Μαίρη Γυφτάκη, Ήλιοι νυχτερινοί, Σύγχρονη Ελληνική Ποίηση, εκδ. Μανδραγόρας

In ΕΚΔΟΣΕΙΣ, Ποίηση by mandragoras


Ποίηση



Πώς μοιάζει ο γύψος με το χιόνι…

Ανίατη αρρώστια
πλήττει τα όνειρά μας
που αδυνατίζουν και γερνούν
αθόρυβα μαζί μας.

Βότσαλα

Εξαίσια στρογγυλά γλυπτά.
Κάτασπρα, γκρίζα, χρωματιστά.
Ξεχνιέται η αφή μου στη λειασμένη ράχη τους [ ]

Βότσαλα σ’ άλλα σχήματα:
Κουφέτα από χιλιάδες γάμους
πλάι στη θάλασσα.
Καρδιές, πλοία ή βάρκες.
Πάνω τους σχέδια θαρρείς
αφηρημένης τέχνης
ή κλασικά, τοπία και πορτραίτα. [ ]

Έτσι, τ’ αμέτρητα μετρώ, τον χρόνο
ενώ τα χέρια αποξεχνιούνται
ν’ ανασκαλεύουν διψασμένα
γι’ αυτήν, την αψεγάδιαστη μορφή
το τέλειο σχήμα, την άψογη επιφάνεια
την τέλεια της ζωής στιγμή
που όλο νομίζεις πως τη βρίσκεις
κι όλο χάνεται.

Η ποίηση παραμένει ένα πολύτιμο καταφύγιο για κάθε δημιουργό: μια ευκαιρία ανασύστασης του χώρου και ανατροφοδότησης παρελθόντος και παρόντος χρόνου με την ελπίδα στραμμένη στο μέλλον και την ατομική πυξίδα του καθενός να τείνει ένα χέρι και να δίνει πνοή στον απέναντι. Κι έτσι με μέσα λιτά, απλά, καθημερινά η προσωπική διήγησή μας παίρνει υπόσταση κοινωνική για να μπορεί να εισπράττεται από τον άλλον.
Στην τρίτη ποιητική της συλλογή που είναι χωρισμένη σε πέντε ενότητες: Η αλλαγή των χρωμάτων, Δέντρο όρθιο, Ήλιοι νυχτερινοί, Κρυφοί ποιητές και Της καρδιάς, η Μαίρη Γυφτάκη στέκεται (κι όχι αναγκαστικά εν είδει απολογισμού) σε όσα πολλά ξεχώρισε και την ξεχώρισαν: «όνειρα, σχέδια, ουτοπίες, ψευδαισθήσεις.» Έτσι έχουμε μια προσπάθεια αυτοπροσδιορισμού:

[ ] εκεί μονάχα όπου μπορώ να καταφύγω
είναι στο βάθος ενός άδειου κοχυλιού.
Να κρύβομαι στις έλικές του, αν το θελήσω,
να ηρεμώ, ν’ αναδιπλώνομαι
ανάσες απ’ τη θάλασσα να παίρνω
κι αέναα μες στο νερό, αόρατη, να υπάρχω («Καταφύγιο», «Βιογραφικό»)

αναφορά σε αγαπημένα της πρόσωπα: (γονείς, «νεκρούς που αγαπήσαμε», σύντροφο, παιδιά, εγγόνια), μια αναψηλάφηση της ζωής με έντονο τον υπαρξιακό χαρακτήρα σ’ αυτόν τον κύκλο και τις διαρκείς του εκκρεμότητες: «Γλιστράει ατάραχο της ζωής το καράβι/ μακριά λίγα φώτα στεριάς, ψευδαισθήσεις». Όλα όσα συνθέτουν τον τόπο και τον χρόνο της: το αστικό τοπίο, το ουράνιο τόξο μετά την καταιγίδα, οι εποχές του χρόνου, η ιστορία (αρχαία και σύγχρονη), οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας: επαγγελματίες, άστεγοι, μετανάστες (όλα αυτά που είναι πια κομμάτι ζωτικό της ύπαρξής μας). Ακόμα και οι σκύλοι της Ηρώδου Αττικού γίνονται ποίημα με προεκτάσεις κοινωνικές για την επώδυνη βεβαιότητα πως τίποτε δεν πρόκειται να αλλάξει στη ζωή μας: Τους σκύλους της Ηρώδου Αττικού ζηλεύω./ Ήρεμοι και νωχελικοί, όλο κοιμούνται/ στα πεζοδρόμια, με παρέα τους τσολιάδες./ Αδιαφορούν για αστυφύλακες και κλούβες./ Τους φωτογράφους που στημένοι περιμένουν/ ή του Μαξίμου τους επίσημους χαζεύουν./ Όταν κουράζονται απ’ την ξάπλα μπαίνουν μέσα/ στον κήπο, τρέχουν, κυνηγιούνται μεταξύ τους/ μα δεν γαβγίζουνε ποτέ, δεν ενοχλούνε./ Οικτίρουν τους πολιτικούς, μα δεν μπορούν/ την αδικία, τα κακώς κείμενα του κόσμου
να διορθώσουνε. Απλά φιλοσοφούν./ Άλλοι εκείνοι οι σκύλοι που συχνά θυμώνουν/ γαβγίζουν, εξεγείρονται, ακολουθούν/ πορείες, διαδηλώσεις και ν’ αλλάξουν θέλουν/ τον κόσμο αυτόν όπου τους έμελλε να ζουν.// Σε ποιαν εσείς ανήκετε απ’ τις δυο κατηγορίες;/ Σκεφτείτε λίγο. Η σύγκριση διόλου μη σας τρομάζει./ Σ’ όποιαν και αν ανήκετε, ο κόσμος δεν αλλάζει.
Το στοίχημα στην ποίηση είναι να ξεκινάς από το εγώ για να μιλήσεις άμεσα στο εμείς: τις αγωνίες του ποιητή και του ανθρώπου. Η ποίηση της Μαίρης Γυφτάκη το πραγματοποιεί επάξια.

H Μαίρη Γυφτάκη γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1944. Σπούδασε γαλλική φιλολογία και αρχιτεκτονικό σχέδιο. Εργάστηκε στην Εθνική Τράπεζα. Είναι μητέρα τεσσάρων παιδιών. Ποιήματά της έχουν παρουσιαστεί στην Αθήνα και στην Πάτρα, στο Συμπόσιο Ποίησης και έχουν δημοσιευτεί σε λογοτεχνικά περιοδικά, όπως: «Πολιτιστική», «Μανδραγόρας», «Φιλοσοφία και Παιδεία», «Διορθώσεις». Έχει μεταφράσει κείμενα, άρθρα και ποιήματα από τα γαλλικά, καθώς και ένα βιβλίο του Γάλλου μαιευτήρα-ποιητή Frédérick Leboyer. Οι Ήλιοι νυχτερινοί είναι η τρίτη ποιητική της συλλογή.

 

*    Μαίρη Γυφτάκη, Ήλιοι νυχτερινοί, Σύγχρονη Ελληνική Ποίηση, εκδ. Μανδραγόρας, Αθήνα, Οκτώβριος 2018, σελ. 112, αριθμ. έκδοσης: 293, ISBN 978-960-592-075-3, τιμή 9,54 ευρώ.

Share this Post