Αφηγήματα
Γιάννης Γιαννουλέας | Οι άγνωστες λέξεις μουΟ μπαμπάς είχε ένα αδιαμφισβήτητο ταλέντο που το εξασκούσε ανελλιπώς: μπορούσε άνετα να σκάσει γάιδαρο…
Ακολουθούσε με μαθηματική ακρίβεια το καθημερινό του πρόγραμμα αδιαφορώντας πλήρως για κάθε τι διαφορετικό: το πρωί δουλειά, το μεσημέρι φαγητό και ξάπλα, το απόγευμα δουλειά, το βράδυ καθόταν στο γραφείο του διαβάζοντας μέχρι να πάει για ύπνο. Δεν ακούγεται πολύ κακό, έτσι δεν είναι; Εκ πρώτης όψεως, ομολογώ πως όχι! Εκτός αν είσαι 3, 4, 5 ή 6 χρονών και χρειάζεσαι έναν πατέρα ή τέλος πάντων αν είσαι ζωντανός άνθρωπος που χρειάζεται κάποια στιγμή να μιλήσεις, να γελάσεις, να συμφωνήσεις ή να διαφωνήσεις. Σ’ αυτή την περίπτωση δεν είχες καμία τύχη…
Η μαμά αντιδρούσε με καβγάδες. Ομηρικούς, καθημερινούς καβγάδες που ξεσήκωναν τη γειτονιά και ενημέρωναν τους πάντες για τα οικογενειακά μας προβλήματα. Η αφορμή δεν είχε και τόση σημασία, μπορούσε να ήταν οποιαδήποτε: ο ακριβής αριθμός των κατοίκων της Θεσσαλονίκης, αν το αλάτι στο φαγητό βλάπτει ή ωφελεί, αν ο υπερσιβηρικός διανύει μεγαλύτερη απόσταση από το Όριεντ Εξπρές κ.ο.κ. Οι θεωρητικές διαφορές τους ήταν αγεφύρωτες: η μαμά πίστευε πως ό,τι είναι να γίνει θα γίνει. Ο μπαμπάς πάλι πίστευε ακριβώς το αντίθετο. Με αψυχολόγητες παρατηρήσεις και προτάσεις προσπαθούσε διαρκώς να του αποσπάσει την προσοχή. Τα λόγια της έφερναν πάντα το αντίθετο αποτέλεσμα. Οι μονολεκτικές απαντήσεις, οι σιωπές ή τα μουρμουρητά του έδιναν τη θέση τους σε ακραία ξεσπάσματα οργής.
Mια όχι και τόσο αποστασιοποιημένη αφήγηση μέσα από 36 σύντομα και γραμμένα με χιούμορ κεφάλαια που θα μπορούσαν να σταθούν αυτοτελώς, αλλά αποτελούν ταυτόχρονα μια νοηματική συνέχεια, καταλήγοντας σε ένα είδος νουβέλας με άξονα τις παιδικές αναμνήσεις και τα παθήματα ενός μικρού που φτάνει στην εφηβεία μέσα από έναν οικογενειακό τραγέλαφο. Τα γεγονότα διαδέχονται το ένα το άλλο με δυναμισμό, ορμή, χαμηλότονη αφήγηση, υπαινικτική γραφή: από την κήρυξη της δικτατορίας (Το ημερολόγιο έδειχνε 21η Απριλίου 1967 κι εγώ άκουγα την νέα άγνωστη λέξη μου. Μείναμε κλεισμένοι στο σπίτι όλη την υπόλοιπη μέρα γιατί υπήρχε «απαγόρευση κυκλοφορίας», με τους δικούς μου να παίζουν κρυφτούλι με την κουρτίνα συνεχώς μέχρι το βράδυ[…]
… μέχρι την ερωτική εμπειρία σε φιλιά και αγκαλιές με την πολύτιμη συνεισφορά της Αντιγόνης… Όλα πήραν αβίαστα το δρόμο τους. Μου ζήτησε να είμαι λιγότερο απότομος, όχι τόσο βιαστικός. Ψιθύριζε στο αυτί μου, με καθοδηγούσε διακριτικά. Ένιωσα να χάνω τον έλεγχο, να βυθίζομαι σε μια αγριεμένη θάλασσα, πότε να επιπλέω στην κορυφή ενός ψηλού κύματος, πότε να βουλιάζω στα βάθη ενός σιωπηλού βυθού. Στο τέλος, γυμνός και εξουθενωμένος, μουσκεμένος μέχρι το κόκαλο σαν ναυαγός στην ακροθαλασσιά αφέθηκα ξαπλωμένος με κλειστά τα μάτια, στο λευκό της σεντόνι. Εκείνο το πρώτο μου βράδυ τέλειωσα δύο φορές και έπαψα να έχω απορίες για άγνωστες λέξεις (και πράξεις).
Το βιβλίο κλείνει ένας Συνοπτικός κατάλογος λέξεων που ο συγγραφέας κατάφερε με κόπο να ερμηνεύσει στη διάρκεια των πρώτων του χρόνων, από τον «Παράδεισο» μέχρι του «Ιμπεριαλισμό» και τον «Σοσιαλισμό»: Μια λέξη που ενθουσιάζει τον μπαμπά (και στο τέλος έπεισε και τη μαμά).
«Μ»
Ο Γιάννης Γιαννουλέας γεννήθηκε στον Πειραιά το Φεβρουάριο του 1962. Το 1985 παρουσίασε στη σχολή Σταυράκου την πτυχιακή του εργασία «Η άλλη πλευρά», μια ταινία-συνέντευξη με τον Άγι Στίνα, μια εμβληματική προσωπικότητα της αριστεράς. Κατά τα άλλα και κατά περίσταση έχει δημοσιεύσει πολιτικά μανιφέστα, κινηματογραφικές κριτικές, προβοκατόρικες επιστολές, ποιήματα και ταχυδράματα. «Οι άγνωστες λέξεις μου» είναι το τρίτο του βιβλίο.
Μανδραγόρας 2014,
σελ. 80,
ISBN: 978-960-9476-90-4
Share this Post