Κριτική
Κώστας Κρεμμύδας | Σχεδόν κείμενα-πειραγμένα αλεξικάΜε αφορμή το ποιητικό του Θεοφάνη Μελά Αναγνωστικό*
Ή η φιλοσοφία αλλάζει διάρεκια του παιχνιδιού ή δεν
ξέρουμε με ποιον να σφυρίξουμε.
Ο βαγγέλης είναι από αγγαρεία.
Διανυκτέρευση.
Η μαρία είναι από την ερμηνεία.
Παρά τη φθορά (και δραστήρια) ιλαρότητα αρχών: τρύπια
κρίση.
Mια σύντομη παρέκβαση σε τρεις τίτλους με αφορμή τα δυο ποιητικά, ή για την ακρίβεια το σαφώς ποιητικό ο σ ο, αφού άλλωστε αναγράφεται ρητά στον ψευδότιτλο ως τέτοιο και το πιθανολογούμενο, τουλάχιστον ως προς τον τίτλο, Αναγνωστικό ποίησης, πρόσφατο ποιητικό του Θεοφάνη Μελά:
α) Αισθάνομαι ενοχή όταν διατρέχω, απλώς, τα βιβλία, όλα τα βιβλία που απαίτησαν μόχθο, πόνο και χρόνο για να φθάσουν στα χέρια μας. Προσπαθώ να τα προσεγγίζω ισότιμα, έντιμα και με σεβασμό, πέρα από προσωπικές ή φιλικές σχέσεις. Πάντως στον Μ δε χρειαζόμαστε τηλέφωνα και υποδείξεις, δεν μας επιβάλλεται ο συγγραφέας, δεν εξαρτιόμαστε από χρηματοδοτήσεις εκδοτικών οίκων και οργανισμών (δημοσίων ή ιδιωτικών).
β) Σε πείσμα της εποχής που με ταχύτητα διαγράφει το παλιό και επιβάλλει την ελάχιστη διορία στο νέο, τα βιβλία παραμένουν επίκαιρα και ζωντανά, αν όχι στα ράφια των βιβλιοπωλείων –και στο περιορισμένο αγοραστικό ενδιαφέρον των νεοελλήνων- τουλάχιστον στη δική μας συνείδηση. Η παρουσίαση ενός βιβλίου δεν εξαρτάται επομένως ασφυκτικά από το έτος έκδοσής του.
γ) Είναι ανάγκη να ξανα καταχτήσουμε τη μαγεία της ανάγνωσης, της ενεργητικής παρουσίας του άλλου, και την πρόκληση μιας διαφορετικής οπτικής που προσφέρει, υποβάλλει ή και επιβάλλει ένα ανάγνωσμα, ακόμα κι αν δεν το κατανοούμε, δε μας εκφράζει ή δε μιλά τη δική μας γλώσσα. Μια επαναστατική διαδικασία είναι η εξοικείωση με τον κόσμο του βιβλίου, που δεν υπονομεύεται από οικονομικές ή άλλες κρίσεις, αλλά και δεν μπορεί να σταθεί δίχως την κρατική στήριξη και τη βαθιά παιδεία ενός λαού. Μια κοινωνία και μια πολιτική ηγεσία σε παρακμή δεν μπορεί παρά να αδιαφορεί για την καλλιέργεια και τον πολιτισμό. Ίσως ήρθε η ώρα ν’ απορρίψουμε τους διεφθαρμένους και κυνικούς ηγέτες σαν αυτούς που τα τελευταία χρόνια γνωρίζουμε –στους χώρους του πολιτισμού και της παιδείας (και όχι μόνον)- και να διεκδικήσουμε ένα φωτισμένο παρόν κι ένα ελπιδοφόρο μέλλον. Τα περιθώρια στενεύουν απελπιστικά.
Ο Θεοφάνης Μελάς, λοιπόν για να επανέλθουμε, είναι ποιητής, μεταφραστής, εικαστικός και περ-φόρμερ. Από το 1989 ζει μόνιμα στην Κοπεγχάγη όπου την περίοδο 1997-2003 δημιούργησε μία σειρά site-specific performances που παρουσιάστηκαν σ’ ένα ασβεστορυχείο στη νότια Δανία, σ’ ένα εγκατελειμμένο εργοστάσιο ζωοτροφών στη Λισαβόνα, σε μια πλαγιά στην Κόρδοβα, μια πρώην φυλακή (και νυν μουσείο) στη βόρεια Γερμανία, ένα θερισμένο χωράφι στο νησί Σάμσοε, ένα πεζοδρόμιο στην Αθήνα, μια γέφυρα στην Κοπεγχάγη κ. ά. Το 2006 ξεκίνησε το πρότζεκτ Σκανδιναβικές Αναφορές Ξενοφωνίας, (SKARXES), που μέχρι τώρα έχει στο ενεργητικό του έκθεση αντικειμένων με τίτλο after all/clothing, τα κείμενα SKARXES 2, την περφόρμανς a touch is not an ouch, καθώς και τη σειρά κειμένων SKARXES 4, ενώ πρόσφατα στον χώρο Booze Cooperativa παρουσίασε ένα νέο δρώμενο, έκθεση εικαστικών έργων του με παράλληλες προβολές παλαιότερης δουλειάς του. Είναι καλλιτεχνικός σύμβουλος της ομάδας σκηνικής τέχνης Kitt Johnson/Χ-act και συνεργάζεται με πολλά λογοτεχνικά περιοδικά στη Δανία και την Ελλάδα. Από τους στενούς συνεργάτες του Μ έχει παρουσιάσει σε μετάφρασή του τους Laura Riding, Rosmarie Waldrop, Per Aage Brandt, Per Højholt, κ.ά.
Το Αναγνωστικό ποίησης είναι το δεύτερο στη Ελλάδα βιβλίο του μετά το ολιγόστιχο ο σ ο (Γαβριηλίδης 2003). «Μήκος σκιάς ή σκέψη που έχασε και απέκτησε νεότερο ελληνικό βάρος με κατάληξη φωτογραφία», είναι μια φράση από το πρώτο βιβλίο του που φαίνεται να συνδέεται (τόσο το βιβλίο, όσο και η φράση) με το νεότερο πολυσέλιδο και αναλυτικά περι στροφικό δίλημμα που επιχειρεί να θέση στον αναγνώστη. Δεν πρόταξα από αμηχανία τα βιογραφικά στοιχεία του Θεοφάνη Μελά, ούτε και επιχειρώ να ερμηνεύσω τα ποιητικά του (ή μήπως θεατρικά του) πειράματα. Απλώς θεωρώ το λόγο-τις φράσεις-τους στίχους του προέκταση και συνέχεια της γενικότερης δουλειάς του, και κυρίως εννοώ τα αυτοσχεδιαστικά εκφραστικά μέσα που επιλέγει για να αποθεατροποιήσει, άρα για να πετύχει την αποσυμφόρηση (ή μήπως το αντίθετο) όσων αισθάνεται την ανάγκη να κοινοποιήσει. Το ερώτημα ξεκινά από τη στιγμή που πρέπει να ερμηνευθεί (εάν πρέπει) το συναίσθημά του –τουλάχιστον ποιητικά. Και ακριβώς τα ποιήματά του παρουσιάζουν την ελλειπτικότητα και ασυνέχεια του κορμιού στη διάρκεια μιας κίνησης ή στο μεταίχμιο μια ακινησίας, όπου ρυθμός, μέτρο, ήχος, παύση πλαγιοκοπούνται έντεχνα, επώδυνα και ασυναίσθητα από λέξεις και φράσεις φαινομενικής (ή σκόπιμης) ασυνεχούς αμηχανίας, ή συνεχόμενης εκφραστικής μηχανορραφίας: όπως περιγράφεται ένα είδος μεταφοράς που παρακολουθεί και αλλάζει καινούργια ως μεταχειρισμένα διαρκώς νοήματα. Συγκεντρώνοντας χέρια χειροκροτάν. Τα περισσότερα χειροκροτήματα το βράδυ («Ξ», από το συλλογή ο σ ο, ο. π.). (σ.σ. Προσοχή στον διορθωτή να μην επέμβει είτε στο δικό μου κείμενο, είτε στα ποιήματα του Θεοφάνη γιατί κινδυνεύουν να διαταραχτούν οι λεπτές ισορροπίες. Προτιμότερο να παραμείνει το «λάθος», που ενδεχομένως ενυπάρχει οργανικά με το έργο). Το Αναγνωστικό θα μπορούσε να διαβαστεί και ως σενάριο ή σχεδίασμα σκηνοθέτη λίγο πριν το ανέβασμα ενός θεατρικού ή χορευτικού αυτοσχεδιασμού. Είναι δηλαδή αυτοσχεδίασμα; Μπορεί και ναι, μια αυτόματη γραφή όπου «κάθε λέξη που γράφει ο δάσκαλος τη ρουφά το σφουγγάρι», για να τη συνεχίσει σε φράσεις λέξεις που υπολείπονται και υπονοούνται ανάμεσα στα «τέσσερα βιβλία» αλλά όχι ενότητες, όπως διαιρεί τυχαία πιστεύω ο συγγραφέας το πρόσφατο πόνημά του. «Περίπου τοπίο» ή ακριβώς άνθρωπος, με την απόγνωση, την ένταση και το αδιέξοδο που βιώνουμε να μεταφέρεται στη ζωή και την έκφρασή μας, μέσα σ’ αυτή τη βαριά και δίχως προοπτική ατμόσφαιρα. Μου θύμισε τον Κάσπαρ του αυστριακού Πέτερ Χαντκε, έργο γραμμένο το 1967 με αφορμή μια πραγματική ιστορία εγκλεισμού ενός αγοριού για δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια, στη Νυρεμβέργη του 1828. Όπως ακριβώς ο Χάντκε έτσι και ο Μελάς επιχειρεί να αναδείξει το λόγο (εξ’ ου και το «Αναγνωστικό») ως έκφραση και αφετηρία αυτογνωσίας, ένταξης αλλά και αντίστασης απέναντι στην κοινωνία, ένας λόγος-άμυνα κατά του χάους αλλά και μέσο διαμόρφωσης και επιβολής ιδεολογιών: «Προγλωσσήματα. Αθέατα από την εποχή», που συνεχίζουν να συνομιλούν να σκέφτονται και να φοβούνται. Ίσως γι’ αυτό υπάρχει ακόμα ελπίδα, έστω και της απόγνωσης: «Μας λείπουν απολύτως απαραίτητα έχουμε όμως έτοιμη την απάντηση.» Στα ερωτήματα τελικά βασίζεται η ζωή και η συνέχειά της. Για τις απαντήσεις αρκεί και παντογνώστης Πρετεντέρης, κάθε βράδυ στις οθόνες μας.
Κώστας Κρεμμύδας
*(εκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα 2009, σελ. 134)
Share this Post