Ημερολόγιο 83. Θέλεις να έχουμε μπλεξίματα με κανέναν αράπη; | Δημήτρης Τζουμάκας

In Λογοτεχνία, Πεζογραφία, Χρονογράφημα by mandragoras


Χρονογράφημα



12.8.18. Η ελαστικότητα των όρων και συνόρων. Αυτή τη στιγμή στα 5.000 μέτρα γυναικών στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του Βερολίνου οδηγούν την κούρσα δύο Κενυάτισσες και μία κοπέλα από την Αιθιοπία. Η μία Κενυάτισσα τρέχει με τη σημαία της Τουρκίας (Γιάσεμιν Τσαν), η άλλη με του Ισραήλ (Λόνα Σάλπετερ) και η αιθίοψ (Σιφάν Χασάν) με την ολλανδική. Αλαλούμ. Και μπαίνοντας στην τελική ευθεία της κούρσας, που θα την κερδίσει η πανέμορφη ολλανδέζα, μπαίνουν εύγλωττα ποικίλα θέματα ταυτότητας, εθνικότητας και υπηκοότητας, που μας ταλάνισαν πρόσφατα στο ρωμέικο και στο ελληνικό Κοινοβούλιο με αφορμή το Μακεδονικό, ακούστηκαν τα απίστευτα από τους ταγούς του γένους.

 

Το πιο εύκολο για μένα είναι να καταλάβω την υπηκοότητα. Ζω χρόνια σε μια χώρα, εργάζομαι, εντάσσομαι σ’ αυτή και με κάνουν Αυστραλό, Γάλλο, Αμερικανό. Η έκφραση που κολλάει σ’ αυτή την περίπτωση είναι «γίνομαι Αυστραλός», Γάλλος, Αμερικανός κλπ. Γίνομαι; Όσο χρειάζεται, όσο αισθάνομαι. Η ιθαγένεια τώρα. Ο γιος μου γεννήθηκε στο Παρίσι μεγάλωσε και ζει στην Αυστραλία από γονείς Έλληνες. Η κόρη μου γεννήθηκε και ζει στην Αυστραλία. Τι είναι τα παιδιά μου; Έλληνες βεβαίως. Έχουν την ελληνική ιθαγένεια από τους γονείς και φυσικά την υπηκοότητα. Η αιματοσυγγένεια και το έδαφος δίνουν ιθαγένεια. Οι Γάλλοι δίνουν προτεραιότητα στο έδαφος και οι Γερμανοί στο αίμα, στη φυλή. Φυσικά υπάρχουν κάποια κριτήρια, η σχετική νομοθεσία του κράτους και η εφαρμογή της. Και μετά έχει σημασία το πώς αισθάνεται ο καθένας όταν αναγκάζεται να κάνει επιλογές, ξέρει ότι έχει κάνει μία «υποχώρηση», ότι έχει χάσει ένα μέρος από την «ταυτότητά» του, τα καινούρια “χαρτιά” επηρεάζουν τον «εθνισμό»! Μαθαίνοντας τη γλώσσα υποδοχής αποκτάει κανείς καινούρια ταυτότητα (γλώσσα=ταυτότητα δεν λέμε;), γίνεται «πλουσιότερος» πολιτιστικά. Τα βιώματα στη χώρα και στο χώρο που ζεις σε σημαδεύουν, οι ρωγμές των συναισθημάτων, οι ιδεοληψίες που σε κυριεύουν, ένα επίτευγμα της χώρας υποδοχής ή της γονικής πατρίδας σε κάνει περήφανο. Ένα παράδειγμα μετάλλαξης ο αποθανών προσφάτως νομπελίστας Νάιπολ που ήταν Ινδός στην καταγωγή, γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Τρινιδάδ της Καραϊβικής και πήρε σαν Άγγλος το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Κατηγορήθηκε ότι υιοθέτησε όλη την αποικιοκρατική ρητορική της γηραιάς Αλβιόνος (Καλά αυτός ήταν συντηρητικός εκ κατασκευής). Πόσο βαραίνει η Ιστορία και πώς την ερμηνεύω; Τι θέλω να διαλέξω; Λοιπόν. Θυμάμαι ήμουνα πάντοτε από μικρός με τους Αθηναίους στον πόλεμο με τους Σπαρτιάτες. Πάντοτε με την Αθήνα, πάντοτε Παναθηναϊκός.

 

Άλλους τους κυνηγούσε η πατρίδα τους. Ο σπουδαίος σοβιετικός σκακιστής Κορτσνόι την περίοδο του ψυχρού πολέμου επέλεξε την Ελβετία (όχι τις ΗΠΑ) την οποία εκπροσωπούσε στο σκάκι. Ο ίδιος έλεγε καλύτερα να βάλω μία πειρατική σημαία στη σκακιέρα, αισθανόμενος το λιγότερο άπατρις. Αλλά και ποια πατρίδα δεν σε κυνηγάει αν στρέψεις λίγο την πλάτη σου στις μεγάλες αφηγήσεις της, αν ζητήσεις το δικαίωμα της αντίθεσης στην κυρίαρχη άποψη. Αν είσαι άθεος, ειρηνιστής, λεσβία, οικολόγος. Και πόσους αγώνες για να καταγραφεί έστω και μειοψηφική η άποψή σου. Πόσες πατρίδες μπορούμε να φέρουμε στα μέτρα μας; Εμείς που έχουμε τόσες ιδέες και ενθουσιασμό πόσα κόμματα μπορούμε να φέρουμε στα μέτρα μας; Όλα αυτά προϋποθέτουν ασταμάτητους αγώνες. Ποιος έχει όρεξη για αγώνες πια για πατρίδες και κόμματα όταν έχει αρθριτικά; Και οι νέοι με τα κινητά, άλλα αρθριτικά και τούτα.

 

Έτσι έγιναν αυτές οι κοπέλες που τρέχουν τώρα πιο εύκολα από άλλους (μαύρες) τουρκάλες και μαύρες ισραηλινές. Τους έδωσαν την υπηκοότητα για λόγους σκοπιμότητας. Φέρνουν μετάλλια. Κάτι ανάλογο έγινε κι με τον Αντεντοκούμπο. Μόλις έγινε διάσημος μπασκετμπολίστας τον πολιτογράφησαν Έλληνα, ενώ δεν ήθελαν να το ξέρουν. Όταν είσαι δυνατός, χρήσιμος όλοι σε θέλουν δικό τους. Να γίνουν δικοί σου. Στην προσφορά υπηκοότητας προηγούνται οι προσοντούχοι, οι αθλητές, οι καλλιτέχνες, οι επιστήμονες , οι κεφαλαιούχοι. Έναν άγνωστο όμως, έναν ξεβράκωτο, έναν ασήμαντο, ένα ξένο δεν το θέλει κανείς. Τώρα και με τη ρομποτοποίηση της βιομηχανίας ο ανειδίκευτος εργάτης είναι μόνο για να καθαρίζει χόρτα ή να κουβαλάει μπουφέδες.

 

–Η ανθρώπινη κατάσταση δεν ταυτίζεται με την ανθρώπινη φύση, λέει η σπουδαία Χάνα Άρεντ. Άλλο η ανθρώπινη φύση, άλλο η ανθρώπινη κατάσταση. Ο πολιτισμός (η «ανθρώπινη» κατάσταση) προσπάθησε να υποτάξει την ανθρώπινη φύση κι από σαρκοβόρο να την κάνει φυτοφάγο. Το αποτέλεσμα είναι ένα αδηφάγο «πολιτισμένο» τέρας. Η ανθρώπινη υπόθεση μοιάζει να μην αποδέχεται λύση. Η ανθρώπινη φύση θα κατασπαράξει το περιβάλλον όλους τους καρπούς και τα λουλουδάκια όλους τους λύκους και τις κοκκινοσκουφίτσες και στο τέλος θα εξαφανιστεί. Ή θα πάει στα άστρα όπως υπεδείκνυε εκείνος ο σοφός φυσικός που πέθανε στην αναπηρική καρέκλα, να τα κάνει μπάχαλο κι εκεί.

13.8.18 Μπαράζ τουρκικών παραβιάσεων στο Αιγαίο ενώ καταβαραθρώνεται η λίρα Τουρκίας κι ο Ερντογάν πουλάει μούρη στις αγορές.

Σαρώνει η παιδική πορνεία στη Μύκονο.

Ανάμεσά μας ζουν διάσημοι σχιζοφρενείς.

Μιλάει μόνος του χρόνια ολόκληρα και βρίζει χυδαία, είναι μία καρικατούρα της Αχαρνών πάντα θυμωμένος, κάποτε με ακραίες κινήσεις. Κυκλοφορούν και μη διάσημοι σχιζοφρενείς. Αν τον πετύχεις στα καλά του φαίνεται κανονικός άνθρωπος, λεπτός, καλοστεκούμενος μικρός το δέμας, αεικίνητος μοιάζει με ιδιοκτήτη πρακτορείου ΟΠΑΠ ή με ιδιοκτήτη βενζινάδικου. Ποτέ δεν τον έχω δει να μιλάει με άνθρωπο, πάντα μόνος του, πάντα μαγκούφης στο πεζοδρόμιο, πάντα τον αποφεύγω. Το παλιόστομά του και οι αιφνιδιαστικές κινήσεις δεν επιτρέπουν ούτε χαιρετούρα.

Οποία έκπληξη λοιπόν όταν τον είδα σήμερα, για πρώτη φορά στο υπαίθριο τραπεζάκι της οδού Αριστοτέλους να πίνει νερό παρέα με έναν καινούριο τύπο της Αριστοτέλους , με κατεστραμμένα μάτια αυτός κι ένα χέρι, αλλά προς το αγέρωχο. Είχαν γείρει ο ένας προς τον άλλο, δεν μιλούσαν, αλλά ήταν σαν να μιλούσαν, όπως δύο σοφοί.

14.8.18 Βάρκιζα μπάνιο αρ. 32. Είμαι στην οργανωμένη πλαζ επί πληρωμή για να διαβάσω στη σεζλόνγκ. Η πλαζ είναι τίγκα κι έχω βολευτεί στην προτελευταία σειρά με τις ξαπλώστρες. Μιλάνε αγγλικά. Κυρίως Έλληνες από Αμερική. Οι κοπέλες διαβάζουν αισθηματικά βιβλία. Τα αγόρια πίνουν μπύρες. Εδώ θέλω να καθίσουμε, ακούγεται η φωνή του πάτερ φαμίλια πίσω μου, δεν μ’ αρέσει μπροστά λέει, έχει πολλή βαβούρα. Λάδωσε τα παιδιά, έχει πολλή αντηλιά. Θέλω να πεθάνω, ακούγεται η φωνή ενός κοριτσιού απ’ τους νεόφερτους. Εσύ ποτέ δεν είσαι χαρούμενη με την οικογένεια σου, λέει η μάνα.

–Θέλω να πεθάνω νιαουρίζει σαν πληγωμένο σκυλί η μικρή.

–Σκάσε σκατόπαιδο, μας συγχύζεις συνέχεια επειδή δεν σου κάνουμε όλα τα χατίρια.

–Τίποτα δεν μου κάνετε, δεν μ’ αφήνετε να παίξω.

–Τι δεν σου κάνουμε; επεμβαίνει γλυκά ο μπαμπάς.

–Δεν μ’ αφήνετε να πάω να παίξω στην πλατεία.

–Πώς δεν σ’ αφήνουμε. Δεν είχαμε πάει χτες στη Γλυφάδα;

–Ναι αλλά τα άλλα κορίτσια πάνε μόνα τους.

–Όχι αυτό δεν γίνεται, θα ’λθουμε κι εμείς, θα καθίσουμε πιο πέρα και θα πίνουμε καφέ.

–Δεν θέλω να είμαι με τους γονείς μου, τα άλλα παιδιά δεν είναι και βαριέμαι με σας συνέχεια, δεν έχω κανένα. Θέλω να πεθάνω.

–Κοίτα τι θα κάνουμε, λέει πάντα γλυκά, ο πατέρας. Θα πάρεις όποια φίλη σου θέλεις στο τηλέφωνο και θα της πεις ότι είμαστε στη Βάρκιζα. Να έλθει να κάνετε μπάνιο. Θα την κεράσουμε παγωτό. Αν δεν μπορεί τότε να βρεθείτε στη Γλυφάδα ή και στην πλατεία.

–Όχι, δεν θέλω να είσαστε εσείς.

–Γιατί έχεις κάτι να κρύψεις;

–Δεν θέλω.

–Τότε κάτι έχεις να κρύψεις.

–Δεν έχω, αλλά η Μαρίνα, γιατί έρχεται μόνη της;

–Η Μαρίνα είναι 12 χρονών είναι ένα χρόνο μεγαλύτερη σου κι εσύ είπες ότι είναι πουτάνα.

Σ΄ αυτό το σημείο η περιέργειά μου νικάει, κλίνω επ’ αριστερά και βλέπω μια όμορφη κοπελίτσα πολύ πιο αναπτυγμένη από 11 χρονών με μάτια νυφίτσας. Ο μπαμπάς κοντόχοντρος, λαϊκός τύπος, η μαμά λαϊκότερη. Έχουν και δυο παιδιά, ένα αγοράκι δυο- τριών ετών κι ένα άλλο απερπάτητο. Μα γιατί δεν μ’ αφήνετε; επιμένει η μικρή. Άκου παιδί μου εγώ που κάθε μέρα πηγαίνω με το λεωφορειάκι τα παιδιά στο σχολείο στη Γλυφάδα, βλέπω τι γίνεται στην πιάτσα. Τις προάλλες είδα να κυκλοφορούν κάτι αραπάδες που δεν μου αρέσουν καθόλου και πήραν από πίσω κάτι μικρές. Πες μου.

–Θέλω να πεθάνω.

–Λοιπόν αρκετά, με έπρηξες, λέει ο «μπαμπάς», εσύ θες να πας να γαμηθείς. Αν συνεχίσεις έτσι θα πας στη γιαγιά Τατιάνα. Εγώ έχω δυο μικρά παιδιά να μεγαλώσω, δεν θα μας τρελάνεις. Χώνεψέ το, το λέω και στη μάνα σου, θα πας πίσω στη γιαγιά Τατιάνα.

–Δολοφονείται στις 14 Αυγούστου το 1996 ο Σολωμός Σολωμού στην Πράσινη Γραμμή της κατεχόμενης Κύπρου από Τούρκους στρατιώτες.

15.8.18 Κατάλυσις ιχθύος. Γιορτή μητέρας και θυγατέρας. Βλέπω τη μητέρα μου κι όχι τη θυγατέρα μου που βρίσκεται ήδη στους Αντίποδες κι αυτό με ενοχλεί περισσότερο. Βρίσκω τη μάνα μου κάπως πεσμένη, διατηρεί όμως την ευφυΐα της και τον αγιάτρευτο ατομισμό της στα 93 της βασανίζοντας ακόμη την Μπουμπού, ήτις σέρνεται κι αυτή με πολύ βάρος με το ένα μάτι και το ένα αυτί μετά την τρομοκρατική.

Η μάνα μου καμαρώνει που συνέτριψε μία κι έξω τον γείτονα στο κουμ καν, έναν paysan που δεν ξέρει τι σημαίνει κομπλάν. Η μάνα μου πιστεύει ότι ως Ελληνίδα ότι είναι ανώτερο είδος αλλά πώς την κάνανε την Ελλαδίτσα μας βρε παιδί μου. Παϊδάκια, λέω με χιούμορ τρίτης κατηγορίας.

98 οι νεκροί από τις φωτιές. Και να σερβίρονται από δράκοντα κοσμήματα επάνω σ’ έναν καθρέφτη (Γ. Υφαντής).

Ελευθέρωσε τους δύο Έλληνες στρατιωτικούς που τους είχε βουτήξει στον Έβρο ο Ερντογάν. Άρχισαν οι αναλύσεις: πώς ελευθερώθηκαν; τι διπλωματικές κινήσεις γίνανε; Οποίες πιέσεις. Σε δουλειά να βρισκόμαστε.

16.8.18 Αμετάκλητα αθώος ο Θεοφίλου. Τέλεια! Κάθισε τζάμπα πέντε χρονάκια μέσα στην μπουρού, ποια μπουρού; Επειδή ήταν αναρχικός κομμουνιστής τον είχε στην τσίτα η αντιτρομοκρατική, για συνεργασία με τους πυρήνες της φωτιάς. Ο Θεοφίλου έχει ταλέντο στη γραφή και με την παρατηρητικότητα και την ανθρωπιά του δίνει περιεχόμενο στη μελαγχολική ζωή της φυλακής: «Στο ποδόσφαιρο αν η μπάλα φύγει έξω από τον τοίχο χαμογελούν μελαγχολικά και σχολιάζουν ότι αποφυλακίστηκε. Μετά επιστρέφουν στα κελιά τους για μπάνιο». (Αχ Βαχικό σελ. 17). Όταν ακούγεται ο προσβλητικός ήχος του περιπολικού εδώ κανένας δεν τρομπάζει, κανένας δεν το βάζει στα πόδια και κανένας δεν καθηλώνεται ανήμπορος να αντιδράσει. Κάποιοι δεν δίνουν καθόλου σημασία. Ξέρουν πως συνοδεύει μόνο κάποια κλούβα που διώχνει ή φέρνει μία μεταγωγή. Εδώ είναι όλοι ασφαλείς» (ό.π.:41)

-Σκάνδαλο στο Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων. Καλά όπου και Ταμείο και σκάνδαλο. Θυμάμαι στη Οργάνωση ένας μακαρίτης σύντροφος «το Ταμείο θέλω», έλεγε, το ταμείο επέμενε και νομίζαμε ότι κάνει χιούμορ. Μα τι το θέλει; Δεν έχει καμιά πολιτική δραστηριότητα ο ταμίας. Αμ δε! Ποιο χιούμορ; Το εννοούσε, όπως έδειξε η εν γένει πολιτεία του. Σύντροφος με χιούμορ δύσκολο.

Γι αυτό καταργείστε τα χρήματα, καταργείστε τα κινητά, καταργείστε και τα ιδιωτικά αυτοκίνητα. Πόσο πιο ήρεμα θα ήταν έτσι τα πράγματα.

Συνάντηση με Τιμ Κωτούλα. Κωλοβαράμε στα Εξάρχεια για να πάει στο Σύδνεϋ να λέει από πρώτο χέρι.

 

Δημήτρης Τζουμάκας

Share this Post

Περισσότερα στην ίδια κατηγορία