Ανθ’ ημών η εν καμίνω τέχνη

In Uncategorized, Αφιερώματα, ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ by mandragoras

 

…γράφει ο Λάμπρος Σπυριούνης στα Μυστικά Ποιήματα 8-14, το τελευταίο εν ζωή βιβλίο του που βγήκε πέρσι από τον Μανδραγόρα. Στην αχρονολόγητη αφιέρωση σημείωνε: «Του Κώστα Κρεμμύδα, για την ουτοπία». Ήταν το ένατο συνολικά από το 1972 όταν φοιτητής στο Αριστοτέλειο έφερνε στο φως την πρώτη του συλλογή με τίτλο Φιλιρίκ.

«Θα προλάβω να ολοκληρώσω τη σειρά;» μας ρώτησε στον Ευαγγελισμό όταν του πήγαμε να δει τα δοκίμια του δέκατου βιβλίου με τίτλο Η εκ φύσεως. Πίστευα πως θα τα τελείωνε και του απάντησα με ειλικρίνεια το «ναι».

Ήταν τότε που μας διάβασε, με τη γνωστή στεντόρεια Σπυριούνια φωνή τον αντάρτη στους Κορυσχάδες, που προβληματιζόμασταν για τον σηκωμένο κόκορα του όπλου, που εκτινασσόταν μπροστά μας η «ιδέα στα χέρια της ευθύνης», «η δροσερή αγωνία στο παγούρι», αλλά και οι στίχοι: Ποιητής από πηγή, Ποιητής στο χρώμα, Ποιητής στο σχέδιο, Ποιητής από κούνια… που εκ των υστέρων κατάλαβα πως δεν ήταν παρά αυτοπορτρέτα του.

Η έσχατη λ-έξη μου είναι η ποίηση, γράφει ή: Γράφω ποιήματα για να μάθω να ομιλώ, ή:
Μια σταγόνα ζήτησα από την ποίηση.
Η Κάψα μ’ έρριξε στα βαθειά ποιήματα

(Δόξα σοι δξα σοι ο Άη-Θυμός
Κι ας ήμουνα της τέχνης ναυαγός).

Και σε άλλο στίχο: Το δεξί χέρι στο ποίημα, το ζερβό βαθιά στην καρδιά… Γι’ αυτό ισχυρίζομαι πως εντέλει τον Λάμπρο δεν τον σκότωσε ο καρκίνος αλλά τον διέλυσε δια βίου η ποίηση. Γιατί η τέχνη –και ειδικά η ποίηση– είναι εμπύρετη δοκιμασία: υπεροχή και ήττα, κατάκτηση και οπισθοχώρηση, έκθεση και αμφιβολία, λύτρωση αλλά και αίμα, είναι καταφύγιο αλλά κι ερήμωση για όσους θέτουν παραπετάσματα με τα εγκόσμια ανήμποροι ή αρνούμενοι να πλασαριστούν, να επι-κοινωνήσουν, να εξηγήσουν αυτά που μόνο ποιητικά κατάφεραν να εκφράσουν: Κάτι πρέπει να γίνει δεν πάει άλλο/ Ας τρέξει αίμα// Έχω ανάγκη ένα μα-χαίρι αυτό το ποίημα/ Υψώθηκε βωμός… μας λέει ο Σπυριούνης επιβεβαιώνοντας την άποψή μου.

Όχι πως δεν υπήρχαν και οι Μοντιλιάνιες αποχρώσεις στο έργο του: «έπινε τσάι,/ τη ζωγράφιζα στα μπλε./ να και το χιόνι», ή Στο ροζ γινόσουν κόκκινη, στο κόκκινο γυναίκα (χρώμα περισσότερο χρώμα) από το ποίημα «Ακουαρέλα», αφιερωμένο πάντα στην Αγγελική, που από κείνο το Συνέδριο για τον Υπερρεαλισμό το 1995 την ταύτισα και ταυτίστηκε μαζί σου άπαξ και δια παντός: «χαμόγελό της/ παράδεισός του».

Σ’ αυτές τις τελετές ο καθένας κάνει τις προβολές του κι αναθυμάται δικές του απώλειες. Για μας στον Μανδραγόρα η 25χρονη διαρκής (και όχι πάντα ανέφελη) συνύπαρξή μας με τον Λάμπρο ήταν αρκετή για να επικεντρώσουμε σήμερα αποκλειστικά στη δική του εκκωφαντική παρουσία.

Ο Θάνατος (αλλά και η ζωή βεβαίως) αφήνουν πάντοτε εκκρεμότητες. Έτσι δεν προλάβαμε να κοιμηθούμε ένα βράδυ οι δυο μας –όπως μου το τηλεφώνησες απ’ το νοσοκομείο φέτος το καλοκαίρι όταν ήμουν στη Γαύδο, δεν θα διανυκτερεύσουμε στη Δράμα να ξαναγράψουμε με τον Αραμπατζή εκείνο το ποίημα, στη χαρτοπετσέτα, που χάθηκε στους Τοξότες, δεν θα ξαναπάμε στο Συμπόσιο Ποίησης με τον Μίχα και την Ξένη… Δεν θα ξαναδιαβάσεις στον Πρεβεδουράκη το αγαπημένο του: «έπινα σάκε/ ζωγράφιζε φεγγάρια/ άλλαζ’ εποχή», ούτε και θα ξαναρωτήσεις τον έκπληκτο υπάλληλο των διοδίων «αν πας καλά;» για να εισπράξεις την πληρωμένη απάντηση «Και πού θες να ξέρω εγώ; ρε φίλε, αν πας καλά;…» Μάταια θα περιμένουμε τις εισηγήσεις (που ’χες προ 5ετίας δεσμευτεί) για τον Μανδραγόρα… Μετέωρο και το αφιέρωμα στην κριτική και οι περιοδολογήσεις που υπαγόρευες στην Τζέλα, αλλά και σημείωνες ο ίδιος, αφήνοντας την αποκλειστική με τις ώρες στον διάδρομο. «Τα παγωτά» περιμένουν στην κατάψυξη. Ο Αρτέμης ανακαινίστηκε. Το Low Profile μετακόμισε. Θα μας αποθύμησε κι ο κύριος Γιάννης του Galaxy.

Και βέβαια δεν θα ξαναχτυπήσω παλαμάκια στο «ακίνητο ζεϊμπέκικο του Σπυριούνη», όπως προσφυώς ονομάτισε όλο αυτό το σόου ο Θανάσης Κωσταβάρας.

Πάντως όταν ακούμε το:

Έβαλε ο διαβολάκος
την ουρά του πάλι
και σου πήρε τα μυαλά σου
μέσ’ απ’ το κεφάλι.

Ξεσηκώθηκες να φύγεις,
πια δε μ’ αγαπάς
και ρωτώ ποια είν’ η αιτία
που με παρατάς,

στην εκτέλεση του Παναγιώτη Μιχαλόπουλου, όπως σωστά με διόρθωσε ο Μαρκ, εμείς θα κάνουμε σπονδή και θα ρίχνουμε μια γυροβολιά «εις μνήμην»..

Κι όταν με το καλό ξανανταμώσουμε θα φτιάξουμε μια επουράνια συντακτική με τους φίλους μας: τον Θανάση και την Αγγελική Κωσταβάρα, τον Χρήστο Ηλιόπουλο, τον Αντρέα Παγουλάτο, τον Ιάσονα Δεπούντη, τον Φαίδωνα Πατρικαλάκι, τον Δανιήλ κι άλλους πολλούς και θα βγάλουμε ένα αιθέριο περιοδικό μακριά απ’ τα τετριμμένα και μικρόψυχα του επί γης σιναφιού.

 

 Κωνσταντίνος Α. Κρεμμύδας