Χρονογράφημα
11/8 Παρασκευή. Η ποίηση είναι σοβαρό πράγμα για να γράφουμε ποιηματάκια, αλλά πρέπει να αφιερωθώ επιτέλους στο πρώτο ποίημα που υποσχέθηκα κάποτε να γράψω. Αυτός ήταν κι ο σκοπός του Ημερολογίου των ασήμαντων. Ένα ποίημα! Που σημαίνει αποκεφαλισμός. (Αν θυμάστε καλά εκείνη την υπόθεση του Σαουδάραβα ποιητή που δεν άρεσε στο καθεστώς και που τον είχανε για καρατόμηση κ υ ρ ι ο λ ε κ τ ι κ ά. Κυριολεκτικώς! Δεν ξέρουμε τι απέγινε). Εδώ ακόμη προσπαθούμε να στήσουμε πλέον την ερμητική ποίηση. Προσπάθειες ατελέσφορες ίσα με τώρα.
Ήλθε απ’ τα Γκράβαρα ο πάροικος που έχω να τον δω είκοσι χρόνια με ένα τζιπ-πανάκριβη νεκροφόρα να με πάρει να πάμε να πιούμε καφέ. Είμαι χάλια και δεν μπορώ τον ήλιο σ’ αυτή τη φάση, του λέω. Μόνο για λίγο, κοντά σε σένα, στην πλατεία Βικτωρίας, λέει. Το θέμα; Επείγει να βάλει το γιο του επίτιμο πρόξενο σε μεγάλη πόλη της Αυστραλίας και σκέφτηκε εμένα, αν ξέρω κανένα. Πώς να ξέρω; Και δεν θέλω να ξέρω. Φεύγει αύριο να εποπτεύσει τις εργασίες στο σκάφος που ναυπηγεί στην Αγγλία ο γιος του, 12 εκ. δολαρίων. Χέστηκα. Δεν εντυπωσιάζομαι, πιθανόν οι αναγνώστες του Ημερολογίου, αλλά ούτε, διότι κι αυτοί αντικομφορμιστές είναι. Άλλωστε κοκορέτσι θα ψήνουν οικογενειακώς στην πλώρη όπως κάνουν οι νεόπλουτοι Ελληναράδες στο bay Νέλσον.
Τελικά, ενώ βρίσκω Έλληνες παντού από Αυστραλία δεν βρίσκω τίποτα από Γαλλία! Οι διανοούμενοι είναι βλέπεις λίγοι, οι δε φίλοι διανοούμενοι ανύπαρκτοι. Δεν περιμένουν τίποτα, τα έχουν όλα. Και φυσικά τα ξέρουν όλα. Τους βλέπω καμιά φορά στην τηλεόραση, ραμολιμέντα εκτός τόπου, να δίνουν συμβουλές. Τα κατάφερε μια χαρά για πάρτη της, διεθνώς, η γενιά του Μάη να περάσει καλά, αφήνοντας τα παιδιά της να βουλιάξουν στην ανεργία.
«Στη μαμά μου άρεσε να τη γλείφουν», έτσι αρχίζει, λέει στην εφ. Των Συντακτών η Γεωργακοπούλου, η συλλογή διηγημάτων Όμορφοι έρωτες του Ιάκωβου Ανυφαντάκη (με ολοσέλιδη σχεδόν φωτογραφία του συγγραφέα), την οποία πρέπει εξάπαντος να αγοράσω. Σκέφτομαι όμως την εξέλιξη των ειδών και των ηθών. Πως δεν έχουμε δει να προβάλλονται με τέτοιες φωτογραφίες οι «κλασικοί» και ούτε ποτέ θα μπορούσε να γράψει ο Ξενόπουλος, ο Παπαδιαμάντης, ο Βιζυηνός Στη μαμά μου άρεσε να τη γλείφουν, ούτε καν ο Καραγάτσης και ο Θεοτοκάς.
Το βράδυ στη δημόσια τηλεόραση παγκόσμιος στίβος στο Λονδίνο με βροχή και στο κανάλι της Βουλής προβάλλεται το φιλμ Σοσιαλισμός του Γκοντάρ. «Τα χρήματα επινοήθηκαν για να μην κοιταζόμαστε στα μάτια». Ωραίο. Σάμπως ρε Ζαν Λυκ με τις πιστωτικές κάρτες κοιταζόμαστε; Συναλλασσόμαστε, συναλλάσσεστε κλπ. Γίγαντα Αναγνωστάκη. Ο μόνος πνευματικός άντρας με γνώθι σ’ Αυτόν.
Συνεχίζει τα αποφθέγματα ο Γκοντάρ κι εγώ κάνω ζάπιγκ αφού δεν θέλω να χάσω και το δρόμο των μεγάλων αποστάσεων που διεξάγεται τώρα στο Λονδίνο. «Έχουμε μόνο βιβλία να βάλουμε μέσα σε βιβλία, αλλά την πραγματικότητα (πώς) να την βάλουμε στην πραγματικότητα;».
Φωτιές στην Πελοπόννησο.
12.8 Σάββατο. Ζαβλακωμένος από τα φάρμακα και τη ζέστη. Δύο κλήσεις από το Στέφανο χτες που δεν τις άκουσα. Μα και να τις άκουγα αποφεύγω να μιλήσω πολύ στο τηλέφωνο, με αυτή τη μόλυνση που δεν είναι μόλυνση αλλά ένα δράμα του δέρματος. Έμεινα από φρούτα και βγήκα για λίγο στη Λαϊκή που μ’ ευχαριστεί όπως ευχαριστούσε το Ρίτσο το θέαμα των οπωρικών συμμετρικά τοποθετημένων στον πάγκο του μανάβη. Λάθος μου η έξοδος, βράζει ο τόπος, αναποδογυρισμένο καζάνι στην πληγή. Πέρασα από την οδό Χωματιανού, διατηρείται ακόμη το ταπεινό οίκημα όπου έμενε ο Τσικόπουλος, με τα ωραία τρίγωνα γραμματόσημα από το Μονακό που ο πατέρας του ήταν πολιτικός κρατούμενος και η μάνα μου με κυνηγούσε συνέχεια, λέγοντας ότι «θα μας κάψεις, πάλι κάνεις παρέα με κομμουνιστές».
–Τώρα πια όχι μόνο με κομμουνιστές μάνα, αλλά με αναρχικές, που είναι μανούλες στις σφιχτές αγκαλιές, στα ρουφηχτά φιλιά και στα κοκτέιλ μολότοφ.
Καταλαβαίνω ότι αν δεν απομνημονεύσουμε σωστά την εικόνα του εαυτού μας, αν αφεθούμε χωρίς καμία αντίσταση στην τροποποίηση προσωπικότητας που μας οδηγούν οι μεταλλαγμένες τροφές, τα εκζέματα, τα νέα μέτρα και ο επελαύνων νεοφιλελευθερισμός , τότε δεν θα μπορέσουμε να τον δούμε διαχρονικά από τη θέση του παρατηρητή, χάνοντας έτσι σε μεγάλο βαθμό τα βιωματικά στοιχεία της ύπαρξής μας. Χάνουμε τον εαυτό μας όταν δεν θυμόμαστε, χάνουμε όταν επιτρέπουμε να μας «τροποπλοιούν» και να μας αλλοτριώνουν.
Ο Πάροικος μου τηλεφωνεί, ανησυχεί για μένα, ανησυχεί όπως με είδε. Πώς με είδε; Τροποπλοιημένο; Να μην ανησυχεί.
Φωτιές στη Ζάκυνθο και στην Κεφαλονιά.
13.8 Κυριακή. Ο έρπης τιθασεύτηκε. Τρόπον τινά. Μάθημα διά τηλεφώνου από την κόρη μου, πολύωρο από Σύδνεϋ. Δεν προσέχεις, είσαι ηδονιστής και άπληστος. Δεν κάνει να τρως ντομάτες, έχουν acide , δεν κάνει να πίνεις αλκοόλ, όχι αλάτια, όχι ψωμιά και βάρος, όχι ζάχαρες. Ρε Μαρία τάχω κόψει αυτά, μόνα τα φρούτα τσακίζω. Όχι πάνω από δύο φρούτα ημερησίως. Όχι μπανάνες. Μόνο λαχανικά. Άλλος Στέφανος, Νο 2. Συνεχίζει: «Οι γιατροί δεν εξελίσσονται γιατί δεν διαβάζουν. Έχουν κάνει τη δουλειά τους ρουτίνα, έχουν τα ρυθμισμένα τα ωράριά τους και πίνουν το κρασάκι τους, έχουν την αλήθεια τους, δεν επιμορφώνονται. Εγώ γι αυτό είμαι καλή με τους πελάτες μου γιατί διαβάζω συνέχεια, γιατί ψάχνομαι». Μαρία ούτε κι εσύ διάβαζες. Ντέντυ, έφηβη ήμουν στο κάτω κάτω, τα παιδιά πρέπει να χαίρονται. Έρρικα ΜΗ, θα βγάλεις τα μάτια της γιαγιάς.
13 Αυγούστου παγκόσμια ημέρα αριστερόχειρων. Ώστε ο Μέγας Αλέξανδρος, ο Μέγας Ναπολέων, ο Λεονάρντο Ντα Βίτσι και κι ο Πικάσο ήσαν αριστερόχειρες! Όλοι οι αστέρες των κατακτήσεων και του πολιτισμού σε ένα κόσμο δεξιόχειρων δεν τα πήγανε καθόλου άσχημα.
Με την κλεισούρα έχω την ηδονή να ξεφυλλίσω χοντρούς τόμους από εγκυκλοπαίδειες και να διαβάσω πάλι ποίηση. Γιάννης Βερβέρης:
Όταν πεθαίνει κάποιος νέος
οι γέροι λένε πως ήταν θέλημα θεού
όταν πεθάνει γέρος
πως είχε πια γεράσει
όμως οι πάρα πολύ γέροι
κοιτάνε μοναχά μπροστά
εκτρέφουν πια μιαν υποψία αθανασίας
Και ο αμερικανογεννημένος στο Λος Άντζελες Aris Banias:
Παίρνω τη Μαμά να μάθω τι σημαίνουν τα νέα μέτρα λιτότητας
Μερικά μυρμήγκια στον τοίχο πάνε από το ένα
αθέατο σημείο στο άλλο οι τράπεζες έκλεισαν.
Της λέω να στραφεί στο ανταλλακτικό εμπόριο˙ να ανταλλάξω τι, απαντά.
Δείτε τώρα πώς γράφει μία Σουηδέζα η Lin Hansen (1983) ένα είδος ποίησης που δεν διαβάζουμε στην Ελλάδα έχοντας αράξει για καλά στο λυρισμό του Ελύτη και του Σεφέρη. Απόσπασμα από την προκλητική «Ιστορία» της:
Η ιστορία λαμβάνει χώρα τη νύχτα.
Η ιστορία θέλει πολλή δουλειά.
Η ιστορία είναι αθάνατη.
Ο άνθρωπος δυστυχώς θνητός.
Πρώτα ήλθε η παιδική ηλικία και μετά ήλθαν τα παιδιά.
Τα παιδιά χρειάζονται μικρά πόδια και μεγάλη μουσική.
Τα παιδιά χρειάζονται να περπατούν και να ψηλώνουν.
Τα γεγονότα γίνονται ιστορικά προσπερνώντας προηγούμενα γεγονότα.
Τα παιδιά γίνονται άνθρωποι προσπερνώντας τους εαυτούς τους.
Είναι διαφορετικό να σκοτώσεις έναν άνθρωπο
Και διαφορετικό να ξεχάσεις να τον κρατήσεις ζωντανό.
Μπορεί να ξεχάσεις να κρατήσεις το σκύλο ζωντανό.
Μπορεί να ξεχάσεις να κουρέψεις τα μαλλιά ενός παιδιού.
Πρώτα ήλθε το σίδερο μετά ήλθαν τα πουκάμισα.
Πρώτα ήλθε το αδιάβροχο και μετά ήλθε η βροχή.
Τα παιδιά μικρού και μεσαίου σχήματος είναι ξύπνια και απαντάνε όταν τους μιλήσεις.
Τα ακόλουθα έχουν καεί στο διάβα της ιστορίας κοινοβούλια κτίρια δάση
Καρδιές σπίτια κοινών ανθρώπων ολόκληρες πόλεις.
Αμέσως μετά το τηλεσκόπιο ήλθε ο νυχτερινός ουρανός.
Ένα άτομο μπορεί να φαίνεται ευχάριστο για εβδομάδες μέχρι να του πουν να σταματήσει.
Αυτό είναι ιστορία ξεκινά και τελειώνει επί πληρωμή.
Είναι ιστορικό να δεις κάτι που στεκόταν για καιρό να πέφτει.
Είναι ιστορικό να θρηνείς για ένα έγκλημα.
Είναι ιστορικό και τραυματικό να δεις οικογένεια και φίλους και γείτονες να σου γυρίζουν την πλάτη
Η ιστορία θα έπρεπε να δύναται να απαντά ερωτήσεις
Τελικά τα στρατεύματα έφτασαν στη Γαλλία άραγε είναι ιστορία όχι είναι γεωγραφία.
Ορίστε μια ιστορική έκφραση μια φορά κι έναν καιρό.
Θα συνεχίσω αύριο με Χάνσεν. Αδικώ τη νεαρή σουηδέζα ποιήτρια αποσπώντας κομμάτια από το επικό ποίημα με το οποίο παρουσιάζει ένα δικό της κανόνα για την Ιστορία (και την ποίηση) θέτοντας ερωτήματα σε στιλ μαθητικού διαγωνισμού. Αλλά πρέπει να ασχοληθώ έστω για λίγο, έστω κι επιδερμικά με τη ριμάδα την Αμνησία μου. Ο Δημήτρης Σταμούλης μου είπε ότι έχει προσλάβει μία καινούρια ταχυγράφο οπότε τώρα μπορεί να την εκδώσει. Αμήν και πότε, θα με έχει φάει ο έρπης.
Φωτιές στην Εύβοια, στη Βοιωτία και στην Αττική. Καίγονται ο Βαρνάβας, ο Κάλαμος και το Καπανδρίτι. Καίγομαι κι εγώ.
Δημήτρης Τζουμάκας
Share this Post