Κριτική
Η Λύντια Στεφάνου είχε αρχίσει, σχεδόν αμέσως μετά το θάνατο του συζύγου της, να ασχολείται με την έκδοση των ποιημάτων που εκείνος είχε γράψει και δημοσιεύσει στο βραχύβιο περιοδικό Τετράδιο, το 1945, σε ηλικία δεκαεννέα ετών. Έγραψε και μετέπειτα κάποια, λιγοστά ποιήματα, που δεν δημοσιεύτηκαν (με την εξαίρεση δύο). Το τελευταίο που βρέθηκε στα κατάλοιπά του ήταν γραμμένο το 1989.
Η Λύντια τα συγκέντρωσε, τα κατέταξε, αλλά δεν πρόλαβε να τα εκδώσει. «Η επώδυνη αρρώστια και ο θάνατος, και της ίδιας, δεν της επέτρεψαν να προχωρήσει στην έκδοσή τους», γράφει η Ξένη Σκαρτσή, η οποία είχε συνδεθεί με μιαν όμορφη φιλία μαζί της, και έφερε εις πέρας την έκδοση, ιδιαίτερα φροντισμένη. Συνοδεύεται από μιαν ευσύνοπτη εισαγωγή της Ξένης, από το «Βιογραφικό σημείωμα», από τον γιο του Κωνσταντίνο, λιτό και σεμνό, αλλά και με έκδηλη την αγάπη προς έναν εξαίρετο πατέρα και άνθρωπο. Έχει προσθέσει η Ξένη ένα διπλό Επίμετρο της Λύντιας, το ένα για τα ποιήματα, το άλλο τέσσερες ημερολογιακές της εγγραφές, ευθύς μετά το θάνατο του Αλέξη.
Η Ξένη γράφει: «Σημαντικό μερίδιο κατέχουν τα ερωτικά ποιήματα, που είναι τα ωραιότερα, αναφέρονται εμμέσως ή άμεσα στη σύζυγό του, και παίρνουν συχνά κοσμολογικό χαρακτήρα».
Η τελευταία πρόταση σημαίνει πράγματι και κάτι πέρα από τον έρωτα καθ’ εαυτόν. Δίνει και μιαν ευρύτερη διάσταση στην ποίηση, η οποία γραφόταν, αρχής γενομένης από τον Σεφέρη (Στροφή, 1931), μ’ ένα τρόπο, θα τον έλεγα «σκεπαστό», που απαιτεί και ιδιαίτερη προσπάθεια για την κατανόησή της.
Γράφει επίσης η Ξένη: «Πολλά [ποιήματα] αφορμώνται από τις φιλοσοφικές αναζητήσεις του Αλέξη Στεφάνου, την ιστορία και τα ποικίλα διαβάσματά του (…)». Και η ίδια η Λύντια στο Επίμετρό της μιλά για την επίδραση πάνω σ’ ένα «μάλλον ολιγάριθμο κύκλο από ανθρώπους ενήμερους για τα όσα συνέβαιναν στον εκτός Ελλάδας κόσμο, όπου οι νέες ‘μοντέρνες’ ιδέες και τα ρεύματα, που πρωτοεμφανίστηκαν πριν από το τέλος του 19ου αιώνα, είχαν αναστατώσει το χώρο της τέχνης και της λογοτεχνίας στο γύρισμα του 20ού, ενώ σύντομα επρόκειτο να συνταράξει όλους τους χώρους κι όλες τις δραστηριότητες ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος κι όσα ακολούθησαν στον λεγόμενο Μεσοπόλεμο με τους παράλληλους θριάμβους του Μοντερνισμού, αλλά και των πολιτικών ολοκληρωτισμών (…), μέχρι την δεύτερη παγκόσμια φρίκη του 1939».
Αν λάβουμε υπόψη όλα αυτά, μπορούμε να ιχνηλατήσουμε σκέψεις και ιδέες στα ποιήματα του Αλέξη Στεφάνου, που συνιστούν μιαν κριτική θεώρηση του κόσμου· του κόσμου των ανθρώπων, της ιστορίας που αυτοί έγραψαν στους σύγχρονούς του καιρούς.
Η κριτική αυτή χρωματιζόταν, νομίζω, και με μια πλάγια ειρωνεία, απαξιωτική των μεγάλων έργων και λόγων. Ήδη σ’ ένα τρίστιχο ποίημα του 1945 διαβάζω:
Ζητούσε ο νέος να μάθει
Γιατί ο Θουκυδίδης
Έλεγε την αλήθεια.
Συχνά την ειρωνεία υποδηλώνουν και οι τίτλοι, όπως εδώ: «Για ιστορικές ανακρίβειες». Ίσως στο τρίστιχο αυτό η ειρωνεία αγγίζει και τον ίδιο τον Θουκυδίδη. Πράγματι ο ορθολογιστής συγγραφέας, ασκεί κριτική σε όσους γράφουν ιστορία, γιατί αφήνουν την αλήθεια «αταλαίπωρον», δεν την βασανίζουν, και δίνουν έτσι ανακριβείς πληροφορίες. Αλλά προς τι, αφού ο ίδιος γνωρίζει πως η μόνη αλήθεια που ισχύει, αδιακρίτως ανακριβειών, είναι το «χρήμα», λέξη κυρίαρχη στο πρώτο μέρος, το θεωρητικό, του πρώτου βιβλίου της Ιστορίας του. Το χρήμα, λέει, είναι η αιτία όλων των πολέμων και των πραγμάτων όλων.
Η θέαση του κόσμου ολοένα καθάριζε περισσότερο στα ποιήματα του Στεφάνου, καθώς ο ίδιος ολοένα διακρινόταν και απλωνόταν στη διπλωματική σταδιοδρομία του, που τον ωθούσε στην όχι ανακριβή, γνώση της ιστορίας, ώστε κάποτε να δονείται εμφανέστερα ο λόγος του.
Θα διαβάσω δυο ποιήματά του, από τα εκτενέστερα, που έχουν, όπως λέει η Ξένη, «αφηγηματικό χαρακτήρα». Και ξεσκεπάζονται, με αυξημένο τον δραματικό τους τόνο. Του ενός ο τίτλος είναι μια λέξη: «Μεσοπόλεμος». Και αυτή η λέξη τα λέει όλα.
Μεσοπόλεμος
Τον πόλεμο τον είχαν τελειώσει με ρυθμούς
φερμένους από την πολιτεία της Νέας Ορλεάνης.
Σκοποί νέγρικοι θα σμίγαν τώρα
με άτσαλες μελωδίες διαφορετικών χωρών.
Διλήμματα καινούργια για μουσουργούς
γοητεμένους απ’ την ανατολή.
Γι’ αυτό πιστεύαν πως ο Ατλαντικός
χώριζε καλύτερα τους μύθους.
Στην απαγόρευση των ποτών
οι Ευρωπαίοι προτιμούσαν ένα «Μπολερό»,
τραγούδι υπέροχο για τις γυναίκες
που ύστερα απ’ την ανάπαυλα
αναπολούσαν άσπρα φορέματα Καΐρου
και κόκκινα φτιαγμένα στη Γρανάδα.
Σύγχρονα μ’ αυτά μιλούσαν και για τους άρχοντες
της Αραπιάς και των παρεμφερών τμημάτων.
Φαϊσάλ, Ιμπν Σαούντ,
ήταν ονόματα ταιριαγμένα στα γούστα της εποχής.
Ο πόλεμος ήταν παράνομος
και τα όπλα ακόμα πολλά για να περισσέψουν.
Απάτη γι’ αυτούς που πεινούσαν
αίγλη γι’ αυτούς που ξαναχτίζαν.
Κάθε κομμένο δάσος ήταν μια νέα συνοικία
κάθε νεκρός κορυδαλλός και μια καινούργια ποίηση.
Υμνούσαν τις πόλεις σε αραιά διαστήματα
λες κι είχαν φόβο μην τελειώσουν.
Απ’ την «Βαλένθια» στην «Κωνσταντινούπολη»
μεσολαβούσαν τρία χρόνια
λαχταρισμένα αργότερα από πολλούς εφήβους.
Ήδη τα νέα τραγούδια θα ’ταν θλιβερά
«Αντίς Αμπέμπα»
καθώς και μια «Παλόμα» μεταφρασμένη
σ’ όλες τις γλώσσες.
Λίγοι ρυθμοί μέλλαν να σύρουν τους ανθρώπους
σε μια καινούργια σύρραξη.
Του δεύτερου, δίπτυχου ποιήματος ο τίτλος έχει υπερβεί την ειρωνεία, έχει γίνει, όπως νομίζω, σαρκαστικός.
Όλων αυτών οι πρόγονοι δεν είχαν πάρει μέρος στις Σταυροφορίες
Ισπανική Φαντασία
Είχαν έρθει γυναίκες από την Ισπανία
γύφτισσες κι άλλες
με τραγούδια της Αραπιάς και της Ανδαλουσίας
παρμένα όλα
από το μυρωμένο ρέμα του Γουαδαλκιβίρ
και την αστόχαστη ζωή ποιμένων κάποιας Σιέρρας.
Σαν να μην είχαν πάει ποτέ σε πανηγύρι
γυρεύαν απόψε
φουστάνια άβαφα, αλλόκοτα
τέτοια που θα τα ντρέπονταν
σαν θ’ ατενίζανε τα ματωμένα παλικάρια των ταυρομαχιών.
Άλλοτε,
είχαν γυρίσει και σ’ άλλες χώρες
που δύσκολα παρατούσαν υποσχέσεις έντονης νοσταλγίας
Αργεντινή Ροσάριο
Μαρόκο Καζαμπλάνκα
κι Αλγερία Οράν
τρεις πόλεις ηλιασμένες από το ίδιο φως
Καρόλου πέμπτου δόξα παλιά μιας αυτοκρατορίας.
Φως Ισπανικό
φως φανταχτερό
φως αγύριστο
Για τις χορεύτριες
που σαν τεντώνανε τα χέρια τους προς τα ψηλά
αναπολούσαν θρησκείες ασιατικές
όπου ο χορός ήταν ακόμα αγιότερος απ’ όλα τ’ άλλα.
Για τον ζωγράφο Γκόγια
που λύτρωνε κάθε μελλοθάνατο
από μιαν εκτέλεση
Για τον αιρετικό
όπως τον έλεγαν οι Γάλλοι
Ignace de Loyola
Για τους ταλαιπωρημένους ναύτες
που δεν θέλαν να πιστέψουν
στο μύθο της Αρμάδας.
Για όλους αυτούς που θα υμνούσες κάποτε
Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα.
Γι’ αυτές τις ίδιες, άλλοτε.
Τώρα κάθονταν ήσυχα κι ακούγανε
τραγούδια που ήταν πια μονάχα ο σκοπός τους.
Θα τα καταλαβαίναν
ξεριζωμένοι Ρώσοι πρίγκηπες
και γύφτοι άλλων χωρών.
Τραγούδι
Φέρτε κι άλλες τσιγγάνες
να χορέψουν και να μεθύσουν με τα χρώματα
τους μουσαφίρηδες.
Σλαύες, Ινδιάνες, Περσίδες, Σύριες, Ουγγαρέζες,
να τραγουδήσουν «δυο μαύρα μάτια»
σ’ όσους τ’ άκουσαν από την κούνια
και σ’ όσους ξενύχτησαν μ’ αυτό
για να εγκαταλείψουν αργότερα
αμέριμνοι και δίχως λαχτάρα
όσα η λησμονιά δεν μπόρεσε ν’ αναθυμιάσει.
Αλλάξτε, ανακατώστε, βγάλτε αυτούς τους τάφους
στείλτε τους εκεί που δεν το περιμένουν οι νεκροί
και φέρτε από τη Σιέρρα Λεόνε και το Ρίο ντι Όρο
νέους τάφους νέγρων απογόνων δούλων
να τους προσκυνήσουμε
αυτούς και τους χορούς τους
που ’ναι πιο γρήγοροι κι από το γύφτικο.
Την ειρωνεία του πεζού αφηγήματος για το «Θάνατο του Πάπα Ιννοκεντίου 38ου», που έφθασε «εις το 387ον έτος της ηλικίας του», επιτείνει η χρήση άψογης καθαρεύουσας.
Και θα τελειώσω διαβάζοντας τους τελευταίους στίχους του ποιήματος: «Ένα ή τέσσερα ποιήματα». Οι στίχοι που θα διαβάσω αποτελούν το τέταρτο ποίημα (ένα μέρος):
(…)
Για εμάς που γεννηθήκαμε πριν από τη μεγάλη πρόοδο
τα φώτα της τροχαίας συνέπεσαν με το αργό γδύσιμο
τα αεροπορικά ταξίδια με τη λαϊκή μουσική
και οι δημόσιες σχέσεις με τον νευρικό κλονισμό.
Διψομανείς γυναίκες που πότε μύριζαν συνάχι
πότε παίρναν χάπια για να ονειρευθούνε
πιο σίγουρα τον χαμένο εραστή
Οι διαφορές της ηλικίας δεν έχουν πια την παλιά σημασία
άλλωστε ταξιδεύετε στην Ευρώπη δυο φορές το χρόνο
κατοικείτε σε βραχυπροθέσμων εκμισθώσεων
διαμερίσματα για περαστικούς ταξιδιώτες
με όλες σας τις ελευθερίες.
Αγγίζετε τόσο εύκολα τα όρια των επιθυμιών σας.
Έτσι καθώς ερύθμιζες τον διάλογό σου
φρόντιζες τουλάχιστον να μην αγαπάς το παρελθόν σου.
1965
Κλείνοντας θέλω να επισημάνω την ιδιοτυπία και του τίτλου του βιβλίου: Μεταπολεμικές Αναζητήσεις. Ποιήματα. Αλλά το κύριο μέρος του τίτλου, δηλώνει μεν τις αναζητήσεις ενός νέου μοντερνισμού στην ποίηση, αλλά, πρωτίστως θα έλεγα, τις αναζητήσεις, ίσως και την αγωνία, ενός έμπειρου ήδη διπλωμάτη για τους δρόμους που θα έπαιρνε η μεταπολεμική πρόοδος, που την είχε μπροστά του εν εξελίξει.
Share this Post