Δημήτρης Τζουμάκας | Επανεκκίνηση, Μάρτιος 2017

In Λογοτεχνία, Πεζογραφία, Χρονογράφημα by mandragoras


Χρονογράφημα

Δημήτρης Τζουμάκας | Επανεκκίνηση, Μάρτιος 2017
  1. Τρίτη. Οι άνθρωποι είναι κακοί με σφιγμένα χείλη και κίτρινα δόντια μόλις ανοίξουν το στόμα. Εκεί κρύβονται χαμαιλέοντες κι άλλα είδη της ερπετοπανίδος, ορισμένα όμως είναι χαριτωμένα σαμιαμιδάκια.

 

Νάμαστε πάλι στα ίδια. Bonjour Dimitris. Τι γίνεται αδελφέ; Ca va? Έβαλε κρυουλάκι. Ανάψαμε σόμπα και θερμοσίφωνο; Άναψαν τα φώτα στην πολυκατοικία απέναντι. Στον τέταρτο όροφο του κτιρίου ο μαύρος καθαρίζει κρεμύδια, από κάτω, η γραία στον τρίτο, ως συνήθως με το κομπινεζόν, τρώει το αιώνιο κοφτό μακαρονάκι της κι η γάτα στο ερειπωμένο νεοκλασικό στα κεραμίδια. Μοσχοβολάει λιβάνι το ασανσέρ. Έχουμε θρησκευόμενους γείτονες. Ποιους; Μα η Πίτσα απέθανε. Μη μου πεις τους Πάκι, το Αφγανιστάν και τους αλλόφρονες! Κι εγώ στον Ανδρεάδη. Ο Ανδρεάδης μου υπέδειξε, έναντι 60 ευρώ επίσκεψη, το σωστό πιεσόμετρο και το σωστό τρόπο να μετριέμαι πρωί και βράδυ για να δούμε αν πρέπει να μου αλλάξει την αγωγή για την πίεση.

Μιλώντας στους Δελφούς η υπερτασολόγος Αρβελέρ (αλήθεια πόσο χρονών είναι αυτή κυρία; διακοσίων; μικρή το δέμας και αεικίνητος) είπε ότι «η σημερινή παγκοσμιοποιημένη αγορά μπορεί να σε κάνει να πουλήσεις άμμο στη Σαχάρα» λέγοντας έτσι με δικά της λόγια, ακαδημαϊκά, πως είμαστε «υποσαχάριοι ιθαγενείς» και μας κάνουν ό,τι θέλουν. Και μας ανεβάζουν την πίεση. Η Αρβελέρ είναι παντρεμένη με γόνο Ρότσδιλ οπότε θα πρέπει να έχει μετοχές από την άμμο και τον αέρα τον κοπανιστό που μας πουλάνε, αφού ακόμη κι ένας πτωχοδιάβολος, όπως εγώ, μπορεί να διαθέτει μετοχές Αέρος, Βωβού, Τζάμπα και του Κρετίνου Λυωναί.

 

  1. Τετάρτη. Οι άνθρωποι είναι κακοί αλλά εγώ είμαι πιο κακός. Κακότερος. Δεν υπάρχει παιδί μου αυτό το πράγμα; Χειρότερος λέμε. Ζω στην περιοχή με τους δράκους κι τους σακάτηδες σε θερμοκρασία γύρω στους 13 βαθμούς αυτή την ώρα και είμαι δράκος κι εγώ χωρίς φλόγες μεγάλες, με πίεση πρωί πρωί στα όρια 13.5. και 8.5 η μικρή, μια χαρά.

Έμεινα από αίμα (λάθος, έμεινα από γάλα για τον καφέ, είμαι δράκος δεν είμαι δράκουλας) παίρνω αμπάριζα και βγαίνω, επειδή αρχινήσανε τα σωθικά μου να τρέμουνε σαν τη θάλασσα που δεν ησυχάζει ποτέ είναι η γιορτή της Γυναίκας κι οφείλω να σταματήσω τη ζάχαρη, την κόβω τελείως, είναι δηλητήριο, μακριά κι αγαπημένοι φτιάχνουμε την άμυνά μας, όλα μέλι γάλα και ο Ηπειρώτης από κάτω λέει στη γυναίκα του που σερβίρει μυτζήθρα «είσαι μαλακισμένη μωρή παίρνεις το πενηντάρικο πρωί πρωί που σου πασάρει ο βούλγαρος πλαστό και τσιμπάς. Ηλίθια!».

 

  1. Πέμπτη. Η πίεση 14.5 η μεγάλη, 10.4 η μικρή, φρίκη, θα πάω σκαστός, δράκος σκασμένος, ξαναμετριέμαι σε πέντε λεπτά στις έξι και τριανταπέντε κι ευτυχώς μετά από meditation ξαναπέφτω στα χαμηλότερα χτεσινά! Βρέχει κανονικά. Επιτέλους είχα αρχίσει να νοσταλγώ τις βροχές του Σύδνεϋ. Δεν λέω, μου αρέσουν οι αθηναϊκές λιακάδες γι αυτό άλλωστε είμαι εδώ, για τα 100 μπάνια του καλοκαιριού με τα 100 βιβλία για ό,τι προλάβω ακόμη, καθώς ως μετανάστης πάτερ φαμίλιας εργαζόμην στις κατακόμβες, στις αλυκές και στις φυτείες ζαχαροκάλαμου της αλλοδαπής, χωρίς καλοκαιρινές διακοπές και ως νεολαίος ησχολήθην περισσότερο με την ορειβασία και τον αεροπτερισμό κι ούτως πως έχασα τα μακροβούτια σε αρχαία ναυάγια.

Αλλά η βροχή είναι μία νοσταλγία υγρών κλιμάτων, προϊστορικών γυναικών τότε που στο ελλαδικό παλαιοπεριβάλλον υπήρχε ζούγκλα με θηριόποδα, μαμούθ-φυτοφάγα και ρινόκερους που κατανάλωναν 100 τόνους νερό την ημέρα. Δεν ακούω εδώ τον ήχο της βροχούλας όπως στο Σύδνεϋ στους τσίγκους και στα κεραμίδια, δυστυχώς δεν υπάρχει ίχνος ρομαντισμού, τα αμάξια κορνάρουν, τα τρόλεϊ φρενάρουν, μηχανάκια μαρσάρουν, αστυνομικά και νοσοκομειακά οχήματα οπλισμένα με σειρήνες και γιωταχί με μουσικές στη διαπασών, πεθαίνω για ΣέεεεΕΕΕνααα, θάβουν τον ήχο της βροχής που μοιάζει σαν κλωστή άχρωμη και σε λίγο θα σταματήσει δυστυχώς αυτή η υδάτινη απόλαυση.

 

Ο μαύρος στην απέναντι πολυκατοικία έχει απλώσει μία ελληνική σημαία εκατό μέτρα. Ετοιμάζεται για την παλιγγενεσία μας για την 25η Μαρτίου. Είμαστε ασκούπιστοι στην πολυκατοικία, λέω στη διαχειρίστρια όταν πάω να πληρώσω τα κοινόχρηστα. Τι να σας κάνω κύριε Τζουμάκα, μου λέει, το Τρελάδικο έχει δυο χρόνια να με πληρώσει. Ακούω «Τρελάδικο» και με παίρνει κάμποση ώρα μέχρι να καταλάβω ότι μιλούσε για τους δυστυχείς αλλοπαρμένους μας ενοίκους, τους «διαμερισματικούς». Ε, δεν θα τα χάσετε από το Δημόσιο, απαντάω. Εμ από ’κει είναι που τα χάνουμε, τους έδειξα όλες τις αποδείξεις αλλά το Λογιστήριό τους δεν αναγνωρίζει τις παραστάσεις του 2015, θα τρελαθώ. Ω μη περιπέσετε Μυλαίδη σε τέτοια κατάσταση, μην καταλήξετε κι εσείς ένοικος της πολυκατοικίας των ψυχικά ασθενών με οριζόντιο νυσταγμό. Θα φορτώνει τους λογαριασμούς σκέφτομαι, η διαχειρίστρια.

 

Ζήλια και θαυμασμός. Το καλύτερο χαβιάρι παράγεται στην Άρτα πέρα από τους πορτοκαλεώνες και σε τεράστιες δεξαμενές η προχωρημένη ιχθυοκαλλιέργεια οξύρρυγχου. Ο Νίκος Παπαγιάννης ζήλεψε τη δόξα του Βαρβάκη και παράγει πρώτης γραμμής χαβιάρι στην πεδιάδα. Το σπανιότερο είδος είναι το Beluga, αυτό που δίνει το πρώτο σε ποιότητα χαβιάρι. Χρειάζεται 12 χρόνια για να ενηλικιωθεί και να είναι έτοιμο να γεννήσει, μπορεί δε να φτάσει τα 300-400 κιλά και ζει έως 100 χρόνια!

Ορίστε, παράσημο για το δαιμόνιο των γραικών τα ωά των ιχθύων από τα οποία παίρνουμε το χαβιάρι κι εγώ παίρνω την πίεση μου και χαζεύω γραμματόσημα. Επιχειρηματίας πολυμήχανος ήθελα να ήμουν, χέλια ανγκουίλα ανγκουίλα να καλλιεργώ και αγριοπέστροφες κάτω απ΄τις πορτοκαλιές και προπονητής κορασίδων του βόλεϋ να είμαι.

 

Ο υπουργός Στέγασης και Πολεοδομίας του Ντόναλντ Τραμπ, Μπεν Κάρσον, Αφροαμερικανός, μαύρος κατάμαυρος νευροχειρουργός ξεσήκωσε σάλο υποστηρίζοντας ότι οι σκλάβοι που μεταφέρθηκαν από την Αφρική ήταν «μετανάστες» οι οποίοι είχαν «ένα αμερικανικό όνειρο».

 «Υπήρξαν και άλλοι μετανάστες που ήρθαν εδώ στα αμπάρια δουλεμπορικών πλοίων, εργάσθηκαν ακόμη περισσότερο, ακόμη πιο σκληρά και για λιγότερα», τόνισε ο μαύρος υπουργός.

 «Μετανάστες;», αντέδρασε αμέσως η μεγάλη οργάνωση υπεράσπισης των δικαιωμάτων των μαύρων, μας ενημερώνουν το Γαλλικό Πρακτορείο και το Reuters.

Ξέρω, τα ανωτέρω είναι λίγο πολύ γνωστά, τα βρίσκετε στις ειδήσεις στο διαδίκτυο, κι ότι εδώ περιμένετε να δείτε τι θα γίνει με την Μπεμπα την daughter και την αρθρίτιδα κι αν θα υποκύψει στο φλερτ η γαλλίς του ιστότοπου που λαμβάνει χώρα εξ αποστάσεως, και εκ του ασφαλούς. Παρ’όλα αυτά, το κυρίως στοίχημα είναι αν θα ταφώ με τιμές στο λεκανοπέδιο (ή τάχιστα θα αναγεννηθώ και θα βγω να παίξω χυδαίες ρακέτες στον Άλιμο) ή θα ταφώ σε κοιμητήριο του Σύδνεϋ ή μήπως γίνω στάχτη σαν τον Κερέν σε Κρεματόριο της Βουλγαρίας, προτού γίνω πίτα απ’το πιοτό ή με καταβρέξει κανά όχημα του δήμου στην πλατεία Βικτωρίας. Προτού συμβούν όλα αυτά θα κολυμβήσω στον Κορινθιακό με φεγγάρι.

 

 

Περί λογοκρισίας

 

Κρεμασμένες στο τσιγκέλι οι συντάξεις της γειτονιάς περιμένουν την αξιολόγηση των δανειστών και οι αγάπες μου ταξιδεύουν με μαύρα πανιά. Τίποτα δεν θα γίνει με τις κυρίες παραπάνω γιατί δεν έχω τη δύναμη να επανέλθω ως εραστής. Λυπάμαι που απογοητεύω, δεν υπάρχει ενθουσιασμός, ούτε σχέσεις, οι άνθρωποι αδυνατούν να φάνε ο ένας τον άλλο, αυτά περί κανιβαλισμού είναι παραμύθια φυτοφάγων, όλα είναι νοσηρή φαντασία πια, όλα είναι νοσταλγία, το χειρότερο: ότι δεν θυμάμαι τι έφαγα. Ούτε μια βασιλοπούλα.

 

Ποιος μου είπε να ακολουθήσω ημερολόγιο «διαίσθησης»; Να γράφω αυτόματα; Να γίνω μεταφυσικός, πλατωνικός στον έρωτα. Έχω γίνει. Ησυχασμός και σουφικός χορός.

 

Από τη Γαλλία με αγάπη

–J’adorerai le faire avec un inconnu!

–Moi aussi.

–Aimerais-tu de me séduire ?

–Bien sur.

–Qui êtes vous?

–On a dit: “Pas de questions”.

–Où êtes-vous donc?

–Tres loin de vous

–Εκουτέ je suis une femme mûre 47 ans divorcée à la recherche d’un homme qui me redonnera le plaisir de vivre surtout au niveau du sexe. (Ακούστε είμαι μία γυναίκα ώριμη διαζευγμένη στην αναζήτηση ανδρός τινός που θα μου ξαναδώσει την ευχαρίστηση της ζωής, προπαντός στο επίπεδο του σεξ). Cela fait bien longtemps que je n’ai pas eu de relations sexuelles. (Πάει καιρός που δεν έχω σεξουαλικές σχέσεις). La dernière fois que j’ai couché avec un homme cela remonte avec mon ex-mari, il y a un an maintenant. Depuis ce temps-là, je n’ai pas connu d’hommes. Évidemment, j’ai connu le plaisir, mais en solo. Il est temps maintenant que je passe à autre chose et que je tourne la page. Je pense que j’ai simplement besoin de sexe ! La seule chose que je te demanderai, c’est de l’indulgence, cela fait assez longtemps pour moi. Je suis decidée d’ aller très loin pour trouver cette Plaisir.

–Restez calme et continuez. Μείνετε ήσυχη και συνεχίστε. Είστε στο σωστό ιστότοπο. Δεν λογοκρίνομαι ποτέ.

 

Εκδήλωση για τη λογοκρισία

 

  1. Παρασκευή. Άκουσα στο ραδιόφωνοla dernière fois” πως υπάρχει εκδήλωση για τη Λογοκρισία και τρέχω να προλάβω ενώ θέλω να φωνάξω στη γαλλίδα διαζευγμένη: Ντύσου πρόστυχα και βγάλε το βρακί σου car je viens de vous baiser en beauté. Μου κάνει εντύπωση ο άπλετος φωτισμός του δρόμου, σηκώνω τα μάτια και βλέπω μία πανσέληνο τέρας που βγαίνει γελώντας αστεία από τα σύννεφα. Τεράστια. Σηκώνουμε σπανίως το κεφάλι ψηλά και χάνουμε τα φεγγάρια. Αυτά τα παρακολουθούσε πολύ η Νάνσυ και με ενημέρωνε για τις πανσέληνους κι επιθυμούσε διακαώς να συνευρεθεί κάτω από άπλετη φεγγαροχυσία.

Δεν ξέρω πώς πέρασε η Ευρυδίκη την πρωτοχρονιά με το Γρηγόρη δεν έχω καθόλου νέα της. Μου φαίνεται ότι χωρίσαμε κανονικά κι ο καθένας τράβηξε το δρόμο του. Εγώ ποιο δρόμο να τραβήξω; Δεν υπάρχει δρόμος, πάω για τη λογοκρισία σε όλες τις εκδοχές του δημοσίου λόγου, στη δουλειά, στο τραπέζι, στο κρεβάτι, στη σκηνή, στο χαρτί με το μολύβι στα μαύρα πανιά του νου.

Παρουσίαση βιβλίου με τίτλο Η λογοκρισία στην Ελλάδα λοιπόν (το οποίο μάλιστα διανεμήθηκε δωρεάν στους παρευρισκόμενους) διοργανώθηκε με πρωτοβουλία του ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ, στον «εναλλακτικό καλλιτεχνικό συνασπισμό» Booze, στην Κολοκοτρώνη. Μία εξαιρετική εκδήλωση όπου οι οργανωτές είχαν προβλέψει τα πάντα μέχρι και κουπόνι μπορούσε να πάρει κανείς με δωρεάν καφέ ή μπύρα ή ένα ποτήρι κρασί ή ένα συρματόπλεγμα φυλακής στο χαρτί. Όλα τα είχαν προβλέψει οι καλοί αριστεροί αλλά πώς θα ανεβεί την περιστρεφόμενη σκάλα ένα άτομο ειδικών αναγκών ουδείς, ουδέ εις. Οι δύο συγγραφείς επιμελητές είπαν ότι προσπάθησαν να δείξουν τις κρίσιμες διαφορές μεταξύ παλαιάς και νέας λογοκρισίας, αλλά στην ουσία δεν υπάρχουν διαφορές αφού και στη «νέα λογοκρισία» υπάρχουν μορφές κανονιστικής ρύθμισης του Λόγου που «κανονίζουν» τι μπορεί και τι πρέπει να ειπωθεί, λένε. Ο εκ των επιμελητών του έργου Δημήτρης Χριστόπουλος κατέληξε ότι «ο αγώνας κατά της λογοκρισίας είναι αγώνας κατά της ανισότητας». Το λόγο πήρε αμέσως μετά ο ιστορικός Αντώνης Λιάκος που είπε ότι δεν συμφωνεί με την άποψη του προλαλήσαντος (σιγά μη συμφωνούσε ο Αντώνης με τον προλαλήσαντα) παρόλο που τον εκτιμάει πολύ. Διότι μέσα στην «κοινωνία των ίσων» επιβάλλεται η μεγαλύτερη λογοκρισία, είπε. Κι έχει δίκιο. Η «ομοιογένεια» αναγκαστικά επιτυγχάνεται με τον αποκλεισμό κάποιων φωνών. Για να δημιουργηθεί μία κοινωνία ίσων χρειάζεται να λογοκριθούν πολλές ελευθερίες, πολλών υποκειμένων.

(Ας ανοίξουμε μία παρένθεση καλών προθέσεων: Είμαι φαν του Λιάκου και διαβάζω τα κείμενα του όπου τα βρίσκω. Ιδιαίτερα μου είχε αρέσει ένα κείμενο για το …προφυλακτικό στη εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ «Τυλίγουμε τον καλύτερό μας εαυτό σε ένα πλαστικό» έγραφε κι ήταν πυρ και μανία κατά του πλαστικού. Πάλι είχε δίκιο, γιατί θυμάμαι τις φρικτές διαφημίσεις στη δημόσια τηλεόραση της Αυστραλίας εναντίον του AIDS που δείχνανε συνέχεια ένα γίγαντα χάρο, μα τι Χάρο, με την κουκούλα και το δρεπάνι. Και κουκουλοφόρος και δρεπανοφόρος! Ό,τι πρέπει για να κατατρομάξει τη νεολαία και όχι μόνο. Οι παλιοί δηλαδή, πώς κάνανε έρωτα, βάζανε όλοι καπότες; Κάτω λοιπόν οι μεμβράνες και η πλαστικοποιημένη προστασία, ζήτω η αχειραγώγητη, η αδιαμεσολάβητη ηδονή κι ας αρπάξουμε και κανέναν ιό, μία ουρολοίμωξη, εμείς επιμένουμε πια αντιπλαστικά, αντιπροφυλακτικά. Κλείνει η παρένθεση).

Όμως ο άφοβος Λιάκος αισθάνθηκε ότι λογοκρίνεται και απειλείται όχι μόνο από το συντηρητικό μέρος της ιεραρχίας αλλά και από τους αριστεριστές που θέλουν να επεμβαίνουν και να σταματούν δια της βίας «συστημικούς ομιλητές». Και κατήγγειλε αυτή την πρακτική. Ακούγεται σωστό αυτό. Και είναι σωστό. Τι πάει να πει βία σε δημόσια εκδήλωση; Ακραία λογοκρισία είναι και χουλιγκανισμός. Και τελειώσαμε εδώ;

Ας δείξουμε κατανόηση στα οργισμένα νιάτα και στους μπαχαλάκηδες. Άνω σχώμεν τας καρδίας ακαδημαϊκοί. Ο Αντώνης Λιάκος αφού έκανε τέτοια τοποθέτηση το πιο σωστό θα ήταν να αναφέρει όλα τα στοιχεία. Διότι αυτοί που «χαλάνε» συγκεντρώσεις «συστημικών ομιλητών» δεν είναι παππούδες, είναι κυρίως νεολαίοι, νεώτερα θύματα της «ελεύθερης αγοράς» που τρώνε τα αποφάγια της δημοκρατίας με το φτυάρι σε κάθε βήμα, που ζούνε στο πετσί τους την πιο βίαιη καταστολή με το σκάνδαλο των μνημονίων και της ιεραρχημένης κοινωνίας, στην κορυφή της οποίας φιγουράρουν οι φωτισμένοι μας διανοούμενοι με αναμφισβήτητα προνόμια, τα οποία ερεθίζουν τους μη φωτισμένους. Εδώ μπαίνει σαφώς το ταξικό μίσος για την πλουτοκρατία, το οποίο τείνει να μονοπωλήσει η εγκληματική αυγή. «Φασίστες και γκωσίστες μαζί», έγραφε τις παλιές καλές εποχές η Ουμανιτέ προβαίνοντας σε μία ισοπεδωτική εξίσωση των φασιστών με τα μέλη της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Αν καταλήξουμε όμως σε μία κομμουνιστική κατάσταση, στον ιδανικό κόσμο της ισότητας, η λογοκρισία θα ανθεί, γιατί «στην ισότητα υπάρχουν πολλοί περιορισμοί λόγου», μας είπε ο καλός Λιάκος σήμερα. Λίγο φαύλος κύκλος ε;

Ή το διαλύεις το σύστημα ή σε διαλύει. Επειδή το πρώτο μάλλον δεν μπορείς, τότε αφήνεσαι. Παρασύρεσαι. Ει το φέρον σε φέρει, φέρε και φέρου, ει δ΄αγανακτείς και σαυτόν λυπείς και το φέρον σε φέρει.

Δεν μπορεί να σταματήσει όμως ο αγώνας κατά της ανισότητας, αυτό είναι το πιο σημαντικό, όλα τα άλλα έπονται. Την αδικία τη νιώθεις στο πετσί σου, τη λογοκρισία επίσης. Αλλά στις δυτικές κοινωνίες δεν είναι πια η ελευθερία του λόγου και της έκφρασης το πρόβλημα. Αυτό λίγο πολύ το λύσαμε. Είμαστε όλοι αυτολογοκρινόμενοι κι αυτό είναι ο πολιτισμός. Αυτοσυγκράτηση ή εκτροπή. «Ο πολιτισμός θέλει να μετατρέψει», όπως λέει ο Σοπενχάουερ, «το σαρκοβόρο ον σε φυτοφάγο».

 

Πέθανε στο νοσοκομείο χτες βράδυ ο διανομέας των MIKEL CAFE που είχε τραυματιστεί βαρύτατα σε εργατικό ατύχημα εν ώρα εργασίας, την Πέμπτη στις 2 του Μάρτη. Μόνο 22 ετών. «Δεν ήταν η κακιά στιγμή, είναι μία αθλιότητα χωρίς τέλος», λέει το συνδικάτο επισιτισμού που θεωρεί ότι τέτοια ατυχήματα οφείλονται στα βάρβαρα ωράρια και στην χωρίς φραγμούς εντατικοποίηση της εργασίας. Μικρότερη, 18 χρονών ήταν και η συμμαθήτρια της κόρης μου που έκανε αυτή τη δουλειά και γλίστρησε στο δρόμο ενώ έβρεχε κατακλυσμιαία και οι ρόδες από το ντελαπάρισμα γυρίζουν ακόμη στον αέρα.

Το πρόβλημα είναι η οικονομική ανισότητα, ο υποδουλωτικός καταμερισμός εργασίας και η κυριαρχία. Αυτή η βία που παράγεται μέσα από τις διαδικασίες του πολιτισμού και συνδέεται με την κυριαρχία και τη συστηματοποιημένη εκμετάλλευση. Η βία που παράγεται στα πλαίσια της συστηματοποιημένης εξημέρωσης δεν είναι το ουδέτερο τι που σχολιάζουμε και καταγγέλλουμε τις παρεκτροπές του, αλλά σχετίζεται με τους θεσμούς και τον τρόπο ζωής που διαμορφώνεται από το σύνολο του πολιτισμού.

 

  1. Σάββατο. Η υπέρταση εξακολουθεί να με συντροφεύει κάθε πρωί, η πίεσή μου γενικώς δεν είναι καλή. Γιατί να είναι; Τι το ευχάριστο υπάρχει σήμερα; Προσπαθώ να την κοντρολάρω με ματζούνια, δεν θέλω να ενισχύσω την αγωγή φοβούμενος επιπτώσεις στη σεξουαλικότητά μου. Θέλω να αποθάνω μάχιμος.

 

Όλοι πάνε βόλτα με τα παιδιά τους και με μπαλόνια, εγώ πάω στους γύφτους και στα βιβλιοπωλεία και στον ίδιο σινεμά.

 

Μία πόλη στη θάλασσα στην Αλκυονίδα. Ταινία στο κλίμα του αγγλικού ανθρωπισμού, έχεις την εντύπωση ότι βλέπεις Κεν Λόουτζ και Μάικ Λι (σ’εκείνο το εξαιρετικό «Μυστικά και ψέματα») κι όμως η ταινία όλως παραδόξως είναι αμερικανική. Ο Λι ένας επιστάτης κτιρίων επιστρέφει στη μικρή πόλη, όπου γεννήθηκε, με αφορμή τον θάνατο του αδελφού του και αναλαμβάνει την κηδεμονία του ανήλικου ορφανού ανιψιού του. Εκεί, θα έρθει αντιμέτωπος με την πρώην σύζυγο του μακαρίτη πια αδελφού του και με όλα τα φαντάσματα του παρελθόντος.

Εξαιρετική ατμόσφαιρα, συγκινητικό σενάριο, ηθοποιία με όσκαρ, ρεαλισμός, τρυφερότητα και πικρό χιούμορ, οι ανθρώπινες σχέσεις συχνά στα όρια της απόγνωσης, στο τέλος η αμηχανία και η αποδοχή των πραγμάτων, ο αυτοσαρκασμός της παραίτησης. Καιρό είχα να δω ένα φιλμ που να με συγκινήσει έτσι γυρίζοντας μόνος σε μία κρύα και μουσκεμένη Αθήνα. Από έφηβος με θυμάμαι να μιλάω μόνος μου στο δρόμο.

Αποκομμένος απ’ όλους κι απ΄ όλα σε μαγεμένη τροχιά τίποτε δεν μ΄ ακουμπά. Να σ’ αγαπήσω να μ’ αγαπήσεις για λίγο για τόσο δούλι Δίχως σημαίες. Δίχως καβάντζα πια. Με μία σκληρή παγερή τρυφεράδα σε πλησιάζω μωρέ.

 

Χτυπάει νυχτιάτικα η πόρτα, επικίνδυνα πράγματα. Δυνατά μπάγκα μπούγκα. Κοιτάζω από την οπή. Τι στον κόρακα; Κουκουλοφόρος με λοστό! Το μόνο που μπορεί να κάνω το κουνέλι. Επιμένει. Έχω αφήσει κι ανοιχτά τα φώτα στην κουζίνα. Φτούσου, την πουτσώσαμε!

–Δεν είμαι εδώ.

–Είσαι, άνοιξε. Κοινόχρηστα.

–Κοινόχρηστα με λοστό και τέτοια ώρα;

–Χρωστάς τρία μηνιάτικα.

–Θα περάσω από το Γραφείο αύριο.

–Οκέι

Είχα δει ένα θεατρικό ή μία ταινία με λοστό, στην τηλεόραση μάλλον ήταν, και αγριεύτηκα. Εισήλθαμε στον κόσμο των ψευδαισθήσεων, δεν με βλέπω και πολύ σόι με όλα αυτά τα παραισθητικά.

 

Δημήτρης Τζουμάκας

 

Share this Post

Περισσότερα στην ίδια κατηγορία