Ελένη Γούλα | Στοιβαγμένα

In Διήγημα, Λογοτεχνία, Πεζογραφία by mandragoras


Διήγημα

Ελένη Γούλα | Στοιβαγμένα
 
 

Στοιβάζουν
Στοιβάζονται


Ακούμπησε στον τοίχο. Έκλεισε τα μάτια.

–Όχι…
Τα άσπρα του μαλλιά κυλήσανε στα μάγουλα. Έκλαιγε.
Η πόρτα έγειρε αργά κι έκλεισε απέξω το φως.
Την είχε χάσει. Βγήκε από την πόρτα κουνώντας τα χέρια της πέρα δώθε. Ελεύθερη.
Είχε προτιμήσει να επιστρέψει στη γης της.

Αυτός δεν είχε γη. Μόνο τούτο το σπίτι, το γεμάτο από τα στοιβαγμένα αγαθά της γενιάς του.

– Τη γη την αφήνεις και χερσώνει. Γεμίζει χορτάρια ψηλά. Ζιζάνια κάθε είδους. Αγκάθια. Όλα αυτά τρυφερά την άνοιξη. Δροσερά βλαστάρια με χυμούς νεαρούς. Χρώματα και ομορφιά. Θαυμάσια ομορφιά. Το καλοκαίρι ξεραίνονται. Δυσκολότερα απ’ όλα τα αγκάθια. Αυτά δε μαλακώνουν με τον καιρό. Δεν τρίβονται με τη ζέστη. Αντέχουν. Τα αγκάθια αντέχουν πιο πολύ από όλα τα βλαστάρια που ήταν.
Στη χέρσα γη πρέπει να μπουν τα στόματα των ζώων, να διαλέξουνε την τροφή τους από τις άκρες των βλαστών. Ύστερα να πατήσουν οι οπλές τα βλαστάρια, η κοιλιά να κοπρίσει το χώμα, να ποτίσουν οι οργανικές ουσίες στην ανόργανη ύλη.
Ο φυσικός κύκλος, η αλυσίδα της ζωής. Άνθρωπος – ζώα – φυτά. Το χώμα, το σώμα, η ενέργεια, η ύλη. Θα πατηθούν, θα φαγωθούν και θα μείνει το χώμα σε ετοιμότητα για την επόμενη καρποφορία.

–Τα ζώα κλειστήκανε σε σταύλους. Οι ποιμένες τους αγοράσανε τζιπ και κυνηγάνε απολαύσεις. Επιστρατεύσανε τις μηχανές. Κόβουν, ξυρίζουν, καταστρέφουν.

–Ακόμη και έτσι όμως η γη βρίσκεται εκεί. Με αγκάθια, με πέτρες, με χώμα. Ταΐζει τα πουλιά, τα ζώα, τους ανθρώπους. Ανάλογα με τη χρήση και τις ανάγκες.

–Τα κτίρια δεν είναι σαν τη γη. Δεν υπάρχουν χωρίς τους ανθρώπους. Τι κι αν αυτά πεθαίνουν αργότερα από τους βλαστούς; Τι κι αν η φθορά τους συμβαίνει ανεπαισθήτως…
Δεν έχουν αγκάθια, αλλά φανταχτερές συσκευασίες. Κοίτα ένα ωραίο ύφασμα! Κοίτα αυτή εδώ τη μηχανή του κιμά! Το χαλί φτιαγμένο στο χέρι. Και τούτο το δαντελωτό εσώρουχο!
Δεν γίνεται να τα πετάξεις αυτά τα πολύτιμα, ωραία, όμορφα, ακριβά αντικείμενα. Δε γίνεται να αδειάσεις το σπίτι. Δε γίνεται να μείνουν οι τοίχοι γυμνοί στο σκοτάδι τους….
Είναι οι τοίχοι που σε κατευθύνουν να τους κρατήσεις στολισμένους με τα μπιχλιμπίδια της ζωής όλων όσων περάσανε από δω…

Ακούμπησε στον τοίχο και έκλεισε τα μάτια. Ο παρατηρητής μπορεί τώρα να αποσυρθεί. Ο ένοικος θα μείνει στο σπίτι και θα ακολουθήσει τη μοίρα του σπιτιού…

Share this Post