Μαμά μου
είσαι τόσο μεγάλη
Δεν σε χωράνε τα μάτια μου
Το χέρι μου ανθός
επιταχύνει έναν καρπό μες στο δικό σου
Μαμά
έχω περάσει πάνω από τόσο αίμα
για να σε συναντήσω
Αίμα που κάνει τους μήνες
να φέρνουν μαζί τους έναν πόλεμο
Κάθε είκοσι οκτώ μέρες
περιθάλπω τη φύση μου
κατανοώ το τραύμα και το θαύμα
Μάνα
μεγαλώνω σαν πήλινο σκεύος
Χωράω κόσμους πολλούς
ψάχνοντας τον δικό μου
Όταν με ρίχνει
ένας κόκκινος άνεμος στο πάτωμα
γίνομαι πάλι ένα χώμα που με έπλασε
Μάνα!
ρισκάρω συνεχώς μία συνέχεια
κερδίζω ολοένα το όνομά μου
Έχουμε πια την ίδια ηλικία
Εγώ αυτήν που μετά βίας συγκρατώ
Εσύ αυτήν που σε λησμόνησε