Ποίηση
Όνομα Ποιητή | Όνομα Ποιήματος
Είσαι πολύ κοντά στο χάος, γιατί δεν συμμορφώθηκες πλήρως στην αγορά
κι απομακρύνεσαι απ’ τη χώρα, που ήτανε κάποτε λίκνο για σένα.
Ο,τι με την ψυχή ζητούσες και νόμιζες πως είχες βρει
τώρα σαν κάτι περιττό αποβάλλεις και το πετάς μες στα σκουπίδια.
Ολόγυμνη σαν οφειλέτης διαπομπεύεται, υποφέρει η χώρα εκείνη
που έλεγες πως της χρωστάς ευγνωμοσύνη.
Στη φτώχεια καταδικασμένος τόπος, τόπος που ο πλούτος του
τώρα στολίζει τα μουσεία: λάφυρα που έχεις τη φροντίδα Εσύ.
Κείνοι που χίμηξαν με την ορμή των όπλων στη χώρα την ευλογημένη με νησιά
στολή φορούσαν και κρατούσαν τον Χέλντερλιν μες στο γυλιό τους.
Καμιά ανοχή πλέον δεν δείχνεις στη χώρα που οι συνταγματάρχες
υπήρξαν σύμμαχοι ανεκτικοί.
Χώρα που ζει δίχως το δίκιο, μα με εξουσία που επιμένει πως έχοντας αυτή το δίκιο
ολοένα σφίγγει κι άλλο το ζωνάρι.
Σε πείσμα σου η Αντιγόνη μαυροφορεί – σ’ όλη τη χώρα
πενθοφορεί και ο λαός της που κάποτε σ’ είχε φιλοξενήσει.
Μα οι ακόλουθοι του Κροίσου έχουν στοιβάξει έξω απ’ τη χώρα,
στα θησαυροφυλάκιά σου, ό,τι σαν μάλαμα αστράφτει.
Πιες, επιτέλους, πιες, κραυγάζουν επίτροποι σαν μαζορέττες
μα ο Σωκράτης σού επιστρέφει γεμάτο πίσω το ποτήρι.
Σύσσωμοι, ό,τι σου ανήκει, βαριά θα ρίξουν την κατάρα
θεοί, αφού η θέλησή σου ζητά ξεπούλημα του Ολύμπου.
Χωρίς του πνεύματος τροφή, τότε κι εσύ θα καταρρεύσεις
δίχως τη χώρα που ο νους της, Ευρώπη, εσένα έχει πλάσει.
Σε μετάφραση του ποιητή Γιάννη Ευθυμιάδη και της μεταφράστριας Σοφίας Γεωργαλλίδη, μόλις μερικές ώρες μετά τη δημοσίευσή του στη γερμανική εφημερίδα Sueddeutsche Zeitung (φύλλο της Παρασκευής 25 Μαΐου 2012)
***
Europas Schande
Dem Chaos nah, weil dem Markt nicht gerecht,
bist fern Du dem Land, das die Wiege Dir lieh.
Was mit der Seele gesucht, gefunden Dir galt,
wird abgetan nun, unter Schrottwert taxiert.
Als Schuldner nackt an den Pranger gestellt, leidet ein Land,
dem Dank zu schulden Dir Redensart war.
Zur Armut verurteiltes Land, dessen Reichtum
gepflegt Museen schmückt: von Dir gehütete Beute.
Die mit der Waffen Gewalt das inselgesegnete Land
heimgesucht, trugen zur Uniform Hölderlin im Tornister.
Kaum noch geduldetes Land, dessen Obristen von Dir
einst als Bündnispartner geduldet wurden.
Rechtloses Land, dem der Rechthaber Macht
den Gürtel enger und enger schnallt.
Dir trotzend trägt Antigone Schwarz und landesweit
kleidet Trauer das Volk, dessen Gast Du gewesen.
Außer Landes jedoch hat dem Krösus verwandtes Gefolge
alles, was gülden glänzt gehortet in Deinen Tresoren.
Sauf endlich, sauf! schreien der Kommissare Claqueure,
doch zornig gibt Sokrates Dir den Becher randvoll zurück.
Verfluchen im Chor, was eigen Dir ist, werden die Götter,
deren Olymp zu enteignen Dein Wille verlangt.
Geistlos verkümmern wirst Du ohne das Land,
dessen Geist Dich, Europa, erdachte.
Share this Post