Τόλης Νικηφόρου “συστατική επιστολή” * Κριτική

In Κριτική, Λογοτεχνία by mandragoras

 

 

Τρυφερά και μελαγχολικά στην πλειονότητά τους, όπως στη μουσική τα Νυχτερινά του Σοπέν (Chopin, Nocturnes), θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν τα ποιήματα των δύο πρόσφατων ποιητικών συλλογών, συστατική επιστολή και κασταλία πηγή 44 ποιήματα για το παιδί και την αθωότητα, του πολυγραφότατου Τόλη Νικηφόρου, από τις εκδόσεις, πραγματικά μικρά κομψοτεχνήματα, Μανδραγόρα.

Και οι δύο ποιητικές συλλογές αφιερώνονται στα δύο πιο αγαπημένα του πρόσωπα, στη Σοφία, τη γυναίκα της ζωής του και στον Νίκο, τον γιο του.

Η ποιητική συλλογή, συστατική επιστολή, με το θαυμάσιο εξώφυλλο, μια φωτογραφία με τον τίτλο «Έλενα», που επιμελήθηκε η Τζέλα Ασπρογέρακα-Γρίβα, αποτελείται από 32 ποιήματα και εγκαινιάζεται με το ομότιτλο ποίημα συστατική επιστολή (σελ. 9). Μια επιστολή που απευθύνει ο ποιητής, σε τόνο κάπως απόλυτο, αλλά μαζί  τρυφερό και ευθύ, στον ανώνυμο αναγνώστη του και του ζητά, με τρεις προστακτικές που εκφράζουν επιθυμία (κοίταξέ με ίσια στα μάτια, σφίξε μου ζεστά το χέρι, μίλησέ μου στον ενικό), να δείξει ειλικρίνεια και ευθύτητα, αν θέλει μια θέση στην καρδιά του ποιητή. Η δεύτερη επιστολή, γράμμα 2 (σελ. 11), σε τόνο ελεγειακό, απευθύνεται στους αγαπημένους νεκρούς της οικογένειας και ιδιαίτερα στον αδελφό του Γιώργο, που τον προσφωνεί με τρυφερότητα και ξετυλίγει την απόγνωσή του για τις απώλειες και τα παιδικά τραύματα, αλλά και την απέραντη αγάπη του για όλους: Γιωργάκη μου, είσαι καλά, τι κάνεις;/πρώτη φορά σου στέλνω γράμμα/σε σκέφτομαι όμως όλα αυτά τα χρόνια/{…}μου λείπουν κι ο μπαμπάς με τη μαμά/μαζί επιτέλους εκεί πάνω σας φαντάζομαι/{…}και σύντομα θα έρθω να σας συναντήσω/να γίνουμε μια αγαπημένη οικογένεια/χωρίς καυγάδες και χωρισμό/όπως στα πρώτα παιδικά μας χρόνια/κι ως τότε να μου στέλνετε μηνύματα/με κόκκινο ένα σύννεφο το σούρουπο/ {…}και να μην κλαίτε, ποτέ σας να μην κλαίτε/θα κλαίω εγώ για όλους μας απελπισμένα/μόνος αργά το βράδυ στη γωνιά μου/έως ότου ανθίσει το χαμόγελο στα χείλη μας/γιατί σας αγαπώ πέρα απ’ τον θάνατο για πάντα/το πάντα εκείνο τ’ ουρανού που δεν τελειώνει/.

Στην ποιητική συλλογή υπάρχουν κυρίως ερωτικά ποιήματα, 11 συνολικά, στα οποία κυριαρχούν οι αγαπημένες λέξεις: φως, χαμόγελο, μουσική, αρμονία, έκσταση, ρίγος, καθώς και τα αγαπημένα χρώματα του ποιητή, κόκκινο και γαλάζιο. Ειδικά τη λέξη φως τη συναντάμε περίπου 15 φορές στη συστατική επιστολή και επίσης πολύ συχνά και στην κασταλία πηγή. Να πώς την ορίζει ο ίδιος ο ποιητής στην καταληκτική στροφή του ποιήματος λέξη ανεξιχνίαστη (σελ. 17): ένα άλυτο μυστήριο/είναι η λέξη φως/πηγή του δέους/κορύφωση της έκστασης/. Η λέξη φως και η παιδική αθωότητα αίρουν τη μελαγχολική ατμόσφαιρα των άλλων ποιημάτων και πλημμυρίζουν με μουσική και αρμονία τα ποιήματα που αναφέρονται σ’ αυτές. Από τα ωραιότερα ερωτικά ποιήματα της συλλογής είναι, κατά τη γνώμη μου:  τα αληθινά ποιήματα (σελ. 18), το τυχαίο και το πεπρωμένο (σελ. 19), το ατέλειωτο ταξίδι (σελ. 26), πώς γίνεται (σελ. 27). Διαλέγω ενδεικτικά τις δύο πρώτες στροφές από το ατέλειωτο ταξίδι: ποτέ πια δεν θ’ αξιωθώ/τον γύρο του κόσμου που ονειρεύτηκα/αρχίζοντας με τον υπερσιβηρικό/από τη Μόσχα ως το Βλαδιβοστόκ/δεν θα γνωρίσω εξωτικά νησιά/στον μακρινό Ειρηνικό/ούτε θα δροσιστώ σε όαση της Σαχάρας//το ανέλπιστο όμως και μαγικό/το πιο συναρπαστικό ταξίδι/είναι στα βάθη των ματιών σου/που εκπέμπουν φως/το πιο μεγάλο ρίγος/στον ηλεκτρισμό που σπινθηρίζει/στις άκρες των δαχτύλων σου/στη μουσική των λέξεων/που εκστατικά προφέρεις//{…}

Το αίσθημα της απώλειας, του κενού και της απουσίας που εγκαταστάθηκε στην ψυχή του ποιητή από τα πρώτα παιδικά του χρόνια και το βρίσκουμε διάσπαρτο σε όλες σχεδόν τις ποιητικές του συλλογές, είναι διάχυτο με σπαρακτικό τρόπο και στο ποίημα με το ερωτηματικό τίτλο, γεμίζει η άβυσσος; (σελ. 30):υπάρχει μέσα μου ένα χάσμα/ένα απύθμενο κενό/από τα πρώτα παιδικά μου χρόνια/κάτι σαν απώλεια ή απουσία/που καθορίζει τη ζωή μου//ίσως όλα μου τα διαβάσματα/οι έρωτες οι περιπέτειες τα ταξίδια/ένα-ένα τα βιβλία μου/τα εκατοντάδες ποιήματα/να ήταν μια απόπειρα/να γεμίσει αυτή η άβυσσος//η άβυσσος όμως παραμένει/πάντα ψυχρή κι ανέκφραστη/η άβυσσος μου γνέφει ότι με περιμένει/. Το ίδιο αίσθημα της πίκρας και του παιδικού τραύματος θα βρούμε και στη συλλογή κασταλία πηγή, στο ποίημα ανταλλαγή (σελ. 48) όπου με συγκινητικό και σπαρακτικό και πάλι τρόπο δηλώνει: {…}το έργο της ζωής μου/ανταλλάσσω/χωρίς κανέναν δισταγμό/με ευτυχισμένα τα παιδικά μου χρόνια//, όπως και στο ποίημα ένα παιδί (σελ. 9), από το οποίο παραθέτω την καταληκτική στροφή: κρύβω μέσα μου ένα παιδί/απαρηγόρητο/που θα’ θελε να φτιάξει τη ζωή/στα μέτρα της καρδιάς του/. Παρόλα αυτά όμως, ο ποιητής διακατέχεται και από ένα ισχυρό αίσθημα νοσταλγίας για τα παιδικά του χρόνια, τους φίλους του, την παλιά γειτονιά, τα παιχνίδια στην πλατεία Δικαστηρίων, τον πρώτο έρωτα των δεκαοκτώ του χρόνων, κάνοντας, όπως και στη συλλογή κασταλία πηγή, συνεχή flash-back σ’ εκείνη την εποχή. Είναι τόσο δυνατό αυτό το αίσθημα νοσταλγίας και αγάπης για τους παιδικούς του φίλους, τα παιχνίδια και τη γειτονιά, ώστε αρνείται να πιστέψει ότι οι φίλοι του μεγάλωσαν ή πέθαναν. Χαρακτηριστικό, και ένα από τα ωραιότερα της συλλογής, είναι το ποίημα, με τον εύγλωττο τίτλο, ανυπόστατες φήμες (σελ. 36): λένε/πως τα παιδιά της γειτονιάς μου/μεγάλωσαν και γέρασαν/πως η παλιά μας γειτονιά ερήμωσε/{…}αύριο όμως πάλι/θα έρθουν όλοι από μακριά/με κοντά παντελονάκια/και σημαδεμένα γόνατα/και θα με φωνάξουν/να κατεβάσω τη λαστιχένια μπάλα/για να παίξουμε στην πλατεία/και να συνεχίσουμε /με χίλια δυο αυτοσχέδια παιχνίδια/στα πεζούλια και τα κεφαλόσκαλα//τα παιδιά της γειτονιάς μου/δεν μεγαλώνουν δεν πεθαίνουν/μένουν παιδιά για πάντα/έτοιμα να φωνάζουν να γελάσουν/με θαμπωμένα μάτια ν’ ανακαλύψουν/τον κόσμο και πάλι απ’ την αρχή/.

Ένα άλλο θέμα που απασχολεί τον ποιητή είναι χωρίς αμφιβολία αυτό του ποιήματος. Ο ποιητής αναρωτιέται τι είναι το ποίημα, προσπαθεί να περιγράψει κάποια χαρακτηριστικά του, αλλά χωρίς να μπορεί να δώσει οριστική απάντηση: κάτι από νύχτα/ κι από χάραμα/από σιγή/και λέξεις/κάτι από φλόγα/κάτι από στάχτη/τι είναι λοιπόν το ποίημα;//ένα δέος μήπως/εκστατική επίκληση στο θαύμα;/ (έκθαμβος, σελ. 12). Η λέξη ποίημα παίρνει συμβολική σημασία ή προσωποποιείται, όπως π.χ. στα ποιήματα του χειμώνα  13): {…}συνεσταλμένα ένα-ένα τότε/χαμογέλασαν μαγικά τα ποιήματα/στο πρόσωπο ενός μικρού παιδιού/{…}με το σύνθημα του ήλιου/αναδύονται στη γειτονιά/όλα τα μυστικά ποιήματα/κι αρχίζουν να λούζονται στο φως/. Αντίστοιχη μεταφορική έννοια έχει η λέξη ποίημα και στο ένα ποίημα του δρόμου (σελ. 14), από το οποίο παραθέτω την καταληκτική στροφή: {…}κάπως έτσι ίσως να είμαστε όλοι/εσύ κι εγώ το κάθε τι στον κόσμο/ένα ποίημα στο βλέμμα του θεού/που στη στιγμή εξατμίζεται για πάντα/. Την ίδια έννοια έχει και στο ποίημα η γέννηση των πουλιών (σελ. 15), επίσης στην καταληκτική στροφή: {…} έτσι γεννιούνται τα πουλιά/και με το σπέρμα τ’ ουρανού/κυοφορούνται τα νέα ποιήματα/. Αλλά, τα αληθινά ποιήματα (σελ. 18) για τον ποιητή είναι τα γλυκά κορίτσια που κυκλοφορούν, με το υπέροχο χαμόγελό τους και όχι οι στίχοι. Σ’ αυτά, με μια διάχυτη ερωτική διάθεση, προτρέπει ο ποιητής τους αναγνώστες του να στραφούν κι αυτά να θαυμάσουν: όχι οι αρμονικές ωραίες λέξεις/σε σελίδες έντυπων ή ηλεκτρονικών βιβλίων/ποίημα είσαι εσύ γλυκό κορίτσι/που σκύβεις το κεφάλι και διαβάζεις/ποίημα είναι η φωνή και το χαμόγελό σου/στον δρόμο το ανάλαφρο περπάτημά σου/και οι απαλές καμπύλες στο κορμί σου//ο κόσμος όλος είναι πλημμυρισμένος/ ποιήματα ζωντανά αληθινά/κι εμείς αποτυπώνουμε με λέξεις/μία ισχνή περιγραφή τους//βγείτε στον δρόμο και διαβάστε/πραγματικά απολαύστε/τα καθημερινά αυτά θαύματα/ {…}.

Το πεπρωμένο των θνητών, που είναι ο θάνατος, είναι ένα άλλο θέμα που απασχολεί όλο και περισσότερο τον ποιητή. Στο ποίημα παράξενο κοιμητήριο (σελ. 29) κάνει πικρές διαπιστώσεις για την απουσία κάποιων ανθρώπων, παρομοιάζει τον τηλεφωνικό κατάλογο με παράξενο κοιμητήριο, αλλά και τον προσωποποιεί: {…}παράξενα πληθαίνουν οι νεκροί/ενώ ηχεί στη μνήμη ακόμα/το γέλιο η φωνή/το κάθε τι αποκλειστικά δικό τους//παράξενο ένα κοιμητήριο/ο κατάλογος του τηλεφώνου/που κάποτε έλαμπε/με κάθε νέα γνωριμία/και τώρα λες ότι συχνά δακρύζει/. Ανάλογη πικρή διαπίστωση για το πεπρωμένο των θνητών βρίσκουμε και στην καταληκτική στροφή του ποιήματος χώμα στο χώμα (σελ. 31): {…}το άγγιγμα το χνώτο η ζεστασιά/η στιγμιαία παρήγορη αυταπάτη/και ύστερα πάλι χώμα στο χώμα/καταγωγή και προορισμός/το τίποτα/. Τέλος, στο ποίημα για μια παράταση (σελ. 39) ο Τ.Ν. επιμένει πως όλοι αγωνίζονται για μια παράταση της ζωής, αλλά το παιχνίδι είναι στημένο: στη γη των ανθρώπων/διεξάγεται το προαιώνιο παιχνίδι/που ονομάζεται ζωή/όλοι είναι θεατές και όλοι παίκτες/{…}όμως το παιχνίδι είναι στημένο/ο διαιτητής κρατάει δρεπάνι/και όλοι θέλουν να ξεχάσουν/πως κάθε νίκη είναι προσωρινή/{…}είναι μια παράταση του αγώνα/πριν την οριστική τους συντριβή//στη γη των ηττημένων/όλοι αγωνίζονται για μια παράταση/{…}ως επισφράγισμα της παρήγορης/ισόβιας αυταπάτης/.

Η απόλυτη συναίσθηση του μοιραίου τέλους για όλους μας οδηγεί τον ποιητή σε μια αποκτημένη σοφία που εμφανίζεται στα ποιήματα με προτροπές και αποδέκτη τον ίδιο ή τους αναγνώστες του. Στην καταληκτική στροφή του να ερωτεύεσαι (σελ. 32) γράφει: {…}έτσι ισόβια ερωτευμένος/να γυρίσεις στο χώμα/που θα κυοφορήσει κάποτε/τη νέα ζωή/. Και στο τα πολλά και τα λίγα (σελ. 33) επισημαίνει πως ο άνθρωπος  χρειάζεται στη ζωή του λίγα, αλλά ουσιώδη: όχι μυαλό βασανισμένο/μεγάλα ιδανικά και ουτοπία/ {…}όχι χιλιάδες βιβλία να διαβάζω/κι άλλα πολλά εγώ να γράφω//τα εντελώς απλά κι ανθρώπινα/θα ήθελα για μια επόμενη ζωή/γαλήνη μόνο/συντροφικό ένα χέρι/όσα μας δίνουν γη και ουρανός//τότε θα δούμε/ποια είναι τα πολλά/και ποια τα λίγα/. Επίσης, στην καταληκτική στροφή του ανέλπιστη ουτοπία (σελ. 35) σημειώνει: ίσως η αληθινή περιπέτεια της ζωής/οι έρωτες τα ταξίδια τα βιβλία/τα τραύματα οι διαψεύσεις/οι νίκες και οι ήττες της/να είναι φως πλούτος αμύθητος/μια ανέλπιστη ουτοπία/. Τέλος, στο  οδηγίες προς χρυσοθήρες (σελ. 34), απευθυνόμενος σε ανθρώπους που ψάχνουν την ευτυχία σε λανθασμένους δρόμους, προτρέπει και συμβουλεύει: μη σκάβετε και μην ψάχνετε άδικα/σε χώρες μακρινές εξωτικές/σε κοίτες ποταμών και υπόγειες στοές//μα ούτε καν σε τράπεζες χρηματιστήρια/{…}και οικονομικές συναλλαγές//πλούτος αμύθητος είναι/ένα χαμόγελο ένα σφίξιμο χεριού/τα μαγεμένα μάτια των παιδιών/κάθε μικρό θαύμα καθημερινό// {…} το μυθικό Ελντοράντο αποκαλύπτεται/σε μια ανοιχτή καρδιά/που ξέρει να δέχεται και να προσφέρει/.

Όμως, παρόλη την προσπάθειά του να πείσει, μέσα από την εμπειρία του, να συμβουλεύσει, να προτρέψει, να ανακουφίσει από την ανθρώπινη τραγωδία, τόσο εξαιρετικά επίκαιρη σήμερα, αντιλαμβάνεται τελικά με πικρία πως είναι μόνο ένας ανίσχυρος γραφιάς (σελ. 16):σ’ αυτόν τον κόσμο της οδύνης/ας ήμουν ένα άγριο βότανο/που ανακουφίζει κάθε πόνο/και σύννεφο που σκορπίζει τη χαρά/σαν καλοκαιρινή βροχή/σε διψασμένο χώμα//είμαι όμως μόνο ένας γραφιάς/που θαύματα ονειρεύεται/με λέξεις στο χαρτί ανίσχυρες/μπροστά στα δακρυσμένα μάτια/.

Ο Τόλης Νικηφόρου, με τη συστατική του επιστολή, προσθέτει μια ακόμη σημαντική ποιητική συλλογή στο πλούσιο έργο του. Με τρυφερή μελαγχολία, μουσικότητα, ερωτικό ρίγος, νοσταλγία, χρωματική πανδαισία, με έναν λόγο καλλιεργημένο και ευαίσθητο, με αναδρομές στο παρελθόν και προβολές στο μέλλον, με τολμηρές εικόνες, μεταφορές και προσωποποιήσεις, με το απόσταγμα της σοφίας του, μας εισάγει στο ποιητικό του στερέωμα, μας συγκινεί και, όπως πάντα, μας συναρπάζει.

Ελένη Λόππα

            *  Τόλης Νικηφόρου, συστατική επιστολή, εκδ. Μανδραγόρας, 2022