Δημήτρης Τζουμάκας | Ημερολόγιο 42 : Μέρες Πολυτεχνείου στο Παρίσι / Solidarité avec le peuple grec

In Λογοτεχνία, Πεζογραφία, Χρονογράφημα by mandragoras


Χρονογράφημα


17.11.17 Παρασκευή. Εδώ Πολυτεχνείο. Σαν να ήταν χτες: 17 Νοεμβρίου 1973. Πήγαινα για μεσημεριανό φαγητό στο φοιτητικό εστιατόριο με την αραβική κουζίνα, στο πέμπτο διαμέρισμα του Παρισιού, μαγειρεύουν ένα ωραίο κους κους εκεί, όταν είδα τον Μαυρόπουλο νάρχεται καταπάνω μου σε οριακή κατάσταση:

–Πού είσαι φλώρε; σε ψάχνω.

–Πού είναι ο φλώρος; εδώ είναι.

–Κοροϊδεύεις; Πέρασα από το σπίτι και δεν ήσουνα.

–Είχα πάει στο σούπερ μάρκετ να πάρω γάλα για το παιδί.

–Τι σουπερμάρκετ και γάλατα. Εδώ γίνεται χαμός.

–Άκουσα ότι χτυπήθηκε κόσμος στο Πολυτεχνείο.

–Τι χτυπήθηκαν; μπήκαν τα τανκς, υπάρχουν νεκροί, πάμε στη Σιτέ.

 

Περπατούσαμε κι έκανε κρύο, μία «ανθρώπινη μπριζόλα» ψηνότανε πάνω σε μία σχάρα του μετρό, κατεβήκαμε χωρίς να μιλάμε πια στο σταθμό Σαν Μισέλ. Κοντά μου ένα ζευγάρι ερωτευμένων μεταναστών με διαφορά ηλικίας. Αυτός 45άρης Άραψ, εκείνη περασμένα εξήντα, Ανατολική Ευρώπη, τσαλακωμένη στο πρόσωπο. Αλλά ευθυτενείς και οι δύο, πολύ κοντά ο ένας στον άλλον. Αυτός την κοιτάζει στα μάτια, το βλέμμα του έχει μια γλυκύτητα, της φτιάχνει το μαλλί, το πρόσωπο της γυναίκας αντανακλάται στον υαλοπίνακα του τρένου κι είναι μία στοά. Με περνάει ένα ρίγος κλειστοφοβίας μέσα στο τούνελ.

Πάμε να πάρουμε πρώτα την Τσεχοσλοβάκα, την κοπέλα του Μαυρόπουλου, «εγώ κυνηγημένος», λέει, «από την αμερικανοκίνητη χούντα, αυτή από τους υπηρέτες των σταλινικών».

Οι φοιτητές μαζεύονται στη Σιτέ, μαζεύονται κι εργάτες από τη Ρενώ και τη Σιτροέν, έρχονται οι υπάλληλοι των ελληνικών εστιατορίων, οι ράφτες και οι καστανάδες του Καρτιέ Λατέν και γάλλοι δημοκράτες: Solidarité avec le peuple grec contre la dictature des colonels, ενάντια στη δικτατορία των συνταγματαρχών. Υπάρχει θυμός, θολούρα. Να πάμε στην ελληνική Πρεσβεία να την κάψουμε, να πάμε στην Αθήνα. Τι θα βγει θα σε συλλάβουν; Όχι θα κάτσουμε με σταυρωμένα χέρια. Τελικά η οργισμένη μάζα των εξορίστων κινείται προ το χουντικό ελληνικό προξενείο.

 

–Τώρα πια δεν έχει επιστροφή, λέω στην Αρετή. Τώρα ο κύβος ερρίφθη, είμαστε χωρίς πατρίδα.

–Θα γίνουμε Γάλλοι, λέει αυτή.

–Δεν θέλω να γίνω Γάλλος, θέλω να δω πάλι την Ελλάδα, ελεύθερη.

–Θα τη δεις. Τίποτα δεν έχει τελειώσει, nous continuons le combat, το Πολυτεχνείο έπεσε αλλά εμείς συνεχίζομε τον αγώνα, δεν είναι παρά μόνο μία αρχή.

–Ποιο αγώνα ρε μωρό μου; εδώ δεν έχουμε να πάρουμε γάλα στο παιδί.

 

Δημήτρης Τζουμάκας

Share this Post

Περισσότερα στην ίδια κατηγορία