Χέσε ψηλά κι αγνάντευε…

In ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ by mandragoras

ΧΕΣΕ ΨΗΛΑ ΚΙ ΑΓΑΝΤΕΥΕ

Μη μ’ αγγίζετε. Αρκετά.

Είμαι μια βόμβα έτοιμη να εκραγεί

στο παραμικρό άγγιγμα της βελόνας σας.

Δε μου αφήσατε τίποτα που ν’ αξίζει

δε μπορώ πια να συνεχίσω

να κάνω το σαλίγκαρο.

Δε λείπει ο λόγος, η φωνή λείπει.

Αν νέοι κόσμοι εξαίσιοι καταφθάνουν

δε θα τους υποδεχθώ χωρίς τον εαυτό μου.

Κάποτε δεν έχει πιο πέρα,

ο καιρός των επιχειρημάτων περνάει

ο καιρός των ελπίδων και των συμμαχιών,

ξεγυμνώνονται όλα ως το κόκαλο

και ξεπηδάει η κυτταρική σου νοημοσύνη.

Γνωρίζεις πια, βλέπεις καθαρά ότι

αυτό που Σε αποτελεί είναι

η απόφασή σου.

Αλέξης Δάρας

Με αφορμή την παρέμβαση της προπερασμένης Κυριακής από τον σύντροφο Γιώργο Οικονόμου απ’ το Ρέθυμνο θυμήθηκα το γνωστό ανέκδοτο που κυκλοφορούσε στις ΚΟΒες: τα πρώτα χρόνια στο ΚΚΕ η προσφώνηση «σύντροφος» έδινε κι έπαιρνε. Αργότερα, στην εποχή της ΕΔΑ, για να αμβλύνουν κάπως τις εντυπώσεις απέναντι στο γνωστό «διμέτωπο αγώνα» του γέρου της δημοκρατίας (γέρος ναι, δημοκρατία μάλλον όχι), άρχισαν να χρησιμοποιούν περισσότερο το «φίλε». (Που αξιοποιεί σήμερα κι ο Κουβέλης, προφανώς για να προσελκύσει ένα πιο λάιτ ακροατήριο). Και στο τέλος, για να γυρίσουμε στο ανέκδοτο, σε μια από τις τελευταίες πριν τη χούντα συνελεύσεις κάποιες κυρίες φώναζαν σε μπαρουτοκαπνισμένους ομιλητές: «Καλέ ε ε…»!

 

Ένα παρόμοιο σκηνικό, σαν το «Καλέ ε ε…» της κυρίας στήνεται στις μέρες μας, με το συγκρότημα να σπονσονάρει τις συγκεντρώσεις στο Σύνταγμα, απαξιώνοντας ταυτοχρόνως οποιαδήποτε άλλη οργανωμένη συμμετοχή. Άλλωστε πάντα είναι προτιμότερη μια λελογισμένη αποσυμπίεση από μια ανεξέλεγκτη αντίδραση με πολιτικές προεκτάσεις και ονοματεπώνυμο. Και βέβαια δεν φταίει ο Τσίμας και η συγχορδία που αντιπαραθέτει το μεν ως φρέσκο, ειρηνικό κι αυθόρμητο, απέναντι στα πανό, τις ντουντούκες και τα συνθήματα, που εμφανίζονται ξεπερασμένα, ντεμοντέ και φιλοπόλεμα. (Λες και στα νοσοκομεία στέλνουν πολίτες οι οργανωμένοι της αριστεράς!) Όμως για την απαξίωσή της φταίει κι η ίδια, που δεν μπόρεσε να εκσυγχρονιστεί, εμμένοντας, ακόμα και στην ανανεωτική της έκφανση –πέρα από αλαζόνας αυθεντικός ερμηνευτής των γραφών– προσηλωμένη σε μεθόδους και πρακτικές ιστορικά ατελέσφορες, προσωποπαγείς και διαχρονικά διχαστικές.

Δεν ξέρω αν οι προχθεσινοί στο Σύνταγμα είναι κι αυτοί «Ταχρείοι», ή υποκρύπτουν σκοπιμότητες ανάλογες με αυτές της παλιάς πρότασης Αλαβάνου που ευτυχώς υπονομεύθηκε έγκαιρα απ’ τους γάτους της ανανέωσης. Ξέρω όμως ότι και πάλι η Αριστερά βρέθηκε στην άκρη, όπως συνήθως σ’ όλες τις κρίσιμες περιόδους. Με την αντίδραση να μηχανεύεται συμμαχίες, να ψάχνει απεγνωσμένα λύσεις, να προπαγανδίζει, να αποσιωπά και να παραποιεί κι εμείς να ξεπετάμε τις «υποχρεώσεις; μας» με μια-δυο συγκεντρωσούλες, καμιά συνέντευξη τύπου, τίποτε επερωτησούλες και την ατάκα της βδομάδας, λες κι είμαστε ο Λαζόπουλος και κάνουμε εκπομπή. (Είπαμε, θέατρο, αλλά με μέτρο…). Γιατί μπορεί με δυο αστειάκια να φτιάχνεις μια στήλη στην ΑΥΓΗ, ή να γράφεις στην ΕΠΟΧΗ τα δικά μου, αλλά αυτό δε συνιστά βέβαια πολιτική πρόταση και γενικευμένη ανατροπή/αποτροπή. Γιατί «Αριστερά» σημαίνει να προλέγεις/προβλέπεις, ν’ ανοίγεις ορίζοντες, να γαλουχείς, να προετοιμάζεις κοινωνικές ανατροπές, όχι να αμύνεσαι τρέχοντας εκ των υστέρων κάθε φορά πίσω από γεγονότα, συντεχνίες και τετελεσμένα. Και άντε κι εξασφαλίστηκε το 3% και με τη δεύτερη βουλευτική θητεία θα περιμένει ο μεγάλος σύνταξη στα 65 του. Άντε κι εκλέχτηκε επιτέλους ο Χατζησωκράτης, ο Μαργαρίτης κι η κόρη του Κουβέλη (με την ευχή μου). Και λοιπόν; Κι η απαξίωση στην κοινωνία και τη νεολαία; Η σκόπιμα καλλιεργούμενη ισοπέδωση; οι συμψηφισμοί; η «συνευθύνη»; η διαχειριστική λογική; η δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία τού κάλιο παράγων στα αδειανά κομματικά γραφεία, παρά χτύπημα κάρτας στο λογιστήριο της ΑΣΚΤ;

Κι εγώ πίστευα κάποτε για την υπεροχή των ιδεών της ανανέωσης απέναντι στο σκοταδισμό του δόγματος. Και βάλαμε με το ζόρι του Ρηγάδες της ΚΟΒ Κολωνού-Βοτανικού να ξαναβάψουν το χώρο τους γιατί οι αυτοσχεδιασμοί δεν ταίριαζαν στη σφριγηλότατα του Εσωτερικού. Και μου σηκωνόταν η τρίχα για τα πραξικοπήματα του Γ. Ραυτόπουλου στη ΓΣΕΕ κι ο Λεωνίδας Τζεφρώνης ψύχραιμος, άλλαζε την κουβέντα. Και διάβαζα για «δίκες» στην Επιθεώρηση με εκφραστές της νομιμότητας τους Κύρκο-Μπριλάκη (πριν πάνε στο ΠΑΣΟΚ «ψυχή τε και σώματι» αντιστοίχως). Κι ο Μ.Μ. Παπαϊωάννου στήριζε τον Τσίρκα και τον ωθούσε στα μελετήματά του για τον Καβάφη… Κι από την άλλη η τριανδρία Αυγέρη, Παπαϊωάννου, Βουρνά –υπέρμαχος της ανανέωσης ο τελευταίος– να μιλούν, με αφορμή τον Καβάφη, περί φαινομένων σήψης του αστικού κράτους με το δεδομένο ότι στη Σοβιετική Ένωση λόγω σοσιαλισμού δεν υπάρχουν ομοφυλόφιλοι. Και να λιβελογραφούν σε βάρος του «νεοσσού» Αναγνωστάκη, μη σεβόμενοι ούτε καν τη θανατική καταδίκη του. Κι ευτυχώς που υπήρχε ο Χατζηδάκις, το Τρίτο, το Τέταρτο, να διαβάζουμε και να εμπνεόμαστε. Μπλεγμένα πράγματα και περιπεπλεγμένες εποχές που ακόμα σηκώνουν το προπατορικό αμάρτημα που ενδεχομένως κανείς δεν τους ζήτησε και κανέναν δεν αφορά. (Πρόσφατος ο τραγέλαφος από τις εκ του τάφου παρακαταθήκες της Έλλης Παππά.)

Στα ίδια σκατά λοιπόν, όπως θα ’λεγε κι ο Αλφρέντ Ζαρί στον βασιλιά Υμπύ, βρισκόμαστε όλοι. Και το χειρότερο: πέρα και μακριά από τους κρίσιμους καιρούς. Να αναζητήσουμε τη φανταστική αλήθεια στην Παταφυσική μέθοδο του Ζαρί, ή να ελπίσουμε στην ποίηση των νέων διαβάζοντας στον Nίκο Ερηνάκη τους στίχους: ….

σύντομα όλα θα καίγονται
και θα φωτίζουν τα μάτια σου

Η επόμενη επανάσταση
θα είναι επανάσταση ομορφιάς

Κώστας Κρεμμύδας