Χλόη Κουτσουμπέλη, Ταχυδρομική θυρίδα: Κιβωτός * Κριτική

In Κριτική by mandragoras

 

Πρόκειται για το καινούργιο δημιούργημα της Χλόης Κουτσουμπέλη από τις εκδόσεις «Θίνες» Όπως και πριν από δέκα χρόνια η συγγραφέας επανέρχεται και πάλι στην ίδια θεματολογία του «Ιερού δοχείου» από τον ίδιο εκδοτικό οίκο. Τότε το βιβλίο είχε γίνει και θεατρική παράσταση. Όπως αναφέρει η ίδια σε μια συνέντευξή της στην Μαρία Παπαδημητρίου – Σαμοθράκη: «Δεν είναι η συνέχεια του Ιερού Δοχείου, είναι η εμβάθυνση, η διεύρυνση και η διαπλάτυνση του θέματος ώστε η καταγγελία της κακοποίησης να μετατραπεί σε ένα μήνυμα αισιοδοξίας και ελπίδας για το μέλλον του γυναικείου φύλου» 

Σε άλλο σημείο στην ίδια συνέντευξη αναφέρει: «Δέκα χρόνια μετά όμως ένιωσα ότι έπρεπε με κάποιο τρόπο να δικαιώσω τη Σιγκάλ αλλά και την Εμζάρα, τη γυναίκα του Νώε που αυτός άφησε να πνιγεί πάνω σε ένα δέντρο γιατί δεν μπορούσε πια να τεκνοποιήσει, και να του χαρίσει τον διάδοχο στον Νέο Κόσμο, σκοπό που θα εκπλήρωνε η νέα γυναίκα που θα έπαιρνε μαζί του στην Κιβωτό.»

Και πάλι η μορφή της αφήγησης είναι επιστολογραφική, με γράμματα της επιλεγμένης από τον Νώε, αντικαταστάτριας –την Σιγκάλ, προς την παρατημένη σύζυγο του πατριάρχη –την Εμζάρα.

Είναι περίπου ασυνήθιστο η καινούργια εκλεκτή να επικοινωνεί με την παλιά, της οποίας την θέση έχει καταλάβει. Συνήθως δεν δημιουργούνται φιλικοί δεσμοί μεταξύ της νεοφερμένης και της εκθρονισμένης νόμιμης συζύγου, εκτός κι αν πρόκειται για κοινή συνομωσία εναντίων του άντρα αφέντη. Εδώ, δεν υπάρχει ανταγωνισμός, μια που όλα γίνονται παρά την θέληση των δύο γυναικών, που και οι δύο είναι θύματα της πατριαρχικής εξουσίας. Η συγγραφέας δεν αποσκοπεί μόνο να καταγγείλει τη δύνη θέση στην οποία βρίσκονται οι γυναίκες, λόγω της ανδροκρατίας, στοχεύει πιο μακριά, την απασχολεί η ίδια η εξουσία, που στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι και θεοκρατική. Με τον «θεοφοβούμενο» και «δίκαιο» Νώε, επικοινωνεί ο ίδιος ο Δημιουργός και όλα όσα συμβαίνουν, η τάξη που επικρατεί, είναι δικής τους έμπνευσης κι εντολής. Τουλάχιστον έτσι τα παρουσιάζει ο πατριάρχης στο ποίμνιό του.

Και σ’ αυτή τη Νουβέλα, όπως και στο Ιερό δοχείο υπάρχει εξέλιξη στο πως βλέπει η μια γυναίκα την άλλη. Στην πρώτη επιστολή η προσφώνηση είναι: «Χαίρε Εμζάρα, γυναίκα του Νώε, κόρη της Ρακεέλ και του Μαθουσάλ». Μετά περνάει στο σκέτο «Εμζάρα», συνεχίζει με το: «Αγαπητή Εμζάρα» και στην τελευταία επιστολή την ονομάζει: «Αγαπημένη μου αδελφή και μάνα Εμζάρα». Πρόκειται για τέσσερεις επιστολές και δυο συνέχειες που είναι γραμμένες σαν ημερολόγιο. Στο τέλος κάθε επιστολής, η Σιγκάλ υπογράφει – στην αρχή διστακτικά ως: «Η καινούργια μικρή αδερφή σου», μετά το συναίσθημα είναι πιο εκδηλωτικό: «Σε φιλώ πολύ η καινούργια μικρή αδερφή σου», ενώ στις ημερολογιακές συνέχειες – απλά: «σε φιλώ Σιγκάλ». Πρόκειται για γράμματα, που μάλλον ποτέ δεν θα φτάσουν στον παραλήπτη κι όμως η αλληλογραφία συνεχίζεται, όχι μόνο για να καταγράψει τα γεγονότα και τα συναισθήματα της στιγμής, μα για να μείνουν σαν παρακαταθήκη για το μέλλον.

Στο πρόσφατο βιβλίο υπάρχουν πια κι επιστολές από την άλλη πλευρά κι αυτό είναι το ενδιαφέρον, και το καινούργιο στοιχείο της πλοκής. Απευθύνονται όμως, όχι σαν απάντηση στην καινούργια σύζυγο, μα στον αγαπημένο της γιο, τον Ιάφεθ. Και οι δύο γυναίκες έχουν επιλέξει να χαρίσουν την προσοχή, την αγάπη και την στοργή τους στον ίδιο άντρα –η μία ως μητέρα, η άλλη ως ερωμένη και μελλοντική μάνα του παιδιού του. Και πάλι δεν πρόκειται για τον συνηθισμένο ανταγωνισμό πεθεράς/νύφης, όπου διεκδικούν τον ίδιο άντρα, όχι τόσο σαν αντικείμενο των συναισθημάτων τους, μα σαν εργαλείο επιβολής και κοινωνικής καταξίωσης, σαν τρόπο πραγματοποίησης τον σκοπών τους, άλλωστε αυτό το πρότυπο σχέσεων δεν το έχουν επιλέξει οι γυναίκες, μα το έχει επιβάλει τεχνητά, ως μέσω διαίρεσης των «υποδουλωμένων πληθυσμών» η πατριαρχική κοινωνία. Οι απλές αντιπάθειες υποδαυλίζονται, μεγαλοποιούνται, και γίνονται ανταγωνισμοί, για το ποια θα είναι το κυρίαρχο θηλυκό!!! (πάντα σε δεύτερη θέση, στη σκιά του άντρα αφέντη) όπου η μία γυναίκα εμφανίζεται δεσμοφύλακας και βασανιστής της άλλης. Και κάτι ακόμη, ο Ιάφεθ, το αντικείμενο της αγάπης των δύο γυναικών, δεν είναι εικόνα και ομοίωμα του πατέρα του – του Νώε. Δεν είναι σκληρός, εκμεταλλευτής κι εγωιστής, κάθε άλλο τον βλέπουμε τρυφερό, ευάλωτό, με κατανόηση και συμπάθεια προς τους αδύναμους. Γι’ αυτό κι ο συμβολισμός, πως αυτόν τελικά, θα επιλέξει για να τεκνοποιήσει η Σιγκάλ για να φέρει τον καινούργιο άνθρωπο, στον Νέο κόσμο.

Κι οι επιστολές, της Εμζάρας μάλλον δεν θα φτάσουν στον προορισμό τους. Κι ενώ η Σιγκάλ αφηγείται την πλεύση της Κιβωτού, η Εμζάρα μας αποκαλύπτει μια άλλη συναρπαστική ιστορία –αυτή της Ιερής σπηλιάς, που ξεκλειδώνει με την τρίγωνη πέτρα στην κορυφή. Μέσα βρίσκονται τέσσερις ιέρειες της απαγορευμένης, από την ανδροκρατούμενη κοινωνία, Μεγάλης Θεάς, που μαζί με την Εμζάρα θα γίνουν πέντε –όσες είναι οι αισθήσεις. Η συγγραφέας αναφέρει: «Δεν ξέρω αν εγώ ανακάλυψα τη σπηλιά ή αυτή εμένα» Και βέβαια πρόκειται για αλληγορική παρομοίωση του αιδοίου, με την κλειτορίδα, μια που η Εμζάρα την ανακαλύπτει λίγο πριν την πρώτη της έμμηνο ρύση. Οι πέντε επιστολές της Εμζάρας δίνουν άλλη διάσταση στην όλη ιστορία. Μαθαίνουμε πως πριν ο Θεός ανακοινώσει στον Νώε το σχέδιο του για τον κατακλυσμό, μία από τις ιέρειες της Μεγάλης Θεάς, το είχε προβλέψει. Οι αποκλεισμένες από την κιβωτό γυναίκες αρχίζουν να μαζεύουν προμήθειες για να μπορούν να επιβιώσουν. Μάλιστα, ανακαλύπτουν μια υπόγεια διαδρομή που ακολουθώντας την, μέσα από τις σπηλιές θα τις βγάλει ξανά στον πάνω κόσμο, περίπου στο σημείο που θα αράξει και η Κιβωτός. Έτσι έχουμε μια δεύτερη παράλληλη πλοκή, μια δεύτερη παράλληλη γυναικεία πορεία για την διάσωση του ανθρώπινου γένους, πορεία, που έχει εμπνεύσει η Μεγάλη Θεά. Οι πέντε ιέρειες θα ακολουθήσουν τις νυχτερίδες, που δείχνουν τον δρόμο. Θα διασωθούν κι αρκετά ζωικά είδη που έχουν βρει καταφύγιο στην σπηλιά, και προσπαθούν κι αυτά να βγούνε στο φως. Στην ουσία ανταγωνίζονται ο «γεμάτος μίσος και χολή ανδρικός Θεός» που είναι και «Σκληρός και βλοσυρός» με την Μητέρα Θεά που είναι «Στρογγυλή. Μαλακή. Υπομονετική. Γεμάτη αγάπη και συγχώρεση.» Από το ποιος από τους δύο θα επικρατήσει, θα εξαρτηθεί ποιος θα είναι ο κληρονόμος αυτού του Νέου κόσμου, όπως και πως θα διαμορφωθεί η καινούργια πραγματικότητα.

 Όπως και στο προηγούμενο βιβλίο της, στην «Ιερεμιάδα», η μεγάλη συμφορά –εκεί η πανδημία, εδώ ο κατακλυσμός, θα γίνει και μια ευκαιρία για να αναστηθεί, μέσα από τα συντρίμμια του παλαιού, ο καινούργιος κόσμος, που παρουσιάζεται αλληγορικά με την γέννηση ενός παιδιού.

Η Χλόη Κουτσουμπέλη δημιουργεί μια παράλληλη οικουμένη, περνάει μέσα από μια νέα θεογονία και κοσμογονία που αρχίζει από την Μεγάλη Θεά. Σκοπός της δεν είναι ο ανταγωνισμός και η καταστροφή του «αντιπάλου» –του αρσενικού γένους, Θεού και κόσμου, μα η βελτίωση, η εδραίωση της αρμονίας, που βασικό της στοιχείο είναι η αγάπη. Στο φινάλε, η αδερφή προφήτισσα η Μπαλαάτ, εξηγεί στην παρατημένη γυναίκα του Νώε για την αντικαταστάτρια Σιγκάλ: «Είναι αδελφή μας, Εμζάρα! Θύμα του Νώε κι αυτή.» και λίγο μετά εμπνευσμένα θα προφητεύσει: «Η Θεά θα μεταλαμπαδεύσει σ αυτήν την χάρη της!» Σ αυτήν θέλει να κληρονομήσει τους πάπυρους, αν και όταν φτάσουν στα χέρια του γιου της. Και συνεχίζει στο γράμμα προς τον γιο της: «…θέλω να στηρίξεις τη γυναίκα αυτή. Και να πορευτείτε μαζί. Αδελφός και αδελφή στην οικοδόμηση ενός άλλου κόσμου, διαφορετικού»

Δεν πρόκειται πια για φεμινισμό, μα για την τελευταία ελπίδα της ανθρωπότητας.

 Χρήστος Χαρτοματσίδης

*  Χλόη Κουτσουμπέλη, Ταχυδρομική θυρίδα: Κιβωτός, Νουβέλα, εκδ. «Θίνες», Αθήνα 2025, σελ. 74