Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας
Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών
«Δημιουργική Γραφή και Εκπαίδευση»
Εργαστήρια Παραγωγής Ποιητικού Λόγου Α’ τμήματος Συγγραφής
Ποιήματα Μεταπτυχιακών Φοιτητών με αφορμή το προλογικό σημείωμα του Κώστα Ταχτσή στον δίσκο του Μάνου Χατζιδάκι που κυκλοφόρησε το 1972 «Ο Σκληρός Απρίλης του ’45»
Τα ποιήματα που ακολουθούν τα επιμελήθηκα αλφαβητικά, χωρίζοντάς τα σε τρεις κατηγορίες ανάλογα την άσκηση, ζητώντας από τους συμφοιτητές μου να μου καταγράψουν το κείμενο αφόρμησης κάθε φορά. Συνεπώς, κάποια ονόματα αναφέρονται έως δύο φορές.
Στέφη Θεοδότου
(εκπρόσωπος Α’ τμήματος Συγγραφής)
Συμμετέχουν με κείμενά τους οι πρωτοετείς φοιτητές:
Ελένη Αράπη, Πέτρος Βάσσου, Ζωή Διαμαντοπούλου, Χριστίνα Δεμερτσίδου, Όλγα Ελευθεριάδη , Γιώτα Ζιάμπα, Στέφη Θεοδότου, Σοφία Ιακωβίδου, Αθηνά Καθαροπούλου, Εύη Καρκίτη, Ευστρατία Καρονίδη, Κωνσταντίνα Kατσιαβριά, Ιωάννης Κατωπόδης, Αικατερίνη Κτεναβού, Πέτρος Μαλιάρας, Αγγελική Παμπουκίδου, Ισαβέλλα Πρίτσα
*****
Ελένη Αράπη
Κόκκινη σπίθα
Το παιδί μου συνέχεια κλαίει.
Εδώ και πενήντα χρόνια κλαίει. Κανονικά τα παιδιά δεν κλαίνε τόσο. Το παιδί μου πεινάει. Το ταΐζω με ποιήματα. Μου τα ξερνάει στα μούτρα. Το παιδί μου διψάει. Το ποτίζω υποσχέσεις. Ιστορίες ηρώων. Βγάζει τη γλώσσα. Ουρλιάζει. Το παιδί μου πονάει. Με πονάει. Μου δαγκώνει τις σάρκες. Στενάζω. Παραπατάω. Το παίρνω αγκαλιά. Χορεύω ταξίμια.
Του μιλάω για την παλιά παράγκα, τη βροχή που μπήκε μέσα απ’ τον τσίγκο, τον παππού τον αντάρτη που έπαιζε λύρα με τα μάτια κλειστά, για το γκρέμισμα που δεν ήρθε ποτέ, το βόλεμα που έβαψε διάφανο το αίμα, για τον θεό που πέθανε και την μάνα που παγώνει στο χώμα, του μιλάω, σωπαίνει.
Κορίτσι κόκκινη σπίθα
κλάψε ξανά.
Χριστίνα Δεμερτσίδου
Ρέκβιεμ
Ρίζες δεν έχω
Όμως έχω ριζώσει
Σε αναμνήσεις που δε μου ανήκουν
Και όλο γυρίζω, γυρίζω, γυρίζω
Σ’ ένα αδιέξοδο
Σε μνήμες που πονάνε
Ρέκβιεμ για ένα όραμα γεμάτο ήχους
Τα χρόνια της νιότης κάνουν θόρυβο
Γι’ αυτό και όλο γυρίζω, γυρίζω, γυρίζω
Σε αναμνήσεις που δε μου ανήκουν
Στέφη Θεοδότου
Τα Μεγάλα Όνειρα Πεθαίνουν Την Άνοιξη
Οι συλλήψεις των ονείρων στα φόρτε τους
για το καμουφλάζ∙
νέες ανα-παραγωγές
Αρκεί το τσίμπημα μιας μέλισσας
–σύριγγα στον ανθρώπινο νου–
να τα διχάσει σε στρατόπεδα
Απονήρευτη, γίνεται θυσία
στη φυσική μας σχιζοφρένεια
πως ο πόλεμος γεννάει ήρωες
Μ’ έναν πόνο
Κύριε ελέησον
Μυριάδες πασχαλίτσες
με χρώματα πένθους κι αίματος
πεταρίζουν στον πρώτο αλαλαγμό∙
τα ποτίζουν Δι’ ευχών…
Μυρμήγκια φτυαρίζουν ρυθμικά
–πρελούδιο στο ρέκβιεμ
σκάβοντας λάκκους μες στα χώματα –
φυτεία για την σπορά των πτωμάτων
Εμπορική επιτυχία
στο νεκροταφείο των ονείρων
Να ζήσουμε, να τα θυμόμαστε
Και τα κουκούλια των τζιτζικιών
–προϊόντα μετάλλαξης των εποχών
που ξηράθηκαν
κάποιο διψασμένο κατακαλόκαιρο
περιμένοντας σιωπηλά
μιαν ετεροχρονισμένη νεκρανάσταση-
τους ξεπουλάνε τα φτερά τους∙
έτσι αγγελικά υψώνονται τα όνειρα
εξυμνώντας το παράδοξο
στη μεγάλη τους έξοδο Αμήν
Και του χρόνου
Σοφία Ιακωβίδου
Όνειρα επαναστατικά
Τα τανκς σιγήσαν και προχωρήσαν
μα το μακάβριο παιχνίδι παίζονταν τώρα στο βουνό
κι εμείς στη μέση εγκλωβισμένοι έρωτες ψάχναμε κι ένα χορό
πλάι μας ο θάνατος ξυστά περνούσε, μα εμείς γυρεύαμε για τη ζωή
το παραμύθι που μας πούλησαν, για μια πατρίδα ιδεατή
κι όταν οι νότες σαν στρατιωτάκια χύθηκαν πάνω στο χαρτί
μια προσευχή προς τα ουράνια ξανά γεννιόταν από τη γη..
Εύη Καρκίτη
Έτσι θα τελειώσει ο κόσμος
Έτσι θα τελειώσει ο κόσμος, έγραψε κάποτε ο Έλιοτ
Θα τελειώσει με λυγμό όχι με κρότο
Είχε δίκαιο βέβαια
Είδε κόσμους να τελειώνουν
Είδαμε και εμείς κόσμους να πέφτουν με άηχους ήχους
Δεν είχαμε τίποτε να βάλουμε στη θέση τους
Εκτός από στίχους εδώ και εκεί
Του Έλιοτ
Του Ντύλαν Τόμας
Του Ρεμπώ
Στίχους εκείνων που κατάφεραν να φτιάξουν σκοτεινές προσευχές
Τις πιο κρυφές προσευχές των ανθρώπων
Φορτωμένες με πτώσεις και καταστροφές
Εσωτερικά αποκαλυπτικά τοπία
Είδαμε και εμείς κόσμους να πέφτουν
Να γίνονται χίλια κομμάτια
Τίποτε να μην έχουμε να βάλουμε στη θέση τους
Εκτός από στίχους εδώ κι εκεί
Ευστρατία Καρονίδη
Όνειρο
Παρέα παιδιών, ιχνηλατεί τον έρωτα, το τραγούδι, την ζωή.
Όνειρα στην καρότσα παλιού φορτηγού μαζί με έπιπλα μιας άλλης εποχής,
ένα γραμμόφωνο παίζει ξεχασμένα βαλς.
Ο δρόμος τραχύς, σκοτεινός
γεμάτος λακκούβες και λασπόνερα.
Ταράζονται τα όνειρα, λερώνονται.
Και πώς να κάνεις καινούρια;
Από τι υλικό είναι φτιαγμένο τ’ όνειρο;
Ιωάννης Κατωπόδης
Ιερός χορός
Τρεκλίζοντας, στα πόδια του σηκώνεται,
Το να χέρι πίσω, το άλλο σηκωμένο, σα φτερό
Σταυρωτές οι πατούσες, χαμηλά και σκυφτά το κεφάλι
Πιάτα γύψινα, στριφογύριζαν στον αέρα
Έσπαζαν στα πόδια του.
Γαρδένιες και μπαλόνια γύρω του
Έσκαγαν και έλαμπαν.
Ατμόσφαιρα ιερή
Όλοι παρέα παλαμάκια
Χορός ζεϊμπέκικος.
Ήχος ρεμπέτικος
Αικατερίνη Κτεναβού
Απρίλιος 1945
Απρίλιος 1945.
Παραταγμένοι αλφαβητικά
μπροστά στις επιτύμβιες στήλες,
όλοι με το κεφάλι σκυφτό.
Εκεί και ο Θάνατος.
Θρηνεί μαζί μας τους χιλιάδες νεκρούς.
Δώσαμε όρκο να σβήσουμε από την μνήμη
όλους εκείνους που βαφτίστηκαν «απελευθερωτές».
Δώσαμε όρκο να σβήσουμε από την μνήμη
–σπάζοντας πολλές μποτίλιες ρετσίνας–
το σύνθημα που πλήγωνε: «Με τάξις και ασφάλεια».
Απρίλιος 1945… Δίσκος 45 στροφών…
κι άλλες τόσες στροφές και φιγούρες
μέσα στα αποπνικτικά καταγώγια,
χωρίς πούλιες, χωρίς στρας, χωρίς φτιασίδια
παρέα μόνο με την αστοχασιά της νεότητας.
Αφουγκράσου ευαίσθητη, ταλαιπωρημένη ψυχή
τον ήχο του μπαγλαμά, τα βήματα, τα μεράκια, τα πάθη…
όλα γνησίως ελληνικά.
Ένωσε την φωνή σου για τραγούδι με αυτήν του λαού
αψήφησε τους γέλωτες και τα πειράγματα των μεγαλοαστών
φόρα στεφάνια με μοσχομυριστές πασχαλιές
περπάτα με βήμα σταθερό δίπλα στον όχλο
σε μία ματωμένη γη που παλεύει να μην πεθάνει
τουλάχιστον… ΟΧΙ ΑΚΟΜΗ.
Πέτρος Μαλιάρας
Άτιτλο
Κι όταν ψάχνεις τι σε εκφράζει,
τι σε πρεσβεύει, τι ’ναι αυτό
που μπροστά σε κινεί
σε μέλλον απαρέμφατο,
Θυμήσου να βάλεις το χέρι
βαθιά στη στερνή σου τσέπη
Εκεί θα τα βρεις, στη φόδρα,
κρυμμένα κλειδιά από σπίτι
που δε σου ανήκει,
ρέστα από ψωμί που δε θα γευτείς,
κέρματα στη χούφτα ενός
ρεμπέτη του δρόμου
Αγγελική Παμπουκίδου
Ρεμπέτικο
«Ρέκβιεμ» το ονόμασες
σε μια ψυχή νεανική,
σε σώμα γέροντα ραψωδού.
Κουκούλι ή απόστημα;
Κόσμος ή κόσμημα;
Τύχη ή τείχη
που πρέπει να γκρεμίσεις για να χτίσεις,
ν’ αδειάσεις για να γεμίσεις,
ν’ ασχημέψεις για να ομορφύνεις.
Το χρέος πληρώθηκε πολλάκις,
το σώμα αλώθηκε, τιμωρήθηκε,
δοξάστηκε.
Μην κλαις!
Το ρέκβιεμ έγινε ρεμπέτικο,
ο θρήνος επανάσταση,
η σάπια σάρκα λίπασμα
και η κασέλα κούνια.
Νυν και αεί…
Ισαβέλλα Πρίτσα
Στη σιωπή
Μουσική σιωπή επικρατεί
Δεν ξέρω αν κάπου οδηγεί
ακολουθεί τις μνήμες τις παλιές
ή πλάθει νέες πιο πικρές
Τάκατα τάκα τάκατα
ρεμπέτες, τανγκό, βαλσάκια
τάκατα τάκα τάκατα
διαφέρουν άραγε πολύ;
Τάκατα τάκα τάκατα
στη μουσική και στη ζωή
τάκατα τάκα τάκατα
ίδιοι, δειλοί, μόνοι, μαζί.
Ποιήματα Μεταπτυχιακών Φοιτητών με αφόρμηση ποιήματα και σχόλια του Τόλη Νικηφόρου, από το βιβλίο του Από το τίποτα σαν θαύμα ξαφνικά, Ιστορίες ποιημάτων.
Ελένη Αράπη
Ο ποιητής
Τη μουσική των αγρών
τον παρθενικό υμένα
των λέξεων
την αγριόγατα γυμνή
με τα λυμένα μαλλιά
το πέπλο
οργωμένο από δόντια
τη νυχιά που
στάζει ρετσίνι
υγραίνει το χώμα
τα ερωτικά κουφέτα που
καρφώνει η φύση
από στόμα σε στόμα
την ανατριχίλα
αναμένει.
Χριστίνα Δεμερτσίδου
.Κλικ.
.Μια βραδινή κουβέντα. Κλικ.
.Κόκκινο κρασί. Κλικ.
.Περιπέτεια της ζωής. Κλικ.
.Σ’ αγάπησα. Κλικ. Κλικ. Κλικ.
Ζωή Διαμαντοπούλου
Η γέννηση ενός ποιήματος
Το ποίημα επιλέγει το δικό του χρόνο για να γεννηθεί.
Έχει μυρωδιά, υφή, ακοή, γεύση και όραση.
Οι πέντε αισθήσεις μαζί.
Κλείνει μέσα του ανθρώπινες αδυναμίες. Στοιβάζει τα όχι και τα μη.
Λυτρώνει ψυχές
αγκομαχά στις μακρόσυρτες συγνώμες.
Το ποίημα πολύ πριν γεννηθεί και βγει από το μυαλό, αγγίζει μικρές συντεταγμένες.
–Είναι η μάνα σου που κείτεται στο μνήμα.
–Ο αγαπημένος σου που δεν πρόλαβες να πεις ’κείνο τ’ αντίο.
–Το παιδί που κλαίει βουβά στη παγωμένη γωνιά του δρόμου.
Ποίημα είναι ο νόστος της παιδικής σου αθωότητας.
Τα χαμόγελα που σου ζήτησαν αλλά δεν τα γύρεψαν όπως
θα ’πρεπε.
Και συ
αρνητής στο δούναι εκπαιδευμένος μονάχα στο λαβείν.
Έτσι ανάκατα συναισθήματα, κερδισμένα εγωιστικά και άτεχνα.
Ποίημα είναι το χρονικό γίγνεσθαι μιας ουσιαστικής γέννας.
Φωνές που τρεκλίζουν.
Κραυγές που σπάνε μηνίγγια.
Η ατέρμονη θλίψη για μια άγνωστη συνάντηση.
Που εύχεσαι να μην έρθει, να καθυστερήσει σε μια στιγμή απάνω.
Όλγα Ελευθεριάδη
Στο όνομα της ποίησης…
Σε σένα ανατρέχω όταν έρωτα νιώθω στα σπλάχνα,
όταν οδοιπόρος της μνήμης υπάρχω ξανά,
όταν σάβανο λευκό σκεπάζει το νου μου.
Εσένα γυρεύω,
την τρυφερή σου παρηγοριά
το φιλί της προδοσίας που σαγηνευτικά μου χαρίζεις,
που αντί να με σκοτώνει,
με γεννά.
Οίστρο από εσένα μονάχα προσμένω,
τη βαριά πένα να σηκώσω ξανά.
Εκείνη που ελπίδα χαρίζει σε καταραμένους
και εξομολογείται ξένα μυστικά.
Με στίχους που η γύμνια τους με χλευάζει,
σε προσκυνώ.
«Ποίησις» το όνομά σου χαράζω με χρώμα πορφυρό
την Μούσα που μου στέρησες απαιτώ να φέρεις πίσω.
Με την τελευταία μου πνοή σε εκλιπαρώ.
Γιώτα Ζιάμπα
Όταν συναντηθήκαμε
Δύση και ανατολή έγιναν ένα,
όταν εσύ κι εγώ συναντηθήκαμε.
Φως και σκοτάδι
Φόβος και τόλμη
Ποτέ δεν πίστευα πως θα ’ταν τόσο ταιριαστά.
Τώρα δεν σκέφτομαι. Υπάρχω.
Δεν φαντάζομαι, μα ζω.
Και η προηγούμενη ζωή μοιάζει με ψέμα,
Που τριγυρνά στους λαβυρίνθους του μυαλού.
Στέφη Θεοδότου
Εν αρχή ην η Τέχνη
Θεά μάνα η Τέχνη
το προϋπάρχον όλον
Ενσαρκώθηκε να σε γεννήσει
Σε θήλασε με ψευδαισθήσεις
πως ο υιός κάνει τον πατέρα
Κι εσύ Ανθρωπάκο
θαρρείς πως ανατράφηκες
κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση
Προσκυνάς τον πνευματώδη εαυτό σου
σαν στο στροβίλισμα του χρόνου
αγκιστρωμένος στις περιστροφές της γης
βαπτίζεις χορό της κοιλιάς
τ’ ανεμογκάστρι του κάλλους
Αμαρτία…
αιώνια καταδικασμένος στις ελλείψεις σου
πασχίζεις οργασμικά
με τον σταυρό της παρθενογένεσης
να φτάσεις την ολοκλήρωση
Θύμα γονικής εξαπάτησης
μέχρι θανάτου
Σοφία Ιακωβίδου
Περί έρωτος
Το δυσκολότερο απ’ όσα μας έταξε η μοίρα·
έρως.
Δοκιμασία η πιο στερνή·
έρως.
Μοιάζεις με λουλούδι που φύτρωσε στα βράχια
και μ’ ένα πουλί που παγιδεύτηκε στη γη.
Μοιάζεις με αχτίδα που υφαίνει το σκοτάδι
κι άγρια θάλασσα γίνεται στη στιγμή.
Σ’ ένα φευγαλέο άγγιγμα σ’ ανταμώνω,
γίνεσαι φωτιά πάνω σε δύο χείλη στεγνά.
Έρως
Σε μίαν κόλα χαρτί· ο ποιητής παραμύθι σκαρώνει,
δυο σκιές μια βραδιά στα κλεφτά..
Kατσιαβριά Κωνσταντίνα
Επικήδειος στην ποίηση
Σε ανώνυμα κοιμητήρια
λιμνάζουν ποιητές κατηφείς
ανάμεσα σε αδικαίωτους στίχους (Ζέφη Δαράκη, «Συναντήσεις σε άβατο»).
Θυμίζουν φιγούρες καχεκτικές
με μάγουλα που προ οικονομούν
ασιτία.
Για δες·
Mε χάρη περίσσια ο νέος
συντάσσει επικήδειο.
Με ανάσες που ζέχνουν
και χέρια τραχιά από την τσάπα
μακαρίζει γραμμές.
Ποιητές που εφοδίασαν με βρώμικα ρούχα
και άσματα για επαίτες
και τσιγγάνους.
Που δεν ξέπλυναν το αμάρτημα
και με αυτό
πορεύονται ακάθαρτοι
Για δες
στο μνήμα πόσο γλυκά πλαγιάζει
χαρτί και μελάνι
Για δες
πως χάνονται οι στίχοι
πριν καν βρεθούν.
Ιωάννης Κατωπόδης
Επιβίωσα
Στις άσπρες τρίχες πήγαινε το χέρι μου
και τις χάιδευε απαλά
να νιώσω πως έφτασε πενήντα
ξανάτριψα το χέρι στο μηρό μου
μουδιασμένος όπως πάντα
τριάντα χρόνια τώρα
δεν πίστευε ότι θα τα πέρναγε.
Η Βασιλίτσα όμως εκεί, δίπλα μου.
Ισαβέλλα Πρίτσα
Το όνειρο της Πέμπτης
Φως από το μυστικό τους κόσμο
δίνουν τις νύχτες οι νεκροί;
Κι εγώ ιερέας του αόρατου
βαδίζω αθόρυβα κοντά τους
με το νου
ακούω την καρδιά τους.
Εκεί, στις παρυφές του ονείρου
Τον είδα να με τριγυρίζει
να κουβαλά βαριά τα δώρα
στο μνήμα που ’χα αφήσει.
Ποίηση είναι το χάραμα
στη λευκή ζωή που έχει σβήσει
και ποιος είναι εκείνος που μπορεί
να συνθέσει αλήθεια ποιήματα;
Ίσως αυτός που κάθε βράδυ του
Νεκρούς δικούς του θ’ αντικρίσει.
Ίσως να πρέπει να δεχτώ
πριν από εμάς το επέλεξε
το χάος να ’ρθει να τον πάρει.
Κι αν απόψε δεν μου το ’χει πει
μπορεί τ’ αντίο του μπαμπά
να φέρει, το αυριανό φεγγάρι.
Ποιήματα Μεταπτυχιακών Φοιτητών με τη μέθοδο αυτόματης γραφής, με αφόρμηση σκέψεις για την ποίηση και τρία ποιήματα του Νίκου Καρούζου και του Μίλτου Σαχτούρη
Πέτρος Βάσσου
Λογαριασμός με την ύπαρξη
Σήκω στα πόδια σου.
Πάτα με όλο σου το βάρος.
Άνοιξε τα μάτια, όχι εντελώς, τόσο που να στοχεύεις μακριά και να οραματίζεσαι καθαρά.
Σπάσε τα δεσμά.
Βγες από τη σπηλιά του Σωκράτη.
Απαγκιστρώσου. Προσπέρνα.
Απάλλαξε από σταθερές το νου.
Μη ζητάς. Δημιούργησε.
Μη ψάχνεις ελευθερία. Ελευθερώσου.
Μην χωλαίνεις, μην κάθεσαι.
Να κρατάς το σώμα σε εγρήγορση.
Οργάνωσε. Προσδιόρισε.
Όρισε. Πρόσταξε τη ζωή με τη βουλή σου.
Βγες από τα σύνορα. Νοητά κι ανόητα.
Πολέμα ό,τι απαιτεί, ό,τι ζητά, ό,τι αναγκάζει.
Φύτεψε τη γη. Ξεριζώσου από τη ράτσα σου.
Ξεχώρισε. Διάγραψε το καλό και το κακό.
Το σωστό και το λάθος.
Μόνο το αίμα κυλά στο σώμα σου.
Μόνο η καρδιά σου το ανακυκλώνει.
Απίστησε. Προχώρα Ταξίδευε. Αποτίναξε ό,τι δεν ορίζεις.
Αναζήτα την αλήθεια, ούτε την πρώτη ούτε τη δεύτερη.
Όσες αλήθειες κι άμα βρεις μην πιστεύεις.
Αναζήτα ξανά. Τρέχα να γεννήσεις την εξέλιξη.
Ο χρόνος σε πολεμά. Πάντα να κοιτάς τις κινήσεις του.
Είναι σταθερές αλλά δεν δύνασαι να προβλέπεις.
Απέχεις απ’ τον θεό, από το μεγαλύτερο, δυνατότερο, ανώτερο.
Γεννιέσαι και πεθαίνεις στη σκηνή. Αγωνίσου και πρωταγωνίστησε.
Αθηνά Καθαροπούλου
Το ποιητικό ζιζάνιο
Χαμένοι στη λήθη συναντούν τις Χάριτες,
κατατρεγμένοι στο χωροχρόνο του φανταστικού.
Η πραγματικότητα ξορκίζει τα απομεινάρια του ονείρου.
Πάει καιρός τώρα…
Ζώντας για την αυταπάτη
η κοινωνική κατακραυγή, ένας ατέρμονος απόηχος
η αίσθηση της ως το μεδούλι.
Πολεμούν θεούς και δαίμονες,
βυθίζονται στον χαώδη Αχέροντα
Μα να την!
Εκεί στον βράχο κατακόκκινη,
ανυποχώρητη στέκεται μια παπαρούνα.
Το ποιητικό ζιζάνιο αρνείται να παραδοθεί.
Εύη Καρκίτη
Ο βοσκός ποιητής
Μαθαίνω να είμαι ποιητής
Όπως ένας βοσκός μαθαίνει να βόσκει το προσωπικό του πρόβατο
Το ηλεκτρικό του πρόβατο
Σε έναν ακατανόητο κόσμο
Πέφτει ατέλειωτη βροχή
Και είναι πάντα νύχτα
Μαθαίνω να είμαι ποιητής της Νύχτας
Να κυνηγώ πρόβατα ηλεκτρικά
Ανθρώπους με ηλεκτρική καρδιά
Κατασκευασμένη καλοσύνη
Δάκρυα που χάνονται στη βροχή
Διάσημες φράσεις που χάνονται στη βροχή
Μαθαίνω να είμαι ποιητής της Νύχτας
Τη μέρα θα βγει ο βοσκός με το πρόβατό του
Θα τον κοιτώ από μακριά
Κρύβοντας το δικό μου
Ευστρατία Καρονίδη
Εγώ μόνος
Στο άπειρο, στο τώρα, στο λίγο ακραίο της ύπαρξής μου.
Χωρίς οπαδούς, χωρίς ούτε καν φίλους.
Στην αναζήτηση της προσωπικής μου πλάνης,
για να μπορέσω να αποφύγω την αλήθεια.
Την αλήθεια μου, που με σταυρώνει
που με αλυσοδένει σαν τον Προμηθέα
στον βράχο της ζωής μου,
να τρώνε τα σπλάχνα μου πολύχρωμοι αετοί
λίγο πριν πεταχτούν στ’ αποκριάτικα σκουπίδια.
Και στο πηλίκο:
Μια μοναχική στράτα, όπου βαδίζω ξυπόλυτος
Και δίπλα μου η αγάπη με μάτια υγρά και ρούχα φθαρμένα.