όταν θάλασσα και όταν ουρανός μαζί μες από τοίχου άνοιγμα καθηλώνουν την όραση και
προσπορίζουν στα μάτια χρώματα και μιαν εικόνα ζωής όταν στην σκοτεινιά ενός δωματίου
καθηλώνεται ο έγκλειστος μονάχος πλάϊ του έχοντας άδεια καθίσματα ξύλα ή σίδερα κάγκελα
ή αταύτιστα σχήματα όταν το γαλάζιο όταν το γαλανό επιπλέουν στο μαύρο και στο λάδι
Θαρρείς πως μέσα στα χωράφια ή θες μες τα τοπία ξερό της γης κορμί μαζί με
αγριοφυτρωμένα μαζί και με σπαρμένα και κάτι πλεξούδες λυγισμένες από δροσιά ή πάχνη και
δίπλα να ξεδιπλώνονται οι σιδηροτροχιές να τρίζουν να σπιθίζουν ― μπροστά η ατμομηχανή
ένα μεγάλο μάτι κυκλώπειο με κόκκινο ζωγραφισμένο από κάτω και πίσω οι κλινάμαξες και
πίσω λευκή ομίχλη κι άφαντος καπνός τι κι αν έρχονται οι γραμμές τι και εάν πάνε
ο χρωστἠρας
της ζωγράφου και τα χρώματα και η έμπνευσή της πάντα παραφυλάνε
Θανάσης Γ. Μίχος
* ζωγραφική από την Βιβή Τουρόγιαννη