1. τοίχος
Στο τιμόνι ένα επικίνδυνο εγώ
τρέχει με χίλια.
Φλέβες φουσκώνουν
τρίχες σηκώνονται όρθιες
σάλια υγραίνουν τον αέρα όσο
μ΄ οργή
έναν τοίχο χτίζει μα
ο τοίχος είναι τοίχος
ακούνητος και
τοίχος θα μείνει πάντα
κι ενώ το εσύ τα δόντια σφίγγει και
κόμπους μασουλά
το παίρνει απόφαση ώσπου
μια φλούδα ασβέστη πέφτει.
Ο τοίχος κουνήθηκε.
Το εγώ όχι.
Τρομοκρατεί η σιωπή καθώς
η νύχτα στη σχέση πέφτει.
2. ρούχο παλιό
Ρούχο ξηλωμένο στην άκρη
τριμμένο
φορεμένο
μυρίζει ναφθαλίνη και κλεισούρα κι ενώ
είσαι έτοιμος να το πετάξεις
το μπαλώνεις με ύφασμα άλλο
κομμάτια ξένα βάζεις
χρώμα να δώσεις όμως
το αποτέλεσμα φτωχό
φθαρμένες οι ραφές ανοιχτές
μπάζουν φθινόπωρα
καυγάδες
στεναχώριες
το ξανασκέφτεσαι
στο φως το φέρνεις και
πάνω του βλέπεις
μωρά και
γλέντια
και γιορτές κι αγάπη και
ισιώνεις τα δάκρυα με δάκρυα
γαζώνεις τη χαρά με χαρά
τρυφερά.
Το ράβεις.
Οι χαρές δεν πετάγονται
-άλλωστε είναι τόσο λίγες.