ΜΙΑ ΠΕΡΙΔΙΑΒΑΣΗ ΣΤΟΝ ΙΤΑΛΙΚΟ ΦΟΥΤΟΥΡΙΣΜΟ

In Ποίηση by mandragoras

 

ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ

Διαπιστώσεις και μετάφραση Σαντζίλιο Κρεσέντσιο

Ι. Το πρώτο πολιτισμικό κίνημα του 20ου αιώνα που σηματοδότησε την απαρχή συγκλονιστικών και καθοριστικών εξελίξεων ειδικά στην λογοτεχνία και γενικά στις τέχνες, όπως είναι γνωστό εκδηλώθηκε το 1909 στην Ιταλία: ο Φουτουρισμός.

Δηλωμένη αιτία του Μανιφέστου του Φουτουρισμού ήταν η αντίδραση στην αστική κουλτούρα του 19ου αιώνα, συμπεριλαμβανομένου και του Decadentismo του Gabriele d’Annunzio, τότε στο ζενίθ του. Το βασικό του μότο ήταν «Λόγια ελεύθερα» τα οποία θα έπρεπε να αντικαταστήσουν την παραδοσιακή ρητορική του Κλασικισμού και του Ρομαντισμού και όλων των άλλων συναφών –ισμών.

Στα τέλη ακριβώς αυτού του 19ου αιώνα το έλλειμμα της ιταλικής λογοτεχνίας συνοψιζόταν στη παντελή έλλειψη ισχυρών περιεχομένων, κάτι ωστόσο που συνέβαινε σε μικρότερη κλίμακα και σε άλλες χώρες της Ευρώπης, και μαζί σε ένα είδος καθίζησης της έμπνευσης και θεματολογίας μέσα σε παρακμιακούς ορίζοντες, ίσως προαναγγελία της διάλυσης που θα προκαλούσε μερικά χρόνια αργότερα ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος.

Έτσι οι Φουτουριστές θέλησαν να καταπολεμήσουν την αδράνεια και την άγονη στασιμότητα με μια αντίδραση διαμετρικά αντίθετη που συμπεριλάμβανε προπαντός και τη χρήση της άκρατης υπερβολής. Και η αλήθεια είναι πως αυτή η επίθεση ταρακούνησε επαρκώς τους χειμαζόμενους διανοούμενους.

Επιπλέον ήταν μια εποχή όπου σε όλη την Ευρώπη η βιομηχανία γινόταν όλο και περισσότερο επιβλητική, έτσι μέσα σε εκείνη τη γενικευμένη έξαρσή της και οι Φουτουριστές ένιωσαν την επιτακτική ανάγκη, σχεδόν υποχρέωση, να διακηρύξουν συνάμα την ενεργό παρουσία της Ιταλίας στον ευρωπαϊκό στίβο, μιας Ιταλίας εν κινήσει και με απόλυτη δυνατότητα να λάβει μέρος, και μερίδιο, στην νέα κοσμογονική εμπειρία προαναγγελία της οποίας ήταν η υπεροχή της βιομηχανικής προόδου με την εικόνα των δυο πλέον συμβολικών προϊόντων της: το αυτοκίνητο και η ταχύτητα!

Παντού στα προηγμένα ευρωπαϊκά κράτη επικρατούσε η έννοια και η πρακτική του «πολιτισμού των μηχανών», ο οποίος ήδη στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής πραγματοποιούσε τα πρώτα εντυπωσιακά επιτεύγματα.

Το πιο άμεσο και έντονο στοιχείο που χαρακτηρίζει τους Φουτουριστές είναι η θέληση, αλλά επίσης θα έλεγα και ένα είδος «αγωνίας» να διαχωρίσουν καθαρά, και προς αποφυγή κάθε παρεξήγησης και παρερμηνείας, τη θέση τους σε σχέση με τις φαύλες, πολιτικές και πολιτισμικές αξίες της νοοτροπίας της παράδοσης. Χωρίς κανένα ενδοιασμό στιγματίζουν με τον πιο σκληρό τρόπο την παλιά, βαλσαμωμένη κουλτούρα των μουσείων, των βιβλιοθηκών και των ακαδημιών ως αχρεία έκφραση στασιμότητας και θανάτου που καταδικάζει τον άνθρωπο σε μια λαγνεία αυτοκαταστροφής και επομένως ανυπαρξίας.

Οι Φουτουριστές απεχθάνονται την ακινησία στην οποία αντιτάσσουν την δράση και την αέναη κίνηση – ένα παραληρηματικό perpetuum mobile – που είναι ζωή, ενέργεια, δύναμη, εξουσία, αθανασία. Επικαλούνται υψηλόφωνα την ομορφιά του κινδύνου, όχι μόνο σε εννοιολογικό επίπεδο, αλλά και στον στίβο της φυσικής δράσης, της ορμής, από την απλούστερη και ηπιότερη μορφή του αθλητισμού και της γυμναστικής έως το κατά πολύ πιο εντυπωσιακό και πολιτικο-κοινωνικά καθοριστικό σύμπαν της βίας και της επιθετικότητας, δυο έμφυτες εξάλλου καταστάσεις του ανθρώπινου όντος, αλλά και γενικά μέσα στη φύση, οι οποίες όμως στην φουτουριστική φιλοσοφία της ζωής τίθενται ως οι κατ’ εξοχήν βάσεις για την εξύμνηση του αγώνα και του πολέμου, το κινούν δίδυμο των ανδρικών αρετών που είναι το θάρρος, η τόλμη και η εξέγερση εντός της ύπαρξης και της τέχνης.

Έτσι γεννιούνται οι «λέξεις εν ελευθερία», οι ελεύθερες λέξεις μιας ελεύθερης σκέψης, δίχως μειωτικές στην ευκινησία τους οργανώσεις σε φράσεις και περιόδους, χωρίς τις γραμματικο-συντακτικές δουλείες και υποχρεώσεις και με την άνευ ορίων δυνατότητα χρησιμοποίησης των πλέον διαφορετικών γλωσσικών δομών (νεολογισμούς, διαλεκτικές μορφές, ονοματοποιίες ζωικών και μηχανικών ήχων, κλπ.). Ταυτόχρονα αποκλείεται ρητά η αναφορά σε παράδοση και σε παρωχημένες ποιητικές και γλωσσικά δεδομένα.

ΙΙ. Είναι αναμφίβολο πως ο Φουτουρισμός υπήρξε ένα φαινόμενο σημαντικό, βασικές προεκτάσεις του οποίου ακόμη και σήμερα επαρκώς αναγνωρίζονται. Στα μείον του καταλογίζεται η βιαιότητα των διακηρύξεων και των δράσεών του, οι άσκοπες φωνασκίες των εκδηλώσεών του, η προχειρότητα ορισμένων προτάσεών του.

Εντούτοις εμφάνισε και μεγαλοφυείς εμπνεύσεις και σημαντικές πραγματικότητες, προπαντός στον τομέα των εικαστικών τεχνών, που άφησαν ανεξίτηλο στίγμα όχι μόνο στην Ιταλία, αλλά και σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές και όχι μόνο χώρες.

Ο ελεύθερος στίχος, ο astrattismo (Αφηρημενισμός;), η κυβιστική διάθεση, η ίδια η δωδεκαφωνία αντίστοιχα σε ποίηση, ζωγραφική και μουσική υπήρξαν οι καλύτερες επιδόσεις του Φουτουρισμού μέσα σε μια διαδικαστική πορεία που θα μπορούσε και να χαρακτηριστεί χωρίς υπερβολή σαν μια αληθινή επανάσταση της μοντέρνας τέχνης.

Γενικά, υπήρξε μια μεγάλη ιστορική πρωτοπορία από την οποία επηρεάστηκαν αρκετά επόμενα πολιτισμικά κινήματα όπως ο ντανταϊσμός, ο υπερρεαλισμός, η Art Déco, ο Βορτικισμός, ο κονστρουκτιβισμός. Δεν λείπουν επίσης στοιχεία του Φουτουρισμού στον Σπεριμενταλισμό του Guillaume Apollinaire και στον πρώτο Vladimir Majakovskij.

Και οπωσδήποτε δεν πρέπει να μας διαφεύγει και να ξεχνάμε ότι πάρα πολλά στοιχεία του Φουτουρισμού βρίσκονται και κυριαρχούν, ακόμη και σήμερα, μετά από έναν αιώνα, στο κόσμο και στον «πολιτισμό» της τεχνολογίας, των πολέμων και της πανταχόθεν φιλοσοφίας της «επικράτησης» και επιβολής.

Παραθέτουμε ενδεικτικά μερικά ποιήματα Φουτουριστών των Filippo Tommaso Marinetti, Luciano Folgore, Paolo Buzzi, Enrico Cavicchioli, Ardengo Soffici (ζωγράφος), Corrado Gononi

ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Φιλίππο Τομάζο Μαρινέττι (22.12.1876-2.12.1944)
(Filippo Tommaso Marinetti)

Ναι, ναι, έτσι, το ξημέρωμα στη θάλασσα
3 διαβρωτικές σκιές ενάντια
στην ΑΥΓΗ

οι άνεμοι συνεχώς εργάζονται ζυμώνοντας τη θάλασσα έτσι μύες και
αίμα για την Αυγή

ΑΝΑΤΟΛΗ φως κίτρινο πλάγιο

ΜΕΤΑ
ένα παγωμένο πράσινο
γλιστερό

ΒΟΡΡΑΣ ένα κόκκινο αδιάφορο
θόρυβος σκληρός υαλώδης

ΜΕΤΑ ένα γκρι σαστισμένο

Τα κόκκινα σύννεφα είναι μακρινές τέρψεις
φανφάρες καρμίνιο εκρήξεις βαθυκόκκινες
Όχι Ναι
ΟΧΙ
ΝΑΙ
ναι
ναι ναι
ΝΑΙ

ΝΑΙ
κίτρινο βροντερό
θαυμασμός των γκρίζων

Όλα τα μαργαριτάρια λένε ΝΑΙ

Πειστικοί συλλογισμοί γαλαζοπράσινοι των σαγηνευτικών
ορμών
Οι Πλάκες λείες κυανές της θάλασσας τρέμουν από ενθουσιασμό
Μια ακτίνα Αναπηδά από βράχο σε βράχο
Ο θαυμασμός γελάει στις φλέβες της θάλασσας
Κίνδυνος ενός μπλε νέφους κάθετου πάνω απ’ το
κεφάλι μου

Όλοι οι πρισματισμοί μυτεροί των τρελαμένων
κυμάτων

Μαγνητίσεις ερυθρών

όχι
όχι
όχι
ΝΑΙ

ΝΑΙ
ΝΑΙ
μαλακή αιώρα
των σκιόφωτων
Αγνά

Ανάπαυση στ’ ανοιχτά
μισοσκόταδο ανικανοποίητο

Ένα αναμμένο ιστίο
χαμηλώνει απ’ τον ορίζοντα που τρέμει

ΒΟΥΗ ΧΡΥΣΗ
ρουφήχτρα τριών σκιών σ’ εκείνο τον όρμο φαγωμένο απ’ τον
Ήλιο – στόμα δόντια αιμάτινα σάλια μακριά χρυσά που η θάλασσα
πίνει και βράχους δαγκώνει

Ναι απλά

Ναι
ελαστικά

γαλήνια
ΕΤΣΙ

ακόμη
ΑΚΟΜΗ
ΑΚΟΜΗ

ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΕΤΣΙ


ΕΝΑ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ

[Το κείμενο ανήκει στη συλλογή La ville charnelle (Η σάρκινη πόλη) που εκδόθηκε στο Παρίσι το 1908, πριν ακόμη δημοσιευτεί το Μανιφέστο του Φουτουρισμού. Και είναι το μόνο που μεταφράστηκε στα ιταλικά.]

Θεός ορμητικός μιας ατσάλινης φυλής,
Αυτοκίνητο μεθθθυσμένο από διάστημα!,
που τις οπλές βροντάς κι από άγχος τρρρέμεις
και τα γκέμια με δόντια αιχμηρά ροκανίζεις…
Τέρας ιαπωνικό φοβερό,
με μάτια σιδηρουργείου,
φωτιάς χλιμίντρισμα
και ορυκτού λαδιού,
πεινασμένο από ορίζοντες και αστρικές λείες…
εγώ εξαπολύω τη καρδιά σου που χτυπά διαβολικά,
εξαπολύω τα τεράστια του λάστιχα
στο χορό που ξέρεις να χορεύεις
πέρα στους λευκούς δρόμους όλου του κόσμου!…


Είμαι η τροφός σου! Πάρρρε με! Πάρρρε με!

Πάνω στη γη την εκκωφαντική, αν και ολόκληρη πάλλεται
από φλύαρους αντίλαλους,
κάτω απ’ τον τυφλωμένο ουρανό, αν κι απ’ αστέρια πυκνό,
εγώ πηγαίνω διεγείροντας τον πυρετό μου
και τον πόθο μου
με μεγάλες σπαθιές τους μαστιγώνω.

Και το κεφάλι σηκώνω
για να νιώσω στο λαιμό
τα τρελά χέρια του ανέμου να με σφίγγουν
με απαλή αγκάλη, βελούδινα και δροσερά…
Είναι εκείνα τα χέρια μαγευτικά και μακρινά
που με δελεάζουν κι ο άνεμος
άλλο δεν είναι παρά η αβυσσαλέα πνοή σου,
ω άπειρο απύθμενο που με χαρά με απορροφάς!…

Ακούτε τη φωνή του που η οργή κομματιάζει
τη φωνή του την εκρηκτική που αλυχτά, που αλυχτά…
και τη βροντή των σιδερένιων πνευμόνων του
καταρρρέοντας απόκρρρρημνα
ατελλλλλείωτα;…
Δέχομαι τη πρόκληση, αστέρια μου!…

Πιο γρήγορα ακόμη πιο γρήγορα!…
αδιάκοπα ακατάπαυστα

Ας τα φρένα! Δεν μπορείς;
Τσάκισέ τα, λοιπόν,
ο σφυγμός της μηχανής να εκατονταπλασιάσει τις ορμές του!
Ζήτω! Όχι πια επαφές με αυτή τη ρυπαρή γη!
Επιτέλους ξεκολλάω, πετώ ανάλαφρα
στο μεθυστικό ποτάμι των αστέρων
που φουσκώνει πλημμυρίδα στη μεγάλη ουράνια κοίτη!

Λουτσιάνο Φόλγκορε (18.6.1888-24.5.1966)
(Luciano Folgore)

ΤΑΛΑΝΤΩΣΕΙΣ

Νύχτα-ρολόι·
κάτασπρες σφαίρες λάμπες
στη πλάκα του ύπνου.

Λεπτά ελατήρια ανέμου
και τροχίσκοι πνοής
και ταλαντευτήρας πρόσφατα εκτινάξεων.
Τα δέντρα: μαύρα εκκρεμή,
ατελείωτη ταλάντωση.

Μονότονο το χρόνου το γύρισμα
γύρω
απ’ το παραθύρι μου της αϋπνίας,
και χτύποι
μιας ώρας πυρετού,
που πάνω σε πλάκα άγχους πέφτει.
Ποτέ το ξημέρωμα.

*

ΤΟ ΚΥΤΤΑΡΟ

Ζωή, ηράκλεια προσπάθεια
του άπειρου,
ενάντια στη σιωπή, ενάντια στο σκοτάδι.

Ζωή, γιγαντιαία πλάτη
σαν του Άτλαντα που
σηκώνει το βράχο σκληρό και μοχθηρό
του σύμπαντος.

Κύτταρο, χρυσή αχτίδα
που τρυπά τον ουρανό, σκίζει τη θάλασσα,
ανοίγει τη γης,
ασθμαίνων πόλεμος, αιώνιος,
κόντρα στη γαλήνη που με σκιά τυλίγει
τις παρορμήσεις και τις ελπίδες.
Ακούω τη βουή σου σε κάθε
δρόμο διασπείρεται,
κίτρινη,
βιολετί,
σαν μέταλλο πυρωμένο που φλέγεται
κι αποτυπώνει
γραμμές ερωτικές
και χώρους νέων ονείρων…

Κύτταρο, πάνω σου έρχεται στον άνεμο
αδάμαστο ένα τραγούδι;
Με κύμα ανάλαφρο έρχεται
ένα φτερό καθάριας προσευχής;
Είναι οι άνθρωποι ντυμένοι
με καινούριο πείσμα,
θέληση πρωτότυπη,
είναι οι αιχμηρές στρατιές
που συντρίβουν τις ιστορίες και τις δόξες
των περασμένων εποχών.
Και εσένα δέονται μεν άπειρη αναστάτωση:
«Στη τελετή της γενιάς,
κύτταρο, κάνε να ‘ναι αγνά τα πάντα,
και μόνο να βουίζει στο αίμα
μόνο να αναπηδά στην Ιδέα
το μοναδικό παραλήρημα δημιουργίας,
η απέραντη λατρεία του Μέλλοντος.

Πάολο Μπούτσι (15.2.1874-18.2.1956)
(Paolo Buzzi)

ΤΣΙΓΓΑΝΟΙ

Ίσως είναι η αληθινή ζωή.
Το κάρο ζωγραφισμένο,
τα πειθήνια άγρια άλογα, μεθυσμένα από αέρα,
οι όμορφες κόρες με τα κουρελιασμένα ρούχα,
το τραπέζι καταυλισμού κρυφό κάτω απ’ τ’ αστέρια,
ο λευκός δρόμος του κόσμου.
Θα επιστρέψω στη δυνατή φυλακή
που διοικώ
και διοικούμαι:
θ’ αποχαλινώσω με οργή τα ιδανικά μου άτια
στη πίστα του ονείρου, με νεκρή καρδιά, με κουρασμένο βράδυ:
και για τον έρωτα
θα ζητιανέψω τη ζητιάνα μου σε κάποιο σκοτάδι του δρόμου.
Πληρώνω τη σάρκα με χέρι που μοιάζει
να ζητά αντί να χαρίζει ελεημοσύνη.
Και η ζωή μου
είναι ένα δίκτυο υπονόμων
όπου τίποτα παρά το μάτι λάμπει του ποντικού.
Τσιγγάνοι, ζωντανό γδάρτε με, στον οβελό ψήστε με
ανάμεσα σε δυο κορμούς δάσους!
Είμαι ένα πάμφτωχο παιδί αστών
που λατρεύει τη βαρβαρότητα.

*

ΝΥΧΤΑ ΚΑΤΑΙΓΙΔΑΣ

Ο ουρανός μαύρη αιθάλη, κατρακυλά. γκρεμίζεται, μαίνεται
ωσάν μια ανάσα πυρκαγιάς. Ρόδες στάχτης τρέχουν
στο κάμπο απέραντο: δίνες ώχρας και καπνιάς
αναπαράγονται και αντανακλούν.
Τα πάντα φεύγουν σαν σε θάλασσα σκοτεινή.
Ωχριούν τα σπίτια σπασμοί στα βουνά,
τα χίλια μάτια δείχνουν με τα βλέφαρα κλειστά.
Ρόδινες είναι οι λάμψεις
όπως τα εφήμερα νήματα κνήμες των χορευτριών
στη τελική παρέλαση.
Οι κεραυνοί είναι σαν νερόφιδα πράσινα και μενεξελί.
Έχουν συχνά φλέβες αίματος σε κεφαλή, σε ουρά. Χαμένο
το σκηνικό των μακρινών βουνών.
Τα γειτονικά βουνά είναι τα μακρινά. Σκοτεινιάζει η απόσταση.
Ιδού άφαντα.
Μια δολομίτης μοναχική,
την αίθρια κορφή διατηρεί, ψηλά,
τραγούδι μαυράδας, απλωμένο.
Σταλάζουν όλα τα νερά,
σταγόνες, θραύσματα, βέλη, φιτίλια μεθυσμένα από φωτιά.
Τα πουλιά ξεφεύγουν τα πυρωμένα μάτια των γατών πάνω στα φυτά:
οι γάτες ξεφεύγουν τις σπείρες θράκας των κεραυνών:
τα φύλλα των δέντρων αγωνιούν για το Σύμπαν.
Αφήνομαι
σε όλα του εαυτού μου τα σκοτεινά ποτάμια που ξεχειλίζουν.

Ενρίκο Καβικιόλι
(Enrico Cavicchioli)

ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΑ ΠΑΛΙΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ

Μια σεληνιακή πολιτεία: ένα συμπόσιο
με πτωματώδεις κατασκευές,
χωρίς φανάρια,
και κάποιο ρήγμα στο μάρμαρο
όμοιο με χειρουργική ηφαιστείου
που ανατινάχτηκε
ανοίγοντας μια κοιλιά φωτιάς.
Μακριές σκιές με μάτια
μελανής σελήνης στις γωνίες,
τοξάκια μπαρόκ,
κισσός παράσιτο,
πεζούλια φαγωμένα, τρίγωνα
μούχλας.
Σε κάθε αναπνοή ανέμου που αγριεύει
μια αχνή οσμή νεκρών πραγμάτων
αποπνέει από τις μισόκλειστες πόρτες.

Αρντένγκο Σόφφιτσι (1879-1964)
(Ardengo Soffici)

ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΣΗ

Να διαλύεσαι στη πούδρα της μέρας που τέλευσε
Με τη ξαφνική βουή του ηλεκτρισμού, του αερίου, της ασετιλίνης
και των άλλων φώτων.

Να ανθίζεις στις βιτρίνες,
στα παράθυρα και στο αεροπλάνο του στερεώματος!
Τα παπούτσια που σέρνουν σταγόνες διαμαντιών και χρυσού κατά
μήκος των ανοιξιάτικων πεζοδρομίων,
όπως τα στόματα και τα μάτια
όλων αυτών των γυναικών τρελαμένων από μοναχικές υστερίες·
τα αυτοκίνητα που ήρθαν από παντού·
τα πραγματικά χάδια κοιτάω τραμ μέσα σε ένα ξεφωνητό πυρο-
βολημένων πουλιών.

*
ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑ

Ποίηση ακτινοβόλος κορυφή του σύμπαντος
ως και τα θνητά ενδύματα είναι αξιολάτρευτα

Αρχαία πράγματα με σάρκα και νεύρο
όντα ζωντανά με τη γήινη μοίρα τους
σκιές τώρα μπηγμένες σε ένα σημάδι διαυγές και σταθερό
τύποι μετουσίωση άπειρων μυστηρίων

Αλφάβητο γράμματα δαντέλες βατίστα θύσανοι
στολίδια της γυμνής ιδέας
Βυθίζομαι μέσα σε σωρό σαρκικών θαλπωρών
ανάσκελα οι πλούσιες μυρωδιές των απόκρυφών σου
φιλώ τα χρυσά κουρέλια που ’ναι λίγο απ’ το μέγα σώμα σου

Γέρος σάτυρος κοσμοπολίτης μελλοντικών μυθολογιών
Ορίστε είσαι ολόκληρη δική μου.

[Σημείωση: δαντέλες, θαλπωρών ορίστε: Λέξεις και στίχοι γραμμένοι στα γαλλικά στο πρωτότυπο ιταλικό: dantelles, Je mà abîme dans ce fouilli de tiédeurs charnelles, voilà.]

ΤΟ ΑΤΕΛΙΕ

Μυστήρια, μυστήρια, μυστήρια φτηνά·
τα πάντα πληρώνονται με 24 ώρες νιάτα την ημέρα.
Το Ατελιέ, τα Ατελιέ,
ρόδο των ανέμων,
χαρά, ομορφιά, φτώχιες
αμβλυμμένες σε βάθη συγχορδιών
στο κυβικό κάστρο, λεπτό προς λεπτό.

Αρκεί να ανοίξεις τα τζάμια για να πνιγείς από μαγγανείες·
να παραμερίσεις τη κουρτίνα
στο δρόμο που ανεβοκατεβαίνει.
Το σούρουπο που σαπίζει μέσα στην άσπρη λεκάνη,
τα φουγάρα, οι πύργοι, οι καμινάδες, τα αστέρια,
οι πόλεις της Ευρώπης στο βάθος των νυχτών, και τα τρένα,
που τρέχουν φωταγωγημένα σα θέατρο, τα τρένα γεμάτα νοσταλγίες·
όλη η γη πηγαίνει να ξεκουραστεί,
αλκυόνα κουρασμένη απ’ το πέταγμα, πάνω στην καρδιά μας
ξεδιπλωμένη σα μια σημαία.

ΦΙΛΛΙΑ
(Ψευδών. του Λουίτζι Κολόμπο)
(FILLIA)

ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΟΣ ΠΑΡΙΣΙΟΥ

Νυχτερινό εστιατόριο ζωγραφισμένο με διαφανή χρώματα από τα
κομψά τραπεζάκια σε αντι-λογική συμμετρία

Ο φωτεινός ηλεκτρισμός των λαμπτήρων – ο εξατμισμένος ηλεκτρισμός της σαμπάνιας

Γυαλιστερό μετάξι των γυναικών που προκαλεί ταχύτατους ακροβατισμούς ματιών

Διαπερασμένη κίνηση όπως ανθρώπινες ασκήσεις αόρατων ταχυδακτυλουργών

Ορμητική μανία του λούνα-παρκ των αντανακλάσεων –είναι τεράστιοι οι καθρέφτες παράφρονες φωτογραφίες

–εκείνη η τσιγγάνα που χορεύει είναι η παλλακίδα του Ρώσου πρίγκιπα

–έμαθε τη τερατώδη τεχνική του έρωτα κάτω απ’ το αισθησιακό κορμί μακρινών αντρών

–τα βράδια στα πολυτελή δωμάτια του παλατιού της δέχεται τους ελεύθερους ρακένδυτους που μυρίζουν βία και αίμα

–είναι πάντα τρομερά ερωτευμένη με τις μακριές άγριες θύμησές της

Τα κλασικά βιολιά του διαλλείματος σφυρίζουν την απαγγελία λεξεισελεύθερες των θορύβων

Κορράντο ΓΚΟΒΟΝΙ (29.10.1874-
(Corrado Gononi)

ΖΗΤΙΑΝΟΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ

Μια μεγάλη κόκκινη ομπρέλα
–πλήρης διανομή του ουρανού –
αργά πηγαίνει
με δυο τεράστια παπούτσια που μυρίζουν λάσπη
κι ένα αδέσποτο σκυλί πεινασμένο
σταματάει παράξενα μυρίζοντάς τα.

ΣΚΟΤΕΙΝΟ ΠΑΛΑΤΙ

Σ’ ένα σκοτεινό παλάτι
πρασινίζει μια σκάλα·
κάτω απ’ έναν τοίχο κοιτάζουν
τριαντάφυλλα πομάδες.

Φλυαρεί το νερό, ένα ρυάκι,
απέναντι απ’ ένα πάσαλο γαλάζιο·
προβάλλει ένα πορτοκάλι χρυσή
ρώγα στο κιγκλίδωμα του κήπου.

Γαλήνιο το χιόνι πάνω στη σκεπή
κάθεται σε ερωτικές περιστέρες·
απ’ ένα παράθυρο φωνάζει
η βαφή του άνθους.