Εικόνες | My FaceApp

In Λογοτεχνία, Πεζογραφία, Χρονογράφημα by mandragoras

 

Το βλέμμα της με τσουρούφλισε λες και ξεπήδησε απ’ τις φλόγες της αβύσσου. Ποτέ δεν την είχα δει τόσο όμορφη – και την ήξερα χρόνια.  Λεπτή, με κάτι γάμπες μακριές νευρώδεις, έστριβε το τσιγάρο της απασχολημένη. Θα είχε πιθανόν χαλάρωση από μέσα στους γλουτούς με δυο εγκυμοσύνες και τα κιλά που έχασε, όμως η κοντή φούστα την κολάκευε.

Έστριβε αφοσιωμένη το τσιγάρο της, κι εγώ την κοίταζα με ξαφνική ταραχή. Τόσο ωραία, πάνω σ’ αυτή την καμπή της ζωής της, πάνω σ’ αυτή τη χρονική περίοδο που κλαίει και πονάει και οδύρεται και συγκρούεται αμείλικτα με όσους αγαπά – όσο τολμά η βιασμένη της ψυχή να αγαπήσει – δε μπορούσε μάλλον να ξέρει πόσο ήτανε συγκλονιστική.

Οι δυσκολίες και τα βάσανα θα σου δώσουν το βάθος στο βλέμμα, είχε πει η τηλεπερσόνα στο ανερχόμενο μοντέλο, που δοκίμαζε σπασμωδικά να κρύψει και να σκεπάσει το σκοτεινό της παρελθόν – γιατί να το αρνηθεί ήταν αδύνατον. Αυτό το βάθος μάγευε τον φακό τον αδηφάγο, αυτό κι εγώ τώρα σκυλεύω εδώ μέσα – με τις περιουσίες  των άλλων τον μάγκα, αλλά γιατί τα μάτια μου βουρκώνουν, η καρδιά μου γιατί τρέμει και στο πετσί μου, σ’ εκείνο το κρυφό σημείο…

Είναι πόνος και ντροπή. Κολλάνε στους τοίχους, αντιστέκονται στα καθαριστικά, ξερνάνε στη μπογιά, φουσκώνουν στις υγρασίες. Τα έχεις σπρώξει, τα έχεις πιέσει και πατικώσει γερά, όπως νομίζεις. Δεν τα αφήνεις να κυλήσουν σε στόματα και σε αυτιά και μύτες και χέρια που πιάνουν, σφίγγουν και τρίβονται.

Κάθομαι να βάλω τις λέξεις τώρα σε μια σειρά – δε μπαίνουν – ούτε μπορώ να φτιάξω μια εικόνα που να δείχνει…

Εκτός από κείνη που ζωγράφισα στην αρχή, έτσι όπως την είδα να κάθεται με τα λεπτά της πόδια, αυτή που ήταν εύσωμη και ευτραφής. Στα μάτια της που καθρεφτίζανε την άβυσσο, ήτανε που διέκρινα το δικό μου σκοτάδι. Αυτό που δεν κρύβεται, ούτε σκεπάζεται να μη βγάζει αναθυμιάσεις και άλλες δηλητηριώδεις οσμές, να μη μαυρίζει απαίσια τα τοιχώματα του κουτιού που το στρίμωξες, όπως νομίζεις, για να σε αφήσει να ζήσεις και λίγο. Να ερωτευτείς σαν άνθρωπος, να κάνεις ίσως παιδιά, να μάθεις μια δουλειά για να βγάζεις το ψωμί σου. Τινάζεται ο παιδικός εφιάλτης που έγινε με τα χρόνια πληγή και απόστημα και μετά κομμάτια σάπιο σώμα που μολύνει ό,τι υπάρχει τριγύρω, ό, τι πλησιάζει, ό,τι αγγίζει και γεννά!

Με τάραξε κείνο το βλέμμα που αναδύθηκε πολεμώντας τον εφιάλτη, τον βαθιά κλεισμένο όπως τον απαίσιο Μινώταυρο που βρυχάται και συνεχώς ζητά νέα θύματα, νέα θύματα!

 Το βλέμμα που αλέθει ό,τι συμβαίνει στην επιφάνεια, ό,τι ομολογείται ή μεταδίδεται.  Όσα ζήσαμε, ονειρευτήκαμε ή αποτύχαμε. Τα χρόνια, οι σκέψεις,  τα βάσανα και οι χαρές. Σήμα και σφραγίδα σ’ αυτό που είμαστε, σε ό,τι γίναμε σε ό,τι δεν καταφέραμε να φτάσουμε. Η αληθινή ομορφιά του ανθρώπου. Το βλέμμα, που οι μηχανές και οι αλγόριθμοι με τους άπειρους συνδυασμούς, τις επεκτάσεις, τις επιλογές και τις δυνατές προβολές, δεν γίνεται ακόμη να προβλέψουν.

Αυτό που ούτε ο ίδιος ο άνθρωπος μπορεί να διακρίνει και να εκτιμήσει. Μόνο να αγαπήσει τον αγώνα του μπορεί, αν προσπαθήσει. Αυτόν που συνέχεια και εξακολουθητικά, ξανά και πάλι δίνει κόντρα στις πληγές και στα τραύματα. Να αγκαλιάσει τον εαυτό του με αγάπη και συμπόνια, να τον τυλίξει με τους επιδέσμους της καλοσύνης, να μην εκτίθεται γυμνός κι απροστάτευτος στις αγκαθερές κοτρόνες της ανηφόρας. Συμπόνοια και καλοσύνη γι’ αυτό που είναι ή δεν  κατάφερε να γίνει, πολεμώντας με θάρρος ή λυγίζοντας πληγωμένος.   


 Ελένη Γ.


*   FaceApp: Η γνωστή εφαρμογή που μεταμορφώνει ψηφιακά το πρόσωπο.