμούς μεταξύ των δύο χωρών. Να αναφέρουμε πως αυτές οι συγκριτικές εκθέσεις-μελέτες είναι και το μεγάλο ατού των Γάλλων που αντιλαμβάνονται τις τέχνες και τις επιστήμες μέσα από την αδιαίρετη ενότητά τους και μόνο, όπως άλλωστε μαρτυρούν οι επιγραφές των πυλών του Πανεπιστημίου της Σορβόννης. Με μία ιδιαίτερη πάντα αδυναμία στη λογοτεχνία, που ίσως να την έχουν κάπως ψηλότερα από τις υπόλοιπες τέχνες όπως μας το δείχνουν άλλωστε οι τάφοι του Βίκτωρος Ουγκώ, του Εμίλ Ζολά, του Αλέξανδρου Δουμά και των φιλοσόφων Βολταίρου και Ρουσσώ στις «κρύπτες» του Πάνθεον στο Παρίσι. (Στους μεγάλους άνδρες της, η ευγνωμονούσα πατρίδα, αναφέρει η επιγραφή πάνω από την είσοδο). Τις ημέρες εκείνες του Νοέμβρη παράλληλα με την έκθεση «Παρίσι-Αθήνα…», μπορούσε κανείς να επισκεφθεί στο Εθνικό Μουσείο Πικάσο τη συγκριτική έκθεση «Πικάσο-Ροντέν» και στο Μουσείο Ορανζερί στον Παρισινό Κήπο του Κεραμεικού τη συγκριτική έκθεση των ζωγράφων «Soutine-De Kooning» με αναφορές σε επιρροές και μελέτες σύνδεσης των έργων των εν λόγω δημιουργών (αξιοζήλευτοι πραγματικά οι Γάλλοι σε κάτι τέτοια). Να αναφέρουμε πως η έκθεση «Παρίσι-Αθήνα. Η γέννηση της σύγχρονης Ελλάδας, 1675-1919» έχει διάρκεια από τις 30 Σεπτέμβρη 2021 έως τις 7 Φεβρουαρίου 2022 και συνδιοργανώτρια της έκθεσης με σημαντική συμβολή είναι η Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου που είναι εκ των βασικών δανειστών έργων, 28 στο σύνολο, εκ των οποίων 22 ζωγραφικών και 7 γλυπτών. Έμφαση δίνεται σε έργα που παρουσιάσθηκαν στις Παγκόσμιες Εκθέσεις του Παρισίου κατά τον 19ο αιώνα. Έργα των Νικηφόρου Λύτρα, Νικολάου Γύζη, Γεώργιου Ιακωβίδη (Σχολή του Μονάχου), όπως και ζωγράφων που σπούδασαν και έζησαν στο Παρίσι, του Θεόδωρου Ράλλη και του Ιάκωβου Ρίζου. Το εξώφυλλο-αφίσα της έκθεσης είναι ένας πίνακας του Ρίζου με τίτλο «Αθηναϊκή βραδιά» και αποπνέει την ατμόσφαιρα τέχνης της «Μπελ Επόκ» που αναπτύσσεται στο Παρίσι κατά τα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα. Στην Παγκόσμια Έκθεση του 1900 η «Αθηναϊκή βραδιά» τιμήθηκε με το αργυρό μετάλλιο. Στη σύγχρονη μεγάλη αυτή ιστορική, πολιτισμική, και κατά βάση εικαστική έκθεση «Παρίσι-Αθήνα. Η γέννηση της σύγχρονης Ελλάδας, 1675-1919» συμμετέχει επίσης το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, το Μουσείο Μπενάκη, και οι Εφορείες Αρχαιοτήτων Ανατολικής Αττικής και Κυκλάδων. Η έκθεση ξεδιπλώνει ένα αρχαιολογικό νήμα, ιστορικό-χρονολογικό για την ακρίβεια, εκκινώντας από τον 17ο και 18ο αιώνα όταν Γάλλοι διπλωμάτες στην Υψηλή Πύλη ανακαλύπτουν την Ελλάδα που τότε ανήκε στα σπλάχνα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και που ο αγώνας για ανεξαρτησία, η Ελληνική Επανάσταση δηλαδή του 1821, και για την ακρίβεια ο εξαετής ανταρτοπόλεμος στη συνέχεια έως το 1827 (θα αναφερθούμε αργότερα σε αυτή την κομβική ημερομηνία του ’27), με τα έντονα ηρωικά χαρακτηριστικά του, ανέπτυξε στους λαούς της Ευρώπης ισχυρά φιλελληνικά αισθήματα. Η γαλλική περιηγητική λογοτεχνία της εποχής αντανακλά την αμηχανία των ταξιδιωτών φιλελλήνων -θαυμαστών της Κλασικής Ελλάδας- όταν αντίκρυζαν την τόσο λυπηρή εικόνα τής τότε Ελλάδας που στέναζε υπό τον οθωμανικό ζυγό. Το έργο και η επαναστατική δράση του Ρήγα Φεραίου αντικατοπτρίζουν το εξεγερτικό πνεύμα που κυριαρχούσε στην Ευρώπη. Σε αυτό κυρίαρχο ρόλο έπαιξε η Γαλλική Επανάσταση το 1789. Η ελληνική διασπορά της Ρωσίας με τις συνθήκες ιδιαιτέρως ευνοϊκές προχώρησε στη σύσταση της «Φιλικής Εταιρείας». Επικεφαλής της ο Αλέξανδρος Υψηλάντης που έδωσε το σύνθημα του ξεσηκωμού στο Ιάσιο της Μολδοβλαχίας στις 25 Φεβρουαρίου του 1821. Τα κύματα των Γάλλων φιλελλήνων που κατέφθασαν στην Ελλάδα για να βοηθήσουν στον αγώνα ανεξαρτησίας -με το αζημίωτο φυσικά για τη μητέρα πατρίδα τους- τα αποτελούσαν κυρίως αξιωματικοί του γαλλικού στρατού. Ανάμεσά τους ξεχώριζε το όνομα του συνταγματάρχη Ολιβιέ Βουτιέ (Olivier Voutier). Ο Βουτιέ ήταν επίσης συγγραφέας βιβλίων για την Ελλάδα που τα έσοδα από την έκδοση και την πώλησή τους διατέθηκαν υπέρ του αγώνα ανεξαρτησίας των Ελλήνων. Επικεντρώθηκε αυτός ο φιλέλληνας, ο Βουτιέ, σε μελέτες του πολέμου που είχαν υιοθετήσει οι Έλληνες, δηλαδή του ανταρτοπόλεμου, που βασιζόταν στη γνώση των μέσων και των συνηθειών του αντιπάλου. Ο Βουτιέ επεσήμανε τη μεγάλη δυσκολία που αντιμετώπιζε η Ελλάδα στη δημιουργία τακτικού στρατού και πως ο ανταρτοπόλεμος δεν απαιτούσε άλλου είδους στρατιώτες παρά τα παλικάρια. Βέβαια -όπως θα δούμε παρακάτω- η λύση στο ελληνικό θέμα θα δινόταν οριστικά δια της θαλάσσης. Το όνομα βέβαια του φοβερού αυτού φιλέλληνα, του Βουτιέ, συνδέθηκε -και διόλου άδικα- με την υπόθεση του αγάλματος της Αφροδίτης της Μήλου που την 1η Μαρτίου του 1821 «παραδόθηκε» στον βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο ΙΗ΄ και που αυτός το χάρισε στη συνέχεια στο Μουσείο του Λούβρου, όπου και εκεί μένει για διακόσια χρόνια έως σήμερα, όσο δηλαδή διαρκεί και η δική μας επέτειος της εθνικής παλιγγενεσίας. Και στέκει εκεί αλλά και θα στέκεται εις τον αιώνα -της ανεξαρτησίας- τον άπαντα σύμφωνα με την αδιάψευστη λαϊκή ρήση ουδέν μονιμότερον του προσωρινού!
Κάπου εκεί εδράζει σύμφωνα με τη γνώμη του γράφοντα περιηγητή και μελετητή τέχνης και ο κεντρικός πυρήνας του νοήματος της τρέχουσας έκθεσης «Παρίσι-Αθήνα. Η γέννηση της σύγχρονης Ελλάδας, 1675-1919». Οι Γάλλοι άλλωστε δεν το κρύβουν. Στην έκθεση υπάρχει αντίγραφο της Αφροδίτης της Μήλου, μικρότερου βέβαια μεγέθους αλλά σε περίοπτη θέση, ενώ η original Αφροδίτη είναι τοποθετημένη σε άλλον εκθεσιακό χώρο εντός βέβαια του Μουσείου του Λούβρου. (Είναι όντως εντυπωσιακή από κοντά). Οι γενναιόδωροι Γάλλοι για την ιστορία αφήσαν και ένα αντίγραφο του εν λόγω αγάλματος, που φτιάχτηκε στα εργαστήρια του Μουσείου του Λούβρου, στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Μήλου εις μνήμην αρχαίου πνεύματος ελληνικού και αθάνατου. Η Γαλλία ήταν μία από τις τρεις μεγάλες δυνάμεις που ενεπλάκησαν στο περίφημο «ανατολικό ζήτημα» που προέκυψε από την καταρρέουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία, και τη σύσταση του νέου ελληνικού κράτους, του πρώτου ευρωπαϊκού «έθνους-κράτους», όπως δηλαδή επικράτησε να λέγεται στα textbooks της επίσημης ιστορίας (ακαδημαϊκής κατά βάση γραφής και προσέγγισης). Οι άλλες δύο ήταν η Αγγλία και η Ρωσία. Οι τρεις αυτές μεγάλες δυνάμεις που πρωτοστάτησαν στις εξελίξεις στην πάντα ευαίσθητη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου δεν ενήργησαν τόσο από φιλελληνισμό, αν και το φιλελληνικό κίνημα ήταν όπως αναφέραμε πολύ ισχυρό, όσο από συμφέρον. Η Αγγλία ως παραδοσιακή θαλασσοκράτειρα που δεν ανεχόταν την ρευστή κατάσταση που είχε δημιουργηθεί στο Αιγαίο (που ούτε στα ψάρια του δεν ανήκει πια) έψαχνε για ένα τεχνητό κράτος με σαφές μέτωπο στη θάλασσα. Η Ρωσία αναζητούσε και αυτή τρόπους «εξόδου» στη Μεσόγειο όπου ο «προαιώνιος εχθρός της» η Τουρκία δεν άφηνε περιθώρια. Η «ειλικρινής» για τις προθέσεις της Γαλλία ως μεσογειακή χώρα και λόγω του φιλελευθερισμού που αναδύθηκε από τη Γαλλική Επανάσταση έδωσε και την απαιτούμενη ώθηση (σπρώξιμο) και στην Ελληνική. Διπλή με λίγα λόγια είναι η επέτειος που εγκαινιάσθηκε με την εικαστική έκθεση «Παρίσι-Αθήνα. Η γέννηση της σύγχρονης Ελλάδας, 1675-1919». Η εξέγερση των καταπιεσμένων Ελλήνων από τη μία του 1821 και η «πλεύση» της Αφροδίτης της Μήλου την ίδια ακριβώς χρονιά από την Ελλάδα στο μυοκάρδιο απευθείας της Γαλλίας, το Παρίσι, και πιο συγκεκριμένα στο Μουσείο του Λούβρου, και χωρίς φυσικά τα δυο της χέρια. Χάθηκαν πάνω στην επεισοδιακή της μεταφορά, παρότι βρέθηκαν στην ανασκαφή κοντά στο βασικό κορμό του αγάλματος και περισυνελέγησαν. Ίσως πεταχτήκαν στη θάλασσα -χωρίς να συναρμολογηθούν δυστυχώς ποτέ- πάνω σε συμπλοκή των βιαστικών και βίαιων Γάλλων ναυτών κατά το φόρτωμα του αγάλματος στο πλοίο που ακολούθησε μετά την «μεγάλη ανακάλυψη» τού από αιώνες «θαμμένου» αρχαιοελληνικού κάλλους σε χωράφι της Μήλου.
Η «άφιξη» της Αφροδίτης της Μήλου στο Λούβρο έγινε την 1η Μαρτίου του 1821. Μιλάμε για τον ίδιο μήνα ακριβώς με την Ελληνική Επανάσταση. Το άγαλμα που χρονολογείται στα τέλη της ελληνιστικής και στις αρχές της ρωμαϊκής εποχής (περί τα 150 – 50 π.Χ.) βρέθηκε στις 8 Απριλίου το 1820 από τον Κεντρωτά, έναν μεσίτη τρόπον τινά της εποχής ο οποίος έσκαβε στο πεζούλι του βγάζοντας πέτρες από αρχαία ερείπια που υπήρχαν εκεί. Λίγο πιο πέρα Γάλλοι αξιωματικοί έκαναν ανασκαφές για αρχαία. Όταν ο Κεντρωτάς (αλλού αναφέρεται ως Γιώργος, αλλού ως Θεόδωρος) βρήκε πελεκημένο μάρμαρο δύο Γάλλοι ναύτες που συμμετείχαν σε γειτονικές ανασκαφές έσπευσαν να τον βοηθήσουν. Ο «πυρετός των αρχαιοτήτων» είχε ήδη από καιρό καταλάβει τους Γάλλους για τα καλά όμως και είχαν συνεχή επικοινωνία με πρόξενους και πρεσβευτές της πατρίδας τους στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη και αλλού. Επικεφαλής των ανασκαφών δίπλα στο χωράφι του Κεντρωτά ήταν ο τρομερός φιλέλληνας που προ ολίγου σκιαγραφήσαμε, ο συνταγματάρχης Ολιβιέ Βουτιέ . Ο Βουτιέ -αιωνία του η μνήμη- είχε σπουδάσει λίγη αρχαιολογία και άρχισε να σχεδιάζει αμέσως το εύρημα, ειδοποιώντας ταυτόχρονα τους πατριώτες του για την μεγάλη του αυτή ανακάλυψη. Ενημέρωσε αμέσως τον Γάλλο υποπρόξενο στη Μήλο, ο οποίος άρχισε χωρίς καθυστέρηση τα παζάρια με τους ντόπιους στέλνοντας και αυτός σήμα στον Μαρκήσιο ντε Ριβιέρ πρόξενο των Γάλλων στην Υψηλή Πύλη. Όσο το παζάρι καθυστερούσε -και που στο οποίο είχε αναμιχθεί ολόκληρο το νησί- φυσικά και οι δημογέροντες μαζί, αλλά και ο Κεντρωτάς, πολιτικές πιέσεις άρχισαν να ασκούνται από την Υψηλή Πύλη. Ο νόμος άλλωστε όριζε αυστηρά όλες οι αρχαιότητες να καταλήγουν στην Κωνσταντινούπολη και ο Σουλτάνος ως συλλογικός dealer να τις μοιράζει κατά το δοκούν, ασκώντας με αυτόν τον τρόπο εξωτερική πολιτική ως μέσο κολακείας για τα έθνη που είχε ανάγκη στη δύσκολη εκείνη συγκυρία της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι διαπραγματεύσεις των Γάλλων με τους προεστούς, τους ιερείς, τους δημογέροντες του νησιού (όλοι μέσα στο κόλπο της μοιρασιάς, αιώνες τώρα), κράτησαν δύο ημέρες, άλλα οι πολιτισμένοι φιλέλληνες -πάνω από όλα- Γάλλοι αξιωματικοί πήραν τελικά με τη βία την θεά της ομορφιάς Αφροδίτη δίνοντας μερικές εκατοντάδες τουρκικά πιάστρα για αποζημίωση. Στις 25 Ιανουαρίου 1826 με σύμφωνο που υπεγράφη παρουσία μαρτύρων κληρικών (κατά πως λέει και το τραγούδι του Δ.Τσακνή…η σύμβαση υπογράφτηκε με μάρτυρες πολλούς…), με ονόματα όπως του Αρχιμανδρίτη Μιχελή, του Μιχαήλ Λογοθέτη, του Ιάκωβου Αρμένη και φυσικά του υποπρόξενου Louis Brest, οι Γαλλικές αρχές αποζημίωσαν -μια κι έξω- τους κατοίκους της Μήλου για την προίκα που τούς έδωσαν αλλά και για ενδεχόμενες -τάχαμου- ποινές από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Όλοι οι παραπάνω -Έλληνες τώρα- δήλωσαν με περίσσεια εθνικής υπερηφάνειας ότι έναντι 7218 Τουρκικών πιάστρων παραιτούνται οι ίδιοι και όλοι οι απόγονοί τους από κάθε περαιτέρω αποζημίωση. Θαυμαστή η πολιτική των συμμάχων μας Γάλλων! Αξίζει να σημειωθεί ότι για «εθνικούς λόγους» καθαρά και στα πλαίσια ενός αρχαιολογικού πολέμου, που ήταν μέρος άλλωστε της εξωτερικής πολιτικής, μιας και τότε σε όλη τη «λόγια» Ευρώπη είχε ξεσπάσει εκείνος ο «ιερός πόλεμος» για την απόκτηση -δηλαδή την οικειοποίηση, την κλοπή αν θέλουμε να ετυμολογήσουμε- αρχαιοτήτων, οι Γάλλοι πετάξανε στον κάλαθο των αχρήστων εξαφανίζοντας την αριστερή γωνία της βάσης του αγάλματος. Εκεί αναγραφόταν το όνομα του γλύπτη Αλέξανδρου και επειδή ήθελαν να προβάλουν διεθνώς το απόκτημά τους, προπαγανδίζοντας πως ήταν έργο του Πραξιτέλη και προερχόταν κατευθείαν μέσα από την καρδιά της Κλασικής Ελλάδας, έπρεπε να βρουν τον πιο κατάλληλο τρόπο να ξεφορτωθούν το αποτύπωμα -υπογραφή- του πραγματικού δημιουργού. Μύλος με άλλα λόγια η κατάσταση με την «πολιτισμένη» Γαλλία.
Βέβαια δεν θα μπορούσαμε να παραλείψουμε και τα αρχαιολογικά «ανδραγαθήματα» των συμμάχων στην ανεξαρτησία της Ελλάδας Άγγλων. Το 1799 ο ξακουστός Λόρδος Έλγιν διορίστηκε πρεσβευτής της Μεγάλης Βρετανίας στην Υψηλή Πύλη στην Κωνσταντινούπολη. Όταν τα διεθνή πολιτικά γεγονότα οδήγησαν την Τουρκία σε συμμαχία με τη Μεγάλη Βρετανία εναντίον της Γαλλίας, ο Σουλτάνος έδειξε την εύνοιά του στον Έλγιν ως Βρετανό πρεσβευτή, ο οποίος άδραξε την ευκαιρία για να ωφεληθεί προσωπικά και να αποκτήσει μια τεράστια συλλογή από αρχαιότητες, στρέφοντας το αμείωτο ενδιαφέρον του και την προσοχή του στα μνημεία της Ακρόπολης και κυρίως του Παρθενώνα. Από το 1801 έως το 1804 τα συνεργεία του Έλγιν δρούσαν ανενόχλητα στην Ακρόπολη προκαλώντας σοβαρές ζημίες στα γλυπτά καθώς και στο ίδιο το μνημείο. Από τους 97 στο σύνολο σωζόμενους λίθους της ζωοφόρου του Παρθενώνα, οι 56 βρίσκονται στο Λονδίνο και οι 40 στην Αθήνα. Από τις 28 σωζόμενες μορφές των αετωμάτων 19 βρίσκονται στο Λονδίνο και οι 9 στην Αθήνα. Να μην ξεχνάμε όμως ποτέ πως όσο βέβαιο είναι το ότι μέρος της αρχαίας μας κληρονομιάς το δώσαμε προίκα στις μεγάλες δυνάμεις, άλλο τόσο σίγουρο είναι πως χρωστάμε την ύπαρξή μας ως κράτος χάρη στην ίδια την πολιτική των ξένων. Αλλά και στα δάνεια που χορηγούσαν διαρκώς για να συντηρούν το τεχνητό κράτος-αποικία που λέγεται Ελλάδα για λόγους αυστηρά γεωπολιτικούς και όχι φιλελληνικούς. Κατά την επίσκεψη του συντάκτη αυτού του κειμένου στο Μουσείο του Λούβρου στις αρχές του Νοέμβρη 2021, 200 χρόνια μετά το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, εκείνη η αρχική αμηχανία, το βασανιστικό αίσθημα αμφιθυμίας που προκλήθηκε κατά την πρώτη επαφή με τη σπουδαία αυτή σύγχρονη επετειακή εικαστική έκθεση που θα μπορούσε να φέρνει τον εναλλακτικό τίτλο «Ελλάδα-Γαλλία, συμμαχία» συνεχιζόταν όσο ο γράφοντας παρατηρούσε και κατέγραφε λεπτομέρειες του περιεχομένου και της μορφής των θεματικών ενοτήτων και των εκθεμάτων. Χαρμολύπη, σαν σε ταύτιση με το διαγεγραμμένο μειδίαμα μιας προτομής του Γιαννούλη Χαλεπά με το κεφάλι Σατύρου και τη σκέψη να πηγαίνει σε εκείνη την αιώνια σύγκρουση που την αναδείξανε μοναδικά οι αρχαίοι Έλληνες και δεν είναι τίποτα άλλο από την αέναη αντίθεση μεταξύ απολλώνιου και διονυσιακού πνεύματος κατά την εξέλιξη των πολιτισμών. Πολλά ήταν εκείνα που τελικά ειπώθηκαν αιώνες πριν τη διαλεκτική του Χέγκελ. Ή μήπως ήταν η ίδια η τρέλα, ο ψυχισμός του Χαλεπά αποτυπωμένα στο πρόσωπο ενός δημιουργήματός του; Είναι και η επαναφορά στο μυαλό του συντάκτη του κειμένου αυτού όλης εκείνης της ανεπίσημης μα ζώσας «μικροϊστορίας» -που εύστοχα είχε ορίσει ο Γάλλος φιλόσοφος Μισέλ Φουκώ- του πολύπαθου εκείνου «πολιτισμικού τόπου» που λέγεται Ελλάδα που κάποτε ξεσηκώθηκε ενάντια στον κατακτητή…Και που πολέμησαν τον Τούρκο κατακτητή οι καταπιεσμένοι και πεινώντες, ασχέτως θρησκεύματος και ασχέτως εθνικότητας. Και που ήταν πολλές χιλιάδες οι μουσουλμάνοι Έλληνες τότε, ανάμεσα στους οποίους και οπλαρχηγοί σαν τον Οδυσσέα Ανδρούτσο. Και τουλάχιστον οι μισοί από τους οπλαρχηγούς αλλά και τους αγωνιστές ήταν Αρβανίτες. Αρβανίτης σίγουρα ήταν ο Μιαούλης, η Μπουμπουλίνα και δεκάδες άλλοι. Και δεδηλωμένα φιλοαρβανίτης αλλά και φιλομουσουλμάνος ήταν ο μέγιστος των οπλαρχηγών Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο αναμφισβήτητος ηγέτης της Επανάστασης…Η νοητή αυτή «συνομιλία» του επισκέπτη και μελετητή της έκθεσης αυτής στο Μουσείο του Λούβρου με τον αείμνηστο Βασίλη Ραφαηλίδη και το εξαιρετικό του σύγγραμμα «Ιστορία (κωμικοτραγική) του Νεοελληνικού Κράτους 1830-1974» ήταν και μία ενσυνείδητη ή ασυνείδητη μάλλον προσπάθεια «απόδρασης» από όλα εκείνα τα γεωμετρικά πλαίσια των ιδεολογημάτων, της «αιματολογικής» εθνολογίας και μιας φερόμενης ως γραμμικής εξέλιξης «ρίζας» της φυλής ή του «έθνους» από τους αρχαίους χρόνους μέχρι σήμερα. Δυστυχώς οι Γάλλοι αν και ειλικρινείς με τις δικές τους προθέσεις απέναντι στην Ελλάδα (ποτέ δεν έκρυψαν άλλωστε ότι μας είχαν βάλει από νωρίς στο μάτι), σκοπίμως αποκρύπτουν την ανεπίσημη «μικροϊστορία» μας, μέρος της οποίας ήταν και ο εμφύλιος σπαραγμός που προκάλεσαν οι ίδιες οι ξένες δυνάμεις με το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης, μέσω των δανείων, και την χάραξη μακροπρόθεσμης πολιτική επιρροής η καθεμία από αυτές. Η εικαστική έκθεση είναι αρκετά straight και γραμμικά δοσμένη ακολουθώντας πιστά τα σχολικά εγχειρίδια αλλά και την συντηρητική και υποκριτική ακαδημαϊκή κοινότητα. Σε αυτό παίζει ρόλο και η συνδιοργανώτρια ελληνική πλευρά. Τίποτα πέρα από τον αναπαραγόμενο αστικό μύθο. Τα πρωτόκολλα τηρούνται αυστηρά παρόλο που η έκθεση εντυπωσιάζει ως προς τη διαθεματικότητα, την επιστημονική αρτιότητα και τις διακειμενικές της γέφυρες σύνδεσης. Να θυμίσουμε για τη δική μας ιστορία πως μαζί με τον μεγάλο Βασίλη Ραφαηλίδη, ο Κωστής Παπαγιώργης, ο Γιάννης Κορδάτος, αλλά και ο Γιάννης Σκαρίμπας ήταν από εκείνους που αποτόλμησαν από ελληνικής πλευράς να αμφισβητήσουν τους ακρογωνιαίους «εθνικούς» μας θρύλους. Και που φυσικά σωστά έπραξαν.
Οι Γάλλοι εκθέτουν και κάτι άλλο ακόμα σπουδαίο στο αφιέρωμά τους για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση. Το έκθεμα ονομάζεται «Expedition de Moree», στα γαλλικά. «Εκστρατεία του Μοριά», στα ελληνικά. Και το πρωτότυπο σύγγραμμα που παρουσιάζεται στην έκθεση έχει τον τίτλο «Expedition Scientifique De Moree». Αναφέρεται στην αποστολή γαλλικού εκστρατευτικού σώματος στην Πελοπόννησο μεταξύ των ετών 1828 και 1833 κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 με σκοπό την απελευθέρωση της περιοχής από τις τουρκικές-αιγυπτιακές κατοχικές δυνάμεις, που συνοδεύτηκε από μία καλά οργανωμένη επιστημονική εκστρατεία με εντολή της Γαλλικής Ακαδημίας. Μία γαλλική εκστρατευτική δύναμη 15.000 ανδρών υπό την αρχηγεία του στρατηγού Nicolas-Joseph Maison. Όπως και στην Εκστρατεία της Αιγύπτου του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, όπου μια επιτροπή Επιστημών και Τεχνών συνόδευσε την ίδια τη στρατιωτική εκστρατεία, στην Πελοπόννησο μία επιστημονική επιτροπή η «Επιστημονική Αποστολή του Μοριά» (Mission Scientifique De Moree) επίσης ακολουθούσε τα στρατεύματα. Μέρος της αποστολής ήταν 19 επιστήμονες οι οποίοι εκπροσώπησαν διαφορετικές ειδικότητες όπως φυσική ιστορία, αρχαιολογία, αρχιτεκτονική-γλυπτική. Το έργο τους αποδείχθηκε ιδιαίτερα κρίσιμο για την τρέχουσα ανάπτυξη του νέου ελληνικού κράτους και αποτέλεσε ορόσημο στην ιστορία της σύγχρονης Αρχαιολογίας. Το 1846 ιδρύεται η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή και στη συνέχεια και άλλα ξένα αρχαιολογικά ινστιτούτα. Για να ακολουθήσουν οι οργανωμένες πια ανασκαφές στη Δήλο, τους Δελφούς, και την Ακρόπολη. Το τερπνόν -ανά τους αιώνες- μετά του ωφελίμου…
Μετά την άφιξη της στρατιάς του στρατηγού Maison η γαλλική κυβέρνηση θα υποβάλει στον κυβερνήτη της Ελλάδας Ιωάννη Καποδίστρια αίτημα για την οργάνωση του ελληνικού στρατού με γαλλική οικονομική βοήθεια της τάξεως των 100.000 φράγκων το μήνα, με την προϋπόθεση ότι ο διοικητής θα είναι Γάλλος. Τα ποσά που δαπανήθηκαν επίσημα από τη γαλλική κυβέρνηση για την οργάνωση και τη συντήρηση του τακτικού στρατού ανέρχονταν για την τριετία 1828-1830 σε 6.623.960 φράγκα. Πρόκειται για την πιο ξεκάθαρη έκφραση επιβολής της γαλλικής πολιτικής στα ελληνικά πράγματα. Επίσης τον Μάιο του 1828 ήρθε στην Ελλάδα ο πρώτος πρεσβευτής, ο Γάλλος στρατηγός Ζισερό ντε Σαιν Ντεβίλ που αντί διαπιστευτηρίων είχε μαζί του 500.000 φράγκα. Και οι Άγγλοι βέβαια δεν πήγαν πίσω. Λίγα χρόνια νωρίτερα από τους χορηγούς Γάλλους και συγκεκριμένα στις 30 Νοεμβρίου 1823, όμιλος Άγγλων τραπεζιτών χορήγησε στη μαχόμενη Ελλάδα δάνειο ύψους 800.000 στερλινών για τις άμεσες ανάγκες των επαναστατών. Όμως η μεγαλύτερη -αδιαμφισβήτητα- ημέρα για την ανεξαρτησία της εξεγερμένης Ελλάδας ήταν η 8η Οκτωβρίου 1827 όταν οι τουρκοαιγυπτιακές δυνάμεις συντρίφτηκαν, όχι φυσικά στην ξηρά, αλλά στη θάλασσα, στην ξακουστή ναυμαχία του Ναυαρίνου. Εκεί ο συμμαχικός στόλος των Άγγλων-Γάλλων-Ρώσων έστειλε στον πάτο μέσα σε τρεις ώρες σφυροκοπήματος τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο, δίνοντας έτσι αίσιο τέλος στον δύσκολο ανταρτοπόλεμο των Ελλήνων που είχε κρατήσει σθεναρά έξι ολόκληρα χρόνια αλλά βρισκόταν σε απόλυτο αδιέξοδο.
Η σπουδαία αυτή έκθεση «Παρίσι-Αθήνα. Η γέννηση της σύγχρονης Ελλάδας, 1675-1919», που πυροδότησε έναν μεγάλο κύκλο συνειρμών στον περιηγητή και συντάκτη αυτού του κειμένου, κοσμείται επίσης από πίνακες του τρομερού Γάλλου ζωγράφου Ευγένιου Ντελακρουά με το πολύ γνωστό έργο του που παριστάνει τη γυναίκα-Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου. Δεσπόζει άλλωστε η γυναικεία φιγούρα στους Γάλλους ζωγράφους και ειδικά στον Ντελακρουά με τη γυναίκα-Ελευθερία να οδηγεί τον λαό στον πασίγνωστο ομότιτλο πίνακα. Η Μαριάν (Marianne) άλλωστε είναι η αλληγορική μορφή της Γαλλικής Δημοκρατίας. Είναι η γυναικεία φιγούρα με τον φρυγικό σκούφο, ένα εθνικό σύμβολο, που κατέχει τιμητική θέση στα επίσημα κτήρια της Γαλλίας. Εκπροσωπεί τις αξίες τις Γαλλικής Επανάστασης. Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφοσύνη. Στο Πάνθεον του Παρισίου είναι εμβληματικά τα γυναικεία αγάλματα, το κεντρικό (με την επιγραφή: La Convention Nationale) να κρατά σπαθί στο χέρι συμβολίζοντας την τρίτη κυβέρνηση της Γαλλικής Επανάστασης (την Συμβατική Εθνοσυνέλευση), και άλλα γυναικεία γλυπτά και αγάλματα που παρουσιάζονται να προτάσσουν τα στήθη τους. Το Πάνθεον είναι φανερό πως λειτουργεί ως ένα μη θρησκευτικό μαυσωλείο μιας και η τομή της Γαλλικής Επανάστασης ήταν τόσο βαθιά στο εποικοδόμημα, δηλαδή στους θεσμούς, τις αντιλήψεις και στις ιδέες της κοινωνίας, ώστε οι εθνικοί τους ήρωες (και σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται οι επιστήμονες, οι συγγραφείς, οι φιλόσοφοι και όχι μόνο οι στρατηγοί) να μην «ανακατεύονται» με τη μεταφυσική και τα θρησκευτικά πιστεύω, πόσο μάλλον με τη θεσμοθετημένη θρησκευτική εξουσία που λύνει και δένει σε τριτοκοσμικά κράτη τύπου σύγχρονης Ελλάδας, όπως και αλλού!
Τι είναι όμως εκείνο που φαίνεται να «αφαιρούν» τελικά οι Γάλλοι από τη σπουδαία έκθεση που συνδέει το Παρίσι με την Αθήνα, τις πρωτεύουσες δηλαδή των δύο συμμαχικών κρατών; Αλλά και να συνηγορούν σ’ αυτό οι συνδιοργανωτές Έλληνες δηλαδή η Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου και το Μουσείο Μπενάκη που συμμετέχει. Και ενώ ο ιστός έχει υφανθεί με μαεστρία αναδεικνύοντας τους δεσμούς των δύο κρατών σε πολιτιστικό, ιστορικό, πολιτικό, οικονομικό επίπεδο με έναν τρόπο επιστημονικό και διακειμενικό, κάτι φαίνεται σκοπίμως να μην περνάει ούτε καν στα ψιλά γράμματα της έκθεσης. Κλείνοντας τα μάτια ο συντάκτης αυτού του κειμένου και αφού περιηγήθηκε για ώρες μέσα στον λαβύρινθο του Λούβρου, ολοκληρώνοντας την «ανάγνωση» της έκθεσης, φαντάσθηκε εκείνο που δεν αντίκρυσαν τα μάτια του. Μια αναπαράσταση του δραματικού επιλόγου της ζωής του πρώτου κυβερνήτη του νέου ελληνικού κράτους Ιωάννη Καποδίστρια. Ο πασίγνωστος μέσα από πολλά ιστορικά βιβλία αλλά και σχολικά εγχειρίδια πίνακας του ζακυνθινού ζωγράφου Διονυσίου Τσόκου που βρίσκεται στο Μουσείο Μπενάκη έλαμπε -με την κάθε του λεπτομέρεια στη φαντασία και το μυαλό του γράφοντα- δια της απουσίας του όμως, δυστυχώς. Το λυπηρό είναι πως ο Θεόδωρος Βρυζάκης όπως και άλλοι ζωγράφοι ιστορικών θεμάτων της σχολής του Μονάχου, της γαλλικής σχολής και της Μπελ Επόκ περιόδου, ήταν παρόντες με πολλά έργα. Ο πίνακας με το δράμα του Καποδίστρια δεν αντιμετωπίστηκε ποτέ ως τώρα μέσα στο πλαίσιο μιας σοβαρής ιστορικής, πολιτιστικής και καλλιτεχνικής αξιολόγησης. Πλανάται ακόμα σαν αδικαίωτο φάντασμα, σαν τον Άμλετ, μαζί με το δράμα ολόκληρης της σύγχρονης Ελλάδας που με τον θάνατο ενός σπουδαίου Έλληνα λόγιου, πολιτικού, διπλωμάτη, οραματιστή (Οι μετέχοντες της ελληνικής παιδείας είναι Έλληνες σύμφωνα με τον ορισμό του Ισοκράτη), κατρακύλησε στη φατριακή κομματική δράση των Μαυροκορδάτων, του Κουντουριώτη, των Μιαούληδων, της οικογένειας των πιστολέρο «μαφιόζων» Μαυρομιχαλέων και των πλούσιων πλοιοκτητών της Ύδρας, μέσω των οποίων εκφραζόταν στο ακέραιο η παρεμβατική πολιτική των συμμάχων μας Άγγλων και Γάλλων. Μία ελεύθερη σύγχρονη Ελλάδα με λαό κυρίαρχο στον τόπο του σίγουρα θα έμοιαζε με το νεοσύστατο τότε ελληνικό κράτος που στο άψε σβήσε ίδρυσε -μέσω του Καποδίστρια- 55 σχολεία στην Πελοπόννησο και 44 στα νησιά (στους 500.000 κατοίκους της ελεύθερης επί των ημερών του Ελλάδας 14.000 ελληνόπουλα φοιτούσαν σε σχολεία). Το τι πραγματικά επικράτησε μετά τον θάνατό του φάνηκε γρήγορα στη συνέχεια και κρατά σχεδόν καθεστωτικά -για να μην πούμε πραξικοπηματικά- έως τις μέρες μας. 102 χρόνια μετά την εν ψυχρώ δολοφονία του το επίσημο ελληνικό κράτος θα τον τιμήσει -αισίως- με ανέγερση ανδριάντα του στο Ναύπλιο. Να σημειωθεί ότι το ίδιο κράτος τίμησε τον Άγγλο φιλέλληνα και υπουργό εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας Τζώρτζ Κάνινγκ με ολόκληρη πλατεία (Κάνιγγος), ενώ το άγαλμά του κατασκευάστηκε το 1834! Πάντως οι Γάλλοι τον άνθρωπό τους τελικά θα τον βρουν στο πρόσωπο του Ιωάννη Κωλέττη (εκ Συρράκου ορμώμενου που το πραγματικό όνομα της οικογένειάς του ήταν Δήμας), τον επίσημο ιδρυτή του γαλλικού κόμματος και πρωθυπουργού των πρώτων χρόνων του νεοελληνικού κράτους (1834–1835 και 1844-1847). Οι συναλλαγές του, η διαφθορά, οι δωροδοκίες και η κατάχρηση δημόσιας περιουσίας, αποτιμήθηκαν θετικά μόνο από τη σύμμαχο Γαλλία, αφού διασφάλιζαν τη μεγαλύτερη δυνατή παρέμβασή της στα εσωτερικά του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Μεγάλο ατόπημα ήταν το Επιστημονικό Συνέδριο που διοργάνωσε πριν λίγους μήνες ο Σύνδεσμος Συρρακιωτών Πρέβεζας για τον Κωλέττη και την εποχή του, αν λάβουμε υπόψιν μας πως μία από τις πιο σκοτεινές σελίδες της Ελληνικής Επανάστασης ήταν η σύλληψη και θανάτωση του Οδυσσέα Ανδρούτσου, και πως ο Κωλέττης ως προσωπικός μανιασμένος εχθρός του, όπως και πολλών άλλων σπουδαίων οπλαρχηγών (Μαντούς Μαυρογένους, Θεόδωρου Κολοκοτρώνη), πολύ πιθανόν να ήταν και ο ηθικός αυτουργός ως ισχυρός πολιτικός «άνδρας» που υπήρξε τότε (μας τα μαρτυράει όλα ο Μακρυγιάννης).
Οι Γάλλοι μαζί με τους συμμάχους τους Έλληνες αφαιρούν ένα ολοζώντανο κομμάτι της ελληνικής ιστορίας που δεν μπορούν να αποτιμήσουν πολιτιστικά και να το αποδώσουν καλλιτεχνικά σε αυτή την έκθεση. Όμως για τους Γάλλους ένα μόνο είναι βέβαιο -που δεν φαίνεται να ισχύει και για το νέο ελληνικό κράτος- πως οι μετέχοντες της γαλλικής παιδείας και όσοι έδωσαν ανυστερόβουλα τη ζωή τους για τη μαμά Γαλλία ανήκουν αδιαμφισβήτητα στο Πάνθεον των δικών τους εθνικών ηρώων.
Τελικά το ερώτημα που θα μπορούσε να διατυπωθεί ως πρόταση κατακλείδα αυτού του κειμένου, και συγκεφαλαιώνοντας, είναι μάλλον ρητορικό:
Είναι η τέχνη μέσο για την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής ενός κράτους και μήπως είναι αυτή που τελικά χρησιμοποιείται ως «όπλο» στο εσωτερικό του για τη δημιουργία, τη συντήρηση και την αναπαραγωγή των μύθων -εκείνων- που συγκροτούν την όποια «εθνική συνείδηση»;
Πηγές:
Για τη συγγραφή αυτού του κειμένου αξιοποιήθηκαν στοιχεία από το βιβλίο του Βασίλη Ραφαηλίδη «Ιστορία (κωμικοτραγική) του Νεοελληνικού Κράτους 1830-1974» και πληροφορίες από το άρθρο της Αναστασίας Τσαγκαράκη « Οι Γάλλοι Φιλέλληνες στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας» που δημοσιεύθηκε στη Ναυτική Επιθεώρηση. Επίσης μεγάλο ρόλο έπαιξαν οι εικόνες από τη μνήμη και το «ψυχικό πλάσμα» του γράφοντα, κατά την αλληλεπίδραση της όρασής του με την έκθεση «Παρίσι-Αθήνα. Η γέννηση της σύγχρονης Ελλάδας, 1675-1919» στο Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι τον Νοέμβρη 2021.