Όλγα Οικονομίδου * ΕΜ-ΜΟΝΕΣ

In Ποίηση by mandragoras

 
 
α
ασάλευτα
άψυχα
αμήχανα αγαπώ.
αντιπαράθεση αντί αγάπη
 
 
β
Βοήθεια
βρέστε βαθυπράσινη βαλεριάνα
βυθίζομαι βαλαντωμένη
 
γ
γηροκομεία 
για
γέρους
γριές
γεράκια
γαζέλες
γαμήλια γιασεμιά.
Γιγαντώνομαι γαληνεύοντας.
 
 
δ
Δανείζονται δάκρυα
Διαβεβαιώνουν
δωροδοκούν
διπλά δωροδοκούνται
διαφθείρουν
διαλογίζονται δια – σωληνωμένοι
 
–Δημαγωγοί,
διαφημιστικό διάλειμμα!
 
ε
Έρωτες εγκυμονούν εθισμούς
Εκβιασμοί εκπολιτίζονται
Εχθροί εισβάλουν
εκριζώνουν, εκτελούν
 
Ελευθερία;
 
ζ
Ζητιάνοι 
ζωσμένοι ζύθο, 
ζιζάνια, ζάναξ, ζοφερή ζάλη
ζητάνε ζωή!
 
–Ζάμπλουτε, ζεις;
 
 
η
Ηγέρθηκε η ημιμάθεια!
Ημέρα ηλιθίων ή ηρεμιστικών;
 
 
θ
Θάλασσα θελκτική, 
θεραπευτήριο θερινής θλίψης.
Θαρρώ, 
θεραπεύεις θυμωμένα θεριά
θαμπώνεις θειαφένιο θάνατο.
 
ι
Ιστολόγιο   
Ιστορίες Ιανουαρίου: 
 
Ιχνιλάτηση ιδεών
Ισοπέδωση ιδανικών
Ιδιοκατοίκηση ισχυρών
Ικεσία Ιούδα
 
κ  
Κάτι καθωσπρέπει κυρίες
κοιτώντας καθαρτήριους καθρέφτες
καμουφλάρουν κανιβαλισμούς
καισαρικές κραυγές
«καλοήθεις» καβγάδες.
 
Κάτι καθωσπρέπει κυρίες  κενές.
 
λ
Λάβετε 
λήθη
λόγια – λέβητες
λιμναία λάθη
Ληστέψατε λήγουσες λέξεων
Λή-θη
Λύ-πη
Λύ-ση
 
Λοιπόν, λογικευτείτε 
 
μ
Μη μου μιλάς Μαρία.
μόνο μάζευε μήλα μνήμης.
Ματώθηκες μαδώντας μαργαρίτες. 
Μεγαλοδύναμε,
μυρμηγκιάζομαι μακάρια.
 
Μακρηγόρησα Μαρία…
 
ν
Νατουραλισμοί
Ναρκωμένοι νέοι
Ναυάγια 
Νωθροί νεοέλληνες
 
Νενικήκαμεν
Ναι, νιώθω νέα
 
ξ
Ξαγρυπνώντας 
ξέκλεψα 
ξωτικών ξόρκια
ξεκουρδισμένους ξυλοπόδαρους
ξύλινες ξόβεργες.
Ξημερώματα, ξεθάρρεψα.
Ξαμολημένη, 
ξαναγεννήθηκα
 
ο
Όλγα…
Οδοιπορούσα 
ολισθηρού οδοστρώματος
οσφραίνεται 
ολάνθιστες ορτανσίες
όσο 
ολιγοψυχεί ολομόναχη.
 
π
Πρόσφυγες παγωμένου πελάγους
Πολύβουος πόνος
Παγιδευμένη παιδικότητα
Παράταιρος πνιγμός
 
–Προμηθέα, προδότη!

 
ρ
Ρακοσυλλέκτες 
ράψανε ρακένδυτα ρήματα 
ρουφώντας ρίζες ραδικιών.
 
Ραντισμένοι ροδόνερο ρητορεύανε
Ροκανίσανε ροδόξυλα
Ράθυμα ρίξανε ρόδια
 
Ρυμολκούμενη ρεβάνς

 
σ
Σαββατοκύριακο Σεπτεμβρίου
Σκούπιζε σκονισμένα σακάκια
σε συρτάρια.
Σκούπιζε σκονισμένα σώματα
σε σιωπές.
Σκούπιζε σκονισμένες σκέψεις
σε σημειωματάρια.
Σύρθηκε σιωπηρά
στο σώμα του,
σιγόκλαψε
σαλιώθηκε
σιγοκοιμήθηκε σαν σαλιγκάρι.
 
 
τ
Του τζίτζικα τετράφωνο τερέτισμα 
τροχίζει τις τύψεις τους.
Τάλαντα τέμνονται τάζοντας  τροφή.
Τώρα, τέσσερις τρόμοι 
τάφηκαν ταχέως.
Τζάμπα τροχός της τύχης.
 
υ
Υπολειτουργείτε υπνοβατώντας
Υπερκολακεύεστε
Υιοθετείτε υποκουλτούρα 
Υποπτεύεστε υπερήλικες 
 
Υδατογραφία υπόγειας ύβρεως
 
 
φ
Φυγόκεντρη –
Φανταζότανε 
Φως
Φάρους
Φιλιά
Φυλλωσιές
Φυσαρμόνικες
 
Φέτος
φανερωθήκανε φίλοι Φαρισαίοι 
Φυτέψανε φόβους
Φρενοπάθειες
Φτιάξανε φέρετρα
Φωνάξαν φίδια.
 
–Φινάλε;
–Φίμωση.
 
 
χ
Χειροκροτούμε
χρυσοθήρες χωρίς  χαρά
χαμαιλέοντες χωρίς χρώμα
χαμερπείς χαραμοφάηδες 
χαοτικά χρωματοσώματα
 
Χάσαμε
 
 
ψ
Ψιλοβρέχει
Ψυχίατροι ψευδολογούν
ψευτορκίζονται
ψηφοποιούν ψυχαναγκασμούς.
 
Ψιλοβρέχει
Ψαλιδίζω ψηφίδες ψεμάτων
Ψύχραιμα, ψυχή!
 
ω
Ω, ωοθήκες ώριμων ωαρίων
Ωφελείτε ωχρόλευκους ωκεανούς
Ωραίες ώρες