Κριτική
Κώστας Κρεμμύδας | Ο Μενέλαος Λουντέμης του Δημήτρη Δαμασκηνού*
Η σπαταλημένη αθωότητά μας
O Μενέλαος Λουντέμης γεννήθηκε στο χωριό Αγία Κυριακή (Γιάλοβα) της Μικράς Ασίας, της ιστορικής από την αρχαιότητα Ελενούπολης, λιμένας στη νότια ακτή του κόλπου της Νικομήδειας, στη θάλασσα του Μαρμαρά. Μοναδικό αγόρι από τα πέντε παιδιά του Γρηγόρη Μπαλάσογλου και της Δόμνας Τσουφλίδη, που με την εγκατάστασή τους στην Έδεσσα έγιναν «Βαλασιάδης». Τάκης (Δημήτρης) Βαλασιάδης το εν Ελλάδι Το ψευδώνυμό του το πήρε από τον ποταμό της Κεντρικής Μακεδονίας Λουδία.
Στην κατοχή πήρε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση με το ΕΑΜ, διετέλεσε γραμματέας της οργάνωσης διανοουμένων, και κατά τα συνήθη στη διάρκεια του εμφύλιου συνελήφθη, δικάστηκε για εσχάτη προδοσία και καταδικάστηκε σε θάνατο με την ποινή να επικρέμεται και να τον συντροφεύει στα στρατόπεδα εξορίας της Μακρονήσου και του Άι Στράτη. Όλα αυτά περιγράφονται στο δοκίμιο-μελέτη του Δημήτρη Δαμασκηνού για τη ζωή και το έργο του Μενέλαου Λουντέμη υπό τον ποιητικό τίτλο Τα πλοία άραξαν στην όχθη της καρδιάς μας που προέρχεται από την ομότιτλη συλλογή διηγημάτων του Λουντέμη που κυκλοφόρησε το 1938 από τις εκδ. Γκοβόστη.
Κορμό του βιβλίου που σχεδιάστηκε με αφορμή τη συμπλήρωση 40 χρόνων από τον θάνατο του Μενέλαου Λουντέμη, όπως προκύπτει από το περιχεόμενο της έκδοσης, αποτέλεσαν παλιότερα άρθρα και μελέτες του Δαμασκηνού που δημοσιεύθηκαν στον ημερήσιο Αθηναϊκό και τοπικό τύπο των Χανίων. Και ανάγκη του, όλο αυτό το πολύτιμο υλικό που κατέγραψε στα έξι χρόνια των ερευνών του, να αποτελέσει ένα corpus συμπληρωμένο με Εργογραφία[1] κι ένα σχεδίασμα Βιβλιογραφίας για τον Λουντέμη, καθώς και μιας ευρύτερης Βιβλιογραφίας-αρθρογραφίας στην οποία βάσισε ο συγγραφέας τη μελέτη του.
Θα χαρακτήριζα το βιβλίο του Δαμασκηνού ως έναν ύμνο στην Εθνική Αντίσταση, ένα πολιτικό μανιφέστο μιας ταραγμένης εποχής που εξιστορεί από τη σκοπιά ενός σαφώς αριστερού ανθρώπου τα όσα διαδραματίστηκαν σε μια παρατεταμένα ταραγμένη και εν πολλοίς μη ομαλή δημοκρατικά περίοδο από τη δικτατορία του Μεταξά μέχρι την μεταπολίτευση του 1974. Γιατί κυρίως η παράθεση γεγονότων ακόμα και εξωλογοτεχνικών, τα αρχεία, τα αποκόμματα εφημερίδων, οι φωτογραφίες, οι επιστολές κλπ που έρχονται να πλαισιώσουν την έκδοση δεν περιορίζονται αποκλειστικά στα γραμματολογικά συμφραζόμενα του πολυγραφότατου λογοτέχνη των 45 τίτλων, αλλά προσπαθούν, απ’ την πλευρά του Δαμασκηνού, να φωτίσουν ευρύτερα το ιστορικό-κοινωνικό-πολιτικό πλαίσιο της Ελλάδας εντός του οποίου έδρασε και υπέστη ο Λουντέμης. Ταυτόχρονα με την εξιστόρηση ο Δαμασκηνός διατυπώνει θέση για μια σειρά παράλληλων δράσεων που φωτίζουν επί μέρους πτυχές της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας μας, πέραν του καθαρώς λογοτεχνικού έργου του Λουντέμη: όπως για παράδειγμα το κείμενο με τίτλο «Η κατάργηση του στρατοπέδου της Μακρονήσου» στις σελίδες 314-315, όπου και η πληροφορία για κατάσχεση το 1964, με δικαστική απόφαση, του λευκώματος για την Μακρόνησο με έργα του Γιώργου Φαρσακίδη, μετά από αίτημα του μετέπειτα δικτάτορα Δημήτρη Ιωαννίδη. Ενδιαφέρουσα η παράθεση στοιχείων για τις δολοφονίες του Χρήστου λαδά στην Αθήνα και του Γιάννη Ζεύγου στη Θεσσαλονίκη (σ. 227-231).
Αλλού πάλι (σ. 127) τα πολιτικά γεγονότα, όπως για παράδειγμα η μετατροπή της κηδείας του Παλαμά στις 27 Φεβρουαρίου 1943 σε πράξη αντίστασης κατά των Γερμανών κατακτητών, έρχονται να φωτιστούν μέσα από τη γραφίδα του Λουντέμη βλ. το βιβλίο του τελευταίου Ο εξάγγελος (Άγγελος Σικελιανός) 1976.
Ο πολυγραφότατος Μενέλαος Λουντέμης ανθολογείται με ποιήματα και πεζά κείμενα μέσα στις σελίδες του βιβλίου του Δαμασκηνού φωτίζοντας και λογοτεχνικά τη διαδρομή της αφηγηματικής σύνθεσης και της σκιαγράφησης της ελληνικής κοινωνίας όπως την παραθέτει ο Δ.Δ.
Άλλωστε ο Λουντέμης ανήκει στους Έλληνες λογοτέχνες του μεσοπολέμου που στράφηκαν προς τον κοινωνικό ρεαλισμό όπως τον γνωρίσαμε από τον Δημοσθένη Βουτυρά, τον Βασίλη Λούλη, γιατί όχι και τον Γιάννη Σκαρίμπα ή τον Νίκο Καββαδία. Ή τον Γκόργκι και τον Κνουτ Χάμσον. Ο τελευταίος επηρέασε του Σκαρίμπα ο οποίος με τη σειρά του φαίνεται πως εκτιμούσε τον Λουντέμη που φιλοξένησε στη Χαλκίδα (βλ. σ. 35-37).
Λιγότερο λογοτεχνικός ο Λουντέμης αγαπήθηκε ακριβώς γιατί το εξωλογοτεχνικό, το χωρίς καλλιέπειες, πρωτοπρόσωπο και εν πολλοίς καταγγελτικό ύφος γραφής του μπορούσε να διαβαστεί απλά και άμεσα από τον μέσο άνθρωπο και να μιλήσει στην καρδιά του. Η ανάδειξη της κοινωνικής ανισότητας και καταπίεσης, η κάποτε μελοδραματική και βαθειά ηθογραφική/βιωματική γραφή του έχει μέσα της βαθειά μπολιασμένα τα στοιχεία ενός σοσιαλιστικού ρεαλισμού –με εξέχον δείγμα το Πώς δενότανε το ατσάλι του Νικολάι Οστρόβσκι– που για πολλά χρόνια άγγιξε γενιές αριστερών ανθρώπων. Και μπορεί να μην έχουν αισθητική τελειότητα τα ποιήματά του ας πούμε –πολλά από τα οποία παραθέτει ο Δαμασκηνός στις σελίδες του βιβλίου του, αλλά τουλάχιστον μπορούν να φωτίσουν μια πτυχή της κοινωνικής πραγματικότητας και της ανθρώπινης δυστυχίας της εποχής.
Από την άλλη βέβαια τα δυναμικά βιβλία δίνουν λαβή για εξίσου δυναμικό διάλογο και γιατί όχι και για διαφωνίες. Μια διαφορετική δική μου οπτική στη σύγκρουση Νίκου Παππά-Λουντέμη στη σελ. 233 του βιβλίου όπου ο Δαμασκηνός τάσσεται αναφανδόν με το μέρος του δεύτερου. Ίσως η αλήθεια να είναι στη μέση κι ίσως να μεγαλοποιήθηκαν τα αίτια της σύγκρουσης. Από την άλλη χαίρομαι που μνημονεύει και με κάνει να θυμάμαι τον ηθοποιό Τζαβαλά Καρούσο (σ. 274), την αγαπημένη μας ποιήτρια Βικτωρία Θεοδώρου (σ. 341)που έχουμε παρουσιάσει με δυο ήδη αφιερώματα στα τεύχη 34, 43 κλπ στον Μανδραγόρα, τον βίο και την πολιτεία του Στρατή Μυριβήλη που ξεκίνησε αριστερός και κατέληξε θαυμαστής του Ι. Μεταξά και της 4ης Αυγούστου, η οποία πάντως παρά τους ύμνους στο καθεστώς απαγόρευσε την κυκλοφορία κάποιων μυθιστορημάτων του!
Συνεξόριστος ο Λουντέμης μαζί με τους Μίκη Θεοδωράκη, Γιάννη Ρίτσο, Μάνο Κατράκη, Θέμο Κορνάρο και πολλούς άλλους, εξόριστος για πολλά χρόνια καθώς αρνείται να υπογράψει δήλωση μετανοίας και αποκήρυξης του κομμουνισμού, δημοσιεύει ανοιχτή επιστολή στην «Επιθεώρηση Τέχνης», στο τεύχος 6, Ιούνιος 1955. Στο ίδιο τεύχος υπάρχει και σχόλιο του περιοδικού με τίτλο «Να απολυθούν» όπου μεταξύ άλλων σημειώνεται: Η επιστολή του Μενέλαου Λουντέμη που δημοσιεύουμε σε άλλη στήλη στάλθηκε, όπως πληροφορηθήκαμε, σ’ όλα τα λογοτεχνικά σωματεία, τις εφημερίδες και πολλούς πνευματικούς ανθρώπους της χώρας μας. (σ.σ. Οι συντελεστές του περιοδικού σπεύδουν να σημειώσουν και τους άλλους παραλήπτες της επιστολής Λουντέμη για να δικαιολογηθούν πρωτίστως απέναντι στην Ασφάλεια καθώς κινδύνευαν με νέες διώξεις από το κράτος της εποχής, επειδή δημοσίευσαν την επιστολή του συγγραφέα που ήταν το κόκκινο πανί για το καθεστώς, όπως και το περιοδικό για την Αριστερή τοποθέτησή του). Το γράμμα του εξόριστου συγγραφέα που αποτελεί αληθινό ντοκουμέντο ανθρωπιάς και πνευματικής παρρησίας, συγκίνησε και είχε απήχηση όχι μόνον στους κύκλους των γραμμάτων μα και στους απλούς ανθρώπους του λαού. Σχετικά ο κ. Παλαιολόγος σε χρονογράφημά του διαμαρτύρεται για την παρατεινομένη εκτόπιση του Λουντέμη που, εκτός των άλλων, είναι και σοβαρά άρρωστος […] Ο Λουντέμης, ο Κορνάρος, ο Αγγουλές, ο Δαγκλής, πρέπει να αφεθούν ελεύθεροι και να γυρίσουν στη ζωή και τη δημιουργική τους δράση.
Και στο «Ανοιχτό Γράμμα Σ’ όλους τους πνευματικούς ανθρώπους της χώρας και σ’ έναν –χωριστά» ο Μενέλαος Λουντέμης γράφει μεταξύ άλλων: Απ’ το θαλασσινό κλουβί μας, ζωντανοί ακόμα και ήρεμοι, σας θυμίζουμε την ύπαρξή μας. Δεν το κάνουμε με θυμό. […] Είναι χρόνια τώρα που ούτε ένας δεν έφυγε ελεύθερος απ’ τον Άη Στράτη. […] Εμάς η ισόβια κάθειρξή μας, η χωρίς έγκλημα τιμωρία μας, η χωρίς παράβαση ποινή μας, συνεχίζεται και θα συνεχίζεται χωρίς δίκη, χωρίς καταδίκη, χωρίς μια τυπική κατηγορία –έστω και για πταισματικό παράπτωμα. […] Το ξέρετε: ότι μας διώξανε απ’ τη ζωή δέκα χρόνια τώρα –και το ξέρετε ακόμα ότι η ζωή δεν επαναλαμβάνεται. Κι όμως μ’ αυτή τη μόνη κι αναντάλλακτη ζωή παίζουν δέκα τώρα χρόνια. Τη χλευάζουν την πνίγουν, την πετούν σαν κουρέλι στη βροχή, την κυλούν στις χαράδρες με τη βουρκιά. Και στο τέλος της ζητούν να φτύσει τον εαυτό της. Κι η τραγωδία πάντα συνεχίζεται κι η κάθαρση δε φτάνει. Δεν είναι σωφρονιστήριο εδώ φίλοι μου, όχι. Είν’ ένας αλλόκοτος στίβος, ένας πειραματικός σταθμός αντοχής της ανθρώπινης Συνείδησης. Ένα τσίρκο από βωβούς μάρτυρες με θεατές τα αέναα κύματα. Η θάλασσα μας τριγυρίζει σ’ επάλληλους κύκλους σαν τους επτά κύκλους της Κόλασης. […] Δέκα ολόκληρα χρόνια μας κυνηγά η αποτροπιαστική επωδός: «Απαρνήσου!» […] Εσείς στη θέση μας τι θα κάνατε; Εμείς στη θέση μας κάνουμε ότι θα κάνατε κι εσείς. Απλά, λιτά, ατάραχα τους λέμε ό χ ι. […] Αυτά είχαμε να σας πούμε και τελειώσαμε. Τώρα το δράμα μας το ξέρετε. Στα δικά σας χέρια κρατάτε τη λύση του. Εμείς τη χορδή σας την κρούσαμε. Τώρα περιμένουμε ν’ ακούσουμε τον ήχο που θα κάνει στην καρδιά σας. Παντοτινά δικός Σας. Σας χαιρετώ με χίλιες φωνές. Μενέλαος Λουντέμης πρόχειρο Νοσηλευτήριο Αγίου Ευστρατίου –Γενάρης 1955.
Να πούμε επίσης πως ο πρωταγωνιστής στο βιβλίο του Συννεφιάζει, το πρώτο από τα βιβλία της Τετραλογίας του Μέλιου [Καρδαρά], βασικότερο της οποίας θεωρώ το Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα, που μας ανέστησε στα μαθητικά μας χρόνια, δεν ήταν άλλος από τον συγκάτοικο του Λουντέμη στις φυλακές και τις εξορίες Γιώργο Μέλιο, πατέρα αγαπημένου μου φίλου.
Το 1958 ο Λουντέμης δικάζεται εκ νέου για το βιβλίο του Βουρκωμένες μέρες ενώ απαγορεύουν την κυκλοφορία όλων των βιβλίων του. Είχε ήδη εκλεγεί το 1956 μέλος του Παγκοσμίου Συμβουλίου Ειρήνης. Πρωθυπουργός της χώρας ο μετέπειτα «Εθνάρχης» Κων. Καραμανλής.
Μετά τη δίκη του ο Λουντέμης εκπατρίζεται στο Βουκουρέστι. Στη Ρουμανία συνεχίζει το συγγραφικό του έργο, ως και λίγο μετά τη μεταπολίτευση. Την περίοδο της αυτοεξορίας του ο Λουντέμης πραγματοποίησε αρκετά ταξίδια, φτάνοντας μέχρι την Κίνα και το Βιετνάμ. Το οδοιπορικό του το αποτύπωσε το 1966 στο βιβλίο του «Μπατ-Τάι».
Το 1967 η δικτατορία του Παπαδόπουλου του αφαιρεί την ελληνική ιθαγένεια. Στις 23 Δεκεμβρίου 1975 –ενάμιση χρόνο μετά την μεταπολίτευση!– επανακτά την ελληνική ιθαγένεια μετά από …αίτημα που υπέβαλε ο Γεώργιος Μαύρος πρόεδρος της ΕΚ-ΝΔ (σ. 448) στο συμβούλιο Ιθαγενείας!..
Ο Λουντέμης επιστρέφει στην Ελλάδα τον Μάρτιο του 1976. Έντεκα μήνες αργότερα, τον Ιανουάριο του 1977, πεθαίνει από καρδιακή προσβολή ενώ οδηγούσε το αυτοκίνητό του στη Βουλιαγμένης. Η σορός του εκτίθεται σε λαϊκό προσκύνημα.
Ήμουν κι εγώ εκεί.
Κώστας Κρεμμύδας
*Δημήτρης Δαμασκηνός, Τα πλοία άραξαν στην όχθη της καρδιάς μας, Ένα δοκίμιο-μελέτη για τη ζωή & το έργο του Μενέλαου Λουντέμη, εκδ. Ραδάμανθυς, Χανιά 2017, σελ. 490.
[1] Βιβλία του μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες, κυρίως στις ανατολικές χώρες, όπως η Πολωνία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία κ.ά. Επίσης κάποια απ’ αυτά μεταφράστηκαν στα κινεζικά και στα βιετναμέζικα. Στην Ευρώπη δημοσιεύθηκαν αρκετά αποσπάσματα από το έργο του, κυρίως σε καλλιτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες. Tο μυθιστόρημα του «Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα» έχει μεταφραστεί και στα γερμανικά.
Share this Post