Ημερολόγιο 211 : Η βιομηχανία της καταστολής ενάντια σε πειρατές και Πολυτεχνίτες | Δημήτρης Τζουμάκας

In Λογοτεχνία, Πεζογραφία, Χρονογράφημα by mandragoras

 

5.11.19 Μία βόλτα και ξεμουδιάζω εξοφλώντας υποχρεώσεις, αγοράζοντας φάρμακα της θεραπευτικής μου αγωγής –και φτηνά τη γλιτώσαμε παίδες με τα κατάλοιπα μίας γαστριτιδούλας. Θα μου δοθεί έτσι η ευκαιρία να μιλήσω με όσους πληρώνω: Με τη Νατάσα την υπάλληλο στο φαρμακείο της Λίτσας, με το γκαρσόνι στο καφενείο, με τον υπάλληλο στη Vodafone και με τον κύριο περιπτερά. Θα είμαι λίαν ομιλητικός στην περιοχή.

Έπεσε οριστικά και αμετάκλητα η κατάληψη Βανκούβερ. Θα τις ξεσκίσει όλες τις καταλήψεις ο Χρυσοχοΐδης, αλλά αυτός είναι ένας βίαιος ιδεολογικός πόλεμος και με τις ιδέες οπλισμένες με μολότοφ ή όχι δεν ξεμπερδεύεις εύκολα. Από τη μεριά τους παλιοί καταληψίες θα δυσκολευτούν λίγο, αλλά θα ενταχθούν στα στέκια που λειτουργούν νομίμως πληρώντας νοίκι, έχοντας δώσει προκαταβολή κι είναι πάρα πολλά στο λεκανοπέδιο. Άπειρα. Εγώ τουλάχιστον έχω επισκεφτεί καμιά τριανταριά. Η κυβέρνηση αυτή δεν καταλαβαίνει ότι εκλέχτηκε δημοκρατικά και λειτουργεί λες κι έκανε πραξικόπημα.

Πειρατές απήγαγαν στο Τόγκο τον Έλληνα Κυβερνήτη και τρεις αλλοδαπούς ναυτικούς και ζητάνε λύτρα. Η πειρατεία συνεχίζεται παρά τα αυστηρά μέτρα που παίρνουν οι ναυτιλιακές και ασφαλιστικές εταιρείες και εξαπλώνεται σε όλα τα παράλια της Αφρικής. Καταλαβαίνει κανείς τον τρόμο και την ψυχική οδύνη των ομήρων, σκυλοπνίγεσαι για να εξασφαλίσεις καλύτερους όρους ζωής στους δικούς σου περισσότερο και στο τέλος η δική σου ζωή να κρέμεται σε μια κλωστή ως αντικείμενο συναλλαγής.

Υπάρχει όμως και η άλλη πλευρά: Ας δούμε την πειρατεία στη Σομαλία, τη χώρα εξαγωγής πειρατών που είναι εντελώς διαλυμένη. Η κατάρρευση της σομαλικής κυβέρνησης το 1991 ώθησε μία πλημμύρα από αλιευτικά πλοία στην περιοχή όλου τον κόσμου και όλων των ειδών με αποκλειστικό στόχο τη λεηλασία του θαλάσσιου πλούτου της χώρας. Παράνομη αλιεία και απόρριψη αποβλήτων στη θάλασσα και μια φτώχεια ατέλειωτη, αδιέξοδη στη στεριά. Ο μέσος όρος ζωής σταματάει στα 55 χρόνια (ενώ στην Ελλάδα είναι 81). Γυμνά βουνά, ξηραΐλα παντού και πίσω η απόλυτη έρημος κυριολεκτικά και μεταφορικά (ύστερα από την εμφατική παρουσία του γνωστού και μη εξαιρετέου ΔΝΤ που πέρασε σαν ακρίδα). Δεν έχει τίποτα να κάνεις παρά να βλέπεις παιδιά υποσιτισμένα να λιμοκτονούν και γίνεσαι λήσταρχος Νταβέλης -μα δεν υπάρχει κανένας και τίποτα να κλέψεις και καταλήγεις πειρατής. Τώρα πού και πώς βρίσκονται τα όπλα αυτό είναι ένα αίνιγμα που σε κάνει να σκέφτεσαι συνωμοτικά. Με αφορμή την πειρατεία η βιομηχανία της καταστολής θησαυρίζει. Οι εμπορικοί της αντιπρόσωποι περηφανεύονται για ένα νέο εναέριο και υποθαλάσσιο drone! Οι έμποροι των ραντάρ και άλλων ανιχνευτών γεωεντοπισμού είναι εδώ. Φυσικά αν ήθελαν τα κράτη έχουν τον τρόπο τους να σταματήσουν την πειρατεία, απλώς παρακολουθούν και κάνουν μπίζνες. 100 εκ δολάρια εισπράξανε οι πειρατές, ενάμιση δις τζίρο έκαναν οι έμποροι συστημάτων ασφαλείας! Και ο νοών νοείτω

Μπήκαν ληστές σε διαμέρισμα στη Βουλιαγμένη και πήραν κoσμήματα 100.00 ευρώ αλλά και 500.00 ευρώ cash από το χρηματοκιβώτιο αρχιτέκτονος συνταξιούχου 62 ετών.

Ποιος είναι αυτός που έχει τόσα λεφτά στο σπίτι του; Δεν ξέρω, αλλά πάνω από είκοσι, ή τριάντα χιλιάδες ευρώ στην τσέπη ή στο χρηματοκιβώτιο δεν μου φαίνονται και τόσο νόμιμα, εκτός κι αν πούλησες κάποιο σπίτι. Και γιατί ρε φίλε δεν τα βάζεις στην τράπεζα; Τα είχε λέει από τα capital κοντρόλ. Ας πάει να τα βρει τώρα.

6.11.19 Tα γενέθλια της Μπουμπούς. Πάω στο Ηράκλειο θα μου κάνει το τραπέζι, πάρε και ψωμί όπως έρχεσαι, μου λέει. Δεν κατεβαίνω στο σταθμό Ειρήνης που είναι πιο κοντά στο σπίτι, δεν υπάρχουν μαγαζιά εκεί, δεσπόζει το Ολυμπιακό στάδιο κι η αισθητική Κάλα τράβα η λεωφόρος παύλα καρμανιόλα Κύμης. Κατεβαίνω λοιπόν στο σταθμό Ηρακλείου απ’ όπου αγοράζω από υπαίθριο πωλητή ένα βιβλίο του Ροθ έναντι 5 ευρώ, κοιτάζω για αρτοποιείον πουθενά, μόνο χλιδάτα ζαχαροπλαστεία, τελικά βρίσκω ένα που κι αυτό έχει εδέσματα και γλυκά του ταψιού πολλά και λιγοστά ψωμιά στο ράφι.

–Τι θα θέλατε; ρωτάει ο υπάλληλος
–Ένα ψωμί
–Τι ψωμί;
–Ένα κανονικό, μία φραντζόλα των 50 σεντς.
–Δεν κάνει 50 σεντς, κάνει 80
–Υπάρχει ψωμί με 50 σεντς; ρωτάει με αφέλεια η αρτοπώλις δίπλα του.
–Μα τι λέτε; λέω. Είναι δυνατόν να μη γνωρίζετε την τιμή του άρτου χωρίς θέαμα; Σε όλο το κέντρο της Αθήνας τόσο πωλείται. Πρώτη φορά το ακούτε αυτό;
–Το έχετε ζυγίσει;
–όχι, λέω.
–Θα είναι ελαφρότερο, το δικό μας είναι 330 γραμμάρια. Ζυγίστε το να δείτε.
–Μπορεί. Θα το κάνω.

Ο ήλιος είναι ζεστός αν σου έλεγε κανένας ότι θα έχει 25 βαθμούς συνέχεια Νοέμβρη μήνα, θα τον έλεγες τρελό. Και να που συμβαίνει. Και τι όμορφα που είναι τα δέντρα, έχουν όλα τα φύλλα τους στην οδό Ήρας, τα σπουργιτάκια χορεύουν βαλς, τι όμορφα που είναι! Αυτός είναι πολιτισμός, όχι εκεί που ζω εγώ, μες τα χαμαιτυπεία. Με τσίμπησε κουνούπι ή ’κανα διαόλι τώρα; δεν φαντάζομαι να κινείται αδέσποτος ’κανας σκορπιός εδώ στο γκαζόν του προαστίου. Ώχου δεν πρέπει να κυκλοφορώ ξεκάλτσωτος τέτοια εποχή. 

 

Δημήτρης Τζουμάκας