Ψηλαφώ το χρόνο περπατώντας στο ίδιο και το ίδιο δωμάτιο
Παλεύω να κρατήσω το χέρι σου μέσα από χαραμάδες χιονιού. Εγώ
Παγωμένη δίχως μνήμες. Στα δόντια μου γδαρμένες οι σάρκες σου. Εσύ
Σε εποχές ειρήνης θα χορεύαμε βυθισμένοι σε ανάπαιστους
Αλυσοδεμένο τώρα το σύννεφο
Δίχως μουσικές ορμίσεις
Έξω χιονίζει. Kαι μέσα χιονίζει
Σε παρατηρώ στο ίδιο και το ίδιο σημείο
Από παράφορο πάθος ενδίδοντας
σαν πυρωμένο υφαίστειο με μαχαίρι στο βλέμμα. Εγώ
κατακαίω το σώμα σου
Λέξεις καυτές. Θρυμματισμένα τα μάτια, τα χείλη
οι άκρες των δακτύλων σου. Εσύ
«Μη με αλώσεις» πρόφτασες να πεις
κι ένας λευκός λεκές στο κατακόκκινο φουστάνι
Ύστερα μερικές πιτσιλιές στη μωβ πορσελάνη
Φεύγεις, σε καταπίνει το μάγμα
Μη φεύγεις
Από θλίψη και αδυναμία εγώ πρώην αρτιμελής κουρσάρος σε άλωσα
Έξω χιονίζει. Και μέσα χιονίζει
Τελικά μεγάλη αποτυχία αυτό το χιόνι
Χρόνια τώρα τσαλακώνω τα σπλάχνα μου
Καθόλου δεν ανησυχώ όταν ρωτάνε το όνομα μου
«Ο Κανένας», απαντώ