44 Κείμενα για τη γραφή του Ανδρέα Φλουράκη, Χαρτογραφώντας έναν κόσμο σε μεταμόρφωση, Επιμέλεια Ελένη Κουτσιλαίου, Συλλογικός Τόμος,
Γράφουν οι: Ελένη Κουτσιλαίου Γιάννης Μόσχος, Dominic Cooke, John Freedman, Cristiano Luciani, Hélène Zervas, Μισέλ Βόλκοβιτς, Μαριλένα Ζαρούλια, Βίκη Αγγελάκη, Εμμανουέλα Λία, Μαρία Αθήνη, Alexi Kaye Campbell, Gilda Tentorio, Fadi Skeiker, Rodo Vilalobos, Athena Zeros, Ewa Szyler, Essen Osman, Keatan Jadhav, Ndifor Eleves Funui, Lillian Viveros, Richard Twyman, Αναστασία Ρεβή, Ρουμπίνη Μοσχοχωρίτη, Alex Chisholm, Κυριακή Δ. Σπανού, Ελένη Κωστοπούλου, Άννα Φυτά, Δημήτρης Π. Τρυφωνόπουλος, Μαρία Χατζηεμμανουήλ, Μαρία Δημάκη Ζώρα, Νίκος Ρουμπής, Παναγιώτα Κατσούρα, Ξένια Ξούργια, Πέτρος Πετράκης, Ελένη Δρίβα, Καίτη Διαμαντάκου, Γεώργιος Ροδοσθένους, Nathan Bowman, Γιώργος Κράιας, Dennis Christilles, Ναταλία Κατσού, Σπύρος Κιοσσές, David Bullen, Κάτια Αρφαρά, Ολυμπία Γλυκιώτη, Ντόρα Αρκουλή, Νικόλαος Μίχας, Ελένη Τζατζιμάκη, Μαρία Κουλούρη, Γιάννης Μπουνόβας, Έργο εξωφύλλου: Xsquare DesignLab (Χριστόφορος Κώνστας, Χρήστος Μαγγανάς), Δοκίμιο/Κριτική 17Χ24, εκδ. Μανδραγόρας, Ιούνιος 2024, σελ. 400, αριθμ. εκδ. 414, SBN 978-960-592-197-2, τιμή 19.08 ευρώ
Με αφορμή την 25χρονη πορεία του Αντρέα Φλουράκη στο θέατρο η Ελένη Κουτσιλαίου επιμελήθηκε τον παρόντα τόμο ως μια καταγραφή στο «τώρα» αλλά και ως παρακαταθήκη στο μέλλον. Σημειώνει ενδεικτικά η επιμελήτρια της έκδοσης: «Διανύσαμε 14 χώρες όπου το έργο του Φλουράκη έχει παρασταθεί, μεταφραστεί και μελετηθεί. Στον τόμο υπάρχει ο απόηχος της πορείας του έτσι όπως τον κατέγραψαν 44 συγγραφείς (πανεπιστημιακοί, καλλιτεχνικοί διευθυντές, σκηνοθέτες, κριτικοί θεάτρου, μεταφραστές, καθηγητές ερευνητές), που κατάγονται από την Αγγλία, τη Γαλλία, τις Η.Π.Α, την Ινδία ,την Ιταλία, τον Καναδά, το Μεξικό, τον Νίγηρα, την Ουκρανία, το Περού, την Πολωνία, τη Συρία και την Ελλάδα. Μέσω της συμβολής τους σε αυτόν τον πολυπολιτισμικό τόμο το έργο του συγγραφέα συνδιαλέγεται με κουλτούρες σχεδόν από όλες τις Ηπείρους και αυτό είναι μια σπάνια όσο και συναρπαστική, συνθήκη.»
Ο τόμος χωρίζεται σε έξι ενότητες.
ΤΟ ΕΓΧΩΡΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ που καταγράφει το αποτύπωμα του συγγραφέα στην πατρίδα του και εκτός συνόρων.
Στις ΕΚΔΟΧΕΣ ΧΩΡΑΣ αναλύεται ο τρόπος πρόσληψης από ετερόκλητες πολιτισμικές κουλτούρες του πιο επιδραστικού έργο του δημιουργού υπό τον τίτλο «Θέλω μια Χώρα».
Στο ΕΠΙ ΣΚΗΝΗΣ εξετάζεται το αποτύπωμα του έργου του στις σκηνικές του εκδοχές από σημαντικούς σκηνοθέτες και μελετητές, Έλληνες και ξένους
Στην ΠΑΤΡΙΔΑ; αναλύεται η σχέση του συγγραφέα με την έννοια της «πατρίδας» έτσι όπως έχει καταγραφεί από τον ίδιο και όπως την εξετάζουν σημαντικοί άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών. Εστιάζουν κυρίως στην ιστορικότητα, τη μνήμη, τις αγκυλώσεις, τα συλλογικά τραύματα κ.α.
Τα ΑΡΧΑΙΟΘΕΑΜΑ που εξετάζουν τη σχέση του συγγραφέα με το αρχαίο δράμα και εν γένει τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Και τέλος
ΤΟ ΑΛΛΟ ΕΓΩ, η πιο εσωστρεφής και μύχια ενότητα που αναδεικνύει οντολογικούς στοχασμούς και διερωτήσεις ακουμπώντας αυτήν την πτυχή του έργου του.
Επιστημονική Επιμέλεια : Ελένη Κουτσιλαίου
Ερευνητική Ομάδα: Ιωάννης Μπουνόβας, Δάφνη Νικητοπούλου, Δημήτρης Σαγιάννης.
Μεταφραστική Ομάδα: Μαρία Αθήνη, Δημήτρης Αλεξίου, Σοφία Γουργουλιάνη, Ευδοκία Δεληπέτρου, Θεόδωρος Θεοδοσόπουλος, Εμμανουέλα Λία, Έλλη Μιχαήλ, Σοφία Παπούλια, Βάσια Τραμπούλη, Δέσποινα Χριστιανούδη.
Επιμέλεια Μετάφρασης: Ευδοκία Δεληπέτρου.
Επιμέλεια Επικοινωνίας και Φωτογραφικού υλικού: Τζίτζη Μιχαηλίδη
***
Γιλά Μοσάεντ/ Jila Mossaed, Αργοπορούν οι λέξεις, Εισαγωγή & μετάφραση από τα σουηδικά: Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη, Ποίηση, εκδόσεις Μανδραγόρας, Απρίλιος 2024, σελ. 112, 17Χ12, Αριθμ. εκδ.: 406, ISBN: 978-960-592-188-0, τιμή 10.60 ευρώ
Αργοπορούν οι λέξεις
/Βρέφη πεινασμένα /
χλομιάζουν στις τελευταίες ανάσες τους
Οι μητέρες χτυπούν τα στεγνά στήθη τους
Η θάλασσα μαστιγώνει γεμάτα καράβια
Οι ακρογιαλιές χάνονται
Αργοπορούν οι λέξεις /
Μεταφέρονται /
σαν φλεγόμενος ήλιος
στην καρδιά μου /
Γράφω ένα νέο ποίημα /
Και όλα σβήνουν
Η μεταφράστρια της συλλογής «Aργοπορούν οι Λέξεις» Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη, ποιήτρια και κλινική Ψυχολόγος, έζησε και εργάστηκε ως μετανάστρια στη Σουηδία. Tα κοινά της βιώματα με την ιρανή, αυτοεξόριστη στη Σουηδία, ποιήτρια Γιλά Mοσάεντ, την έφεραν κοντά στην ποίηση της Γ.M., την οποία αποδίδει με καθαρότητα, συνέπεια και ποιητικότητα.
Η Ιρανή ποιήτρι Γιλά Μοσάεντ γεννήθηκε στην Τεχεράνη το 1948. Μετά τις σπουδές της στο Ιράν και στις ΗΠΑ, όντας αναγνωρισμένη ποιήτρια εκδιώχθηκε από την εργασία της και εξαναγκάστηκε από το στυγερό καθεστώς του Χομεϊνί να διαφύγει από την πατρίδα της με τον σύζυγο και τα παιδιά τους ζητώντας άσυλο στη Σουηδία. Ξεριζωμένη έχει υποστεί την απώλεια των αγαπημένων προσώπων, του τόπου, της γλώσσας και της κοινωνικής υπόστασης, ενώ βίωσε την ξενότητα και τη βωβότητα λόγω άγνοιας της γλώσσας. Το 1997 εξέδωσε την πρώτη ποιητική συλλογή της στα σουηδικά, δηλώνοντας: «Το να ζεις στην εξορία συνιστά μια διαρκή πάλη ενάντια σε όλα αυτά που αρνούνται σε κάποιον τη μνήμη του. Το να γράφεις στη γλώσσα της εξορίας είναι το ίδιο με το να δημιουργείς έναν χώρο στη μνήμη αυτής της χώρας. Είναι ένας μεγάλος θρίαμβος ν’ αποτελέσεις μέρος της ιστορίας της λογοτεχνίας μιας ξένης γλώσσας».
H Γιλά Μοσάεντ με τη δύναμη της καρδιάς, του νου και της ποιητικής φωνής της κατόρθωσε να ριζώσει στο ποιητικό γίγνεσθαι της ξένης γης της σουηδικής κοινωνίας και να φτάσει στα ύπατα αξιώματα της τέχνης του λόγου, καθώς εκλέχθηκε ισόβιο μέλος της Σουηδικής Ακαδημίας.
Η αφοσίωσή της στην ποίηση και στις λέξεις και η ανάγκη έκφρασης, η μνήμη και η θέληση για κατάθεση μαρτυρίας, η προσπάθειά της ν’ αντέξει τα νέα δεδομένα της ζωής της και να ριζώσει στον ξένο τόπο, η ανάγκη να υψώσει φωνή διαμαρτυρίας και ν’ ακουστεί πλατύτερα, την ώθησαν να μιλήσει και να εκφραστεί παράλληλα με τη μητρική της και μέσα από τη γλώσσα της εξορίας. Έχει πει: «Γράφω γιατί πονάει να φέρεις μέσα σου τόσο οδυνηρές λέξεις και εικόνες. Έχω παλιά, βαθιά και χιλιετή τραύματα στην ψυχή μου. Οι λέξεις είναι το αντίδοτό μου, το λίκνο μου και ο τάφος μου. Γράφω γιατί φέρω μέσα μου την κρυμμένη φωνή της γυναίκας, κρυμμένα ένστικτα και χλωμά πρόσωπα».
Η γλώσσα στην ποίηση της Μοσάεντ είναι λιτή και κρυστάλλινη, απλή και συνάμα πολύ βαθιά. Πλούσια σε εικόνες, σύμβολα και αλληγορίες που εκπηγάζουν από την αρχαία περσική ποιητική παράδοση, και εμποτίζονται από τη σύγχρονη σουηδική πραγματικότητα.
Η ίδια επιθυμεί, αντί για ποιήτρια της εξορίας, να τη θεωρούν ποιήτρια που υμνεί την αλήθεια, τη δικαιοσύνη και την αγάπη – ίσως και λίγο ονειροπόλα και οραματίστρια.
Μέχρι σήμερα έχει εκδώσει δέκα ποιητικές συλλογές. Βιβλία της έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, τα ισπανικά και τα αγγλικά, ενώ ποιήματά της έχουν συμπεριληφθεί σε αραβικές, εσθονικές, ιταλικές, ολλανδικές και νορβηγικές ανθολογίες.
Το Αργοπορούν οι λέξεις, όπως και τα προηγούμενα ποιητικά βιβλία της Μοσάεντ, αποτελεί μια ποιητική σύνθεση με ολιγόστιχα αποσπάσματα δίχως τίτλο και χρήση σημείων στίξης χωρισμένη σε τρεις ενότητες. Την ποιήτρια απασχολεί η αδυναμία των λέξεων να εκφράσουν το συναισθηματικό φορτίο τη στιγμή που τις χρειάζεται ο ψυχισμός του ανθρώπου για να εξωτερικεύσει και να αποδώσει με λεκτικές έννοιες το τραύμα, να ορίσει τον συναισθηματικό πόνο που βιώνει. Γενικά οι λέξεις δεν επαρκούν για να εκφράσουν τις συνειδητές και ασύνειδες συναισθηματικές διαθέσεις και αποχρώσεις του ψυχισμού. Αυτό γίνεται ακόμη πιο δύσκολο σε έντονα συναισθηματικές συνθήκες έλλειψης, ματαίωσης, φόβου, μοναξιάς, ξενότητας, πένθους και γενικά οδύνης, όπου οι λέξεις «μουδιάζουν» ή αργοπορούν. Τότε ο πόνος βιώνεται στη σιωπή και στη βωβότητα.
Σύμβολα της Γιλά Μοσάεντ είναι το δάσος, το δέντρο, το πουλί, το λίκνο, η σπηλιά, ενώ σε πολλά ποιήματα ο πόνος σωματοποιείται και μετατίθεται στα δέντρα, στα πουλιά ή σε στοιχεία της φύσης με τα οποία συνομιλεί. Η ποιητική συλλογή Αργοπορούν οι λέξεις εστιάζει στην παρουσία του θανάτου, την αίσθηση απώλειας, τα συναισθήματα οδύνης, στην αναζήτηση της μητέρας και γενικά των αγαπημένων αναχωρητών του ποιητικού υποκειμένου, που απειλεί να τους καταπιεί η λήθη. Επίσης εκφράζονται αριστοτεχνικά ιδιαίτερα στην τρίτη ενότητα συνθήκες νέκυιας, όπως η επιθυμία και η φαντασιακή επανένωση με τους αγαπημένους αναχωρητές και η επιθυμία για επιστροφή και επανένωση με την αρχέγονη πηγή και το αιώνιο φως σε μια ονειρική συνθήκη. Γράφει πχ: «Εδώ στο παράθυρο/ ενώ το δέντρο κοιτάζει/ κι οι καρακάξες έχουν τα μάτια σιωπηλά/ θέλω να πεθάνω» ή «Γλιστράμε μέσα σε ένα άγρυπνο όνειρο».
Όπως φαίνεται και από τον τίτλο της ποιητικής σύνθεσης οι λέξεις που μπορεί κι αυτές να απειλούνται με θάνατο αποτελούν κεντρικό άξονα της ποιητικής σύνθεσης, ιδιαίτερα στην πρώτη ενότητα. Κάποιες φορές η ποιήτρια τις νιώθει νεκρές: «Μερικές φορές οι λέξεις μού έρχονται τελείως νεκρές», αλλού σκεπάζει τα αόρατα σώματα «με τις νεογέννητες λέξεις», αλλού ξεθάβει «άπτερες λέξεις», αλλού μιλά για «Άγνωστες λέξεις» κι αλλού για «άδειες λέξεις», ενώ αλλού, «οι λέξεις παραχώθηκαν».
Ο ψυχοκοινωνικός προβληματισμός, η ευαισθησία της Μοσάεντ απέναντι στα μεγάλα προβλήματα της βαρβαρότητας, της πολεμικής βίας και της έμφυλης βίας, αποδίδονται με διαύγεια μέσα από στίχους, όπως: «Σε ένα μικρό δωμάτιο απέναντι/ ένας άνδρας κακοποιεί τη γυναίκα του/ Ένας θείος βιάζει την κόρη του αδερφού του» ή όπως στον στίχο: «Ουρές αθώων/ σε αναμονή για εκτέλεση». Ωστόσο η παρηγορητική μνήμη της μητρικής αγκαλιάς και της φύσης, της Μεγάλης μητέρας με τις οποίες συνδιαλέγεται η ποιήτρια πχ στους στίχους: «Κάθομαι σ’ ένα κούτσουρο και αφηγούμαι τη ζωή μου», αλλά και η λαχτάρα του έρωτα και της αγάπης, ωθούν για ζωή, για βίωση και πραγμάτωση.
Η ποίηση της Μοσσάεντ επενεργεί παρηγορητικά και ελπιδοφόρα καθώς η ποιήτρια οραματίζεται την αυγή και την εξέγερση του φωτός.
Mια σπουδαία ποιητική συλλογή που έτυχε μιας θαυμάσιας μετάφρασης από μια ελληνίδα ποιήτρια!
Η Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη ζει στις Σέρρες απ’ όπου κατάγεται. Είναι Κλινική Ψυχολόγος (Msc), ποιήτρια, συγγραφέας και μεταφράστρια, μέλος της Εταιρείας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης. Εργάστηκε ως ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια σε δημόσιες μονάδες Εκπαίδευσης, Αποκατάστασης και Ψυχικής Υγείας στη Σουηδία και στην Ελλάδα. Διετέλεσε Προϊσταμένη του ΚΕΔΔΥ Σερρών, δίδαξε ως Λέκτορας επί συμβάσει στο ΤΕΦΑ Σερρών του ΑΠΘ και συντόνισε ομάδες Εκπαίδευσης Εκπαιδευτών Ενηλίκων και Συμβουλευτικής γονέων. Εξέδωσε έξι ποιητικές συλλογές και μια συλλογή διηγημάτων, ενώ ανθολόγησε και μετέφρασε τρία βιβλία σουηδικής ποίησης. Τελευταίο βιβλίο της είναι η ποιητική σύνθεση με λένε Εύα, εκδόσεις Μανδραγόρας, 2023. Δημοσιεύει, ποιήματα, διηγήματα, μεταφράσεις και κριτικές αναγνώσεις της σε λογοτεχνικά περιοδικά. Ποιήματά και διηγήματά της μεταφράστηκαν και δημοσιεύτηκαν σε ξενόγλωσσα περιοδικά και ανθολογίες. Το 2024 κυκλοφόρησε στα ισπανικά το βιβλίο με επιλεγμένα ποιήματά της Los hijos de Eva σε ανθολόγηση – μετάφραση του José Antonio Moreno Jurado από τις εκδόσεις Padilla Libros, Sevilla. Το 2023 της απονεμήθηκε Τιμητική διάκριση για το ποιητικό έργο της στο 1ο Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης Σερρών του Συνδέσμου Φιλολόγων Σερρών. Το 2024 βραβεύτηκε από την Λέσχη Λάιονς Σέρρες Στρυμονιάς.
***
Γιώργος Ι. Καλιεντζίδης, Τριλογία: Στις γωνίες των λέξεων, Σε ποιον ανήκει η ποίηση; Σπουδή στις “Αόρατες πόλεις” του Ίταλο Καλβίνο, Σύγχρονη Ελληνική Ποίηση, έργο εξωφύλλου: Χρήστος Καλιεντζίδης, εκδ. Μανδραγόρας, Αθήνα Ιούλιος 2024, αριθμ έκδοσης 416, σελ. 64, ISBN 978-960-592-198-9,τιμή 10,60 ευρώ
Οι κούκλες μιας σπασμένης βιτρίνας
Ποίηση των ορίων και της απροσδιοριστίας του χάους
Σε κάθε λέξη αντιστοιχούμε, αναλόγως, έναν έρωτα, ένα συναίσθημα, μιαν εικόνα, ένα χαμόγελο, μια αμφιβολία, μια διάψευση, έναν πόνο, ένα γαμώτο, ένα αχ. [ ]
Όπως, όμως, κι αν τοποθετήσεις το σύνολο των διατεταγμένων ζευγών-σημείων (λέξη-εικόνα, λέξη-συναίσθημα, λέξη-όνειρο), σχηματίζεται πάντοτε ένα ερωτηματικό.
Στη νέα ποιητική σύνθεση του Γιώργου Καλιεντζίδη Τριλογία ενσωματώνονται ως τίτλος και οι τρεις ενότητες του βιβλίου: Στις γωνίες των λέξεων, Σε ποιον ανήκει η ποίηση; και τέλος η Σπουδή στις “Αόρατες πόλεις” του Ίταλο Καλβίνο. Ποιήματα, συναισθήματα, εικόνες όνειρα (που συνθέτουν μια ποιητική φόρμα ή και κανόνες ποιητικής γραφής) θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν τα 22 ποιήματα και οι 9 σπουδές βασισμένες στις Αόρατες πόλεις του Ίταλο Καλβίνο, όπως διαβάζουμε και στον τίτλο της συλλογής.
Κενά διαστήματα σε χρόνο παρελθόντα –μνήμη, και μέλλοντα –προσμονή, γιατί η ζωή, όπως και η ποίηση συνεχίζονται να δια-γράφουν θεωρήματα, ερωτήματα («Σε ποιον ανήκει η ποίηση;») και αβεβαιότητες: [ ] Ολομόναχος, με πατημένο το γκάζι στα εκατόν ογδόντα χιλιόμετρα, αφήνοντας πίσω σου γλυκές στιγμές, που ξέρεις ότι δεν θα ξαναζήσεις. Προσδοκώντας άλλες, εξ ίσου ωραίες για να γεμίσουν τα κενά διαστήματα της αγριεμένης σου όψης. Και σκληραίνεις χρόνο το χρόνο. Κι αναρωτιούνται οι φίλοι, πώς και στο καλό δεν περιγράφεις πια τα ηλιοβασιλέματα της λίμνης Δοϊράνης; Πώς και δεν έχεις μιλήσει, επιτέλους, για όλα όσα προσδοκούσες και για εκείνα που απώλεσες; [ ] Και οι απαντήσεις, από σταθερές συναρτήσεις, μεταμορφώθηκαν σε παλίρροιες. Λιμνάζεις στα νερά της μνήμης, χαμογελάς στο πρωινό που ροδίζει και σχηματίζεις το τελευταίο άλφα της αγάπης με την ίδια αβεβαιότητα, όπως τότε στο μάθημα καλλιγραφίας που η μάνα σού έσφιγγε το μολύβι στο χέρι.
Μέσα από τα μαθήματα-παθήματα-ποιήματα του Γιώργου Καλιεντζίδη αφουγκράζεται κανείς άλλοτε φόβο και μοναξιά, συχνά οργή για όσα γίνονται ερήμην μας κι ερήμην της ποίησης (που παρόλα αυτά μας συντροφεύει δια βίου), κάποτε αγωνιώδη ανατροφοδότηση όσων υπήρξαν βλ. μνήμη: [ ] εναποθέτω τις ελπίδες μου στο διηνεκές, αυτό που ποτέ δεν κατάφερα να αποτυπώσω στη μνήμη μου. Ασθενής μου είπαν η μνήμη, απ’ αρχής. Κι έτσι μπορούσα να φαντάζομαι περισσότερο τον εναγκαλισμό των κύκλων του θεωρήματος του Euler. Δυο μοναχικοί κύκλοι που ποτέ δεν θα συναντηθούν. Δυο άνθρωποι που βαδίζουν στις δυο πλευρές ενός δρόμου [ ] Ο φόβος του άλλου, ο άλλος τους εαυτός είναι που έχει γίνει εφιάλτης στα όνειρά τους, και ξυπνούν χαράματα και παίρνουν τους δρόμους για το πουθενά, και μετρούν τα αυτοκίνητα στις λεωφόρους και στα στενά. Ο καθείς και η περιφέρειά του…
Όνειρα, εφιάλτες ανώφελες ελπίδες, τα ρήματα «ονειρεύομαι» και «θυμάμαι», ονόματα πολλά ονόματα που μνημονεύονται εμφατικά μέσα στο ποιητικό αφήγημα και συνυπάρχουν δρώντα στη σπουδή των Αόρατων πλην υπαρκτών πόλεων που μας περικλείουν ανατροφοδοτούν τις σελίδες της Τριλογίας με τη βεβαιότητα πως όσα βλέπουμε είναι η αντανάκλαση του αόρατου
O Γιώργος Καλιεντζίδης γεννήθηκε το 1960 στο χωριό Κορυφή του Κιλκίς. Εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1974, όπου τέλειωσε το Η΄ Λύκειο. Είναι πτυχιούχος μαθηματικός του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και παρακολούθησε μαθήματα δημοσιογραφίας και διοίκησης επιχειρήσεων μέσων ενημέρωσης. Εργάζεται ως δημοσιογράφος στον 9.58 fm της ΕΡΤ3 από το 1994. Έχει συνεργαστεί με εφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά. Μετά από πρότασή του δημιουργήθηκε η Λέσχη Ανάγνωσης της ΕΡΤ3, τον Σεπτέμβριο του 2011, την οποία και συντονίζει. Είναι μέλος της Ελληνικής Μαθηματικής Εταιρείας, της Ένωσης Συντακτών Μακεδονίας-Θράκης (ΕΣΗΕΜ-Θ) και της Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης.
***
Νίκος Τσίγκος, Ερωτικές ηλιοτυπίες μετά την καταιγίδα, Μυθιστόρημα, 21Χ14,5 εκδ. Μανδραγόρας, Αθήνα, Ιούλιος 2024, σελ. 432, επιμέλεια-διόρθωση Ανδρέας Ξάνθος, ηλεκτρονική σελιδοποίηση Ξένια Τρύφων, αριθμ. έκδοσης: 417, ISBN 978-960-592-199-6, τιμή 15,90 ευρώ.
Το Μυθιστόρημα του Νίκου Τσίγκου χωρίζεται σε 15 κεφαλαία με αποκαλυπτικούς και ενδεικτικούς της ποιητικόμορφης γραφής του τίτλους: Σαν παραμύθι με όνομα, Αντιγόνη –Η νεφελόπαρτη στιγμή, Εξιλέωση στο μυστηριακό Θιβέτ, Η γυναίκα του Ιούλη, Αυτός ο νέος κόσμος ο τόσο παλιός, Το ονειρικό σπίτι του Greenwich Village, Επιστροφή στο νησί, Ένα σύγχρονο συμπόσιο, Η θαλαμηγός Λεβιάθαν, Αθήνα, Μαρίνα – Άλκηστις, Το κρυφολούλουδο Φαίδρα Συνοδινού, Cine paradise – Η οθόνη των αντανακλάσεων, Σαν παραμύθι –Το νησί των Ιριδισμών, Η πιο ανεξίτηλη ερωτική ηλιοτυπία. Μια αισιόδοξη ενατένιση της ζωής και του έρωτα μέσα από τον μεστό αφηγηματικό λόγο του συγγραφέα.
Ο Νίκος Τσίγκος γεννήθηκε στην Αντίπαρο των Κυκλάδων. Έζησε και εργάστηκε ως μουσικός στο Τορόντο του Καναδά από το 1970. Υπήρξε νυμφευμένος με την βραβευμένη Καναδέζα ποιήτρια Gwendolyn Mac Ewen, με την οποία μετέφρασαν ποιήματα από την Τέταρτη Διάσταση του Γιάννη Ρίτσου και αρχαίες τραγωδίες, όπως για παράδειγμα τις Τρωάδες, που ανέβηκαν σε θέατρα του Τορόντο. Στη συνέχεια έγραψε στίχους για το μουσικό συγκρότημά του Los Companeros. Ποιήματά του έχουν εκδοθεί, στα αγγλικά, στον Καναδά. Έχει στο ενεργητικό του επίσης αρκετά μυθιστορήματα. Tα τελευταία δέκα χρόνια περνάει τα καλοκαίρια του στην Αντίπαρο, μαζί με τη σύζυγό του Άννη. Το παρόν μυθιστόρημα είναι το τέταρτο που εκδίδεται στην Ελλάδα και το τρίτο, μετά τον Αρχάγγελο της Μονεμβασιάς και το Ξύλινοι άγγελοι που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μανδραγόρας.
***
Χρήστος Σπυρόπουλος, Ύλη πρώτη, Ποίηση, έργο εξωφύλλου: Ιβάν Κλιουν, εκδ. Μανδραγόρας, 17Χ12, Μάιος 2024, σελ. 128, Αριθμ. εκδ.: 407, ISBN: 978-960-592-189-7, τιμή 10.60 ευρώ
Κάποτε οι λέξεις δεν θα μας χρειάζονται Θα σιωπούν εντός μας
(Μνήμη κόκκινη, Μακρόνησος)
Πώς να σου εξηγήσω;
…
Ολόρθος έστεκε
κάτω από το φως των αστεριών
βαθιά θαμμένος
μέσα στη γη,
…
πώς να σου εξηγήσω;
Ήταν ήσυχος ο ύπνος του
ήταν διάφανο το όνειρο του
ήταν ευθύ το βλέμμα του
…
πώς να σου εξηγήσω;
Μια ρίζα φως
και λίγη μουσική
κρατούσε μέσα στις χούφτες του
…
αυτό μόνο.
Λέξεις, φως, σιωπές στην τρίτη ποιητική συλλογή του Χρήστου Σπυρόπουλου που με τόνο λυρικό, μέσα από παύσεις, έρχεται να μιλήσει προσεκτικά/ ευλαβικά για τα άρρητα. Μια ποιητική μυσταγωγία με αφαίρεση, λόγο υπαινικτικό, υποδόριο και βεβαίως ουμανιστικό. Ένας ύμνος στο δικαίωμα της ζωής και στην ανθρώπινη ύπαρξη: Να ταξιδεύεις/ με έναν άνεμο/ Νότιο./ Αυτό λέω/ ευτυχία. Και αλλού: Ανένδοτος να είσαι/ στο φως./ Ορθόπλωρος να απαιτείς / μια συλλογική αξιοπρέπεια./ Ακέραιος στον βηματισμό./ Αδιάλλακτος στην αδικία./ Όρθιοι σαν δέντρα/ στο πέρας του ουρανού,/ είμαστε./ Ευτυχώς υπάρχει και ο Ουρανός.
Η Ύλη πρώτη είναι μια ποιητική σύνθεση καθώς παρατηρείται ένα είδος συνέχειας μέσω της γραφής. βοηθά σ’ αυτό και η απουσία τίτλων, η παρουσία αποσιωπητικών, η αλληλοδιάδοχη εξέλιξη της εξιστόρησης με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα ενιαίο και αδιαίρετο σώμα: Έναν κόσμο πεθύμησα/ να χωράει σε ένα ποίημα./ Ένα και μοναδικό./ Ένα που να αισθάνεται/ την άνοιξη ενός χαμόγελου./ Ένα που να μιλά για το παιδί,/ το ανέμελο στην γειτονιά του./ Ένα που να μουρμουρίζει/ με έμφαση τον ήλιο στην άκρη ενός απογεύματος.
Στον κόσμο του Χρήστου Σπυρόπουλου συνυπάρχει ο διάφανος χρόνος, το βαθύ μπλε της θάλασσας (που κυριαρχεί στα ποιήματα της συλλογής), αλλά και έρεβος, Καιάδας, στηθάγχη, πόλεμος, διαμελισμένα μέλη συνυπάρχουν στο σώμα της ποίησης: Στο τέλος η θάλασσα/ ορίζει ολάκερο το σθένος μας.// Ένας περιπατητής/ σήκωσε το βλέμμα του/ στον ουρανό,/ και το μόνο που αντίκρισε/ ήταν τα εύθρυπτα βότσαλα/ της πίστης του.
Λόγος συμβολικός, κατ’ οικονομία διαρθρωμένος, σχεδόν μονολεκτικός, με συναισθηματική φόρτιση, ένταση και θέση πολιτική. Ο Σπυρόπουλος μιλά εξ ονόματος των ανθρώπων, υπομένει τα δεινά τους κι ελπίζει να πάει κόντρα σε τετελεσμένα: Αδημονούμε/ Εκ γενετής το ελάχιστο.// Με ό,τι μας χαρίστηκε/ απλόχερα,/ με ό,τι κατακτήσαμε/ δια πυρός και σιδήρου.// Εν τέλει όμως,/ η φωτιά που ανάψαμε/ σημάδεψε τις παλάμες μας.// Το σίδερο που πυρώσαμε/ μας λύγισε,/ μας δίδαξε,/ το ελάχιστο εξ αρχής.// Όσο για το τριαντάφυλλο,/ αυτό υπομένει καρτερικά/ ένα χέρι να το αγκαλιάσει.
Ποίηση αναστοχασμού και ανατροφοδότησης για μια πορεία ζωής: Η πυξίδα/ που μου χαρίστηκε/ με τόσο κόπο/ έχει ένα όνομα.// Το αδύνατο.// Έτσι πορεύτηκα/ από ερημιά/ σε ερημιά… Και αλλού: Βαδίζουμε/ επί τον τύπων των ήλων./ Αγνοώντας/ βαθιά αγνοώντας,/ τον κάματο/ ενός λουλουδιού/ καθώς αυτό μάχεται την δική του άνοιξη.// Εδώ,/ στην άκρη του χειμώνα.
Με ένα αποκαλυπτικό λόγο ο Χρήστος Σπυρόπουλος διατυπώνει το αίτημα για έναν καλύτερο και ανθρώπινο κόσμο, για τα απλά, τα απτά που έχει ανάγκη ο καθένας μας: Δεν υπήρξα ποτέ μόνος/ Η τρυφερή νύχτα των ανθρώπων/ με ακολουθούσε συλλαβιστά.// Μου ψιθύριζε το μικρό τους όνειρο.// Δύο στάλες ψωμί/ και έναν απέραντο ουρανό.
***
Χριστίνα Ντούβρη Χορογραφία επίθεσης (σειρά Σύγχρονη Ελληνική Ποίηση) σελ. 80 εκδ. «Mανδραγόρας», Αθήνα, Ιούλιος 2024 έργο εξωφύλλου: Γιώργος Ξένος αριθμ. έκδοσης: 415 ISBN 978-960-592-195-8 τιμή 12,72 ευρώ
«κουβαλώντας μπουρίνια οργής»
Σε τούτη την παράφρονα πόλη/ με τον λαιμό σφιγμένο/ στη θηλιά της αδικίας/ φοβερά μονάχος/ εραστής του αδύνατου/ αρχηγός της εξέγερσης/ δημιουργείς/ μια χορογραφία επίθεσης/ με χτύπους δωρικούς/ εκτοξεύοντας/ τρίστιχα με δυναμίτες/ εκσφενδονίζοντας/ ακτίνες θανατηφόρες/ στα μυαλά των κυριαρχούντων/ προκαλώντας την ανυπαρξία τους.
Από το εισαγωγικό στην ποιητική συλλογή σημείωμα του Γιώργου-Ίκαρου Μπαμπασάκη αντιγράφουμε:
«Τα ποιήματα της Χριστίνας Ντούβρη είναι σινιάλα εναντίωσης, είναι ξόρκια αντίστασης. Η Ντούβρη συνομιλεί αενάως με τα χρώματα (πράσινο και κίτρινο και ιώδες, που τα ωθεί προς το μαύρο), με τα αγέρωχα μπλουζ των ταπεινών και καταφρονεμένων, με την ποίηση του Νίκου Καρούζου, με τη ζωγραφική του Γιώργου Ξένου και με εύγλωττες σιωπές και σκιές λέξεων που μοιάζουν με σουγιάδες. Διακονεί, ήδη από τη συλλογή Συμφωνία Κολάσεων (εκδ. Γαβριηλίδης, 2018), έναν μεταλλικό μινιμαλισμό που τον συνέχει η διαλεκτική της επώδυνης σοφίας με την επιμονή στη σφριγηλή νεανικότητα. Διακονεί τον αποφθεγματικό λόγο που είναι απόρροια του πεπειραμένου ανθρώπου, αυτού που περνάει ενίοτε τα πάνδεινα αλλά ανθίσταται μεταρσιώνοντας την οδύνη σε πείσμα μαχόμενο, και συνάμα γίνεται ένα νεανικό ηχείο συντονισμένο στον ροκ τρόπο ζωής. Τα ποιήματά της συνιστούν μανιφέστα ψυχικής ανταρσίας, ρητά προσχέδια μιας ύπαρξης θεμελιωμένης στην αναζήτηση της πηγής μιας νέας ομορφιάς (όπως έλεγαν οι καταστασιακοί του Guy Debord), αποτελούν χρονικά αυτής της περιπλάνησης προς την πηγή που θα προσφέρει νέες ανταρσίες ψυχής, που θα εγγυηθεί καινούργιες καταιγίδες ευχαρίστησης, που θα αρδεύσει κίτρινες υπαρξιακές επαναστάσεις. Αγχόνη, μπαρούτι, και σφαγείο – η Ντούβρη δεν θύει στη γαλήνη και την ηρεμία αλλά στην αναταραχή, στη χλαλοή, στη χλαπαταγή. Είναι μια ευαίσθητη παλλόμενη μεμβράνη που γίνεται, αφού δεχτεί τα δεινά μηνύματα από τον περιρρέοντα ζόφο, ένα τύμπανο πολέμου, ένα ταμπούρλο που προχωρεί ακριβώς σε μια χορογραφία επίθεσης. Και γιατί όχι; Όταν γύρω της (και φυσικά γύρω μας) μαίνεται ο παραλογισμός των βασανιστηρίων, αλλά και η αγριότητα της αλήθειας· όταν τα βλέμματα είναι σκοτεινά και ζεις στον λαβύρινθο της τρέλας αλλά, συνάμα, χτίζεις της ύπαρξής σου τους τοίχους με ένα ανθισμένο λουλούδι. Η απόγνωση, γενικευμένη πια, απέναντι στον επίσης γενικευμένο παραλογισμό, απέναντι στη χαοτική (διεθνώς) κατάσταση, απέναντι στις συσσωρευμένες καταστροφές και τους φυσικούς και ψυχικούς ολέθρους, την ωθεί σε μια (όσο γίνεται ψύχραιμη) ρυμοτομία χάους, στην επιτακτική επιβίβαση στο ευαίσθητο βαγόνι της Τέχνης, στη (λυτρωτική) οικειοποίηση της ομορφιάς που συνοδεύει τη βαθιά μοναξιά, στο να λικνιστεί στο ξέφωτο χορεύοντας με τον αέρα. (…) Με επιμέλεια και μέριμνα ιχνηλατεί ναρκοθετημένες ζώνες, δυσοίωνες εκτάσεις, κόσμους αποικιοποιημένους από παραφρονημένους ηγεμόνες, και γίνεται μια ποιήτρια-ναρκαλιευτής. Κι επίσης, η ποίηση είναι το περισκόπιό της, καθώς εισάγει έναν νέο τρόπο θέασης αρχικά, και στοχασμού εν συνεχεία, των κοινωνικών και προσωπικών δεινών, με στόχο να βγει (και να βγούμε μαζί της, οπλισμένοι με τις έλλογα παράφορες λέξεις της) από τον τυφλό λαβύρινθο όπου μας έχουν ρίξει και εγκλωβίσει η αναισθησία και η αναλγησία. (…). Κι ακόμα, αφού εκβάλει έναν γήινο βρυχηθμό, η Ντούβρη θα περάσει σε μια χορογραφία επίθεσης…»
Χωρίς να χρειάζεται να προσθέσουμε κάτι στα λεγόμενα του Γ.-Ι. Μπαμπασάκη για την ποίηση της Χριστίνας Ντούβρη, απλώς αναφέρουμε ότι η συλλογή κλείνει με ένα ποίημα, εν είδει επίμετρου, του εικαστικού Γιώργου Ξένου, συντρόφου της ποιήτριας, έργα του οποίου φιλοτεχνούν το εξώφυλλο και το σώμα της συλλογής.
Η Χριστίνα Ντούβρη κατάγεται από τους Γαργαλιάνους Μεσσηνίας. Είναι πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ. (Τμήμα Αρχαιολογίας & Τέχνης). Εργάστηκε στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και στο Υπουργείο Εθνικής Παιδείας & Θρησκευμάτων στον τομέα τέχνης και πολιτισμού. Έχει γράψει την ετυμολογία στο ορθογραφικό, ετυμολογικό και ερμηνευτικό λεξικό «Παιδεία», εκδ. Σταφυλίδη (1975) κι έχει επιμεληθεί βιβλία σύγχρονης τέχνης. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.