Ήμασταν όλοι νέοι τότε, καθόμασταν με τις ώρες στα καφενεία
γράφοντας και ξεγράφοντας πολύκροτα μυθιστορήματα στον αέρα 1
Ανέβαινε συχνά τα μεσημέρια
με τον Καρούζο στο πατάρι πολεμώντας
να συδαυλίζουν τη φωτιά της Τροίας
που ’καιγε σ’ όλων μας τα στήθια.
Δε σε καταλαβαίνουμε! του λέγαν,
κι εκείνος ταπεινά χαμογελούσε
γιατ’ ήξερε πως μες στο ακατανόητο
κλώθει το αβγό της η αρμονία.
Κατάφτανε κι ο Κατσαρός σε λίγο
τυλιγμένος αινίγματα και τρόμους.
Και τότε οι τρεις του γρίφου αθόρυβα
σαν αλεξιπτωτιστές πηδούσαν
απ’ το πατάρι στο δικό τους σύμπαν
κι άχρονοι χορογράφοι αιωρούνταν
πάνω απ’ τ’ άρρητα της αβύσσου. εκεί
όπου η ποίηση ποίησην επικαλούνταν.
(Κωστής Παπακόγκος, «Ιάσων Δεπούντης»
από τον Ίσκιο του πουλιού)
Oνόματα ονόματα ονόματα… Χιλιάδες ονόματα είναι σφηνωμένα στο μυαλό μου. Λιγότερο ή περισσότερο γνωστά στη δημόσια σφαίρα που ανάλογα με τις εποχές πλημμυρίζει περσόνες προς βρώσιν και τέρψιν(;): «πες μου τους εκλεκτούς του συστήματος, για να σου πω ποια δημοκρατία έχεις» όπως λέει και μια παλιά παροιμία.
Και μπορεί να μεγαλώνουμε, αλλά μαζί αυξάνεται ο κύκλος της συμπόρευσής μας με πλήθος μοναδικών ανθρώπων που με το έργο, τον διαρκή αγώνα και την ενεργή παρουσία τους κοσμούν τον κόσμο μας. Αυτή είναι η απολαβή του Μανδραγόρα και η μεγάλη προσωπική μας ευτυχία στα 30 δύσκολα χρόνια της πορείας: να φέρνουμε στο φως ανθρώπους και έργα που αξίζει να μείνουν στην ιστορία του τόπου. [Από ’κεί και μετά όποιος κατάλαβε κατάλαβε…]
Συγκινητικός ο Κωστής Παπακόγκος, ένα κεφάλαιο για τα γράμματα και τη δημοκρατία, που μίλησε τις προάλλες στο Κόκκινο χάρη στη φιλόξενη πρόσκληση του Στέλιου Ελληνιάδη. Κι αν κάτι συγκρατούμε από τον αστείρευτο αφηγητή των παθών του ελληνικού λαού είναι η δις και τρις επαναλαμβανόμενη αποστροφή του Κωστή Παπακόγκου. «Δεν ήταν μόνο η δική μας οικογένεια, όσα εξιστορώ τα υπέστησαν χιλιάδες Έλληνες εκείνα τα χρόνια». Σημαδιακή άραγε της απόφασης για την εγκληματική οργάνωση της Xρυσής Aυγής;
Την προσωπική οδύνη τη βιώνει ο καθένας μόνος. Κι αν σήμερα γράφω δυο λόγια είναι γιατί ο Ρήγας Κωνσταντινίδης (Δράμα 1950-Βριλήσσια, Αύγουστος 2020) ανήκει στην κατηγορία που προανέφερα: συλλογικά δρων από τα νεανικά του χρόνια, ως φοιτητής στην Οδοντιατρική Αθηνών, έως το τέλος, εκλεγμένος (το 2019) Δημοτικός Σύμβουλος στα Βριλήσσια με την Κίνηση «Δράση για μια Άλλη Πόλη». Από τους ιδρυτές της δυναμικής Κινηματογραφικής Λέσχης Πειραιά, όπου χαρήκαμε σπουδαίες ταινίες στη Μεταπολίτευση. Ατέλειωτες συζητήσεις στο ιατρείο του της οδού Πατησίων όταν προσπαθούσαμε να ονειρευτούμε τα αυριανά μας σχέδια υπό τον πνιγηρό ήχο των μεγαφώνων, στο διπλανό ιατρείο, του πολύφερνου ανερχόμενου αστέρα Νικήτα Κακλαμάνη. Ο Ρήγας πάντα ψύχραιμος, λιγόλογος και ουσιαστικός με ένα υποδόριο χιούμορ, διαρκώς χαμογελαστός, με το γρήγορο, γνώριμο ήχο της φωνής του, προτιμούσε να αγνοήσει την αισθητική, ηχητική και πολιτική ρύπανση αρνούμενος να παρακολουθήσει τις δικές μου εκρήξεις. Πάντα δραστήριος στις επιτροπές Υγείας, στην Οδοντιατρική Ομοσπονδία, στη Στοματολογική Εταιρεία, στις Κινήσεις και τις Επιτροπές αγώνα για το περιβάλλον, συμμέτοχος στις ομάδες εργασίας για την αναδιάρθρωση της Δημόσιας Υγείας, ενεργός στα προγράμματα κοινωνικής προστασίας και αλληλεγγύης του Δήμου του, αλλά και φανατικός αναγνώστης, υποστηρικτής και συνδρομητής του Μανδραγόρα που διάβαζε και σχολίαζε διεξοδικά, στις συνήθως τηλεφωνικές επικοινωνίες μας. Πάντα με δική του πρωτοβουλία. Και πάντα με έναυσμα τον Μανδραγόρα σε κάθε νέα παραλαβή περιοδικού και βιβλίων. Στην κηδεία του Σάμη Γαβριηλίδη μάς ανακοίνωσε το πρόβλημα. Ελπίζαμε να βρεθούμε κι από κοντά. Κάναμε σχέδια, το πάλεψε, δεν του βγήκε. Έμεινε μέσα μας η μορφή του και τα κερδισμένα χρόνια της αμοιβαίας αγάπης. «Οι φίλοι μας είναι σαν κάτι παλιά ρούχα», γράφει ο Κωστής Παπακόγκος, «που όσο περνούν τα χρόνια τόσο τ’ αγαπάμε/ και δεν ξεκολλάμε απ’ το κορμί μας [ ] Οι φίλοι μας είναι τ’ αμπάλωτα ρούχα/ όπου απ’ τις τρύπες τους ανώδυνα περνάει/ όταν γυρνάει προς τις πηγές της η ζωή μας».
«Τέχνη είναι τα χώματα της γης, ο βράχος του Υμηττού, η τέφρα που ξαναγίνεται χρώμα, η νύχτα που σου επιτρέπει να εγκλωβιστείς μέσα στο ίδιο της το σκοτάδι για να καταλάβεις την αξία του λευκού φωτός που πάλι θα του ξαναδώσεις ζωή»… Προσπαθώ να αποκρυπτογραφήσω τον δύσκολο γραφικό χαρακτήρα του Φαίδωνα Πατρικαλάκι μέσα από τα κατάλοιπα πλήθους σχεδίων, εικόνων, σημειώσεων, βιβλίων, πρόχειρων σκίτσων, σκηνικών, προσωπικών του αντικειμένων: μια γραβάτα που ποτέ του δεν φόρεσε, ένας μπερές, το τραπεζάκι με τα ξεραμένα σωληνάρια, ένα αχρησιμοποίητο καβαλέτο, μια ξύλινη περιστρεφόμενη βάση όπου τοποθετούσε τα γλυπτά του για να τα ζωγραφίσει, άπειροι δίσκοι και cd κλασικής μουσικής, μάσκες, χάντρες από πηλό, δεκάδες καρφίτσες, κουρελάκια, μικροϋφάσματα, κλωστές… Μια ολοζώντανη ετερόκλητη συλλογή από νεκρές φύσεις που ξέμειναν στο εργαστήριο και στο σπίτι του μετά την ξαφνική του αναχώρηση πριν τρία χρόνια και παρουσιάζουμε σήμερα με άξονα πάντα τα σκηνικά και κοστούμια του για το θέατρο. Η διαρκής μαθητεία του αποδεικνύεται από την πληθώρα βιβλίων που συνέλεγε για να τα αξιοποιήσει στη σκηνογραφία: κούκλες με φιγούρες και σκηνικά από το Μουσείο Κουκλοθέατρου της Πράγας, μέχρι σχέδια της haute couture (όπου εξασκείτο) και λευκώματα του σπουδαίου John Peacock, που απεικονίζουν λεπτομερώς την εξέλιξη της γυναικείας μόδας (1920-1960), με πρόλογο της περίφημης Βρετανίδας σχεδιάστριας και δημιουργού του μίνι Μαίρης Κουάντ.
Διαρκώς παρών ο αγαπημένος φίλος γλύπτης Κυριάκος Ρόκος εκθέτει μέχρι τις 10 Δεκεμβρίου 2020 στην γκαλερί Έκφραση, Βαλαωρίτου 9α, μεταξύ άλλων κι ένα έργο του εμπνευσμένο από το εξώφυλλο του Μανδραγόρα, τχ. 60, αφιερωμένο στον Μίλτο Σαχτούρη. Αναμφίβολα τιμητικό για το περιοδικό.
Τέλος στο παρόν τεύχος παρουσιάζουμε τρεις δημιουργούς που τους συνδέουν πολλά. Πρόκειται για τον Ανδρέα Αγγελάκη (1940-1991), τον Νίκο Καχτίτση (1926-1970) και τον Τέο Σαλαπασίδη (1924-1983). Και οι τρεις είχαν μια σύντομη πορεία ζωής και σχετικά μικρό όγκο έργου. Ολιγοσέλιδες ποιητικές συλλογές του Ανδρέα Αγγελάκη με προεξάρχουσα Το πύον, 14 ποιήματα νεότητας για τον πεζογράφο Καχτίτση2 και μια μεταθανάτια έκδοση 12 ποιημάτων για τον Σαλαπασίδη. Κάποιες θεατρικές/σεναριακές συνθέσεις και για τους τρεις και βέβαια η βιωμένη μοναξιά για λόγους υποκειμενικούς και αντικειμενικούς. «Το οικονομικό μέλλον αβέβαιο. Οι μελαγχολίες μου οξυτάτης μορφής. Δεν υπάρχει τίποτα πια να με συγκινεί ή να μου δίνει την ελπίδα ότι θα έρθουν καλύτερες μέρες»: Σαν να μιλά εξ όλων τους ο Νίκος Καχτίτσης.
Σαλαπασίδης-Καχτίτσης εξέδωσαν βραχύβια περιοδικά. Κι οι δυο, στη διάρκεια της θητείας τους, κινδύνεψαν να σταλούν στον πόλεμο της Κορέας. Θα λέγαμε ότι μολονότι και οι τρεις βρίσκονται στις παρυφές της γραμματολογίας εξακολουθεί να συντηρείται ένας διαρκής μύθος γύρω από το έργο τους, παρά την πολυετή απουσία τους. Και για τους τρεις υπάρχουν αμφιλεγόμενες απόψεις για την αποτίμηση της δουλειάς τους. Μένει ως εκκρεμότητα το αξιοποιήσιμο υλικό, για τον Αγγελάκη, του φίλου συλλέκτη Γιώργου Καράγιωργα που ευχόμαστε από καρδιάς να επανέλθει σύντομα στην ενεργό δράση. Με τον Σαλαπασίδη έχει ασχοληθεί διεξοδικά ο Κώστας Βούλγαρης. Σήμερα επανερχόμαστε με κάποια συμπληρωματικά στοιχεία που μας παραχώρησε ο ανιψιός του Σαλαπασίδη Δημήτρης Μάνος. Τέλος για τον Καχτίτση έχουμε ήδη δημοσιεύσει 3 ανέκδοτες επιστολές του προς τον συντοπίτη του ζωγράφο Δανιήλ [Μ. τχ. 45, σελ. 97-99] κι ένα άρθρο του Γ. Αράγη με αφορμή την επανέκδοση του Εξώστη [Μ. τχ. 47, σελ. 60-61]. Φέτος με τη συμπλήρωση πενήντα χρόνων από τον θάνατό του φαίνεται πως αναζωπυρώνεται το ενδιαφέρον για τον Καχτίτση. Ας το θεωρήσουμε παρήγορο γεγονός για την τέχνη. Ιδίως σε μια εποχή παρατεταμένου εγκλεισμού, διάσπαρτου φόβου και γενικευμένης απομόνωσης του ανθρώπου από τον άνθρωπο.
Μ
- Κωστή Παπακόγκου, Στον ίσκιο του πουλιού, εκδ. Μανδραγόρας, 2020.
- Vulnerable Point, 1949, ed. Anthelion Press, Montreal, 1968, ιδιωτική έκδοση στο τυπογραφείο Καχτίτση σε 42 αντίτυπα. Πρόκειται για το Τρωτό σημείο, 14 ποιήματα νεότητας, Πρόλογος-μτφρ, σημειώσεις Γ. Δανιήλ, εκδ. Εγνατία, 1979, σελ. 35. Βλ. και μτφρ. των ποιημάτων Καχτίτση από τον Σ. Σκαρτσή, Υδρία, τχ. 22-23, σ. 93-96.
δ