Κριτική
Παναγιώτης Νικολαΐδης | Νεότροπα χαϊκού χωρίς διέξοδο
Πέντε οι καλαίσθητες εκδοτικά συλλογές χαϊκού που έχουν κυκλοφορήσει από το 2009 μέχρι το 2014 από τον Μανδραγόρα, γεγονός που αποκαλύπτει τόσο τη μεγάλη απήχηση του ιαπωνέζικου, επιγραμματικού είδους στην Ελλάδα και τη συνεπακόλουθη αισθητική αναζήτηση γύρω από αυτό όσο και την αισθητική γοητεία που ασκεί το συγκεκριμένο, επιγραμματικό είδος στον εκδότη Κώστα Κρεμμύδα. Όπως και να έχουν τα πράγματα, οι δύο ποιητικές συλλογές που θα παρουσιαστούν σύντομα εδώ, πέρα από την αυστηρή, μορφολογική δέσμευση των 17 συλλαβών ανά τρίστιχο ποίημα (5-7-5 συλλαβές), η οποία και αιτιολογεί την αδιαμφισβήτητη επίδραση και γραμματολογική διασύνδεση με το είδος του χαϊκού, καταδεικνύουν ενδιαφέρουσες ανατροπές, γόνιμους νεωτερισμούς αφενός στη πολύ συγκεκριμένη μορφή και αφετέρου στην κλασική, φυσιοκρατική θεματική του είδους.
Η συλλογή της Τζένης Φουντέα-Σκλαβούνου Γάλα σε σκόνη, 44 χαϊκού με υστερόγραφο, (Μανδραγόρας 2013), ανατρέπει το χαϊκού διττά∙ και μορφολογικά και θεματικά. Όπως δηλώνει και ο πρωτότυπος υπότιτλος της συλλογής, η αυστηρή στιχουργική μορφή του είδους εμπλουτίζεται μορφολογικά με ένα καταληκτικό υστερόγραφο, το οποίο φωτίζει ενίοτε δραματικά, ενίοτε ειρωνικά και σαρκαστικά το ποίημα προσδίδοντας είτε στοχαστικό και συναισθηματικό βάθος είτε κλιμάκωση στην ανάγνωση. Θεματικά, τα ποιήματα της συλλογής καινοτομούν, καθώς η δεσπόζουσα για το είδος θεματική της φύσης ανατρέπεται, και για τούτο χαρακτηρίζονται εύστοχα από τον εκδότη στην εισαγωγή της συλλογής ως «χαϊκού- ποιήματα εσωτερικού χώρου» (σ. 7).
Πιο συγκεκριμένα η συλλογή χωρίζεται σε τρεις ενότητες: «Εμείς», «Εσύ», «Εγώ» καταδεικνύοντας τον δραματικό αγώνα αυτοπροσδιορισμού και ενηλικίωσης του ποιητικού υποκειμένου μπρος τα πρόσωπα που διαδοχικά το ακρωτηριάζουν. Η αφαιρετική και επώδυνη για το ποιητικό υποκείμενο πορεία εκκινεί στο πρώτο μέρος της συλλογής «Εμείς» με την ανάδειξη μιας αποτυχημένης κοινωνικά συλλογικής ταυτότητας σε μια μεγαλούπολη όπου κυριαρχεί ο γκρίζος ζόφος της καθημερινότητας και η αδυσώπητη μοναξιά. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ο σύγχρονος πολιτισμός καταγγέλλεται ποιητικά όχι μόνο ως όργανο βίας και κυριαρχίας, αλλά κυρίως ως μέσο ακύρωσης της ανθρώπινης ετερότητας και εξομοίωσης των συνειδήσεων μέσα στην έρημο της ισοπεδωτικής καθημερινότητας και το έλος της συνήθειας.
Στο δεύτερο μέρος της συλλογής «Εσύ», ακόμα και ο έρωτας ή η καταβύθιση μέσω της μνήμης στην ερωτική εμπειρία δεν δύναται να φέρει τη λύτρωση, ούτε καν προσωρινά, καθώς ο έρωτας καταδεικνύεται μία ψευδαίσθηση, εξίσου τραυματική με το ισοπεδωτικό παρόν. Ο εφιάλτης διαχέεται από το ενήλικο παρόν στη παιδική μνήμη, από την ερωτική αναζήτηση στην απώλεια και το τραύμα. Με αυτό τον τρόπο ο ονειρικός και πραγματικός κόσμος συναιρούνται αποκλείοντας κάθε διέξοδο διαφυγής, εφόσον κάθε διέξοδος αποδεικνύεται ατελέσφορη για την ύπαρξη. Το ποιητικό υποκείμενο καταλήγει θρηνητικά για να καταδείξει πως ό,τι έχει αξία τελικά είναι η ζωή η ίδια, την οποία κανείς όμως δεν ελέγχει.
Στο τρίτο μέρος της συλλογής «Εγώ», μέσα από τη βυθοσκόπηση της αυστηρά ιδιωτικής περιοχής του ποιητικού προσώπου, όπου κυριαρχούν η αίσθηση της μόνωσης και η διάψευση του έρωτα, η ψευδαίσθηση της συντροφικότητας και ο εκπεσμός της αγάπης, αποδεικνύεται και πάλι ότι ούτε η ποθητή συλλογικότητα, ούτε ο έρωτας λειτουργούν λυτρωτικά, αλλά αντίθετα επιβεβαιώνουν τη ματαιότητα και τη μοναξιά. Σε αυτή την ανούσια, εφιαλτική ζωή όλα κινούνται σε μια τραγική εσωστρέφεια. Πίσω από το λαμπερό λούστρο της επιφάνειας η ποιήτρια αποκαλύπτει το τέλμα, τη σήψη και την κενότητα μιας τραυματισμένης ύπαρξης, την οποία επιστεγάζει ο πνευματικός και σωματικός θάνατος.
Ευδιάκριτο το στοιχείο του κοινωνικού προβληματισμού και στην ποιητική συλλογή του Χάρη Μελιτά Άρωμα σκουριάς (Μανδραγόρας 2014), η οποία ήδη από τον τίτλο προειδοποιεί τον υποψιασμένο αναγνώστη ότι εμβαθύνει στο θέμα της ρημαγμένης και αλλοτριωμένης πατρίδας, αποκλίνοντας και αυτός από τη δεσπόζουσα, για το είδος του χαϊκού, θεματική της φύσης. Η προβολή, πάντως, του αρνητικού ψυχισμού, της αμφισβήτησης των πάσης φύσεως αξιών και αξιωμάτων και της σύγχρονης εθνικής, κοινωνικοπολιτικής, ηθικής και πολιτισμικής έκπτωσης και εξαθλίωσης δεν αφορούν μόνο την συμβολική ή υπαινικτική ή και άμεση έκφραση της δυσθυμίας-ασφυξίας, αλλά οδηγούν στη δραστική ποιητικά μετάπλαση αυτής της δυσθυμίας-ασφυξίας σε βαθύτερο ανθρώπινο βίωμα. Το γεγονός αυτό επεξέτεινε τον απομυθοποιητικό πληθυντικό και στα άλλα σύμβολα της συλλογής.
Έχουμε μια ποίηση, επομένως, που η Ελλάδα αποτελεί τον σκηνικό χώρο ενός κόσμου ανερμάτιστου με διαβρωμένο τον κοινωνικό ιστό, βυθισμένου στην πνευματική στειρότητα. Η ανηθικότητα και η διαφθορά του πολιτικού και πνευματικού μας βίου, ο καιροσκοπισμός, το παράλογο, η προγονοπληξία και ο ανεδαφικός ιδεαλισμός εντοπίζονται διάσπαρτα στη συλλογή και μεταπλάθονται ποιητικά σε σπαραγμό συνοδευόμενο από πικρή στοχαστικότητα και γλυκόπικρο χιούμορ. Η ψυχολογική εσωστρέφεια όχι μόνο δεν αποκλείει τη θεώρηση του κοινωνικού και ιστορικού χώρου, αλλά δημιουργεί τις προϋποθέσεις μιας διαφορετικής, ανατρεπτικής όρασής του. Ο ποιητής αναζητά την κρυμμένη αλήθεια, το νόημα που είναι θαμμένο, το βαθύτερο ηθικό σχήμα μιας σωστής ιεράρχησης των αξιών (όπου το πνεύμα θα καθορίζει την ύλη κι όχι ανάποδα).
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ερμηνείας ο λειτουργικός τίτλος Άρωμα σκουριάς καθίσταται σημαντικό ερμηνευτικό κλειδί για την ανάγνωση ολόκληρης της συλλογής. Και αυτό γιατί οι δεσπόζουσες έννοιες της σκουριάς, της στασιμότητας και του τέλματος ανατρέπουν πολύτροπα την αρχέτυπη έννοια του ταξιδιού, η οποία ταυτίζεται με την αναζήτηση μιας άλλης, αυθεντικής ποιότητας ζωής. Ο οξύς βιωματικός πυρήνας του βιβλίου, το γεγονός ότι στην ψυχοσυναισθηματική πηγή του βρίσκεται ο καημός, η απογοήτευση και η αγανάκτηση δεν οδηγούν με κανένα τρόπο στην απόλυτη άρνηση, αλλά στο χιούμορ, την ειρωνεία και τον σαρκασμό. Συμπληρωματικά, η επιγραμματική στιχουργική φόρμα σε συνδυασμό με μια λογική και κριτική διάθεση που βρίσκεται συνεχώς σε εγρήγορση δεν αφήνουν περιθώρια για λυρικότροπες και ανεξέλεγκτες συναισθηματικές διαχύσεις. Τα αισθητικά άρτια χαϊκού του Χάρη Μελιτά καθρεφτίζουν πτυχές της προφανούς ή της υπόγειας καθημερινότητας, όπως την αντιλαμβάνεται και, μάλλον τραυματικά, την εισπράττει το ανήσυχο πνεύμα και ο ευάλωτος ψυχισμός του ποιητικού υποκειμένου.
Παναγιώτης Νικολαΐδης
ποιητής-φιλόλογος
Share this Post