«ΠΡΕΠΕΙ να φύγεις από εκεί που είσαι και να γυρέψεις τη θέση σου –που σου ανήκει άλλωστε– “εντός”, μέσα στην πραγματικότητα. Βέβαια εγώ δεν ξέρω ποια είναι αυτή η πραγματικότητα, δεν την είδα ποτέ και πουθενά. Ωστόσο υπάρχει, όλοι το λένε πως υπάρχει.»
Τάκης Σινόπουλος, Νυχτολόγιο
Το ανθρώπινο σώμα γυναικείο, ανδρικό ή με φύλο απροσδιόριστο, σε όρθια ή καθιστή στάση, απεικόνιση αποξένωσης ή απλά αντικείμενο μελέτης, πρωταγωνιστεί στα έργα του Αθ. Ε. Μίχου. Ντυμένο ή γυμνό, υποδηλώνει συμβολισμούς που αποδίδονται με περιορισμένη κλίμακα ψυχρών, συνήθως, χρωμάτων τα οποία συμπληρώνονται με διαβαθμίσεις του γκρίζου· διακόπτονται κάποιες φορές από κόκκινες εκρήξεις. Η γραμμή, ευανάγνωστο όριο ανάμεσα στις χρωματικές εναλλαγές, προσδίδει κίνηση στις μορφές που αιωρούνται στο κέντρο του πίνακα σε μια ατμόσφαιρα βαθειάς ησυχίας, αφιλόξενη, σκοτεινή. Ο Αθ. Ε. Μίχος, στην προσπάθειά του να αποκαλύψει όλες τις πτυχές του θέματός του, ερευνά και αναλύει την μορφολογία του ελέγχοντας με οικονομία τα εκφραστικά του μέσα. Ο κάθε πίνακας είναι αυστηρά δομημένος, ένα πεδίο φιλοσοφικού στοχασμού στο οποίο ο μοναχικός άνθρωπος διαλέγεται με τον πυκνό χώρο που τον περιβάλλει. Ο χώρος αυτός σε πρώτη εντύπωση δίνει την αίσθηση παχύρρευστης, αποπνικτικής μονοχρωμίας· με μια πιο προσεκτική παρατήρηση διακρίνουμε αδιόρατες τονικές διαβαθμίσεις του μαύρου, του σκούρου κόκκινου, της ουδέτερης ώχρας ή του παγωμένου μπλε.
Ο καλλιτέχνης λύνει τα ζητήματα αισθητικής που τον απασχολούν καταφεύγοντας στην αρμονία των πλαστικών στοιχείων τα οποία χρησιμοποιεί σαν εργαλεία για την διατύπωση των προβληματισμών του. Κυρίαρχο πλαστικό στοιχείο είναι η ανθρώπινη μορφή. Υπηρετεί την εξελικτική πορεία των στοχασμών του και παραμένει –συνειδητά– ανέκφραστη. Αποτρέπεται κάθε υπόνοια συναισθηματικής αναφοράς, για να οδηγηθεί ο θεατής, αποστασιοποιημένος, σε ανάλυση και σύνοψη των συμπερασμάτων του με καθαρή σκέψη. Επίσης, ακόμα και στα γυμνά ο αισθησιασμός απουσιάζει. Ζητούμενο δεν είναι η πρόκληση συγκινησιακής φόρτισης αλλά η διερεύνηση της σχέσης του ατόμου με τον κόσμο του, ο προσδιορισμός της θέσης του σ’ αυτόν τον κόσμο, η προβολή της αγωνίας της ύπαρξης.
Η ρήση του Απολιναίρ για τον Χουάν Γκρι: «Στους πίνακές του διατηρεί την υγρή αίσθηση των φρεσκοβαμμένων προσόψεων» αποδίδει παραστατικά την τεχνοτροπία του Αθ. Ε. Μίχου. Με πλατιές πινελιές και πλακάτο χρώμα που διαμορφώνει καθαρά σχήματα, δημιουργεί αντιθέσεις. Η επιφάνεια σπάει και η κεντρική φιγούρα αναδεικνύεται κατακερματισμένη στο σκούρο φόντο. Το πρόσωπο και το σώμα πλάθονται από παράθεση χρωμάτων που σχηματίζουν γεωμετρικά μοτίβα. Το σχέδιο είναι ελλειπτικό. Η προοπτική απουσιάζει. Ο διάλογος ανάμεσα στη σαφήνεια και στην αοριστία οδηγεί στην δημιουργία της φόρμας, που περιγράφεται σε δύο διαστάσεις. Οι όγκοι ισοπεδώνονται αφαιρετικά σε μια ενοποιημένη, επίπεδη επιφάνεια. Η ενοποίηση αυτή ισορροπεί την αυστηρή συγκρότηση των επί μέρους δομικών μερών, αποκαλύπτει λανθάνουσες εντάσεις και χαρίζει ρυθμό στο έργο. Η εστία φωτισμού είναι δυσδιάκριτη. Θα λέγαμε ότι οι μορφές φωτίζονται από φως εσωτερικό που χτίζει την υλική τους υπόσταση.
Επιρροές από τον κλουαζονισμό, τον κυβισμό, τα κόμικς αλλά και την βυζαντινή αγιογραφία ανιχνεύονται στις συνθέσεις του Αθ. Ε. Μίχου. Η ζωγραφική του διαθέτει ενιαία και αναγνωρίσιμη –προσωπική– εικαστική γραφή. Αρνείται την ευκολία της στείρας επανάληψης. Κάθε έργο πειθαρχεί μεν στις αρχές που διαμορφώνουν το στυλιστικό ύφος του ζωγράφου αλλά διαθέτει τον ατομικό του χαρακτήρα.
Ο Καντίσκυ θεωρεί ότι «Ωραίο είναι εκείνο που πηγάζει από μια εσωτερική ψυχική αναγκαιότητα». Ο θεατής των έργων του Αθ. Ε. Μίχου διαισθάνεται ότι πραγματικά έχουν προκύψει από ειλικρινή, συνεπή κι επίπονη διεργασία, από ουσιαστική ψυχική αναγκαιότητα.
Βιβή Τουρόγιαννη