Αυτοί που τρέχουν
αυτοί που τρέχουν
αυτοί που τρέχουν στα σκαλιά
των υπογείων
πάνω κάτω
από τις λεζάντες των πόλεων
για την φθορά των δοντιών
από την πείνα
και τις αγγελίες μεταχειρισμένων νεκρών
διάκοσμο στα σαλόνια της διανόησης
κρατούν στα χέρια τους σπασμένα βάζα
σπασμένα βάζα
από ζουμπούλια μήνα Δεκέμβρη
μέσα στην παγωνιά του χάρτη
τότε και τώρα
στην πλαγιά της καρδιάς τους
δεν ξημερώνει
μονάχα αλάτι στα χείλη τους
από την συντήρηση πικρών λέξεων
πριν τον απολογισμό της ζωής
πριν την άνθιση
εκεί που στάθηκαν
δίπλα στην εξορία
να τραβήξουν παραθύρια
να πέσει κάτω ο ουρανός
στις τσέπες όλων ένα κομμάτι ψωμί
στις τσέπες όλων
δίπλα από τ’ αγάλματα του έθνους
να βγάλουν το λευκό
γιατί πονάνε.