Τόλης Νικηφόρου, Φαντάσματα, Σύγχρονη Ελληνική Ποίηση, εκδ. Μανδραγόρας

In ΕΚΔΟΣΕΙΣ, Ποίηση by mandragoras

 

Σε μια ιδιαίτερα επιμελημένη και καλαίσθητη έκδοση του Μανδραγόρα, με εξώφυλλο ένα εντυπωσιακό έργο του Σαράντη Καραβούζη, κυκλοφόρησε η νέα ποιητική συλλογή, φαντάσματα, του πολυπρισματικού ποιητή και πεζογράφου, Τόλη Νικηφόρου. Πρόκειται για 35 ποιήματα με ποικίλο περιεχόμενο. Τα περισσότερα πάντως έχουν χαρακτήρα προσωπικό, εξομολογητικό, με έντονα τα στοιχεία της νοσταλγίας (το μυστικό αναγνωστήριο), της αγάπης (μνήμη), της ευφρόσυνης κάποτε ανάμνησης (στον πιο γαλάζιο ουρανό της μνήμης, έκθαμβα μάτια, στη μαγεμένη ομίχλη) της απώλειας (πεπρωμένο, 2), της πίκρας για κάτι ανεπίστροφα χαμένο, για ένα τραύμα ανεπούλωτο της παιδικής του ηλικίας. Στο παρακάτω σπαραχτικό ποίημα ο ποιητής φθάνει στο σημείο να δέχεται να ανταλλάξει όλο το έργο της ζωής του με ευτυχισμένα τα παιδικά του χρόνια:

            ανταλλαγή

πενήντα τέσσερα χρόνια στη λογοτεχνία
και τριάντα εννιά βιβλία
εξακόσια τόσα ποιήματα

 το έργο της ζωής μου
ανταλλάσσω
χωρίς κανένα δισταγμό
με ευτυχισμένα τα παιδικά μου χρόνια

 κι ας είναι αυτή η πιο μάταιη προσφορά
κι η πιο μεγάλη αγνωμοσύνη  

Στην ποιητική συλλογή διακρίνει κανείς και ποιήματα που χαρακτηρίζονται από μια έντονη ανάγκη αυτοκαθορισμού, μέσα από ένα αίσθημα βαθιάς πικρίας, παράπονου και αξεπέραστου ψυχικού τραύματος.

μια λάμψη μια σκιά

μια λάμψη μια σκιά
ίσως μια νότα μουσικής
ή ένας πνιχτός λυγμός
αυτό είμαι

            φως

χωρίς να ξέρω
από πού έρχομαι και πού πηγαίνω
χωρίς να ξέρω καν ποιος είμαι
βαδίζω μέσα σε πυκνή ομίχλη
μόνος και άστεγος

Ιδιαίτερα συγκλονίζει η δήλωση του ποιητή στο ποίημα επανόρθωση: «έτσι κι αλλιώς/ ήρθα στον κόσμο ανεπιθύμητος», αίσθηση ασήκωτη για ένα παιδί, που το πληγώνει ανεπανόρθωτα και του σημαδεύει ολόκληρη τη ζωή.

 Σε κάποιο άλλο ποίημα, με έντονο και πάλι το προσωπικό στοιχείο, ο ποιητής απευθύνει με έμφαση μια «σκληρή εντολή» εις εαυτόν, ένα είδος απαράβατης  παρακαταθήκης. Η λέξη το κελί μάς παραπέμπει στο κελί του Παλαμά, όπως χαρακτήριζε ο ίδιος ο ποιητής το γραφείο του και τον εγκλεισμό του σ’ αυτό. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον η τρίτη στροφή («όχι για αραχνιασμένα… τ’ αδέρφια σου», όπου ο ποιητής αίρεται πάνω από τον δημόσιο έπαινο και την ιστορία και δηλώνει για ποιον πρέπει να γράφει κανείς: «να γράφεις για σένα {…}ίσως έτσι ν’ αγγίζεις τ’ αδέρφια σου». Τον ενδιαφέρει, λοιπόν, ο ίδιος ο εαυτός του ως αυστηρός κριτής, αλλά και ο αναγνώστης/-ες.

     η σκληρή εντολή

να γνωρίζεις την ισόβια εντολή
να γνωρίζεις τον προορισμό σου
να κοιτάζεις κατάματα το θηρίο
και να γράφεις στο κελί σου ποιήματα

{…}

όχι για αραχνιασμένα ράφια βιβλιοπωλείων
όχι για τον έπαινο και την ιστορία
να γράφεις για σένα
γι’ αυτό που είσαι και που δεν αλλάζει
ίσως έτσι ν’ αγγίζεις τ’ αδέρφια σου

 Στο πρώτο ποίημα της συλλογής, φαντάσματα, ο ποιητής απευθύνεται στον αναγνώστη του, σ’ αυτόν δηλαδή που τον ενδιαφέρει περισσότερο, και τον προειδοποιεί να προσέχει τα φαντάσματα της νιότης και του έρωτα που κυκλοφορούν ανάμεσα στους στίχους:

ευγενικέ αναγνώστη πρόσεχε

{…}

ανάμεσα σ’ αυτούς τους στίχους
κυκλοφορούν φαντάσματα
που σέρνουν πίσω τους
τις αλυσίδες του ανεκπλήρωτου

 φαντάσματα της νιότης και του έρωτα

{…}

φαντάσματα ποιήματα με λέξεις μυστικές 

Σε άλλο ποίημα, αργά το βράδυ στο παράθυρο, θα χαρακτηρίσει τα ποιήματά του: «ένα μοναχικό πουλί {…}είναι τα ποιήματά μου» και στην τελευταία στροφή:

ένα μελωδικό πουλί
είναι τα ποιήματά μου
που φτερουγίζει κάποτε παρήγορα
νύχτα στην ερημιά

 Η ποίηση, λοιπόν, και τα ποιήματα λειτουργούν παρηγορητικά και ιαματικά, όπως η μουσική. Γι’ αυτό, θα αφιερώσει στη συλλογή του και άλλα ποιήματα με θέμα την ποίηση και το ποίημα, όπως: μακρινά φώτα, εξόριστοι στην αυταπάτη, το ποίημα που αρνήθηκε το φως, το ποίημα της ζωής μας, που το χαρακτηρίζει και ένας ευδιάκριτος κοινωνικός χαρακτήρας.

Φυσικά δεν λείπουν από τη συλλογή και τα ερωτικά ποιήματα, άλλωστε ο Τόλης Νικηφόρου είναι κατεξοχήν ερωτικός ποιητής. Σημειώνω τους τίτλους: ελιξίριο, αινίγματα του χρόνου, ισχνή αναπαράσταση, σε κάθε αλφάβητο το πρώτο γράμμα, νυχτερινή άνοιξη, η κορυφαία στιγμή, σε κάθε χρόνο και εποχή, πέρα από κάθε λογική, τι άλλο; Από το εξόχως ερωτικό ποίημα, ισχνή αναπαράσταση, διαλέγω τους τελευταίους στίχους:

{…}

είσαι ολόκληρη ένα εξαίσιο ποίημα
σε κάθε λέξη και σε κάθε στίχο του

 τόσο ισχνή κι ανίσχυρη
είναι μετά η κάθε αναπαράσταση
με το μελάνι στο χαρτί

 Αλλά, επίσης, δεν λείπουν από την ποιητική συλλογή και ποιήματα με έκδηλο κοινωνικοπολιτικό χαρακτήρα, όπως: δικαιοσύνη, 2, αμυντικός εξοπλισμός, το έργο της Δευτέρας, ιστορία μυστηρίου, στα νύχια σαρκοβόρων, μια λάμψη μια σκιά.  Παρακάτω σημειώνω ενδεικτικά στίχους από το ποίημα, στα νύχια σαρκοβόρων, όπου στη φρίκη της βίας και της εξουσίας, ο Τόλης Νικηφόρου αντιπαραθέτει την παρήγορη ομορφιά της ποίησης.

{…}

από την ταπεινή καλύβα
ως τα βασιλικά ανάκτορα
και ως τις εσχατιές του σύμπαντος
νόμος υπήρξε και θα είναι πάντα
η δύναμη, η βία, η εξουσία
ενώ η ποίηση θα προσθέτει
την παρήγορη πινελιά ομορφιάς
και θα αναπέμπει μία ψευδαίσθηση ελευθερίας

 στα νύχια και τα δόντια σαρκοβόρων
είμαστε καταδικασμένοι ν’ ανασαίνουμε
στα νύχια και τα δόντια σαρκοβόρων
γράφουμε και ονειρευόμαστε

Παραθέτω επίσης την τελευταία στροφή του ποιήματος, μια λάμψη μια σκιά, όπου ο ποιητής εκφράζει την απαισιοδοξία του για την αδυναμία του ανθρώπου να αντιδράσει στον παραλογισμό της εποχής, όχι μόνο σε προσωπικό επίπεδο, αλλά γενικότερα, περνώντας από το πρώτο ρηματικό πρόσωπο, «είμαι», σε πρώτο πληθυντικό, «είμαστε», ενώ με τον στίχο του, «είμαστε εξαρθρωμένες μαριονέτες», μας παραπέμπει  στις «ξεχαρβαλωμένες κιθάρες» του Καρυωτάκη:

είμαι και είμαστε
ηθοποιοί ακούσιοι σε θέατρο του παραλόγου
εξαρθρωμένες μαριονέτες
στα δάχτυλα ενός τυφλού χωρίς καρδιά

Στα τελευταία ποιήματα της συλλογής, ο τελευταίος σταθμός, ένα δέντρο που τα δίνει όλα, αθανασία, διακρίνεται ένας φιλοσοφικός στοχασμός, μια προσπάθεια υπέρβασης και εξορκισμού του θανάτου. Ενδεικτικά σημειώνω μερικούς στίχους από κάθε ποίημα:

{…}

έτσι μοναχικός
θέλω να είναι ο τελευταίος σταθμός για μένα
χωρίς άλλες μετοικήσεις
άλλες αναχωρήσεις και αφίξεις
————
θέλω πάνω στον τάφο μου
να μεγαλώνει ένα δέντρο
{…}
κι ας είναι αυτό το δέντρο η ψυχή μου
————
{…}
 έτσι λοιπόν εκεί που γράφει θάνατος
εγώ διαβάζω αναγέννηση

 Οι σταθερές του ποιητή είναι έκδηλες και σ’ αυτήν την ποιητική του συλλογή. Αναφέρω ενδεικτικά κάποιες από αυτές: κόκκινο, βαθύ γαλάζιο, ομίχλη, μουσική, λυγμός, μυστικό, μνήμη, τραύματα.

Ολοκληρώνοντας την περιδιάβασή μου στα φαντάσματα του Τόλη Νικηφόρου, που είναι γραμμένα με τη γνωστή ευαισθησία και αισθαντικότητα που διακρίνει την ποίησή του, θα σημείωνα ότι έχουμε να κάνουμε με μια ακόμη εξαιρετική ποιητική του συλλογή, όπου εναλλάσσονται η θλίψη, η μελαγχολία, τα αγιάτρευτα τραύματα της παιδικής ηλικίας, οι αυταπάτες, η απόγνωση, η οργή για τη βία και την εξουσία, αλλά και οι ευφρόσυνες αναμνήσεις, ο έρωτας, η ομορφιά, η ιαματική δύναμη της ποίησης, οι κοινωνικοί, πολιτικοί και φιλοσοφικοί στοχασμοί και, τέλος, μια εντυπωσιακή και απρόσμενη κατατρόπωση του θανάτου. Μια αναγέννηση!

Όλα αυτά  πλημμυρίζουν τον αναγνώστη με συγκίνηση, αισθητική απόλαυση και ψυχική ευφορία. 

 
Ελένη Λόππα


Τόλης Νικηφόρου, Φαντάσματα, Σύγχρονη Ελληνική Ποίηση, έργο εξωφύλλου Σαράντης Καραβούζης, εκδ. Μανδραγόρας, Αθήνα, Σεπτέμβριος 2020, 16Χ24, αριθμ. έκδοσης: 329, ISBN 978-960-592-111-8, σελ. 48, τιμή 8,48 ευρώ.