Farid Ghadami / Φαρίντ Γκαντάμι ✽ Ένας Ιρανός λογοτέχνης ταξιδεύει στα Βαλκάνια

In Λογοτεχνία by mandragoras

 

 

Απόσπασμα από το μυθιστόρημα του Φαρίντ Γκαντάμι Η Κομμούνα των νεκρών, ή ελεγεία για τη ματωμένη πουκαμίσα της Σοφίας

Το μυθιστόρημα “Η Κομμούνα των νεκρών, ή ελεγεία για τη ματωμένη πουκαμίσα της Σοφίας” βασίζεται στις εμπειρίες του Φαρίντ Γκαντάμι από το ταξίδι του στην Βουλγαρία. Μαζί με ιστορίες για τον Μαγιακόφσκι, για τον τουφεκισμένο Βούλγαρο ποιητή αντιφασίστα Νικόλα Βαπτσάροφ, για τον Βούλγαρο ζωγράφο Νένκο Μπαλκάνσκι, τον Στάλιν, τον Τζέιμς Τζόις και μια Βουλγάρα κοπέλα – τη Σοφία που τον ενδέκατο αιώνα μ.Χ. προσχώρησε στους Ασασίνους της Περσίας, κυκλοφόρησε στο Ιράν τον Σεπτέμβρη του 2020, από τις εκδόσεις Nimazh Publications.. Το απόσπασμα είναι από την βουλγάρικη μετάφραση.

Μετάφραση Χρήστος Χαρτοματσίδης

 Η πόλη Ρούσε[1] μέσα από το βλέμμα του Ιρανού μεταφραστή

Το πρωί στις 13 Αυγούστου η Γιάννα με τον γιο της έρχονται να με πάρουν για να ταξιδέψουμε προς την πόλη Ρούσε. Μας περιμένει πεντάωρη διαδρομή, μέσα από τη βυθισμένη στα πράσινα οροσειρά του Αίμου. Θα δώσω διάλεξη την ημέρα του θανάτου του Κανέττι[2], προσκαλεσμένος από τη διεθνή εταιρεία «Ελιάς Κανέττι». Κατά τύχη η Γιάννα με τον γιο της θέλουν εκείνες τις μέρες να πάνε σε συναυλία των Metallica, στο Βουκουρέστι, την πρωτεύουσα της Ρουμανίας που βρίσκεται σε απόσταση μιάμιση ώρας από το Ρούσε. Πρώτα θα με αφήσουν στο Ρούσε, μετά περνώντας πάνω από τον Δούναβη, μέσω της «Γέφυρας της φιλίας» που συνδέει της δύο χώρες, θα φτάσουνε στο Βουκουρέστι.

Ο γιος της Γιάννας είναι 14 χρονών, έξυπνος, ομιλητικός και πανύψηλος. Μιλάει άριστα αγγλικά και είναι πολύ ώριμος για την ηλικία του. Μπαίνοντας στο αμάξι, μου προτείνει φιάλη κόκα κόλα. Τον ευχαριστώ, μα του δηλώνω πως δεν πίνω κάτι τέτοιο. Η Γιάννα λέει πως δεν είναι δυνατόν ο Φαρίντ να πιει αμερικάνικο αναψυκτικό. «Ζήτα του ό,τι θες, μα όχι κι αυτό» λέει κατηγορηματικά. Κοίτα τι εικόνα έχω δημιουργήσει για τον εαυτό μου αυτές τις δύο εβδομάδες!…

Η Κόκα κόλα είναι από τα πιο απαίσια πράγματα που μπορεί κανείς να πιεί. Όπως και να τη δεις είναι δηλητήριο. Εξειδικευμένη τροφή για τα καρκινικά κύτταρα! (Ξέρω τι θα πείτε – πως ο συγγραφέας έχει επηρεαστεί από διαλέξεις υγιεινής διατροφής, μα δεν είναι αυτή η ιδέα μου.)

Στη Βουλγαρία δεν έχουν τέτοια αρνητική εικόνα για την Κόκα κόλα. Μερικοί μάλιστα την πίνουν για «τις θεραπευτικές της ιδιότητες». Οι ίδιοι άνθρωποι που δεν καπνίζουν επειδή το τσιγάρο βλάπτει! Η συγγραφέας Βελίνα Μίνκοφ καπνίζει πολύ, είναι όμως και φαν της Κόκα κόλας. Μου λέει πως δεν την πίνει για τη γεύση της, μα επειδή την βοηθάει στην υγεία της. Η Βελίνα είναι μάλλον ο μοναδικός Βούλγαρος συγγραφέας που δεν πίνει καθόλου αλκοόλ. (την αποκαλώ πραγματική μουσουλμάνα). Πιστεύει όμως στην αγία Κόκα κόλα. Είναι πεπεισμένη πως πρόκειται για τον μοναδικό μαύρο άγιο που έχει έρθει στον κόσμο για να θεραπεύσει τους ανθρώπους.

Δεν είναι η πρώτη φορά που ακούω κάτι τέτοια. Είχα φίλο στο Παρίσι που δεν του άρεσε η γεύση της, μα κάθε μέρα έπινε μισό λίτρο για «τα οφέλη»! Ακόμη και μια γρήγορη αναζήτηση στο Google, μπορεί να δείξει την επίδρασή που έχει πάνω στο πεπτικό σύστημα. Δεν ξέρω πως οι άνθρωποι εμπνέονται τέτοιες παράξενες ιδέες. Φαίνεται πως η Κόκα κόλα είναι μια από τις θρησκείες της ποπ κουλτούρας. Οι άνθρωποι πιστεύουν σε αυτήν. Και πρέπει να δείχνουμε σεβασμό προς την πίστη και τις θρησκείες των άλλων. Στην συγκεκριμένη περίπτωση η πίστη των λαϊκών στην εκκλησία της Αγίας Κόκα κόλας. (Εν κατακλείδι: Αν σας αρέσει η γεύση της Κόκα κόλας –πίνετέ την, απολαύστε την, μα μη γίνεται μέλη της εκκλησίας της, παρακαλώ.)

Καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού μας από τη Σόφια στο Ρούσε, κοιτάζω εντυπωσιασμένος τους κάμπους με τα ηλιοτρόπια, τις καταπράσινες όχι και τόσο ψηλές πλαγιές του Αίμου, τα χωριά που κάνουν την ύστατη προσπάθεια, να γίνουν κωμοπόλεις, τα στενά δρομάκια ανάμεσα στα δέντρα και τα χωράφια, τα ποτάμια, πάνω από τα οποία περνάμε. Κάποια στιγμή η Γιάννα μου δείχνει έναν από τους παράδρομους που οδηγεί στο χωριό της μάνας της. Αποφασίζουμε να μαζέψουμε όμορφα βότσαλα από το εκεί ποτάμι για να στολίσουμε μετά τον κήπο μας. Στον γυρισμό για τη Σόφια όμως, θα ξεχάσουμε αυτήν την ιδέα.

Ο γιος της Γιάννας είναι μεγάλος φαν του Τζέιμς Χετφίηλντ. Είναι πανευτυχής που θα πάει σε συναυλία των Metallica. Ρωτάω την Γιάννα αν θα πάρει ωτασπίδες για τη συναυλία. Η Γιάννα μας έχει φέρει banica[3], ένα από τα νοστιμότατα πράγματα που έχω φάει. Τροφή που παράγεται εύκολα και που οι Βούλγαροι τρώνε συχνά για πρωινό: ζύμη, τυρί και γιαούρτι που ψήνονται μαζί. Μπορείς να την φας ζεστή, ή κρύα. Υπάρχουν πολλά διαφορετικά είδη banica – με διάφορα λαχανικά κι αρώματα. Νομίζω πως οι Βούλγαροι δεν συνειδητοποιούν την αξία της. Υπάρχουν πιθανά πολιτικά οφέλη από την ύπαρξή της. Π.χ. μπορούν να καλέσουν τους παγκόσμιους ηγέτες στη Σόφια και να τους σερβίρουν banica. Μετά να υπογράψουν συμφωνίες που να αλλάξουν την οικονομία τους: Κάποιος που διαθέτει τέτοιο έδεσμα, μπορεί να υπογράψει οποιαδήποτε συμφωνία, τόσο νόστιμη είναι η banica.

Για πρώτη φορά άκουσα γι’ αυτό το έδεσμα από την φίλη μου Γιάνιτσα Ράντεβα. Μου είπε πως όταν ήταν μικρή, κάποια παιδιά την κοροϊδεύανε αποκαλώντας την “Banica” Νομίζω πως το βουλγάρικο Υπουργείο εξωτερικών θα έπρεπε να καταρτίσει πρόγραμμα για μετανάστες της banica. Στερημένοι λάτρεις της banica απ’ όλο τον κόσμο θα έρχονται στην Βουλγαρία για να την απολαύσουν. Θα καταθέτουν αιτήσεις ασύλου σε μια προστατευόμενη για την banica περιοχή.

Τρώγοντας banica βυθιζόμαστε στα καταπράσινα βουλγάρικα τοπία και φτάνουμε στην πόλη Ρούσε, που κατά πρώτη όψη θυμίζει οικισμό του δεκάτου ενάτου αιώνα. Έχεις την αίσθηση πως ταξιδεύοντας 300 χιλιόμετρα από την Σόφια, βρίσκεσαι μετά όχι σε άλλη πόλη, μα σε άλλη εποχή, στο μεγαλείο του ροκοκό και της αρχιτεκτονικής μπαρόκ. Η Βούλγαροι αποκαλούν το Ρούσε «Μικρή Βιέννη». Θεωρούν πως έχει έντονο αστικό χαρακτήρα, ήταν λιμάνι που έδινε στη Βουλγαρία πρόσβαση στη Δύση, λόγου Δούναβη, κάτι σαν την Αγία Πετρούπολη, για τους Ρώσους. Το Ρούσε είναι η πόλη με τις πρωτιές: Η πρώτη σιδηροδρομική γραμμή στη Βουλγαρία, συνδέει το Ρούσε με την Βάρνα, εδώ ιδρύεται και η πρώτη ιδιωτική τράπεζα. Όλα αυτά συμβαίνουν το δεύτερο ήμισυ του δέκατο ένατου αιώνα. Υπάρχουν πολλοί θρύλοι για την ονομασία της πόλης. Κάποιοι λένε πως προέρχεται από την λέξη «ρουσαλίοι» –παγανιστικό φεστιβάλ της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Άλλοι το συνδέουν με το όνομα της γυναίκας που είχε ιδρύσει την πόλη –την Ρούσα.

Οι κάτοικοι της πόλης έχουν διαφορετική νοοτροπία και συμπεριφορά. Είναι αστοί, που κατανοούν την αξία της τέχνης –να απογειώνει, το αντίθετο δηλαδή που παρέχει η δυτική αμερικάνικη κουλτούρα (κουλτούρα που εγώ αποκαλώ η Μη αγία τριάδα των ποπ, πορνό και ποπ κορν). Θεωρώ πως το Ρούσε θα ήταν η μοναδική πόλη όπου τα McDonald’s θα κλείνανε. Οι κάτοικοί δεν είναι ο τύπος των ανθρώπων που θα πηγαίνανε στα McDonald’s για φαγητό, έχουν τα δικά τους καφέ και εστιατόρια, με στιλ, και κανονικές τιμές. Αυτά τα μαγαζιά είναι στους κεντρικούς δρόμους και πλατείες της πόλης και οι κάτοικοι του Ρούσε αγαπάνε να τα επισκέπτονται, να τρώνε και να συζητάνε.

Η Γιάννα με αφήνει μπροστά από το ξενοδοχείο «Σπλέντιντ», όπου ο Σύλλογος «Κανέττι» μου είχε κάνει κράτηση. Η γυναίκα στη ρεσεψιόν δεν μιλάει αγγλικά. Της λέω: «Γεια σας» (στα βουλγάρικα) και μου απαντάει. Παίρνω το κλειδί και πηγαίνω στο δωμάτιο μου στον τρίτο όροφο. Το ασανσέρ του ξενοδοχείου έχει την ταχύτερη αντίδραση στον κόσμο των ασανσέρ. Μόλις αγγίζω το πλήκτρο –ξεκινά. Την πρώτη φορά σοκάρομαι, μετά το συνηθίζω. Αφήνω τα πράγματά μου στο δωμάτιο για να γευματίσουμε με την Γιάννα και τον γιο της σε εστιατόριο, κοντά στα στο ξενοδοχείο. Βρίσκεται στην κεντρική πλατεία της πόλης –«Ελευθερία». Στο κέντρο της δεσπόζει το Άγαλμα της Ελευθερίας –σύμβολο της πόλης, έργο Ιταλού αρχιτέκτονα από την αρχή του 20του αιώνα.

Υπάρχουν αρκετά καφέ και εστιατόρια γύρω από την πλατεία «Ελευθερία». Εκεί είναι και τα γραφεία του συλλόγου «Κανέττι» –στην αυστριακή βιβλιοθήκη, όπου την επομένη θα μιλήσω για «Την γραφή σαν μετάφραση: λογοτεχνικός κομμουνισμός». Να χρησιμοποιείς τον όρο «κομμουνισμός» στη Βουλγαρία μπορεί να είναι επικίνδυνο για την ζωή σου, ειδικά στην πόλη Ρούσε, με τον τόσο αστικό χαρακτήρα της. Στην παρέα μας θα προστεθούν η Πένκα Άγγελοβα –Πρόεδρος του συλλόγου «Κανέττι», μαζί με το νεαρό βοηθό της Βίκτωρ. Ο Βίκτωρ είναι ο διερμηνέας της για την αγγλική γλώσσα και πιστεύει στην λατρεία της Αγίας Κόκα κόλας. Η Άγγελοβα είναι καθηγήτρια γερμανικής λογοτεχνίας και δεν μιλάει αγγλικά. Έχω την εντύπωση πως στο Ρούσε οι άνθρωποι ούτε καν ενδιαφέρονται για την γλώσσα των ΗΠΑ. Προτιμάνε η ξένη γλώσσα που κατέχουν να είναι τα γαλλικά ή τα γερμανικά. Η Άγγελοβα είναι γυναίκα σχεδόν στα 60. Είναι ντελικάτη και με φινέτσα. Το χτένισμά της είναι αγορίστικο. Γνωρίζει πολύ καλά τη λογοτεχνία και την φιλοσοφία. Είναι εκλεπτυσμένη. Γελάει. Σίγουρα είναι πιο δυναμική και γεμάτη ζωή από τους τριαντάχρονους επισκέπτες των McDonald’s και από τους νεαρούς που πιστεύουν στην αμερικάνικη θρησκεία της Αγίας Κόκα κόλα. Από αυτήν την άποψη η Άγγελοβα είναι πεισματάρα αθεΐστρια. Δεν την έχω δει να «φιλάει» φιάλη με κόκα κόλα. Πίνει μπύρα και καπνίζει τσιγάρο στο τσιγάρο.

Σύντομα στο τραπέζι μας έρχεται κι ένας νεαρός φίλος στον οποίο οφείλω την παρουσία μου στο Ρούσε, γιατί αυτός με έχει προτείνει. Είναι ο Βλαντιμήρ, δημοσιογράφος, που έχει σπουδάσει Ιρανική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Σόφιας και που κάπως μιλάει τα περσικά. Σαν φοιτητής είχε ταξιδέψει στο Ιράν κι έχει αφιερώσει τις δυνάμεις του στην φιλία μεταξύ των λαών μας. Διατηρεί site στα βουλγάρικα, στα ρουμανικά και στα αγγλικά. Σκέφτεται κάποια μέρα να προσθέσει στο blog του και την περσική γλώσσα.

Γευματίζουμε και αποχαιρετάμε την Γιάννα και τον γιο της, που ξεκινάνε για το Βουκουρέστι. Μεθαυρίο στις 15 Αυγούστου θα επιστρέψουν για να με πάρουν και να γυρίσουμε μαζί στη Σόφια. Αφού με την Άγγελοβα, συζητάμε για την αυριανή παρουσίαση επιστρέφω στο ξενοδοχείο, ξυρίζομαι και παίρνω ντους. Μετά, με τον Βλαντιμήρ πηγαίνουμε στην πλατεία «Ελευθερίας». Μου έχει προτείνει να μου δείξει την πόλη και να είναι ο ξεναγός μου κατά τη διάρκεια της παραμονής μου στο Ρούσε.

Δεν έχω πιει τσάι από το πρωί. Βρίσκομαι στα όρια να πάθω φρικτό πονοκέφαλο. Το τσάι είναι ένα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Ιρανοί στο εξωτερικό. Ούτε το κατανοούμε πόσο εξαρτώμενοι είμαστε από το τσάι. Ο καφές κι άλλα παρόμοια, δεν μας βοηθάνε καθόλου. Παρακάλεσα τον Βλαντιμήρ να με πάει σε καφενείο, όπου θα μπορούσα να πιω τσάι. Μπαίνουμε σε ένα τέτοιο μαγαζί, που είναι ζεστό, ωραίο κι άνετο σαν όλα τα καφέ που είδα στη Βουλγαρία. Στην ουσία δεν είναι καφέ μα μεχανά[4]. Η λέξη «μεχανά» προέρχεται από την περσική «μεϊχανέ», που σημαίνει ταβέρνα. Παραγγέλνω τσάι. Ο σερβιτόρος μου λέει πως δεν ξέρει αν έχουν. Φεύγει κι επιστρέφει σε δέκα λεπτά. Νομίζω πως στα σκουπίδια βρήκε κάποιο από τα φρικτά φακελάκια τσάι, το έβαλε σε ζεστό νερό και μου το έφερε. Ούτε καν μπορώ να το γευτώ. Έχει οποιαδήποτε άλλη γεύση, μα όχι τσαγιού. Το χρώμα του μοιάζει με τα ούρα ανθρώπου, που πριν από μια ώρα έχει πιει δυο τρία κύπελλα τσάι …

Φλέγομαι από την επιθυμία να δω τον Δούναβη. Στο μυαλό μου είναι ο συνειρμός με το βαλς «Ο ωραίος, γαλάζιος Δούναβης» Αν και πια είναι αργά το βράδυ πηγαίνουμε στον Δούναβη. Σπανίως κάποιος παίρνει ταξί στο Ρούσε. Δεν υπάρχουν πολλά αυτοκίνητα. Οι περισσότεροι άνθρωποί, μετακινούνται πεζή. Δυσκολεύομαι να πιστέψω πως υπάρχει μια τόσο εντυπωσιακή, σύγχρονη πόλη, γεμάτη με μεγαλοπρεπή κτίρια, βιβλιοθήκες, θέατρα, μουσεία, αξιοσημείωτα εστιατόρια και καφενεία, που είναι χωρίς ταξί κι αυτοκίνητα, χωρίς MacDonald’s και KFC. Δεν μπορώ να πιστέψω πως εδώ, πριν ένα χρόνο δολοφονήθηκε δημοσιογράφος –η Βικτώρια Μαρίνοβα. Κάποιοι λένε πως ο φόνος της σχετίζεται με αποκαλύψεις για διαφθορά με κονδύλια της ΕΕ, άλλοι πάλι το συνδέουν με την εκτεταμένη βία κατά των γυναικών. Πριν από τον θάνατό της, η Βικτώρια Μαρίνοβα είχε εμφανιστεί στην τηλεόραση και λίγο μετά βρέθηκε στο πάρκο νεκρή. Την είχαν δολοφονήσει, μετά από άγριο βιασμό.

Το Ρούσε είναι γνωστό ακόμη και για τα κουνούπια του –ίσως λόγω της γειτνίασης με τον ποταμό Δούναβη και της υγρασίας. Είναι γεμάτο κουνούπια, που είναι δυνατά σαν μέλισσες και τσιμπάνε. Βέβαια είμαι τυχερός, μου φέρονται φιλόξενα και δεν έχουν κάτι με τους ξένους. Τους βγάζω το καπέλο!

Ώρες, ώρες μιλάμε με τον Βλαντιμήρ στα περσικά. Όταν κουραστεί, το γυρνάμε στα αγγλικά . Γνωρίζει καλά και αγαπάει το Ιράν. Έχω εντυπωσιαστεί από τη φιλομάθειά του για την χώρα. Χωρίς τον Βλαντιμήρ, δεν θα μπορούσα να δω το Ρούσε: είναι ο σοσιαλιστής άγγελος μου στην πόλη. Πέρα από την πρώτη εντύπωση που δημιουργεί είναι αρκετά απαισιόδοξος. Βλέπει τα πάντα με έντονα επικριτική ματιά. Ταυτόχρονα είναι ανοιχτός, φιλικός και γλυκός.

Όταν φτάνουμε στον Δούναβη, έχει πια νυχτώσει. Ονειροπολώ να δω το φάντασμα του ποταμιού, από την λεωφόρο «Πριντούναβσκι», που περνάει πάνω από την προβλήτα, τις νεράιδες που βγαίνουν ξαφνικά από τον Δούναβη, με φλάουτα και κοχύλια στα χέρια, και να ακούσω τα βιολιά που παίζουν τα βαλς του Γιόχαν Στράους. Οι νεράιδες εμφανίζονται μέσα από τα γαλανά νερά και ψιθυρίζουν: Die Nixen auf dem Grund, /die gebens flüsternd kund.[5]

Περπατάμε στη λεωφόρο «Πριντούναβσκι». Στην κοντινή μπιραρία τρώμε ψάρι και πίνουμε μπύρα. Πηγαίνουμε στο παλιό κέντρο της πόλης στην πλατεία «Αλεξάντερ Μπάτεμπεργκ»[6]. Η πλατεία είναι μεγάλη κι όμορφη. Γύρω της υπάρχουν κτίρια σε στυλ μπαρόκ, όπως το τοπικό ιστορικό μουσείο ή η βιβλιοθήκη «Λιούμπεν Καραβέλοφ»[7] Η οδός «Αλεξάντροφσκα» είναι από τις πιο όμορφες της πόλης και είναι θαυμάσιο μέρος για βόλτα. Συνδέει το παλιό, με το σύγχρονο κέντρο. Το κτίριο της πρώτης ιδιωτικής τράπεζας επίσης βρίσκεται στην οδό «Αλεξάντροφσκα» –Γκιρντάπ. Η ίδια λέξη στα περσικά σημαίνει «ρουφήχτρα, δίνη στο νερό». Είναι λευκό τριώροφο κτίριο με ρολόι στην κορυφή. Η πλατεία «Ελευθερίας» είναι πιο ζωντανή και πιο κατοικημένη, ενώ η πλατεία «Μπάτενμπεργκ» πιο άνετη και ήσυχη.

Γύρω στα μεσάνυχτα περπατάμε και συζητάμε με τον Βλαντιμήρ στα περσικά. Πίσω μας ζευγάρι –κορίτσι κι αγόρι μας ρωτάνε: «Τι γλώσσα μιλάτε; Είναι τόσο ωραία». Απαντάω: «Περσική.»

Στην πλατεία, στο παλιό κέντρο αποχαιρετώ τον Βλαντιμήρ και από την οδό «Αλεξάντροφσκα» επιστρέφω στην πλατεία «Ελευθερίας», βυθισμένος στο όνειρό μου για το Ρούσε.

Στην πλατεία «Ελευθερίας» τα καφέ είναι ανοιχτά μέχρι τις 11μμ και τώρα είναι μετά τα μεσάνυχτα. Είμαι σχεδόν μόνος. Η πλατεία είναι άδεια. Δίπλα είναι το εντυπωσιακό με την αρχιτεκτονική του, κτίριο του θεάτρου. Κάθομαι και καπνίζω τσιγάρο. Δεν θέλω να αφήσω αυτήν την ομορφιά για να γυρίσω στο ξενοδοχείο. Το Ρούσε για μένα λειτουργεί σαν περίεργο ναρκωτικό, με κάνει να ονειροπολώ και με φέρνει σε έκσταση.

Κάποια λεπτά, κοιτάζω το άγαλμα της Ελευθερίας. Μοιάζει με γυναίκα πάνω σε πυλώνα που κρατάει σπαθί. Στην βάση του πυλώνα, δίπλα σε ένα κανόνι, βρυχούνται δυο λεοντές. Η Ελευθερία αποκτάται μόνο με κανόνια και σπαθιά.

Μάλλον αυτό είναι το μήνυμα. Οι Βούλγαροι το αντιλαμβάνονται καλύτερα από κάθε άλλον. Για πολλά χρόνια αγωνίζονταν για τη λευτεριά τους εναντίον των Οθωμανών, του φασισμού και του σταλινισμού. Πρέπει να πέσω για ύπνο για να μπορέσω το πρωί να ξαναδώ τον Βλαντιμήρ και να συνεχίσουμε μαζί την περιήγηση της πόλης – πόλη με αγάλματα και έξοχα κτίρια.

Ο Φαρίντ Γκαντάμι μπροστά στην προτομή του Κανέττι

Ο Farid Ghadami (1985) είναι ιρανός συγγραφέας, κριτικός, λέκτορας πανεπιστημίου και μεταφραστής λογοτεχνίας από τα Αγγλικά στα Περσικά. Στο Ιράν είναι πιο γνωστός για τα χιουμοριστικά και κριτικά μυθιστορήματά του, καθώς και για τις μεταφράσεις ξένων συγγραφέων. Είναι ο πρώτος μεταφραστής της Οδύσσειας του Τζέιμς Τζόις. Έχει μεταφράσει στα περσικά το Γυμνό Γεύμα του Γουίλιαμ Μπάροουζ, το Howl του Allen Ginsberg, και τα Οι αλήτες της Ντάρμα και Big Sur του Jack Kerouac. Μέχρι τώρα, έχει γράψει πέντε μυθιστορήματα και πέντε λογοτεχνικές κριτικές και έχει πάνω από 35 μεταφράσεις, μεταξύ άλλων των Walt Whitman, Henry Miller, D.H. Lawrence, Anais Nin, Arthur Rimbaud, Mahmoud Darwish, William Butler Yeats, Ossip Mandelshtam, Antonin Artaud και James Joyce. Συγγράμματά του επίσης, περιλαμβανομένων των Ανώτερων Μαθηματικών, διδάσκονται σε σημαντικά πανεπιστήμια του Ιράν.

***

[1] Η Ρούσε (Русе) είναι η πέμπτη μεγαλύτερη πόλη της Βουλγαρίας. Βρίσκεται βορειοανατολικά, στη δεξιά όχθη του Δούναβη, σε απόσταση 300 χλμ. από την Σόφια. Είναι το σημαντικότερο ποτάμιο λιμάνι της Βουλγαρίας. Ονομαστό τουριστικό θέρετρο έχει το προσωνύμιο «Μικρή Βιέννη». Συνδέεται με την απέναντι Ρουμανική πόλη Τζιούρτζιου μέσω της ομώνυμης Γέφυρας Φιλίας που μοιράζεται μεταξύ των δύο χωρών πάνω από τον ποταμό Δούναβη. Το Ρούσε είναι αδελφοποιημένη πόλη με τον Δήμο Περιστερίου.

[2] Ελίας Κανέττι, Νόμπελ Λογοτεχνίας 1981, γερμανόφωνος συγγραφέας εβραϊκής, σεφαραδίστικης καταγωγής, γεννημένος στην πόλη Ρούσε της Βουλγαρίας το 1905.

[3] Banica λένε στα βουλγάρικα την τυρόπιτα και γενικά όλες τις πίτες.

[4] Μεχανά: ταβέρνα.

[5] «Οι νεράιδες βγαίνουν στην επιφάνεια και ψιθυρίζουν…» Από τους στίχους του Franz von Gernerth πάνω στη μελωδία του Γιόχαν Στράους, του γνωστού βαλς «Ο ωραίος γαλάζιος Δούναβης».

[6] Ο πρώτος μετά την απελευθέρωση της Βουλγαρίας από τους Τούρκους, ηγεμόνας της χώρας. Είχε τον τίτλο «κνιαζ» = πρίγκιπας και ήταν ρωσικής καταγωγής.

[7] Αναγεννησιακός Βούλγαρος συγγραφέας.