Ο Ασίφ, ο Αϊλάν, ο Παύλος Φύσσας κι ένας ταύρος. Ιερές μα και άδικες θυσίες ενός κόσμου αδίστακτου και διάστικτου από ματαίωση, αυταπάτες κι αδικία. Κοινός παρονομαστής όλων, ο ποιητής Θεοχάρης Παπαδόπουλος και η νέα του ποιητική συλλογή «Μεταμοντέρνες αυταπάτες».
Ο Θεοχάρης Παπαδόπουλος με την ένατη κατά σειρά ποιητική του συλλογή Μεταμοντέρνες αυταπάτες που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μανδραγόρα τη χρονιά που διανύουμε, αφορμάται από την επικαιρότητα για να συνθέσει ποιητικά σύνολα με κυρίαρχη την εσωτερική του ματιά σε διαχρονικές έννοιες όπως ο έρωτας, η ύπαρξη, ο θάνατος και σε κοινωνικοπολιτικές προβληματικές όπως η εκμετάλλευση, η μοναξιά, η ανεργία.
Ο άσημος Ασίφ χάνει το χέρι του στο ποίημα «Επιπτώσεις», ο μικρός Αϊλάν μνημονεύεται στο ποίημα «Θρήνος», ο Παύλος Φύσσας ξεψυχά ξανά στο ομώνυμο ποίημα «Παύλος Φύσσας» και ο ταύρος, ένα alter ego του ποιητή, θρηνεί με τη σειρά του τον αδερφό του που έχασε τη ζωή του σε μια αρένα στο ποίημα «Ο θρήνος του ταύρου». Απώλειες άδικες, περιπλέκουν ένα κουβάρι συμβάντων από το οποίο το ποιητικό υποκείμενο οδηγεί το νήμα της ηθικής διερεύνησης σε ολόκληρη την ποιητική συλλογή. Αυτό το νήμα συμπλέκει ένα τρίπτυχο θεματικών υποενοτήτων με τίτλους «Έμπνευση- Σήψη- Παρακμή».
Ιδιαιτέρως, αυτό το νήμα το κρατάμε με τη σειρά μας κι εμείς διαβάζοντας τα ποιήματα και ταυτιζόμαστε με τη φωνή του ποιητή στην προσπάθειά του να μας κοινωνήσει ενδόμυχους φόβους «ψάχνω να με βρω/ εκεί που μ’ έχω χάσει», από το ποίημα «Αναζήτηση», την παραίτηση «Τσούζουν τα μάτια μου/ με πιάνει βήχας/ και φεύγω νικημένος» από το ποίημα «Η σκόνη», την ανελέητη και πνιγηρή ρουτίνα «Κάθε μέρα/ από συνήθεια κάθεσαι να γράψεις» από το ποίημα «Χωρίς έμπνευση», την ματαιότητα της καλλιτεχνικής έκφρασης.
Συγκεκριμένα στο ποίημα «Μπέιμπι όιλ», ο ποιητής κάνει μνεία σε ένα πραγματικό συμβάν σχετικό με τη βεβήλωση καλλιτεχνικού εκθέματος στο εξωτερικό. Είναι καίρια η ρητορική ερώτηση στην τελευταία στροφή «Εσείς ποιητά,/ που νιώθετε διάσημος/ θέλετε λίγο μπέιμπι όιλ/ στα γραφτά σας;» θέλοντας να επαναφέρει τη διαχρονική διερώτηση των δημιουργών σχετικά με την αναγκαιότητα της ίδιας της δημιουργίας και της επίπλαστης αξίας που αποκτούν έργα τέχνης τα οποία δεν προβληματίζουν, δεν αφυπνίζουν, μόνο διαιωνίζουν την κενή φήμη.
Ακολούθως, ο τίτλος της ποιητικής συλλογής Μεταμοντέρνες αυταπάτες αποτελεί τμήμα στίχου του ποιήματος «Διαδρομές». Στο ποίημα αυτό το οποίο αποτελείται από τρείς στροφές με ομοιοκαταληκτούντες τον δεύτερο με τον τέταρτο στίχο, ο ποιητής διατρέχει την πόλη με το μετρό όταν μια επιτοίχια διαφήμιση του πυροδοτεί σκέψεις και συναισθήματα γύρω από το ανέφικτο της χαλάρωσης και των διακοπών. Αξίζει να σημειωθεί η χρήση της μετοχής «ζωγραφισμένη» για την παραλία που απεικονίζεται στη διαφήμιση, η οποία επανέρχεται γραμματικά ως ρήμα «ζωγραφίζεις» εμπλέκοντας και τον ίδιο τον αναγνώστη σ’ αυτή την αβάσταχτη και ανεκπλήρωτη επιθυμία που μετατίθεται «στα χαρτιά» του και όχι στην πραγματικότητα. Η «ζωή με το κομμάτι» όπως τη θίγει συνυποδηλωτικά ο ποιητής στη δεύτερη στροφή, αντικατοπτρίζει μια κοινωνία «αχινών», μια άβολη και αιχμηρή συνθήκη που μας πληγώνει και μας συρρικνώνει υπαρξιακά, μας κάνει να νιώθουμε ανίσχυροι και ανίκανοι μπροστά σε επίπλαστους και ιλουστρασιόν πόθους.
Επιπρόσθετα η γλώσσα των ποιημάτων εν συνόλω χαρακτηρίζεται από λιτότητα και σαφήνεια χωρίς ίχνος εκζήτησης ή εκφραστικών ασαφειών. Αυτή η γλωσσική ειλικρίνεια του ποιητή δημιουργεί μια σχέση εμπιστοσύνης του αναγνώστη με την ποιητική φωνή η οποία μιλάει τις περισσότερες φορές σε α’ ρηματικό πρόσωπο «Θέλω να υπάρχει απόλυτη σιωπή» από το ποίημα «Σιωπή», «Ψάχνω να με βρω/ στα περιθώρια μέσα στο τετράδιο» από το ποίημα «Αναζήτηση», «Σύννεφο μαύρο/ στάθηκε από πάνω μου/ και μ’ ακολούθησε παντού.» από το ποίημα «Το μαύρο σύννεφο».
Ακολούθως, τα σχήματα λόγου, κυρίως οι επαναλήψεις που αξιοποιεί ο ποιητής αισθητοποιούν ένα ύφος λυρικό και μια έκφραση παραστατική χωρίς περιττές φλυαρίες και εντυπωσιασμούς. Για παράδειγμα στο ποίημα «Αν ψάξεις», η επανάληψη του ρηματικού συνόλου «θα ’μαι» πέντε φορές. τοποθετεί έναν οραματισμό του εαυτού σε καταστάσεις πέρα από την φυσική του ύπαρξη, σε μια προσπάθεια του ποιητή να έρθει εγγύτερα στον πλησίον. Αμέσως στην επόμενη σελίδα, στο ποίημα «Αναζήτηση», η επανάληψη του στίχου «Ψάχνω να με βρω», αισθητοποιεί την επίμονη προσωπική αναζήτηση του ίδιου του ποιητικού υποκειμένου δίνοντας μια όψη διαλεκτική μεταξύ των ποιημάτων της συλλογής.
Τελειώνοντας, αξίζει να αναφερθεί μια ανέλπιστα ψύχραιμη ποιητική ματιά στα ανθρώπινα που υποφώσκει στο ποίημα «Μη σταματάς». Κατ’ αυτόν τον τρόπο, θέλει ο ποιητής να στείλει προς όλους ένα αισιόδοξο μήνυμα που παρά τις αναρίθμητες «αρένες» της ζωής μας, επιμένουμε να προσπαθούμε και να ελπίζουμε για καλύτερες μέρες «Μη σταματάς να προχωρείς/ κι ας είναι δύσκολοι οι καιροί/ αδιάβατοι οι δρόμοι./ Σου κόβουν το σχοινί που ακροβατείς./ Εμπόδια φοβερά στέκουν μπροστά σου./ Μη σταματάς να προχωρείς/ κι ας είναι σάπια η ζωή/ κι ο νους σου προδομένος.»
Δεν σταματάμε Θεοχάρη. Προχωράμε. Ο ταυρομάχος είναι για όλους και όλες υπαρκτός. Ίσως είναι η τελευταία μας ταυρομαχία αυτή. Ίσως δεχτούμε πολλά ξίφη στην πλάτη μας, στο στέρνο μας, στην καρδιά μας. Στην καρδιά μας κυρίως. Ας διαφυλάξουμε το όνειρο. Το προσωπικό μας, το κοινό μας. Όσο το όνειρο μένει ζωντανό, μένει και η καρδιά μας, αλλιώς όπως γράφεις κι εσύ στο ποίημα «Πυροβολώντας», επίκειται το τέλος μας «Μα όταν πυροβόλησε το όνειρο/ η σφαίρα εξοστρακίστηκε/ και μπήκε στην καρδιά του.»
Πηνελόπη Ζαρδούκα
* Θεοχάρης Παπαδόπουλος, Μεταμοντέρνες Αυταπάτες, Σxέδια εξωφύλλου: Ανδριάνα Μπιρμπίλη, εκδ. Μανδραγόρας, Αθήνα 2020, σελ. 48, τιμή 8,48 ευρώ.