Μαργαρίτα Παπαμίχου | ποίηση

In Λογοτεχνία, Ποίηση by mandragoras

 

ΑΠΟΡΙΑ

Το γνώριζε η κάμπια από πριν
πως θα γινόταν πεταλούδα;
Ο σκαντζόχοιρος ξέρει πως τα αγκάθια του τρυπάνε;
Γιατί φωνάζουν οι λέξεις
όταν η σιωπή περιμένει τη σειρά της για να μιλήσει;
Τι ανάποδο ταξίδι κάνει η σταγόνα
από τον ουρανό για να χαθεί στη γη
Δευτερόλεπτα πριν την πτώση
πως γίνεται τέτοια ηδονή
Κάθε πρωί ο βράχος λιγοστεύει
βλέπει το φαγωμένο σώμα του
και ρωτάει το κύμα
Πως μπορώ να έχω του έρωτα την τρέλα
χωρίς το βάσανό του;


Ο ΑΝΤΡΑΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΞΕΡΕ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΟΣ ΜΟΥ

Κάποιος περνάει κάτω στο δρόμο
χορεύει με τους ιστούς μιας αράχνης
το πρόσωπό του έχει αφαιρεθεί από την ομίχλη
πόδια χέρια τέσσερις φωτεινές λεπίδες
κομμένη η νύχτα σε φέτες
το φεγγάρι κάνει τη μοιρασιά στη στάχτη
μία για μένα μία για κείνον
δυο για τη θάλασσα
πάω να προλάβω τον απονενοημένο βηματισμό
πριν βγει από τους ιστούς
μπορεί να υπνοβατεί ζωντανός ο ίσκιος του μέσα στον ύπνο μου
μπορεί και να έχει πνιγεί στην όχθη ενός ονείρου μου
ο χορός του έφτασε μέχρι έξω από την πόρτα μου
άφησε στο κατώφλι μου όλα τα παγιδευμένα έντομα
και γέμισε το σπίτι μου φτερά που σε λίγο θα γίνουν σκόνη
πρέπει να προλάβω έστω κι ένα πέταγμα
πριν πάρει το πρόσωπό μου στα χέρια του και με κλειδώσει απ’ έξω